Η παραδοχή του «παράλληλου προγράμματος» είναι ταυτόχρονα η αποδοχή του άλλου προγράμματος ως προς το οποίο αυτό είναι παράλληλο, του τρίτου μνημονίου. Αυτό είναι και το κοινό εκλογικό πρόγραμμα του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ που δεν έχει καν εκλογικό πρόγραμμα.
του Αλέκου Αναγνωστάκη
Το αίτημα εκλογικής στήριξης από το λαό του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ, για «καθαρή αυτοδυναμία» ώστε να δοθεί η «ευκαιρία να κυβερνήσει επιτέλους η Αριστερά» (Τσίπρας, Γιάννενα 10.9. 2015), βασίζεται σε τρείς άξονες.
Πρώτος άξονας, το παράλληλο πρόγραμμα. Δεύτερος, ο πολιτικός ισχυρισμός πως κατά τη διαπραγμάτευση με ΕΕ και ΔΝΤ επιτεύχθηκε η καλύτερη δυνατή συμφωνία (με λάθη) με βάση τους συσχετισμούς, η καλύτερη εκδοχή μνημονίου σε σχέση με τα μέχρι πρότινος δυο μνημόνια των προηγούμενων κυβερνήσεων (ΠΑΣΟΚ – ΝΔ , ΔΗΜΑΡ). Και τρίτος, το «όχι στην επιστροφή στο παλιό πολιτικό σύστημα της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας».
Η παραδοχή του «παράλληλου προγράμματος» είναι ταυτόχρονα η -για πολλοστή φορά- παραδοχή και αποδοχή του άλλου προγράμματος, ως προς το οποίο αυτό είναι παράλληλο, του τρίτου μνημονίου δηλαδή.
Το τρίτο μνημόνιο είναι ταυτόχρονα το κύριο αλλά και το κοινό εκλογικό πρόγραμμα του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ (η οποία δεν έχει καν εκλογικό πρόγραμμα).
Το τρίτο μνημόνιο δεν είναι γενικά ένα μνημόνιο. Είναι όντως το καλύτερο μνημόνιο από την άποψη του όγκου και της διάρκειας της χρηματοδότησης, αλλά για τους καπιταλιστές. Επιδιώκει, σε συνθήκες βραζιλιάνικης φαβέλας για τους έλληνες και ξένους εργαζόμενους, να «βγάλει στην καπιταλιστική αγορά» το συνολικό έλληνα καπιταλιστή, το ελληνικό κράτος. Με την πολιτική της συνεχόμενης, δραστικής μείωσης του κοινωνικού κράτους, τη διεύρυνση της αχαλίνωτης αγοράς, την περαιτέρω απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τη συρρίκνωση – υπονόμευση του εργατικού δικαίου καθώς και την πολιτική πρακτική προώθησης του (κανονική αποπληρωμή χρέους κ.α.) , συνιστά ένα φιλελεύθερο πρόγραμμα και μάλιστα εξαγώγιμο, που υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Γι’ αυτό και για τους εργαζόμενους είναι το χειρότερο μνημόνιο.
Το «παράλληλο πρόγραμμα» του ΣΥΡΙΖΑ (Τσίπρας, Θεσσαλονίκη 11. 9) ως βάση έχει την «υλοποίηση ενός σχεδίου για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας. Η «κοινωνική οικονομία της αγοράς» προέκυψε ως αποτέλεσμα των αναζητήσεων της σχολής του Φράιμπουργκ που κατά κύριο λόγο διαμόρφωσε τη θεωρία του γερμανικού νεοφιλελευθερισμού. Οπαδός της και μάλιστα δηλωμένη είναι η Άνγκελα Μέρκελ. Ο γερμανικός νεοφιλελευθερισμός (Ordoliberalismus), παραλλαγή του κυρίαρχου νεοφιλελευθερισμού, συγκροτήθηκε οργανωμένα γύρω από το γερμανικό περιοδικό Ordo. Κυρίαρχο σύνθημα έχει: «Ελεύθερη οικονομία – ισχυρό κράτος, κράτος δικαίου». Αποδέχεται την ύπαρξη δυνατού κράτους, προκειμένου όμως αυτό να διασφαλίζει τον ελεύθερο ανταγωνισμό, να αποτρέπει όχι τη συγκέντρωση αλλά την υπερσυγκέντρωση της μονοπωλιακής οικονομικής δύναμης. Αποδέχεται τη θέσπιση εργατικής νομοθεσίας, των μέτρων για την προστασία της εργασίας των γυναικών και των παιδιών, τον καθορισμό των μέγιστων ωρών απασχόλησης. Προτιμά τη διαμόρφωση, μέσω της λειτουργίας της αγοράς, εργασίας ευέλικτων