του Γιώργου Κρεασίδη
Μένει ή φεύγει το ΔΝΤ; Θα πρέπει να νιώθουμε αγωνία μην τυχόν μας αφήσει μόνους με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς της Τρόικας ή μήπως ανακούφιση, καθώς τελευταία εμφανίζεται στα ΜΜΕ με πρόσωπο σκληρό σαν του Σόιμπλε; Πότε λέει αλήθεια η κυβέρνηση, όταν διαφημίζει τη συμμετοχή του ΔΝΤ σαν εγγύηση για το ενδεχόμενο θετικής ρύθμισης για το χρέος ή όταν οι υπουργοί μιλούν στη Βουλή για τη σκληρή στάση και τις παράλογες απαιτήσεις του;
Πρώτα από όλα πρέπει να είναι σαφές ότι το ΔΝΤ δε θα φύγει πριν εισπράξει αυτά που περιμένει, όσα δηλαδή του αντιστοιχούν στο δημόσιο χρέος. Βέβαια παρόλο που το ποσό αυτό είναι τεράστιο, σε σχέση με το σύνολο του χρέους δεν παρά ένα μικρό μέρος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη γνωστή εφημερίδα της οικονομικής ολιγαρχίας των ΗΠΑ Γουολ Στριτ Τζέρναλ, η Ελλάδα εμφανίζεται να χρωστάει στο ΔΝΤ 13 δισ. ευρώ σε ένα σύνολο 296,8, με το ΔΝΤ να είναι ο φορέας που του οφείλεται το μικρότερο ποσό μετά τους θεσμούς της ΕΕ, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης, την ΕΚΤ, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), καθώς και τους ιδιώτες επενδυτές.
Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα το ΔΝΤ φαίνεται να εξοφλείται, αν συνεχιστεί η αφαίμαξη του λαού, μέχρι το 2024. Ειδικότερα για το 2017 προβλέπεται ότι το ΔΝΤ θα αρπάξει σε τέσσερις δόσεις πάνω 750 εκατ. ευρώ.
Άρα το ΔΝΤ θα είναι παρόν, φορτωμένο στη ράχη της ελληνικής κοινωνίας για το επόμενο χρονικό διάστημα. Δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι η επιμονή της γερμανικής κυβέρνησης και του οικονομικού της επιτελείου για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είχε να κάνει με την έλλειψη ενός αντίστοιχου ευρωπαϊκού μηχανισμού. Ένα κενό που σήμερα καλύπτουν ο ΕΜΣ και το ΕΤΧΣ. Μεγάλη σημασία όμως απέδιδαν και στο ρόλο του ΔΝΤ σαν «τεχνικού συμβούλου», δηλαδή ενός φορέα που θα εμφανίζει σαν τεχνοκρατικές και πολιτικά ουδέτερες τις επιλογές που περιγράφηκαν στο μνημόνιο και οδήγησαν στην κοινωνική καταβύθιση και τη λεηλασία του δημόσιου πλούτου. Φυσικά για τη γραφειοκρατία της ΕΕ και ειδικά για το γερμανικό παράγοντα βόλευε να παρουσιάζουν το μνημόνιο σαν το «αναγκαίο κακό» που τρίτοι παράγοντες εμπνεύστηκαν. Όταν ο Γ. Παπανδρέου στις 23 Απρίλη 2010 ανακοίνωσε την κάθοδο στη μνημονιακή κόλαση, ήταν το άκουσμα και μόνο της συμμετοχής του ΔΝΤ στην Τρόικα που προκάλεσε ρίγη ανατριχίλας. Γιατί πριν το ΔΝΤ περάσει από το επικοινωνιακό πλυντήριο των εγχώριων ΜΜΕ που είναι στρατευμένα με το μνημόνιο, ήταν ταυτισμένο, όπως συμβαίνει με τον υπόλοιπο πλανήτη, με το μακάβριο αστείο «η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής όμως πέθανε». Από όποια χώρα πέρασε, κυρίως του Τρίτου Κόσμου, τα προγράμματα των «μεταρρυθμίσεων» του άφησαν στην κυριολεξία συντρίμμια, με το επίπεδο ζωής να έχει γυρίσει δεκαετίες πίσω και την οικονομική ολιγαρχία πλουσιότερη και ισχυρότερη από ποτέ. Από την άλλη δεν πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός ότι το ΔΝΤ με ένα τρόπο έμμεσο, αλλά σταθερό τρόπο, είναι εργαλείο πολιτικής παρέμβασης και συμμαχιών του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ. Δε θα άφηνε αναξιοποίητη την ευκαιρία για έναν ενισχυμένο ρόλο εντός της ΕΕ, ειδικά στην παρούσα καπιταλιστική κρίση.
Σε αυτό το πλαίσιο ήρθε η είδηση ότι στην άτυπη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στη Μάλτα, η Μέρκελ απάντησε στον Τσίπρα που ζητάει πολιτική διέξοδο στο θέμα της δεύτερης αξιολόγησης εφαρμογής του μνημονίου, ότι έχει δεμένα χέρια και πως η μόνη λύση είναι ο συμβιβασμός με τους «θεσμούς», δηλαδή την Τρόικα και ειδικά το ΔΝΤ. Η παραίνεση προς την κυβέρνηση να δείξει άμεσα ότι θα υπογράψει νέα μέτρα είναι το περιεχόμενο του συμβιβασμού. Με δυο λόγια επαναλαμβάνεται το γνωστό σκηνικό με τις διαφωνίες και τις τριβές μέσα στην τρόικα, την ΕΕ, την ίδια τη γερμανική κυβέρνηση και από την άλλη τα παζάρια με την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση που σαν κατάληξη έχουν το χειρότερο δυνατό σενάριο για το λαό και τους εργαζόμενους. Όπως περίπου έγινε με το θέατρο της «17ωρης διαπραγμάτευσης» όπου ο Τσίπρας και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αγνόησαν προκλητικά τη λαϊκή βούληση που αναδείχτηκε στο δημοψήφισμα του 2015 και υπέγραψαν το επαίσχυντο τρίτο μνημόνιο.
