∆εν θα κυκλοφορήσει ούτε φέτος τον Αύγουστο το Πριν – το επόµενο φύλλο του θα κυκλοφορήσει για την ακρίβεια την τελευταία µέρα του µήνα, την Κυριακή 31 Αυγούστου. Όχι, δεν είναι η ανάγκη διακοπών της συντακτικής του οµάδας που επιβάλλει αυτή τη διακοπή ενός µήνα στην έκδοσή του. Όχι, δεν είναι η εκτίµηση πως κανένα σοβαρό πολιτικό γεγονός δεν πρόκειται να συµβεί το µήνα αυτόν η αιτία της µηνιαίας αναστολής της έκδοσης της εφηµερίδας µας. Το εντελώς αντίθετο συµβαίνει. Πιο «κολασµένο» καλοκαίρι από πολιτική σκοπιά δεν έχει ζήσει ο ελληνικός λαός εδώ και 40 χρόνια, από το 1974. Τότε που οι πράκτορες της CIA που απάρτιζαν τη χούντα των συνταγµαταρχών προετοίµαζαν µε το προδοτικό πραξικόπηµα στην Κύπρο την τουρκική εισβολή και κατοχή του νησιού, το οποίο έχει βγάλει σήµερα στο σφυρί η κυπριακή ∆εξιά του προέδρου Αναστασιάδη.
∆υστυχώς, οικονοµικοί είναι και πάλι οι λόγοι που µας υποχρεώνουν να κλείσουµε και φέτος τον Αύγουστο. Εξαντλούµε σταδιακά τις οικονοµικές δυνατότητες έκδοσής µας, µε διαρκείς αναδιαρθρώσεις προς τα κάτω του κόστους κυκλοφορίας. Σε κάθε φάση κινούµαστε πάντα στο κατώτατο όριο, αλλά η διαρκώς µαινόµενη οικονοµική κρίση έχει φέρει τα πράγµατα στο «αµήν». ∆εν κινδυνολογούµε ποτέ. Ούτε έχουµε κάποιον… λαγό να βγάλουµε ξαφνικά από το καπέλο µας. Κάθε φορά που εκπέµπουµε SOS, δεν σωζόµαστε από µόνοι µας. Η οργάνωση µάς σώζει – και µάλιστα τα τελευταία χρόνια η νεολαία Κοµµουνιστική Απελευθέρωση πρωτίστως. Η κατάσταση πλέον είναι εξαιρετικά κρίσιµη. Το Πριν αγωνίζεται να επιβιώσει, χωρίς όµως να είναι καθόλου βέβαιη η επίτευξη του στόχου αυτού µε τις δικές του δυνάµεις. Τα έσοδα από τις πωλήσεις του δηλαδή δεν καλύπτουν πια τα έξοδά του, µετά την αύξηση του κόστους διακίνησης των εφηµερίδων στην επαρχία και την ολοκληρωτική σχεδόν εξαφάνιση των κρατικών διαφηµίσεων µετά την επιβολή του Μνηµονίου. Οι τράπεζες που έχουν αποµείνει σχεδόν οι µόνες που δίνουν διαφηµίσεις δεν έχουν φυσικά κανένα λόγο να δώσουν στο Πριν.
