Τάσος Παπαφράγκος
Η διοίκηση Μπάιντεν αύξησε ήδη τα κονδύλια για εξοπλισμούς, παρότι οι ΗΠΑ καταβάλλουν σχεδόν το 40% του συνόλου των δαπανών παγκοσμίως. Για 26 συνεχόμενα έτη αυξάνονται οι εξοπλιστικές δαπάνες της Κίνας· έτσι και φέτος. Μικρότερες αλλά στοχευμένες οι δαπάνες της πυρηνικής Ρωσίας. Στον πάγο οι κοινωνικές ανάγκες.
Σε επικίνδυνη ανοδική τροχιά βρίσκονται οι εξοπλισμοί σε όλο τον κόσμο, την ώρα που οι κοινωνικές ανάγκες, όπως η υγεία, μένουν στο περιθώριο, η ανεργία και η φτώχεια αυξάνονται, η ακρίβεια καταπίνει το λαϊκό εισόδημα. Είναι χαρακτηριστικό πως 2 τρισ. δολάρια δαπανήθηκαν για αγορές εξοπλισμών παγκοσμίως το 2020, ποσό που αποτελεί ρεκόρ. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη στη Στοκχόλμη (SIPRI), οι δαπάνες για εξοπλιστικά συστήματα ανήλθαν στο 2,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ ο πρώτος χρόνος της πανδημίας συρρίκνωσε κατά 4,4% το ΑΕΠ διεθνώς. Μάλιστα, τα πιο ισχυρά αστικά κράτη επενδύουν όλο και περισσότερο σε οπλικά συστήματα που ενσωματώνουν τεχνολογίες αιχμής (π.χ. πυρηνική ενέργεια, διαστημική τεχνολογία, τεχνητή νοημοσύνη), ικανά να καταστρέψουν όλο τον κόσμο!
Οι δύο οικονομικοί γίγαντες, οι ΗΠΑ και η Κίνα, καταλαμβάνουν άνω του 50% του συνόλου των διεθνών εξοπλισμών, διαθέτοντας αντίστοιχα 778 και 252 δισ. δολάρια. Οι δαπάνες των ΗΠΑ αποτελούν διαχρονικά τη μερίδα του λέοντος και αφορούν κυρίως επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη, επέκταση του πυρηνικού οπλοστασίου και προμήθεια όπλων, για να συνεχιστούν οι φονικές πολεμικές επιχειρήσεις ανά την υφήλιο. Ο κινεζικός ιμπεριαλισμός προχωράει τα τελευταία χρόνια σε μεγάλης έκτασης ανανέωση των οπλικών του συστημάτων (σύγχρονοι πύραυλοι ξηράς και θάλασσας, πυρηνικά αεροσκάφη), αυξάνοντας τις πολεμικές δαπάνες για 26 συνεχόμενες χρονιές, σε μια προσπάθεια να μειώσει την πολύ μεγάλη απόσταση από τις αμερικανικές δαπάνες. Ινδία, Ρωσία και Ηνωμένο Βασίλειο συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα.
Οι δαπάνες των ΗΠΑ αποτελούν διαχρονικά τη μερίδα του λέοντος των εξοπλισμών, μαζί με την Κίνα ξεπερνούν το 50% του συνόλου των διεθνών εξοπλισμών
Ειδικά ο ρωσικός καπιταλισμός, ο οποίος εξοπλίζεται με ρυθμό άνω του 3% των παγκόσμιων δαπανών, έχει ορισμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα, παρά τον περιορισμένο όγκο δαπανών σε σχέση με τις ΗΠΑ, ενσωματώνοντας και εφαρμόζοντας σύγχρονες μεθόδους αντιπαράθεσης. Πιο συγκεκριμένα, η επέμβαση στην Ουκρανία έχει τον χαρακτήρα υβριδικού πολέμου και φαίνεται πως σχεδιαζόταν για αρκετό διάστημα. Ο υβριδικός πόλεμος αφορά τη συμβατική στρατιωτική ισχύ, σε συνδυασμό με ένα φάσμα πρακτικών που αξιοποιούν οι Ρώσοι, όπως κυβερνοεπιθέσεις στα δίκτυα και σε ψηφιακές υποδομές, διάδοση ψευδών ειδήσεων, άσκηση διπλωματίας και στοχευμένες καταστροφές στρατηγικών υποδομών. Ταυτόχρονα, φαίνεται πως το τελευταίο διάστημα η Ρωσία, η οποία διαθέτει πανίσχυρο πυρηνικό οπλοστάσιο, επενδύει σε ένα τεράστιο πρόγραμμα τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης σε οπλικά συστήματα (π.χ. μη επανδρωμένα οχήματα σε αέρα, στεριά, θάλασσα και υπέδαφος, διαστημικοί πύραυλοι που δεν θα γίνονται αντιληπτοί από τον εχθρό). Πλέον, εννέα κράτη –οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Κίνα, η Ινδία, το Πακιστάν, το Ισραήλ και η Βόρεια Κορέα– διαθέτουν πυρηνικά όπλα. Κοινό στοιχείο αποτελεί το γεγονός των χαμηλών έως ανύπαρκτων επιπέδων διαφάνειας και ενημέρωσης για τις δυνατότητες των πυρηνικών αυτών εξοπλισμών. Αυτό επιβεβαιώνει, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του SIPRI, την τάση για συνεχή επιδείνωση των συνθηκών για τη διεθνή σταθερότητα.