Αυτά που ζητάει το ΔΝΤ, το ΔΣ του οποίου συνεδριάζει αύριο εξετάζοντας τη στάση του, περιγράφονται ουσιαστικά στην πρόσφατη έκθεση του που βγήκε στις 24/1, η οποία σε συνδυασμό με αυτή που αναφέρεται στη βιωσιμότητα του χρέους, θα επηρεάσουν τις εξελίξεις. Το ΔΝΤ καταρχήν ζητάει ευρεία πολιτική συναίνεση θεωρώντας ότι η «πολιτική βάση» είναι που δίνει «ισχυρή κυριότητα» στο πρόγραμμα, δηλαδή επιλογή εφαρμογής του μνημονίου άμεσα και χωρίς έλεος. Τι σημαίνει «ισχυρή κυριότητα» γίνεται αντιληπτό αν φέρει κανείς στο μυαλό του την εικόνα της πλατείας Συντάγματος στις 12/2/2012 όταν η κυβέρνηση Παπαδήμου ψήφιζε το μνημόνιό της, ενώ οι δυνάμεις καταστολής έδειχναν επί έξι τουλάχιστον ώρες τη βαρβαρότητά τους στον αγωνιζόμενο λαό.
Περνώντας στα μέτρα, το ΔΝΤ ζητά μια πραγματική κόλαση. Αποφασιστικότητα στα «κόκκινα δάνεια» με το τσάκισμα όσων χρωστάνε, διεύρυνση της φορολογικής βάσης, αλλά και «φορολογική συμμόρφωση», δηλαδή φορολογική επίθεση στα χαμηλά εισοδήματα με αυτόματους μηχανισμούς που δε θα επιτρέπουν φορολογικές εκκρεμότητες επειδή υπάρχουν προτεραιότητες επιβίωσης. Ψηλά ιεραρχούνται οι λεγόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε εργασιακά, κλειστά επαγγέλματα, αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, που το ΔΝΤ εκτιμά ότι έχουν μείνει στάσιμες. Δηλαδή ασυδοσία στις απολύσεις, επίθεση στο συνδικαλισμό και ό,τι έχει απομείνει από τα εργασιακά δικαιώματα, μαζί με μια επίθεση στα μικρομεσαία στρώματα, τους αυτοπασχολούμενους κ.ά. σε όφελος των μονοπωλίων. Το ΔΝΤ δεν παραλείπει να τονίσει ότι οι δεδηλωμένοι στόχοι, όπως τα πρωτογενή πλεονάσματα, είναι ανεδαφικοί. Βέβαια το κάνει εκ των υστέρων, αφού πρώτα προχώρησαν οι άδηλοι στόχοι, δηλαδή οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, ενώ με την ευκαιρία καταγράφει και μια εικόνα κρίσης και αναποτελεσματικότητας για την ΕΕ και τους θεσμούς της που είναι ανταγωνιστικοί στις ΗΠΑ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκτίμηση του ΔΝΤ ότι το ελληνικό πρόγραμμα, οι στόχοι του μνημονίου, έμεινε πίσω λόγω των πολιτικών εξελίξεων και την εναλλαγή έξι πρωθυπουργών από το 2010, κάτι που οδηγούσε σε «εύθραυστη κυριότητα» του προγράμματος. Τα «οργανωμένα συμφέροντα», κατά το ΔΝΤ, οδήγησαν σε αυτές τις πολιτικές εξελίξεις που μετέτρεπαν το μνημόνιο σε ωρολογιακή βόμβα στα χέρια των κυβερνήσεων, οι οποίες πριν καταρρεύσουν, έχαναν κάθε στοιχείο αξιοπιστίας. Το ΔΝΤ ομολογεί λοιπόν ότι ήταν οι κοινωνικοί και εργατικοί αγώνες που έβαλαν φραγμό στην υλοποίηση του μνημονίου και οδήγησαν στον κλονισμό το αστικό πολιτικό σύστημα. Δεν ήταν ούτε το κοινοβουλευτικό θέατρο ούτε η υποταγή της λαϊκής δυναμικής στο στόχο της «αριστερής κυβέρνησης» που οδήγησε στην υποχώρηση των αγώνων, στην καθήλωση της αντιμνημονιακής στάσης στα ρηχά του ευρωμονόδρομου και τελικά στο νέο μνημόνιο. Κάτι παραπάνω ξέρουν τα επιτελεία του κόσμου του κεφαλαίου που δε συμμερίζονται τις περίπλοκες αναλύσεις που οδηγούν στο δόγμα «δε γίνεται τίποτα». Μόνη ελπίδα λοιπόν οι κοινωνικοί αγώνες για να μην περάσει το νέο αντιλαϊκό πακέτο μέτρων που φέρνει η δεύτερη αξιολόγηση, αλλά και το πραγματικό πεδίο για πολιτικές ανατροπές τη με σφραγίδα των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων.