του Γιάννη Ελαφρού*
Το Σάββατο 5 Μάρτη, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, ξεκινά η 3η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Σύμφωνα με την εικόνα που έρχεται από τις συνελεύσεις των Τοπικών και Κλαδικών Επιτροπών σε αυτή θα συμμετέχουν πάνω από 850 αντιπρόσωποι, όσοι και στην 1η Συνδιάσκεψη το Νοέμβριο του 2011. Οι συνελεύσεις αποτέλεσαν μια ευχάριστη έκπληξη, νέος κόσμος εντάχθηκε στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και παλιότερος κινητοποιήθηκε ξανά, ο αριθμός όσων συμμετείχαν είναι σε πολύ ψηλά επίπεδα, παρά την αποχώρηση δύο οργανώσεων το καλοκαίρι (ΑΡΑΝ και ΑΡΑΣ). Σε πείσμα εχθρών και φίλων, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ όχι μόνο παραμένει ζωντανή, αλλά δείχνει ικανή να αναβαθμιστεί, να ενισχυθεί και να ανασυγκροτηθεί ουσιαστικά, καθώς ποτέ άλλοτε δεν ήταν πιο απαραίτητη.
Καθώς η καπιταλιστική κρίση δεν ξεπερνιέται και ειδικά στην Ελλάδα επιστρέφει με νέο βίαιο τρόπο, καθώς η μέγγενη των μνημονίων, των υπεραντιδραστικών αστικών αναδιαρθρώσεων, της φτώχειας και της εξαθλίωσης πνίγει εργαζόμενους, νεολαία και λαό και η κατάσταση περιπλέκεται και οξύνεται με την προσφυγική κρίση που γιγαντώνεται από τους ιμπεριαλιστικούς πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς στη Συρία, με την ύψωση των ματωμένων φρακτών μιας αποκρουστικής ΕΕ, την επικίνδυνη εμπλοκή του ΝΑΤΟ, την ανάδειξη των τάσεων κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού κι αυταρχικής στρατιωτικοποίησης, όλα συμπυκνώνονται στην ανάγκη της ρήξης με το πλαίσιο κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ – ΝΑΤΟ, στην ανάγκη της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της αστικής επιδρομής και των αντιδραστικών τομών. Είναι πια ζήτημα ζωής και θανάτου: Για πόσο καιρό ακόμα θα βλέπουμε την ΕΕ και τις κυβερνήσεις να πνίγουν παιδάκια και μεγαλύτερους στο Αιγαίο; Να γίνονται πρόσφυγες τα παιδάκια της Μέσης Ανατολής και μετανάστες τα παιδιά μας;
Την ίδια ώρα, η άνοδος των αγώνων και της κινητικότητας του λαού σπάει την κρούστα της αμηχανίας και της απογοήτευσης, φανερώνει νέες αναζητήσεις (ακόμα πιο βαθιές), αποκαλύπτει πως ένα κρίσιμο τμήμα της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας ριζοσπαστικοποιείται παραπέρα, αποφασίζει πως δεν θα μοιραστεί την ήττα που θέλει να του επιβάλλει η αντιλαϊκή κυβέρνηση αστικής επίθεσης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ (η οποία επιδιώκει να κάνει την ήττα και χρεοκοπία της δικής της πολιτικής σε ήττα της Αριστεράς) και διεκδικεί τη νίκη, που μπορεί να φέρει ο οργανωμένος λαός και ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό λαϊκό κίνημα, με εμπνευστή μια σύγχρονη ισχυρή μετωπική αντικαπιταλιστική Αριστερά.
Η Ελλάδα δεν γίνεται μόνο η φυλακή της Ευρώπης – φρούριο, μια χώρα που η ελπίδα έχει μεταναστεύσει. Γίνεται, για μια ακόμα φορά, το hotspot της ταξικής και πολιτικής αναμέτρησης. Μπορεί να γίνει ο αδύνατος κρίκος ενός ευρωπαϊκού καπιταλισμού σε βαθιά σήψη, όπου θα ανθίσει ξανά η ελπίδα (στέρεη και ολόκληρη!) της απελευθέρωσης και της αξιοβίωτης ζωής, της ανατροπής των δεσμών κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ – ΝΑΤΟ και της εργατικής χειραφέτησης.
Η νέα δυνατότητα φυτρώνει στο ίδιο χωράφι με τα «άνθη του κακού» (τον ρατσισμό, την ακροδεξιά, την αντίδραση και τον φασισμό), αλλά έχει βαθιές εργατικές λαϊκές ρίζες. Ωριμάζει και ξεπερνά τα προηγούμενα κύματα αυταπατών. Πιο δύσκολα από πριν, αλλά πιο μακριά, πιο βαθιά.