μισθών, όχι όμως τον καθορισμό ελάχιστων αμοιβών ή ανώτατων τιμών προϊόντων. Αντιτίθενται στη σχεδίαση όχι γενικά κρατικών προγραμμάτων, αλλά αυτών με στόχο την πλήρη απασχόληση. Προκρίνει την ελευθερία, την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα έναντι της ισότητας και της ασφάλειας που μπορούσε να εγγυηθεί το κράτος πρόνοιας. Υποστηρίζει την προστασία, ταυτόχρονα, της επιχειρηματικής ελευθερίας, της απασχόλησης και των εργασιακών συμβάσεων. Υποστηρίζει τη μη δημιουργία δημοσιονομικών ελλειμμάτων, τον έλεγχο της ποσότητας των δανείων όχι όμως και τον τρόπο κατανομής τους. Αποδέχεται την κοινωνική πολιτική περιορισμένου βεληνεκούς (αλά κατάργηση του 5ευρου). Υποστηρίζει πως στο βαθμό, οι κοινωνικές ανισότητες, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν σε συνδυασμό με την ελάχιστη παρέμβαση του κράτους και της οικογένειας. Προκρίνει τη θέσπιση εργοστασιακής νομοθεσίας για την ασφάλεια των εργαζομένων, τη χορήγηση επιδομάτων αναπηρίας ή ανικανότητας προς εργασία, επιδομάτων ανεργίας και ενισχύσεις για τους υπερήλικες, τη χρηματοδότηση ιδίως της επαγγελματικής της εκπαίδευσης.
«Πρόκειται για ένα φιλελεύθερο μοντέλο που επαγγέλλεται τη διαμόρφωση θεσμών και νόμων προκειμένου να διασφαλίσουν την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς παρά να αφήσουν την αόρατη χείρα της αγοράς μέσα από το δόγμα του laissez-faire να παράξει τα αποτελέσματά της». (N. Μαριάς: H «κοινωνική οικονομία της αγοράς»). Αυτό το μοντέλο προωθεί προγραμματικά ο τωρινός ΣΥΡΙΖΑ, ο Τσίπρας στις ομιλίες του. Αριστεροί που προσχωρούν στο φιλελευθερισμό και δεν έχουν πλέον σχέση με την Αριστερά, αναζητώντας στοιχεία κοινωνικής πολιτικής ως κατάλοιπα του ιστορικού τους φορτίου επιλέγουν αυτή την πολιτική. Αυτοί γνωρίζουν τον μαρξισμό, τον χρησιμοποιούν, όπως και «φωτισμένοι» αστοί ως μεθοδολογικό εργαλείο: «Δεν θα έλεγα πια ότι είμαι μαρξιστής ή κομμουνιστής. Είμαι κάποιος ο οποίος γνωρίζει καλά τον Μαρξισμό» σημειώνει ο Ν. Κοτζιάς στη συνέντευξη του στην Kholner Stadt Anzeige. (ιστιολόγιο Κοτζιά, 6 Ιούνη 2015). Τέτοιες μεταλλάξεις αργούν, ως δυσεξήγητες, να αναγνωριστούν από το λαό.
Ο ισχυρισμός πως «η συμφωνία με ΕΕ είναι η καλύτερη δυνατή με αυτούς τους συσχετισμούς» είναι σόφισμα. Γιατί δεν απαντά για ποιους είναι καλύτερη και επομένως για ποιούς η χειρότερη. Αλλά και γιατί οι συσχετισμοί υπέρ των λαϊκών συμφερόντων μπορούν κάθε στιγμή να αλλάζουν. Αυτό επιβεβαιώθηκε έμπρακτα ακόμη και στη διάρκεια της διαπραγμάτευσης όταν πολλαπλασιάζονταν ραγδαία οι αγωνιζόμενες εργατικές και λαϊκές δυνάμεις και το πολύμορφο λαϊκό ρεύμα συμπαράστασης προς την Ελλάδα στο εξωτερικό.
Η ανάκτηση επίσης της νομισματικής ανεξαρτησίας από ένα κράτος, δηλαδή το δικαίωμα να κόβει, να υποτιμά, να ανατιμά το νόμισμα του και τα απαραίτητα γι’ αυτό εργαλεία, οι κρατικές τράπεζες, η μονομερής πληρωμή προς τους δανειστές που πλήρωσε ο Τσίπρας, η προετοιμασία για ουσιώδη ρήξη και έξοδο από την ΟΝΕ και την ΕΕ δεν αποτελούν μόνο μέρος του προγράμματος αλλά και ουσιαστικό πολιτικό μέσο αλλαγής των συσχετισμών καθώς, αν πραγματοποιηθούν, αυξάνουν τους βαθμούς ελευθερίας στην άσκηση πολιτικής.
Η γενικότερη προγραμματική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και της συγκυβέρνησης με ΑΝΕΛ είχαν προακυρώσει αυτό το δρόμο.
