Ανάλυση: Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Το βασικό στοιχείο της περιορισμένης μεν αλλά αντιδραστικής αναθεώρησης του συντάγματος
είναι η διασφάλιση της κυβερνητικής σταθερότητας, με την αποσύνδεση της εκλογής
προέδρου της δημοκρατίας από την περίπτωση πρόωρων εκλογών. Σε αυτό το σημείο συμφώνησαν
ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ παρά τις επιμέρους διαφορές τους για τον τρόπο εκλογής.
Περιορισμένη και αντιδραστική η συνταγματική αναθεώρηση
«Ώδινεν όρος και έτεκε μυν». Οι αστικές πολιτικές δυνάμεις χαρακτήρισαν άτολμη και περιορισμένη τη συνταγματική αναθεώρηση. Ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τον αντιπολιτευτικό βερμπαλισμό, παραδέχτηκε δια στόματος Γ. Κατρούγκαλου ότι «ναι μεν το θεσμικό αποτύπωμα (εννοεί τη συνταγματική αναθεώρηση) δεν θα είναι ιδιαίτερα ευρύ ή βαθύ, αλλά είναι θετικό». Βέβαια, τα αστικά κόμματα επέρριψαν την ευθύνη για απουσία τολμηρής τομής στο σύνταγμα στους πολιτικούς αντιπάλους τους. Η ΝΔ κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ, ότι, ενώ ως κυβέρνηση είχε την πρωτοβουλία για τις αναθωρητέες διατάξεις που θα ψήφιζε η νυν βουλή, περιορίστηκε σε προτάσεις χαμηλής πτήσης. Ο Α. Τσίπρας κατηγόρησε τη ΝΔ για σκοταδιστική στάση στο θέμα των σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας, παραδέχτηκε όμως και τη δική του συμβιβαστική στάση στο θέμα (άρθρο 3): «Προτείναμε έναν ήπιο εξορθολογισμό, και όχι τη ριζική διάρρηξη, των σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας».
Κορυφαία στοιχεία στη συνταγματική αναθεώρηση υπήρξαν: Η αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής. Η κατάργηση της σύντομης παραγραφής αδικημάτων των μελών της κυβέρνησης. Η θεσμοθέτηση δικαιώματος ψήφου σε απόδημους υπό όρους. Ο περιορισμός της βουλευτικής ασυλίας. Η συνταγματική πρόβλεψη για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Η θέσπιση της δυνατότητας για ψήφιση νόμων με 500.000 υπογραφές πολιτών. Εκλογή των Ανεξάρτητων Αρχών από τη διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής με πλειοψηφία των τριών πέμπτων.
Από ταξική άποψη, στην αναθεώρηση πρυτάνευσε, με υψηλό βαθμό συναίνεσης, η ανάγκη θωράκισης και σταθερότητας του πολιτικού συστήματος, σύμφωνα με τις ανάγκες του κεφαλαίου σε συνθήκες κρίσης.
Θωράκιση του πολιτικού συστήματος
Κεντρικός στόχος της συνταγματικής αναθεώρησης είναι η σταθερότητα του πολιτικού συστήματος, το «κλείδωμα» ολοκληρωμένων τετραετιών. Το κεφάλαιο γενικά αποστρέφεται τις επαναλαμβανόμενες εκλογές, θεωρώντας τις παράγοντα αποσταθεροποίησης και αναστολής, σε μεγάλο βαθμό, της οικονομικής δραστηριότητας του κράτους. Η πρόβλεψη του συνταγματικού νομοθέτη το 1975 για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας με πλειοψηφία 3/5 της βουλής, αποτελούσε μοχλό πίεσης στα κόμματα για τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση. Αυτή η διάταξη καταστρατηγήθηκε στα χρόνια της μεταπολίτευσης από μικροκομματικές σκοπιμότητες. Χαρακτηριστική ήταν η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ το 2014, όταν προκάλεσε πρόωρες εκλογές, επειδή αυτό υπαγόρευε το κομματικό συμφέρον του. Ακολούθησε περίοδος αστάθειας με την προκήρυξη και διενέργεια του δημοψηφίσματος και την πραγματοποίηση εκλογών τον Σεπτέμβριο του 2015. Αυτή η αλυσίδα εκλογικών αναμετρήσεων, η αβεβαιότητα και η κρίση που συνδέθηκαν μ’ αυτήν, ώθησε την άρχουσα τάξη και τον ξένο παράγοντα σε πιέσεις προς το πολιτικό σύστημα για την αποφυγή πρόωρων και επαναλαμβανόμενων εκλογών, ιδίως στις συνθήκες βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης της ελληνικής οικονομίας. Γι’ αυτό, η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που είχε την ευθύνη καθορισμού των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, προώθησε πρόταση εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας χωρίς διάλυση της Βουλής. Σ’αυτήν τη λογική συμφώνησαν τα αστικά κόμματα στην τωρινή αναθεώρηση. Διαφώνησαν όμως στον τρόπο εκλογής του Προέδρου. Η ΝΔ προώθησε και ψήφισε μιαν ακραία εκδοχή αυτής της λογικής. Δηλαδή, εκλογή με αυξημένη πλειοψηφία, απόλυτη πλειοψηφία (έστω 151 βουλευτών), αλλά και απλή πλειοψηφία, έστω και κάτω των 150 εδρών. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε τη ΝΔ ότι έτσι ευτελίζει και υποβιβάζει την εκλογή Προέδρου στο επίπεδο εκλογής προέδρου των ΔΕΚΟ απ’ τη Βουλή και πρότεινε εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου απ’ την κοινωνία, αν δεν εξασφαλίζεται στη Βουλή απόλυτη πλειοψηφία (έστω 151 εδρών).