Απαραίτητο γι’ αυτό είναι ένα νέο αντικαπιταλιστικό σχέδιο ηγεμονίας, που η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μπορεί να επεξεργαστεί και προωθήσει.
Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ
Δεν θα μοιραστούμε την ήττα της διαχείρισης. Με τον οργανωμένο λαό για τη νίκη της ανατροπής
Η Ελλάδα δεν γίνεται μόνο η φυλακή της Ευρώπης – φρούριο, μια χώρα που η ελπίδα έχει μεταναστεύσει. Γίνεται, για μια ακόμα φορά, το hotspot της ταξικής και πολιτικής αναμέτρησης. Μπορεί να γίνει ο αδύνατος κρίκος ενός ευρωπαϊκού καπιταλισμού σε βαθιά σήψη, όπου θα ανθίσει ξανά η ελπίδα της απελευθέρωσης και της αξιοβίωτης ζωής, της ανατροπής των δεσμών κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ – ΝΑΤΟ και της εργατικής χειραφέτησης.
Στις σημερινές κρίσιμες συνθήκες απαιτείται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ κι ευρύτερα η μαχόμενη, αντικαπιταλιστική, επαναστατική και κομμουνιστική αριστερά να κάνουν τις αναγκαίες τομές στη φυσιογνωμία, στην πολιτική παρέμβαση και λειτουργία τους. Το πρώτο ζητούμενο είναι ο στρατηγικός εξοπλισμός, η απόκτηση στρατηγικού βάθους από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Σε μια εποχή που η βαθιά δομική κρίση του καπιταλισμού, που ακόμα δεν έχει ξεπεραστεί και η έκρηξη όλων των φονικών χαρακτηριστικών του συστήματος της εκμετάλλευσης στην προσπάθειά του να ξεπεράσει την κρίση σε βάρος της εργασίας, έρχεται με επιτακτικό τρόπο στο προσκήνιο η αναγκαιότητα για μια Αριστερά που θα μιλήσει με σύγχρονους όρους για τις εκρηκτικές κοινωνικές δυνατότητες που θεμελιώνουν τη ρεαλιστική προοπτική μιας επίγειας ουτοπίας της χειραφετημένης εργασίας και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Δυνατότητες που σήμερα διαστρέφονται, καταστέλλονται, γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, καταστρέφονται.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει το καθήκον να επεξεργαστεί συλλογικά και να προβάλλει την αντίληψή της για το ζήτημα της επανάστασης, της άλλης κοινωνίας, του κομμουνισμού της εποχής μας. Δεν πρόκειται για μια ιδεολογική άσκηση περιχαράκωσης, αλλά για ολοκλήρωση και ανάπτυξη τελικά της πολιτικής πρότασης του «άλλου δρόμου» της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, δηλαδή για τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα της κοινωνίας να ζήσει έξω και πέρα από τον καπιταλισμό που σκοτώνει.
Η μέχρι τώρα πορεία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρότι στην αρχική της Διακήρυξη της Αθηναΐδας περιέχεται αυτή η οπτική, αλλά ακόμα και το κείμενο των Θέσεων, δεν αναδεικνύουν όσο πρέπει την ανάγκη της συνολικής στρατηγικής απάντησης. Αποτέλεσμα είναι πολλοί να πιστεύουν πως το πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι αποκλειστικά το αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα και όχι η επανάσταση και η απελευθέρωση της εργασίας από τα δεσμά της εκμετάλλευσης. Αυτό οδηγεί σε σειρά στρεβλώσεων, όπως για παράδειγμα η αντίληψη που λέει πως αφού το αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα είναι το πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (και όχι το αναγκαίο πρόγραμμα για την απόκρουση της αστικής επίθεσης και την προσέγγιση της επανάστασης, σύμφωνα με την άποψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ) να θεωρείται σεχταρισμός η επιμονή στο αναγκαίο αυτό πρόγραμμα και τους πυλώνες του… Αλλά το πιο σημαντικό δεν είναι αυτό: Είναι πως δεν μπορεί να σταθεί καμιά «αριστερή εναλλακτική» σήμερα εάν δεν μιλήσει για την εναλλακτική στον καπιταλισμό κοινωνία, δηλαδή για τον κομμουνισμό στον 21ο αιώνα, ειδικά στην εποχή της πιο βαθιάς κρίσης και σήψης του συστήματος. Υπερβαίνοντας τον αφηρημένο και γενικόλογο αντικαπιταλισμό, σε ρήξη με τον καταπιεστικό «υπαρκτό σοσιαλισμό», τον ανύπαρκτο σοσιαλισμό της αγοράς ή τον καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο.