Σύμφωνα με το SIPRI, σχεδόν όλα τα κράτη-μέλη της πολεμικής μηχανής του ΝΑΤΟ αύξησαν τις εξοπλιστικές δαπάνες τους το 2020, ενώ όλο και περισσότερα από αυτά «πιάνουν» τον στόχο των δαπανών του 2% ως προς το ΑΕΠ, που έχει θέσει το ΝΑΤΟ. Οι τάσεις αυτές θα επιταχυνθούν ραγδαία το επόμενο διάστημα. Ακόμα και το γερμανικό κράτος, που για δεκαετίες συγκρατούσε τις πολεμικές του δαπάνες, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ανακοίνωσε ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα-μαμούθ αξίας 100 δισ. ευρώ. Ως αποτέλεσμα, θα επενδυθούν μεγάλα ποσά και σε άμεσα, «εθνικά», προγράμματα αλλά και σε πιο μακροχρόνια, ευρωπαϊκά. Η άμεση ανανέωση της γερμανικής πολεμικής μηχανής περιλαμβάνει αμερικανικά αεροσκάφη F-35, μεταγωγικά ελικόπτερα, εκσυγχρονισμό των αμερικανικών αντιαεροπορικών πυραύλων τύπου Patriot, κορβέτες, πυρομαχικά, καθώς και στελέχωση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων με δεκάδες χιλιάδες νέες προσλήψεις.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΕ
Τα κέρδη στις πολυεθνικές, πρωτοπόρα στο ΝΑΤΟ η Ελλάδα
Ένα σημαντικό μέρος των 100 δισ. του γερμανικού εξοπλιστικού προγράμματος θα δοθεί για να επιταχυνθούν τα ευρωπαϊκά προγράμματα που βρίσκονται σε εξέλιξη, όπως ένα αντιπυραυλικό σύστημα για την αντιμετώπιση πολυηχητικών όπλων (σύστημα TWISTER, πρόγραμμα εντός της ΕΕ), ανάπτυξη στρατηγικών αερομεταφορών, νέο ευρωπαϊκό σύστημα αεράμυνας, νέα άρματα και ανάπτυξη οπλισμένων μη επανδρωμένων οπλικών συστημάτων (Eurodrone, σε συνεργασία με Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία), νέα πυρομαχικά (σε συνεργασία με τη Βρετανία) και σύγχρονες φρεγάτες (σε συνεργασία με την Ολλανδία).
Η Ελλάδα, που πρωταγωνιστούσε
–μετά τις ΗΠΑ– σε δαπάνες ως προς το ΑΕΠ συγκριτικά με τα άλλα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Πριν την οικονομική κρίση του 2009 διέθετε το 3,2% του ΑΕΠ, ενώ και παρά τα μνημόνια παρέμενε άνω του 2%! Μάλιστα, από πέρυσι η Ελλάδα κατέχει τη θλιβερή πρωτιά μεταξύ των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ με στρατιωτικές δαπάνες 3,8% ως προς το ΑΕΠ το 2021 από 2,8% το 2020! Άλλωστε, οι πρόσφατες συμφωνίες με τις ΗΠΑ για ανανέωση των οπλικών συστημάτων (π.χ. αναβάθμιση F-16, εκσυγχρονισμός πυραυλικού συστήματος MLRS) και αγορά νέου εξοπλισμού από τη Γαλλία (Rafale, φρεγάτες Belharra) θα κοστίσουν πολλά δισ. ευρώ.
Κερδισμένες από τις θηριώδεις κρατικές αγορές όπλων είναι οι πολεμικές βιομηχανίες. Τα αμερικανικά μονοπώλια ηγεμονεύουν, έχοντας μερίδιο αγοράς τουλάχιστον 54%, ενώ ανοδικές τάσεις έχουν οι κινεζικές πολεμικές βιομηχανίες, με τουλάχιστον το 13% του συνολικού τζίρου. Στην πρώτη δεκάδα των μεγαλύτερων εμπόρων όπλων βρίσκονται έξι πολεμικές βιομηχανίες των ΗΠΑ, τρεις της Κίνας και μία του Ηνωμένου Βασιλείου. Από την άλλη, χαμένοι είναι οι λαοί που πληρώνουν τους πολέμους ακριβά. Ο πόλεμος είναι για τους πλουσίους, ενώ για τους φτωχούς είναι οι μάχες.