Θεοπίστη Καπέτα
▸ Από το ξέσπασμα της πανδημίας, η κυβέρνηση επιδεικνύει συνεχώς μια αδιαφορία για την στήριξη των γιατρών και την λήψη μέτρων που θα τονώσουν το υπό διάλυση -εδώ και χρόνια- σύστημα υγείας.
Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί και προτεραιότητες επιτάσσουν συνεχώς προσλήψεις αστυνομικών, προώθηση αντεργατικών μέτρων και ένα σωρό άλλα πράγματα, τα οποία καμία σχέση δεν έχουν με την δημόσια υγεία. Παράλληλα, ιδιαίτερα κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, η Βόρεια Ελλάδα έχει μετατραπεί σε ένα ανεξέλεγκτο «φορέα» μετάδοσης του ιού με τα κρούσματα να παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα παρά το lockdown, δημιουργώντας μια ασφυκτική κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία.
Η υποτιθέμενη εκπαίδευση που πραγματοποιήθηκε σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό κάποιων νοσοκομείων έγινε καθαρά για επικοινωνιακούς λόγους, καθώς ήταν δύο συνολικών ωρών μέσα σε ένα εξάμηνο. Διαδικασία η οποία ήταν τραγικά ελλιπής και δεν υπήρχε περίπτωση να βοηθήσει ουσιαστικά στην επιμόρφωση γιατρών με ειδικότητες που δεν σχετίζονται με τον κορονοϊό (οφθαλμίατροι, γυναικολόγοι, ορθοπεδικοί κα) και οι οποίοι κλήθηκαν να βοηθήσουν στις πτέρυγες Covid-19 των νοσοκομείων της Θεσσαλονίκης λόγω της τεράστιας έλλειψης προσωπικού. Ακόμα όμως και αυτή η υποτυπώδης εκπαίδευση δεν αφορούσε τίποτα άλλο πέρα από ξεπερασμένα θεραπευτικά πρωτόκολλα, τα οποία στην Αττική και την υπόλοιπη Ελλάδα έχουν ξεπεραστεί ήδη από τον Απρίλιο, λόγω των συνθηκών.
Αμείωτο έμεινε και τεράστιο έλλειμα σε κλίνες ΜΕΘ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα οι κλίνες ΜΕΘ στην Θεσσαλονίκη θα έπρεπε να είναι γύρω στις 300 αλλά στην πραγματικότητα το φθινόπωρο βρήκε τα νοσοκομεία της πόλης με μόλις 86. Επίσης κενό παρέμεινε και το 30% περίπου των οργανικών θέσεων του υγειονομικού προσωπικού. Στα μικρότερα νοσοκομεία όπως το «Θεαγένειο», ο «Άγιος Δημήτριος» φυσικά οι ελλείψεις είναι ακόμα μεγαλύτερες. Υπάρχουν μόλις ένας ή δυο νοσηλευτές για 6-8 διαθέσιμες κλίνες, ενώ κανονικά θα έπρεπε να υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις.
Στο πλαίσιο αυτό και χωρίς την παραμικρή προσπάθεια από την πλευρά της κυβέρνησης για την επίλυση των οξυμένων προβλημάτων, οι κλίνες ΜΕΘ στην Θεσσαλονίκη έχουν πλέον γεμίζει χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα αύξησής του εντός των δημόσιων νοσοκομείων, με τον υπάρχοντα σχεδιασμό. Στο «Παπανικολάου», οι μισές και πλέον κλίνες ΜΕΘ χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για περιστατικά Covid-19, με τους ασθενείς άλλων νοσημάτων να διακομίζονται όπως-όπως σε άλλα νοσοκομεία. Παράλληλα, η Ψυχιατρική Κλινική έκλεισε και οι ασθενείς της μεταφέρθηκαν στο «Ιπποκράτειο».
Στο «Ιπποκράτειο» τώρα πολλοί ασθενείς που ξεπερνάνε το κρίσιμο στάδιο ωθούνται σε «επιθετικό» εξιτήριο για να υπάρχουν έστω και ελάχιστες κλίνες για την επόμενη εφημερία. Βγαίνουν λοιπόν στην πραγματικότητα από το νοσοκομείο όντας θετικοί στον ιό και επιστρέφουν σε καραντίνα στο σπίτι τους για μια εβδομάδα με δέκα μέρες. Στο ίδιο σπίτι όπου μπορεί να υπάρχουν γονείς ή παιδιά που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες. Έτσι, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος τόσο νοσηρότητας όσο και μετάδοσης του ιού.
Οι ελλείψεις όμως δεν σταματάνε εκεί. Για παράδειγμα, το «Ιπποκράτειο» αυτές τις μέρες έχει τόσες ημερήσιες ανάγκες σε παροχή οξυγόνου όσες είχε πριν τη πανδημία σε ένα μήνα. Πλέον, τα τεράστια και συσσωρευμένα προβλήματα στα δημόσια νοσοκομεία της πόλης δεν μπορούν να λυθούν με κανενός είδους lockdown παρά μόνο με πραγματική επίταξη κλινών και γιατρών από τις δεκάδες ιδιωτικές κλινικές της πόλης και την φιλοξενία νοσούντων σε ξενοδοχεία.