Βεβαίως, θα πει κανείς πως δεν έχουμε απαντήσεις για όλα (πως θα μπορούσαμε άλλωστε) ή πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι κόμμα για να έχει μια ολοκληρωμένη στρατηγική. Σωστό, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι κόμμα αλλά μέτωπο και πρέπει να παραμείνει, για να γονιμοποιείται από τη συσπείρωση ευρύτερων αντικαπιταλιστικών, επαναστατικών και σύγχρονα κομμουνιστικών δυνάμεων. Κατά τη γνώμη μας, υπάρχει η αναγκαιότητα ενός σύγχρονου προγράμματος και κόμματος κομμουνιστικής απελευθέρωσης, το οποίο θα παρεμβαίνει ενωτικά μέσα σε ένα αντικαπιταλιστικό μέτωπο, όπως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ όμως μπορεί να έχει τη δική της συνεισφορά, να ανοίξει τη συζήτηση, να αποτυπώσει το προωθητικό κοινό κεκτημένο, να εκφράσει τις σύγχρονες επαναστατικές και κομμουνιστικές αναζητήσεις. Η συζήτηση αυτή μπορεί να ανοίξει και μέσα και μετά τη συνδιάσκεψη, με όλες τις μορφές και να οδηγήσει σε μια νέα Διακήρυξη μιας αναβαθμισμένης κι ενισχυμένης ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με επιδίωξη τη συσπείρωση και νέων δυνάμεων.
Το δεύτερο ζητούμενο είναι η αποσαφήνιση, εμβάθυνση και ενίσχυση της επαναστατικής τακτικής και η σύνδεσή της με τη στρατηγική, μια σχέση διαλεκτική που εμπεριέχει και τις αντιφάσεις και την αντίθεσή τους, και λειτουργεί προωθητικά με την λογική «η στρατηγική στο τιμόνι, η τακτική στις ταχύτητες». Για μια ζωντανή εργατική πολιτική, που θέλει να κρίνεται με το πόσο συμβάλλει στο σήμερα στην «ανατροπή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων», έχουν μεγάλη σημασία και ο σκοπός αλλά και ο δρόμος για να φτάσεις εκεί.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει διαμορφώσει επαναστατική τακτική, είναι η αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης (και των αστικών αναδιαρθρώσεων, κατά την άποψη του ΝΑΡ) και περιγράφεται αρκετά περιεκτικά στις Θέσεις, όπου έχει γίνει και ουσιαστική ανάπτυξη του αντικαπιταλιστικού μεταβατικού προγράμματος. «Η αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης δεν είναι ένα ‘’στάδιο’’ της πάλης. Είναι η σημερινή μας τακτική, που συνδέει τα άμεσα και ζωτικά αιτήματα της ζωής και της επιβίωσης με τους πολιτικούς στόχους μιας ριζικής ανατροπής σε όφελος των εργαζόμενων. Συνδέει τον οικονομικό με τον πολιτικό αγώνα. Συνδέει το σημερινό επίπεδο συνείδησης με την αυριανή επιδίωξη για επανάσταση, σοσιαλισμό και κομμουνισμό. Συνδέει το σημερινό επίπεδο του κινήματος με αυτό που πρέπει να οικοδομηθεί, ένα ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα. Δεν ταυτίζεται με την επανάσταση. Αποτελεί γραμμή που θέτει ως στόχο την ριζική αλλαγή των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών σε όφελος της εργατικής τάξης, την υποκειμενική προετοιμασία και την προσέγγιση της επανάστασης», λένε χαρακτηριστικά οι Θέσεις του ΠΣΟ.
Παρόλα αυτά χρειάζεται εμβάθυνση σε αυτή την τακτική, έτσι ώστε να ξεπερνιούνται δημιουργικά αντιλήψεις που ταλαιπώρησαν όλο το προηγούμενο διάστημα. Αντιλήψεις που ταυτίζουν την αντικαπιταλιστική ανατροπή με την επανάσταση, ή που την βλέπουν σαν κυβερνητικό πρόγραμμα μιας «πραγματικά αριστερής κυβέρνησης» ή που αντιμετωπίζουν το αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα, όχι ως το συνεκτικό και αναγκαίο πολιτικό πλαίσιο στόχων πάλης αλλά ως ένα κατάλογο, που ο καθένας μπορεί να διαλέξει αλά καρτ πολιτικό περιεχόμενο ανάλογα με τις συμμαχίες που επιθυμεί.