Η τρύπια σημαία της μάχης κατά της διαφθοράς – Μισές αλήθειες, ολόκληρα ψέματα
Το «όχι στην επιστροφή στο παλιό πολιτικό σύστημα της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας» έχει ήδη εξαργυρωθεί και ακυρωθεί. Μετά τις εκλογές οι «πιο έμπειροι, πιο προσγειωμένοι» (Τσίπρας ο.π.) να κυβερνήσουν, οι χειραφετημένοι του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμοι να ξαπλώσουν είτε με τον ένα, είτε με τον άλλο, είτε ανά δυο, (Ν.Δ, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ, ΑΝΕΛ κ.α.), όπως απαιτούν ντόπιοι και ξένοι εξουσιάζοντες. «Χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση με μια ευρεία, όσο γίνεται πιο συμπαγή πλειοψηφία. Διότι έχουμε να υλοποιήσουμε μια συμφωνία που ο τρόπος με τον οποίο θα υλοποιηθεί, έχει πολύ μεγάλη σημασία». «…Τώρα αυτή η κυβέρνηση, πρέπει να προετοιμάσει το έδαφος για να πάμε σε κυβερνήσεις συνεργασίας». «Το όραμα το δικό μου και νομίζω όλων μας στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι κυβερνήσεις αυτοδυναμίας. Είναι κυβερνήσεις προγραμματικών συνεργασιών», δήλωνε στο ραδιοφωνικό σταθμό Βήμα FM (Καθημερινή 08.09.2015) ο προσγειωμένος των προσγειωμένων, Δραγασάκης. «Δεν συνεργάζομαι – όχι με το ΠΑΣΟΚ, αλλά – με το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, έλεγε προεκλογικά ο Τσίπρας. «Δεν συνεργάζομαι – όχι με τη ΝΔ αλλά – με τη ΝΔ του Μεϊμαράκη (σ.σ. είναι υπηρεσιακός πρόεδρος μέχρι το συνέδριο) ο οποίος, αυτός, «δεν είναι μόνο εκπρόσωπος του σκληρού συντηρητικού λόμπι, αλλά και της καθυστέρησης, της φθοράς, της διαπλοκής και των σκανδάλων» διακηρύσσει. Δηλαδή αν τους άλλαζαν… Ο Τσίπρας, λέει και έλεγε εν γνώσει του, με δασκαλεμένη τεχνική, το μισό σχέδιο, τη μισή αλήθεια, δηλαδή ολόκληρο ψέμα. Το σκίτσο του, του πολιτικάντη, το σκιτσάρει ο ίδιος.
Ο Σόιμπλε δήλωνε στη γερμανική βουλή στις 19 Αυγούστου: «Υπήρχαν διαφορές και για αυτό το λόγο δεν υπάρχει ενότητα στο κόμμα του Τσίπρα. Όταν είδε όμως ότι δεν υπήρχε διέξοδος, αποφάσισε ότι πρέπει να κάνει μια νέα αρχή. Επικροτούμε και ευθυγραμμιζόμαστε με αυτό το γεγονός».
«Επικροτούμε και ευθυγραμμιζόμαστε»!
Για τον Τσίπρα εντούτοις, «η μεγάλη διάψευση δεν έγινε κατά την τελική συμφωνία, αλλά όταν ο τότε υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης μετέφερε το μήνυμα του Β. Σόιμπλε για τη συντεταγμένη έξοδο από το ευρώ ..Τότε συνειδητοποίησα ότι αυτό που κάποιοι σύντροφοί του έλεγαν ως εναλλακτική, ήταν το σχέδιο του αντιπάλου». Το σχέδιο Λαφαζάνη ταυτίζεται με του Σόιμπλε(!) ισχυρίζεται και αυτοαποκαλύπτεται ο Τσίπρας. Στις 30.7.2015 έλεγε σε συνέντευξη του στο Κόκκινο: «Πρέπει να γίνει μια διαδικασία συγκροτημένη, να πάει το κόμμα σε ένα έκτακτο συνέδριο… Μέσα στον Αύγουστο δύσκολο το βλέπω – αλλά αρχές Σεπτέμβρη, να εκλεγούν σύνεδροι». Αντ’ αυτού προκήρυξε εκλογές… Τις οποίες όμως είχε προαποφασίσει πριν από 18 ημέρες, στις 12 Ιούλη (συνέντευξη 26 Αυγούστου). Τώρα, Σεπτέμβρης 2015, ισχυρίζεται …πως τον έριξαν. «Είδα το παλιό να πλησιάζει, μα ερχόταν σα νέο. Βρομούσε νέες μυρουδιές σαπίλας που κανείς δεν είχε ξαναμυρίσει» επιμένει ο Μπρεχτ.