Γιατί, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση δεν προώθησε την εκλογή Προέδρου με γενικές εκλογές την προτείνει τώρα; Μάλλον, από μικροκομματική σκοπιμότητα. Η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας με γενικές εκλογές, όπως προέβλεπε η τωρινή πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, θα απαιτούσε και διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του, θέση που υποστηρίζουν οι πιο συντηρητικοί κύκλοι και καιροσκοπικά και ο ΣΥΡΙΖΑ, ευελπιστώντας ότι ένας Πρόεδρος με προοδευτικό πρόσημο θ’ αποτελεί σχετικό ανάχωμα στις συντηρητικές κυβερνήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κλίνει προς μια τέτοια κατεύθυνση, αν και ο ενισχυμένος θεσμός της μονοπρόσωπης εξουσίας του Προέδρου της Δημοκρατίας, η δυνατότητα να εκδίδει διατάγματα ερήμην της βουλής (βλ. Τραμπ) διαμορφώνει έναν πιο σκληροπυρηνικό θεματοφύλακα της αστικής εξουσίας. Αντικειμενικά η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ για εκλογή του Προέδρου απ’ τον λαό και η ενίσχυση των προσωπικών εξουσιών του, καταρρίπτει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για την προοδευτικότητα δήθεν της πρότασής του. Επιπλέον, ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιγράφοντας το γερμανικό Σύνταγμα, πρότεινε τη θέσπιση της «εποικοδομητικής δυσπιστίας». Αυτό το άρθρο και με συνταγματική ε-
πικύρωση μάλιστα, οδηγεί σε κυβερνήσεις μειοψηφίας, αφού μια κυβέρνηση διατηρείται στην εξουσία, έστω και αν καταψηφιστεί, αν η πρόταση δυσπιστίας δεν προτείνει προς διορισμό νέο πρωθυπουργό (Άρθρο 84 §2). Σε μιαν ακόμη περίπτωση λοιπόν αποδεικνύεται ψευδεπίγραφος ο προοδευτισμός του ΣΥΡΙΖΑ.
Παρά τους όρκους κατά της σκανδαλολογίας τα συστημικά κόμματα δεν ψήφισαν την κατάργηση του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών. Καταργήθηκε η διάταξη του νόμου περί αποσβεστικής προθεσμίας (σύντομης παραγραφής του αδικήματος), που εν τοις πράγμασι ισοδυναμούσε σχεδόν με απαλλαγή του εγκαλούμενου υπουργού. Παρέμεινε όμως άθικτος ο πυρήνας του άρθρου 86, που αναθέτει στη Βουλή εισαγγελικές-ανακριτικές αρμοδιότητες, όπως και η δυνατότητα της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας να ασκεί ή να ανακαλεί τη δίωξη. Επιπλέον, η κυβερνητική πλειοψηφία δεν υιοθέτησε εισαγωγή ερμηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 86, με την οποία θα διασφαλιζόταν ότι δεν θα παραγράφεται η ενδεχόμενη δωροληψία υπουργών που έχει τελεστεί προ του 2015. Ανάλογα και το άρθρο 62 περί βουλευτικής ασυλίας, ισχύει μόνο για την πολιτική δραστηριότητα και την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή. Η άδεια για την άρση της ασυλίας και την άσκηση ποινικής δίωξης κατά βουλευτή δίδεται απ’ την πλειοψηφία της Βουλής έπειτα από αίτηση της εισαγγελικής αρχής για αδίκημα, που δεν συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή. Και στα δύο αυτά πολυσυζητημένα άρθρα οι όποιες βελτιώσεις δεν υλοποιούν το πάγιο και κυρίαρχο αίτημα οι υπουργοί και οι βουλευτές να μην κρίνονται απ’ τη Βουλή, αλλά άμεσα και ολοκληρωτικά απ’ τη δικαιοσύνη, όπως οι απλοί πολίτες.