Η επαναστατική Αριστερά της εποχής μας πρέπει να υπερβεί την βασική ιστορική αδυναμία της ηττημένης Αριστεράς του 20ού αιώνα να αποσυνδέει την τακτική από τη στρατηγική και τελικά να καταργεί και την τακτική και τη στρατηγική μέσω του τακτικισμού, εμφανιζόμενου κυρίως μέσω τακτικών ή εκλογικών συνεργασιών σε αποσύνδεση από την επαναστατική τακτική και στρατηγική. Χωρίς βέβαια να λυγίσει την βέργα από την ανάποδη, ταυτίζοντας την τακτική με τη στρατηγική, με το ίδιο πάλι αποτέλεσμα: την κατάργησή τους από την «επαναστατική» θεολογία.
Με αυτή την έννοια, το αντικαπιταλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα έχει ως βασικό του στοιχείο την επιδίωξη και προετοιμασία της επανάστασης (εξάλλου σε αυτό συνίσταται και η μετάβασή του, από τη σημερινή εποχή που δεν τίθεται άμεσα το θέμα της επανάστασης, στην επαναστατική κατάσταση), όπου εκεί το πρόγραμμα και το μέτωπο θα αλλάξουν επίπεδο, θα αναβαθμιστούν σε πρόγραμμα και μέτωπο της επανάστασης.
Που κρίνεται σήμερα η αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης; Καταρχήν στον κεντρικό πολιτικό στόχο. «Βασικός μας πολιτικός στόχος για τις επόμενες μάχες είναι η ανατροπή της αντιλαϊκής μνημονιακής επίθεσης κυβέρνησης-κεφαλαίου-ΕΕ-ΔΝΤ, η κατάργηση όλων των μνημονίων και του αντιδραστικού καθεστώτος που οικοδομούν, η ήττα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ που την υλοποιεί και όλου του μνημονιακού μπλοκ, με την δύναμη ενός ισχυρού εργατικού και λαϊκού κινήματος. Για τη συνολική αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης και των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων του κεφαλαίου. Για να ανοίξει ο δρόμος για μια κοινωνία που ο πλούτος και η εξουσία θα είναι στα χέρια των εργαζομένων», γράφουν οι Θέσεις. Ο στόχος τίθεται με επάρκεια με μια σχετική υστέρηση στο ερώτημα «ποιος θα το επιβάλλει;». Δεν αρκεί η έννοια «του ισχυρού εργατικού και λαϊκού κινήματος», όταν δεν τίθεται καν το ζήτημα του ταξικού μετασχηματισμού του. Υποκείμενο της ανατροπής, είναι στο κοινωνικό επίπεδο το εργατικό και λαϊκό αγωνιστικό μέτωπο αντίστασης και ανατροπής, ο οργανωμένος λαός, που έχει ως κέντρο του το ταξικά ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα. Στο πολιτικό επίπεδο το αντικαπιταλιστικό μέτωπο – πόλος, πρώτο ουσιαστικό βήμα του οποίου είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Οι δύο αυτές πλευρές (κοινωνικό – πολιτικό) βρίσκονται μεταξύ τους σε διαλεκτική σχέση και συμβάλλουν στη συγκρότηση του εργατικού αντικαπιταλιστικού μετώπου.
Το μέτωπο αυτό είναι βαθιά επαναστατικό και ανατρεπτικό, όχι γιατί επιδιώκει μια αντικαπιταλιστική «καθαρότητα εργαστηρίου» (που δεν υπήρχε ποτέ και πουθενά), αλλά γιατί απαντά ταξικά, αντικαπιταλιστικά και αντιιμπεριαλιστικά τα σύγχρονα εκρηκτικά προβλήματα που δημιουργεί ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός της εποχής μας και οι αντιδραστικές καπιταλιστικές ολοκληρώσεις (όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση) στα πεδία της δημοκρατίας, του πολέμου, των εθνικών σχέσεων, του ρατσισμού, του φασισμού, του περιβάλλοντος και των φύλων.
