Νίκος Πελεκούδας
Φάκελος / Ουκρανία: νέα φάση
▸ Το Ουκρανικό και οι πόλεμοι του κεφαλαίου στο φόντο όξυνσης των ενδοκαπιταλιστικών και ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών
Οι διακηρυγμένες προθέσεις Τραμπ για συνομιλίες με τον Πούτιν με στόχο την κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία ή ακόμη και την ειρήνευση, άνοιξαν μια νέα συζήτηση για τις δυνατότητες να κλείσουν οι πολεμικές πληγές στον πλανήτη. Όμως πώς συμβιβάζεται η φιλολογία περί ειρήνης με την όξυνση του οικονομικού πολέμου; Οι όρκοι όλων των κυρίαρχων του κόσμου για την προσπάθεια αποφυγής των πολέμων με την απογείωση των στρατιωτικών εξοπλισμών και τη στροφή στην πολεμική οικονομία (και στην Ευρώπη); Ο Τραμπ που δηλώνει ότι δεν είναι δικός του πόλεμος αυτός στην Ουκρανία και την ίδια στιγμή εκτοξεύει απειλές για την προσάρτηση ακόμα και εδαφών που τυπικά ανήκουν στην Ε.Ε. ή τον Καναδά;
Στις «Θέσεις και Προγραμματικές Αρχές» του ιδρυτικού συνεδρίου της Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης διαπιστώνεται ότι ο σύγχρονος ολοκληρωτικός καπιταλισμός έχει εισέλθει σε μια κρίσιμη καμπή, η οποία διαπερνά το οικονομικό επίπεδο, με τις δυσκολίες που παρουσιάζει η κερδοφορία του κεφαλαίου. Με την έξαρση των πολύμορφων και άσβεστων καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που παροξύνονται σε μια εποχή που τα περιθώρια κέρδους δεν είναι σημαντικά. Με την αναπτυσσόμενη αμφισβήτηση της οικονομικής ηγεμονίας της καπιταλιστικής Δύσης όπως και με την όξυνση των αντιφάσεων συνολικά του συστήματος που φέρνουν στο προσκήνιο τις πολεμικές «λύσεις». Τέλος, ο περιορισμός του εύρους επιρροής των βασικών ιδεολογικών και πολιτικών σταθερών του αστικού κόσμου έρχεται να συμπληρώσει τη συνολική εικόνα.
Κορυφαίος παράγοντας αυτής της καμπής-αστάθειας είναι η λυσσώδης προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να διατηρήσουν την ηγεμονία τους απέναντι στην άνοδο ανταγωνιστών τους, ιδίως της Κίνας, η οποία αποτελεί άλλωστε τον κεντρικό στόχο του Τραμπ, εκφράζοντας μια συνολική αμερικανική πολιτική που προετοιμάζεται εδώ και 40 χρόνια. Αξιοποιώντας την στρατιωτική της δύναμη, τον έλεγχό της στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και το (φθίνον) τεχνολογικό της προβάδισμα. Βασικός στόχος, σε αυτό το πλαίσιο, είναι η διαμόρφωση ενός μπλοκ «δημοκρατικών» χωρών υποταγμένων σε αυτήν που μέσα από νέες κούρσες εξοπλισμών θα επιβάλλει νέες συνθήκες διεθνούς ασφάλειας.
Ο καπιταλισμός, εν μέσω αδυσώπητου ανταγωνισμού, αμφισβητεί ανοιχτά τον αυτοκράτορά του (ΗΠΑ) και αναζητά να αναδείξει τον επόμενο. Αυτή η διαμάχη είναι σίγουρο ότι οξύνει όλα τα λαϊκά προβλήματα, απαξιώνει τη ζωή, χτυπά ανελέητα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες, αυξάνει το μιλιταρισμό, ενισχύει εθνικισμούς κάθε είδους καθώς και την ακροδεξιά ρητορική και πολιτική (και από κυβερνητικές θέσεις), δημιουργεί νέους προσφυγικούς ξεριζωμούς.
Όμως, για να εκτιμηθεί από επαναστατική σκοπιά πιο καθαρά αυτή η εποχή που βρισκόμαστε, είναι αναγκαία μια ματιά με ιστορική γνώση και προοπτική. Να «διαβάσουμε» τις καπιταλιστικές-ιμπεριαλιστικές προθέσεις και, ταυτόχρονα, τις επαναστατικές δυνατότητες. Μια μεταβατική εποχή δημιουργεί ρήγματα στις πολιτικές σταθερές των κυρίαρχων, ανοίγει το δρόμο για την είσοδο των καταπιεσμένων στην κεντρική σκηνή του παγκόσμιου θεάτρου της πάλης για την εξουσία και για μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση.