Απατηλό προοδευτισμό εκφράζει το άρθρο 21 της αναθεώρησης για δήθεν διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για το νεοφιλελεύθερο και μνημονιακό υποκατάστατο της κοινωνικής πρόνοιας, σε παρεμφερείς προτάσεις ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, που συνταγματοποιεί ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα κατά τη ΝΔ ή το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης κατά ΣΥΡΙΖΑ. Σε συνθήκες παγκόσμιας επιβράδυνσης της οικονομίας, που προαναγγέλλουν νέα κρίση η οποία θα είναι πιο οδυνηρή για τις οικονομίες, όπως η ελληνική, που δεν έχουν θεραπεύσει τις πληγές της κρίσης του 2008, η συνταγματική προστασία της ακραίας φτώχειας αποτελεί ομολογία του κεφαλαίου για τη μονιμότητα και διεύρυνσή της. Παράλληλα, δηλώνει και την πρόθεση του συστήματος να περιβάλλει με στοιχειώδες δίχτυ προστασίας την ακραία φτώχεια, που σε συνθήκες επιβράδυνσης και ιδίως κρίσης, θα αυξάνεται, θα οξύνεται και θα γίνεται δυνάμει απειλητική για το σύστημα. Παράλληλα, η μόνιμη και διογκούμενη ακραία φτώχεια θ’ αποτελεί μέτρο και πόλο έλξης των αναγκών και δικαιωμάτων προς τα κάτω (η λογική του «υπάρχουν και χειρότερα»). Ενώ, με εξαίρεση την ελάχιστη κρατική προστασία της ακραίας φτώχειας, για τις ευρύτερες λαϊκές μάζες θα ισχύει ο νόμος της επιβίωσης στη ζούγκλα: ο σώζων εαυτόν σωθήτω…
Παρά τους όρκους κατά της σκανδαλολογίας, τα συστημικά κόμματα δεν ψήφισαν την κατάργηση του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών, προχώρησαν σε μικροβελτιώσεις
Ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια προσπάθεια μονοπώλησης της κοινωνικής ευαισθησίας έναντι της ΝΔ πρότεινε ορισμένες επιπλέον αλλαγές στο άρθρο 21: Η Κοινωνική Ασφάλιση να βασίζεται στις αρχές της αλληλεγγύης και ανταποδοτικότητας. Το κράτος να παρέχει καθολική πρόσβαση σε αποτελεσματικές παροχές Υγείας. Βασικά κοινωνικά αγαθά, όπως το νερό, η ηλεκτρική ενέργεια και τα δίκτυα διανομής να υπόκεινται σε καθεστώς δημόσιας υπηρεσίας και να τελούν υπό δημόσιο έλεγχο.
Το προοδευτικό προσωπείο όμως δεν κρύβει το αντιδραστικό πρόσωπο. Πρώτο, η αρχή της ανταποδοτικότητας αποτελεί τη ναυαρχίδα της νεοφιλελεύθερης και Νεοδημοκρατικής βέβαια αντίληψης για την Ασφάλιση. Δεύτερο η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την υγεία δεν διασφαλίζει τον αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα των παροχών υγείας. Υπέρτερο κριτήριο θεωρείται η αποτελεσματικότητα, που στην τρέχουσα φιλολογία παρέχεται κατ’ εξοχήν απ’ τον ιδιωτικό τομέα. Τρίτο, στην πραγματικότητα η αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ για προστασία δήθεν των κοινωνικών αγαθών υποκρύπτει την παραχώρησή τους στο κεφάλαιο με ρυθμιστή, υποτίθεται, το κράτος.