Το θέµα δεν είναι όµως να αναλυθούν µόνο τα αίτια της οικονοµικής κρίσης της εφηµερίδας µας που απειλούν να οδηγήσουν σε διακοπή της κυκλοφορίας της. Το ζητούµενο είναι να εξεταστεί αν, µε δεδοµένες τις προαναφερόµενες αιτίες (αύξηση κόστους κυκλοφορίας στην επαρχία, έλλειψη διαφηµίσεων κ.λπ.) συν τις µη εξυπηρετούµενες υποχρεώσεις της εφηµερίδας, εξεταστεί αφενός το ύψος του δοµικού ελλείµµατος σήµερα και οι όποιες δυνατότητες συρρίκνωσής του και αφετέρου αν µπορεί η οργάνωση να βοηθήσει στην κάλυψή του και µε ποιον τρόπο. Αν υπάρξει οποιαδήποτε λύση στον ισοσκελισµό των εξόδων έκδοσης της εφηµερίδας µε τα έσοδά της, το Πριν θα συνεχίσει να εκδίδεται. Αν όµως δεν υπάρξει λύση, το Πριν θα υποχρεωθεί να σταµατήσει. Ποτέ η κατάσταση δεν ήταν πιο δύσκολη από όσο είναι σήµερα – και όσο κι αν όλοι καταλαβαίνουµε πως αυτό είναι λογικό βάσει της κρίσης, κάτι τέτοιο καθόλου δεν συνιστά παρηγοριά ή λύση. Εσκεµµένα δεν χρησιµοποιούµε τον όρο «αναζήτηση µόνιµης λύσης». ∆εν έχουµε την πολυτέλεια να ψάχνουµε αποκλειστικά «µόνιµες» λύσεις. Η έκδοση του Πριν δεν είναι διασφαλισµένη όχι για το διάστηµα που θα µεσολαβήσει ως τις βουλευτικές εκλογές, που µπορεί και να γίνουν –θεωρητικά µιλώντας– ακόµη και το 2016, έπειτα από δύο χρόνια, αλλά ούτε καν για το επόµενο δίµηνο. Ο λόγος που το Πριν πολύ αραιότερα κατά το παρελθόν και σαφώς συχνότερα τα πρόσφατα χρόνια ενηµερώνει τους αναγνώστες του για τις οικονοµικές του δυσκολίες οφείλεται στο γεγονός ότι η εφηµερίδα µας συνδέθηκε αναπόσπαστα από τη γέννησή της µε το εγχείρηµα του Νέου Αριστερού Ρεύµατος. ∆εν πρόκειται να κλείσει ξαφνικά επειδή κάποιοι κουράστηκαν ή βαρέθηκαν να εκδίδουν ένα έντυπο. Όλοι θα ξέρουν εκ των προτέρων ότι τελειώνει το «οικονοµικό λάδι στο καντήλι µας».
Εµείς ελπίζουµε και ευχόµαστε το Πριν να πάψει να εκδίδεται µόνο ύστερα από απόφαση του ΝΑΡ να περάσει σε ανώτερες µορφές τακτικής επικοινωνίας µε τα µέλη του, τους οπαδούς του και τους ψηφοφόρους του. Όταν δηλαδή το Πριν κλείσει τον ιστορικό του κύκλο, αφού έχει επιτελέσει την αποστολή για την οποία εκδόθηκε πριν από ένα τέταρτο του αιώνα – 25 ολόκληρα χρόνια! ΠΙστεύουµε ότι τώρα είναι η εποχή που µπορούν ίσως να καρπίσουν και να αποκτήσουν πλατιά απήχηση οι ιδέες της κοµµουνιστικής ανατρεπτικής Αριστεράς. Οι πολιτικές προϋποθέσεις είναι πολύ καλύτερες παρά ποτέ, αλλά αυτό δεν σηµαίνει καθόλου ότι τα πράγµατα θα πάνε όπως θέλουµε. Αντιθέτως, είµαστε απολύτως βέβαιοι ότι τίποτε από όσα θέλουµε εµείς δεν πρόκειται να γίνει, αν ο υποκειµενικός παράγοντας –και µε τον όρο αυτόν εννοούµε πρωτίστως το ΝΑΡ, τη νΚΑ, το Πριν και όλες τις επαναστατικές συλλογικότητες– δεν αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, αν δεν ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εποχής συνολικά και της κάθε στιγµής, της κάθε συγκυρίας ειδικότερα. Αυτό πολύ εύκολα διατυπώνεται ως διαπίστωση, απείρως δυσκολότερα όµως γίνεται δράση και πράξη. Το αποτέλεσµα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις ευρωεκλογές, για παράδειγµα, το οποίο αποδείχτηκε σαφώς κατώτερο των προσδοκιών µας, µας βοήθησε να καταλάβουµε σαφώς καλύτερα το τιτάνιο µέγεθος των προκλήσεων και τις δυνατότητες του αντιπάλου, της αστικής τάξης, να αφοµοιώνει πλήγµατα και να περιορίσει την έκταση της ήττας της.
Τα πολλά λόγια όµως είναι φτώχεια. Οι αστοί κάνουν τη δουλειά τους. Εµείς θα τα παρατήσουµε ή θα συνεχίσουµε να παλεύουµε για την ανατροπή του καθεστώτος τους; ∆εν νοµίζουµε ότι υπάρχουν πολλοί στις γραµµές µας που θα ήθελαν να τα παρατήσουν και να συνταξιοδοτηθούν πολιτικά. Σχεδόν όλοι µας είµαστε αποφασισµένοι να συνεχίσουµε. Μπορούµε να συνεχίσουµε την πάλη µας χωρίς το Πριν; Εµείς νοµίζουµε πως όχι, για την ώρα µας είναι απαραίτητο. Τίποτα, φυσικά, δεν αποκλείεται. Εµείς θα αποφασίσουµε τι µπορούµε να κάνουµε.