Διαφορές και ομοιότητες με την ιστορική περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Την προηγούμενη φορά που ο καπιταλισμός αναζήτησε το νέο του «αυτοκράτορα» ήταν στα τέλη του 19ου αιώνα με την αμφισβήτηση της παντοδύναμης τότε Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή η διαπάλη διήρκεσε 50 περίπου χρόνια. Στο τέλος της περιόδου, η Βρετανία αποδέχτηκε την «ήττα» της και αποσύρθηκε ειρηνικά από όλες σχεδόν τις περιοχές του κόσμου που ηγεμόνευε. Υπενθυμίζεται πως στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου η Αυτοκρατορία διοικούσε ή ηγεμόνευε στο ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού, περίπου σε 458 εκ. ανθρώπους. Στην ολοκλήρωση της παράδοσής της, είχε επιρροή σε μόλις 7 εκ. εκτός Ηνωμένου Βασιλείου (τα 3 εκ. στο Χονγκ Κονγκ).
Για να πέσει από τη θέση της, η ανθρωπότητα πέρασε δια πυρός και σιδήρου. Η αμφισβήτηση του ηγεμονικού ρόλου της από τη Γερμανία, ιδίως στον ευρωπαϊκό χώρο, καθώς και η ανάγκη αναδιανομής των αποικιών και του παγκόσμιου πλούτου ήταν η αιτία που οδήγησε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για να αντιμετωπίσει τη Γερμανία, η Βρετανία έφτασε να συνάψει συμμαχία με την Ρωσία, τον ιστορικό της αντίπαλο σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, αλλά και με την Ιαπωνία. Στο Μεσοπόλεμο, βλέποντας την άνοδο των ΗΠΑ, θα ακολουθήσει πολιτική ιμπεριαλιστικής συμμαχίας μαζί τους εγκαταλείποντας τους Ιάπωνες. Τότε δέχτηκε και τη ναυτική ισοτιμία με τις ΗΠΑ, μια απόφαση-ντροπή με βάση το ότι η ναυτική κυριαρχία ήταν ένα από τα σύμβολα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.
Υπό το βάρος δε της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929 τέθηκε ένα υπαρξιακό ζήτημα: Οι αποικίες ήταν αναγκαίες για την άσκηση της οικονομικής πολιτικής στο εσωτερικό του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά οι δυνατότητες για τη συνέχιση της απρόσκοπτης κατοχής τους μειώνονται και λόγω των αναδυόμενων φιλοδοξιών φίλων και εχθρών. Αυτή η ρευστότητα θα ανοίξει το δρόμο στο φασισμό και αργότερα στο ναζισμό. Η σύγκρουση για να αναδειχθεί το νέο αφεντικό των λαών και να εξευρεθεί ισορροπία στο σύστημα θα κοστίσει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπινες υπάρξεις στα πεδία των μαχών – όπως και στα μετόπισθεν πριν τους πολέμους και κατά τη διάρκειά τους, με την έκρηξη της ανεργίας, της πείνας, της φτώχειας.
Αλλά αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Διότι το εργατικό κίνημα, με την καθοριστική παρέμβαση των κομμουνιστών, αποκτά αυτοπεποίθηση και μαζικοποιείται οργανωτικά, συνδικαλιστικά και πολιτικά. Σοσιαλιστικές και αντιιμπεριαλιστικές-εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάσεις θα σαρώσουν όλο τον πλανήτη, γνωρίζοντας νίκες και ήττες. Είναι η εποχή του θριάμβου της Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία, της ήττας στη Γερμανία, αργότερα στα Βαλκάνια αλλά και στην Ασία. Της ενίσχυσης των κομμουνιστών σε δεκάδες χώρες σε όλο τον κόσμο.
Στη σημερινή εποχή είναι για μια ακόμη φορά η επαναστατική κίνηση των καταπιεσμένων που θα κρίνει το χρονικό εύρος αυτής της ενδοκαπιταλιστικής διαμάχης. Το αν θα λουφάξουμε στις φτερούγες των επίδοξων νέων «αυτοκρατόρων» του καπιταλισμού αναμένοντας από αυτούς την ήττα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους ή θα αναζητήσουμε την αυτοτελή εμφάνιση της εργατικής πολιτικής με επαναστατικό τρόπο, μέσα στη χώρα αλλά και με διεθνιστικές συμμαχίες, είναι το μεγάλο ζητούμενο.
Η διεθνοποίηση της οικονομίας στο ολοκληρωτικό καπιταλισμό συνηγορεί ίσως στο ότι αυτή η εποχή διαπάλης μεταξύ των καπιταλιστικών κέντρων για την ηγεμονία δεν θα διαρκέσει χρονικά τόσο πολύ όσο η προηγούμενη. Η επόμενη «διαδοχή» μπορεί και πρέπει να είναι «διαδοχή» κοινωνικών συστημάτων και εξουσίας και όχι παράδοσης σκυτάλης σε νέους δυνάστες.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 22-23 Φεβρουαρίου