«Δημοκρατικά» καρυκεύματα της αναθεώρησης
▸ Προκλητική άρνηση της συνταγματικής απαγόρευσης διακρίσεων
Ορισμένες πολιτικές αλλαγές στην αναθεώρηση του Συντάγματος προβάλλονται απ’ τα φερέφωνα του συστήματος ως δημοκρατική αναβάθμιση. Αυτή η εκτίμηση δεν συνάδει με τη συνισταμένη της αναθεώρησης. Τα κυριότερα δικαιώματα που συνταγματοποιούνται είναι:
Πρώτο: Η δυνατότητα λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας. Με 500.000 υπογραφές πολιτών μπορούν να κατατίθενται έως δύο προτάσεις νόμων στη Βουλή ανά κοινοβουλευτική περίοδο. Ο περιορισμός σε δύο προτάσεις και ο υπερβολικός αριθμός υπογραφών συνηγορούν για τον εξωραϊστικό χαρακτήρα της διάταξης. Ο ψευδεπίγραφος δημοκρατισμός της αναδεικνύεται κυρίως απ’ το ότι δεν αφορά θέματα δημοσιονομικά, εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας. Δεύτερο: Θεσμοθετείται το δικαίωμα σύστασης Εξεταστικών Επιτροπών από την μειοψηφία. Πρέπει όμως να προταθούν τουλάχιστον από 10 βουλευτές και να υπερψηφιστούν από 120, όροι που καθιστούν απαγορευτική αυτή τη δυνατότητα για τα μικρότερα κόμματα. Τρίτο: Με μεγάλη πλειοψηφία κατοχυρώθηκε το δικαίωμα να ψηφίζουν απ’ τον τόπο διαμονής τους οι απόδημοι Έλληνες που έχουν «πραγματικό δεσμό με τη χώρα», όρος με μεγάλη αοριστία. Η ψήφιση (ή η απόρριψη) του άρθρου υπαγορεύτηκε από μικροκομματικά συμφέροντα. Τέταρτο: Συνταγματοποιήθηκαν οι Ανεξάρτητες Αρχές, που λειτουργούν ως μη κρατικά κέντρα εξουσίας, άμεσα σχετιζόμενες με το κεφάλαιο.
Σε μιαν ακόμη αναθεώρηση δεν συνταγματοποιήθηκε η απλή και ανόθευτη αναλογική. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για «αναλογικό εκλογικό σύστημα» και όχι για απλή αναλογική αφήνει περιθώρια για καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα, μπόνους και πλαφόν εισόδου στη Βουλή.
Τέλος, αλγεινή εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ούτε ένας βουλευτής της ΝΔ δεν ψήφισε υπέρ της συνταγματικής καθιέρωσης της απαγόρευσης διακρίσεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου.
Ριζοσπαστικές διεκδικήσεις και αντικαπιταλιστική παρέμβαση
Είναι ουτοπία να πιστεύει κανείς ότι το οποιοδήποτε αστικό Σύνταγμα θα περιφρουρήσει τα εργατολαϊκά συμφέροντα. Απεναντίας, ακόμη και συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα, ανάλογα με τις ανάγκες του συστήματος, καταργούνται, όπως κατ’ εξοχήν συνέβη στη χώρα μας στην περίοδο των μνημονίων. Κομβικές διεκδικήσεις αποδεικνύουν εμφατικά την αντιδραστικότητα του αστικού Συντάγματος. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά:
-Την κατάργηση του άρθρου 27, που δέχεται τη δυνατότητα μεταβολής των ορίων της Επικράτειας, διέλευσης και στάθμευσης στη χώρα ξένων στρατιωτικών δυνάμεων.
-Την κατάργηση του άρθρου 28, που προβλέπει περιορισμούς της εθνικής κυριαρχίας και υπεροχή του διεθνούς Δικαίου, όπως συνέβη με την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ-Ευρωπαϊκή Ένωση.
-Την κατάργηση της απαγόρευσης και της καταστολής απεργιών και λαϊκών εν γένει κινητοποιήσεων.
Αναγκαίες αλλαγές είναι: H δημόσια και δωρεάν παροχή παιδείας και υγείας για όλους τους κατοίκους της χώρας. Η διεύρυνση των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Ο πλήρης διαχωρισμός Εκκλησίας-Πολιτείας. Η κρατικοποίηση με εργατικό έλεγχο των στρατηγικών τομέων της οικονομίας και των κοινωνικών αγαθών. Η στρατηγική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η συνταγματική καθιέρωση της απλής και ανόθευτης αναλογικής ως πάγιου εκλογικού συστήματος. Η κατάργηση του διορισμού της ηγεσίας της Δικαιοσύνης απ’ την εκάστοτε κυβέρνηση. Η απάλειψη του άρθρου 48 για «την κατάσταση πολιορκίας», που ισοδυναμεί με την επιβολή δικτατορίας.
Απ’ τον χαρακτήρα τους οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους στόχους μπορούν να κατακτηθούν μόνο από την αντικαπιταλιστική πάλη και ανατροπή, που γι΄αυτό το λόγο γίνεται επιτακτικά επίκαιρη.