Γιώτα Ιωαννίδου
Σήμερα τα παιδιά δεν έχουν ούτε χρόνο, ούτε χώρο για να παίξουν. Η παιδικότητα εξαργυρώνεται στο πεδίο του ανταγωνισμού προσόντων για να «μην μείνει πίσω το παιδί». Από τι; Από τις προδιαγραφές ενός ανθρώπινου προτύπου που μετριέται με τη συμμόρφωσή του στους κυρίαρχους κανόνες.
Κάτι τέτοιες μέρες, σαν μπαίναμε στην καρδιά της άνοιξης, πλημμύριζαν φωνές ολημερίς οι δρόμοι και οι αλάνες. Ένα παιδομάνι ολόκληρο ανάσαινε στην πρώτη ζέστα του ήλιου και συναντιόταν με τα αρώματα και τα χρώματα της φύσης που ξυπνούσε, ακόμη και στους αρμούς από τα πλακόστρωτα των πόλεων. Ήταν μέρες που μπαίναμε στο σπίτι μόνο για να φάμε και ξαναβγαίναμε για παιχνίδι μέχρι να νυχτώσει.
Ήταν ο χρόνος και ο χώρος που μεγαλώναμε. Ανακαλύπταμε τον εαυτό μας και τους άλλους. Ή καλύτερα ανακαλύπταμε τον εαυτό μας μέσα από τους άλλους. Χαιρόμασταν, δημιουργούσαμε, μαλώναμε, φιλιώναμε, ερωτευόμασταν. Μαθαίναμε την ομάδα και τη συλλογικότητα, ανακαλύπταμε μέσα από τους τσακωμούς τη συνεργασία, μέσα από τη δυσκολία το ρίσκο. Όχι πως οι εποχές των παιδικών μας χρόνων ήταν πάντα και για όλους ανέφελες. Αλλά μπορούσαμε μέσα από αυτήν τη μυητική τελετουργία της παρέας και του παιχνιδιού να είμαστε παιδιά «με γρατσουνισμένα γόνατα και κουρεμένο κεφάλι αλλά ακούρευτα όνειρα». «Μορτάκια του άσπρου σύννεφου» κατά πως λέει ο ποιητής Ελύτης, στον Ήλιο τον Πρώτο, που φτιάχναμε με πέτρες και ξύλα τα δικά μας κάστρα του αύριο.
Σήμερα τα παιδιά δεν έχουν ούτε χρόνο, ούτε χώρο για να παίξουν. Να δημιουργήσουν μόνα τους την παρέα, τα παιχνίδια και τους κανόνες τους. Να χαρούν από τη νίκη, να κλάψουν από την ήττα, να θυμώσουν από την αδικία, να μπερδευτούν από τις σχέσεις τους, να διεκδικήσουν την ύπαρξή τους. Όσο αυξάνεται η ταχύτητα που κινούνται τα πράγματα γύρω τους, ο ελεύθερος, προσωπικός χρόνος τους μειώνεται αντί να περισσεύει.
Τα παιδιά δεν βγαίνουν έξω να παίξουν αλλά δίνουν ραντεβού στο διαδίκτυο. Ο φόβος των γονιών για την ασφάλειά τους, αντί να τα προστατεύει τα κάνει περισσότερο ευάλωτα. Το μη δομημένο παιχνίδι, χωρίς επιτήρηση, μόνο και μόνο για τη χαρά του παιχνιδιού και την παρέα, αντικαθίσταται από τις «δραστηριότητες» με αυστηρή δομή και επιτήρηση. Αυτό όμως σημαίνει το τέλος της περιπέτειας και της ανακάλυψης για την παιδική ηλικία. Τα παιδιά ακολουθούν οδηγίες, πετυχημένες τακτικές, κανόνες συμπεριφοράς. Όμως έτσι δεν σκέφτονται μόνα τους, δεν αισθάνονται, δεν ανακαλύπτουν, δεν δημιουργούν, δεν επικοινωνούν αντί απλά να συνεννοούνται.
Δεν μιλάμε εδώ για τα παιδιά που βρίσκονται σε εμπόλεμες ζώνες, προσφυγάκια στις Μόριες του κόσμου, σκλαβάκια στις αγορές όπου γης, σε πασαρέλα ορφανών για υιοθεσία στην Κουιάμπα της Βραζιλίας ή θύματα trafficking, αλλά για την καπιταλιστική κανονικότητα. Για όλα αυτά τα παιδιά που έχουν ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους κι ένα πιάτο φαγητό και αγάπη να τους περιμένει στο τραπέζι. Αυτά τα παιδιά βρίσκονται εν μέσω ενός πιο απρόσωπου και γι’ αυτό αδυσώπητου κοινωνικού πολέμου. Η παιδικότητα εξαργυρώνεται στο πεδίο του ανταγωνισμού προσόντων για να «μην μείνει πίσω το παιδί». Από τι; Από τις απαιτήσεις της αγοράς για μια επιτυχημένη καριέρα. Από τις προδιαγραφές ενός ανθρώπινου προτύπου που μετριέται με την απόδοσή του και τη συμμόρφωσή του στους κυρίαρχους κανόνες. Η περίοδος της πανδημίας και η χειραγώγηση των πάρκων και των πλατειών ήταν πολύ αποκαλυπτική ως προς αυτό.
Σήμερα τα παιδιά ακολουθούν οδηγίες, πετυχημένες τακτικές, κανόνες συμπεριφοράς. Όμως έτσι δεν σκέφτονται μόνα τους
«Ονειρεύομαι σοφά» λέγεται ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Σωματείου επιχειρηματικότητας νέων, του ΣΕΒ για μαθητές δημοτικού και γυμνασίου. Με τη χορηγία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας, καλλιεργεί την επιχειρηματική υπευθυνότητα στα παιδιά. Ένα ανάλογο πρόγραμμα «Στη σκιά ενός στελέχους», καθοδηγεί τα παιδιά στην εργασία και το εργασιακό περιβάλλον. Μετρήσεις ικανοτήτων των παιδιών μέσω εξεταστικών διαδικασιών τύπου PISA, τηλεοπτικές εκπομπές που προετοιμάζουν τα παιδιά θαύματα, μετατρέποντας τα ταλέντα τους σε καταναγκασμό. Πρόσφατα άρχισε να παίζεται σε συνδρομητικό κανάλι μια ιαπωνική σειρά (Old enough) όπου ανατίθεται σε δίχρονα και πεντάχρονα να φέρουν σε πέρας κάποια καθήκοντα π.χ. ψώνια σε σούπερ μάρκετ, αποσπώντας τα από το παιχνίδι, για «να μεγαλώσουν».
Πώς θα είναι το μέλλον ενός κόσμου με παιδιά χωρίς παιδικότητα; Ας ταχθούμε με το παιχνίδι και την περιπέτεια, τους θύλακες ελευθερίας για το παιδί. Είναι από τα πιο ακριβά διακυβεύματα για να αντικρύσουμε κάποτε τον κόσμο: «Όταν οι ουλές απ’ τις λαβωματιές κλείνουν στο πρόσωπο του κόσμου και μες στους λάκκους που ‘καψε η πυρκαγιά, δένει τα πρώτα της μπουμπούκια η ελπίδα».