Στροφή στην εργατική τάξη και τους φτωχούς
ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΙΣΜΟ
Το τρίτο μεγάλο ζητούμενο είναι το πεδίο συγκρότησης του κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος της ανατροπής. Καταρχήν απαιτείται καθαρή τοποθέτηση απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, που είναι κυβέρνηση μνημονιακής εφαρμογής και αστικής επίθεσης, εχθρική προς τον λαό. Σαφής τοποθέτηση απέναντι και στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που ολοκληρώνεται ραγδαία σε αστικό σοσιαλφιλελεύθερο κόμμα και δεν είναι βέβαια σήμερα «αριστερό ρεφορμιστικό» κόμμα. Η προσέγγιση με τους εργαζόμενους που απογοητεύονται και αποστοιχίζονται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν θα γίνει πιο εύκολη με τα μισόλογα για την κυβέρνηση (και τον αστικοποιημένο συνδικαλισμό), αλλά με την πρωτοπόρα συμβολή στον αγώνα ενάντια στην κυβερνητική πολιτική.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να υπερβεί ξεπερασμένους τρόπους παρέμβασης, όπως ο συνδυασμός κινηματισμού (πολύ συχνά στα όρια των ενσωματωμένων θεσμών) και πολιτικής ζύμωσης, καθώς και την αντιμετώπιση του κοινοβουλευτικού πεδίου ως το άπαν της πολιτικής παρέμβασης, με αποτέλεσμα την αναζήτηση διαρκώς από τα πάνω πολιτικών συμμαχιών, πολιτικών ελιγμών κλπ. Σε συνθήκες βαθύτατης κρίσης εκπροσώπησης και μεγάλης φθοράς της αστικής πολιτικής, τραγικής χρεοκοπίας του «κοινοβουλευτικού δρόμου» και της «αριστερής κυβέρνησης» που εξέφρασε ο ΣΥΡΙΖΑ, χρειάζεται να εμβαθύνουμε στην εργατική πολιτική, που αναπτύσσεται πρωτίστως εξωκοινοβουλευτικά και ενάντια στον κοινοβουλευτικό κρετινισμό, κυρίως από τη σκοπιά της αμφισβήτησης της λογικής της ανάθεσης κλπ. Να πέσει όλο το βάρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και να κτυπήσει από κοινού (και όχι ο καθένας χωριστά και το δικό του) για τη συμβολή στην οργάνωση του λαού, στην ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, στην ανάδειξη οργάνων αγώνα και επιβολής της λαϊκής θέλησης, στην ανάπτυξη περιεχομένου και των μορφών πάλης του κινήματος. Εδώ η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να κάνει αυτοκριτική, γιατί είναι πολύ μικρότερος του αναγκαίου και η ενασχόληση και ο προβληματισμός.
Άρα, απαιτείται στροφή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην εργατική τάξη, στα πληβειακά στρώματα, στους ανέργους, στο φτωχό λαό, στην οικοδόμηση οργάνων αγώνα, όπως έγινε με τις Πρωτοβουλίες των Πρωτοβάθμιων σωματείων, το Συντονιστικό των 5μηνων, το σχήμα της «Λάντζας» που παρεμβαίνει στον επισιτισμό αλλά και με τις Επιτροπές αγώνα στους νέους δικηγόρους, την παντεχνική συνέλευση κλπ.
ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Η πορεία προς το μέτωπο – πόλο
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Το τέταρτο ζητούμενο αφορά την πρόταση πολιτικής συσπείρωσης που καταθέτει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η πολιτική πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς όλες τις δυνάμεις που παλεύουν για τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα σε λογική ρήξης με το μαύρο μέτωπο κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ, τον ιμπεριαλισμό, για μια νέα σοσιαλιστική κομμουνιστική προοπτική είναι η στράτευση σε μια άλλη Αριστερά, για την οικοδόμηση του αντικαπιταλιστικού μετώπου / πόλου. Η επιδίωξη του αντικαπιταλιστικού μετώπου πόλου δεν προκύπτει εγκεφαλικά, σαν αποτέλεσμα ιδεολογικής εμμονής, αλλά από τη «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης», από την εκτίμηση για το ποιος είναι ο εχθρός, η αιτία της κρίσης και της αστικής επίθεσης, πως θα επιβληθούν κατακτήσεις, θα ανοίξει ο δρόμος για τη συνολική απελευθέρωση του κόσμου της εργασίας.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει ξεκαθαρίσει πως δεν βλέπει την αντικαπιταλιστική κι επαναστατική Αριστερά ως υποσύνολο, τάση, τσικό κι αριστερό άλλοθι ενός «αριστερού μετώπου» ή ενός ασαφούς «μετώπου της ανατροπής» που θα ηγεμονεύεται από ρεφορμιστικές και διαχειριστικές αντιλήψεις. Είναι πολύ αποκαλυπτική η κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τα όρια που κυριαρχούν στην ΛΑΕ και το ΚΚΕ. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βεβαίως θα πρωτοστατεί στην αναβαθμισμένη κοινή δράση και την επιδίωξη πολιτικού συντονισμού με όλες τις μάχιμες δυνάμεις της Αριστεράς, όπως σταθερά κάνει μέχρι τώρα.
Ο στόχος του αντικαπιταλιστικού μετώπου – πόλου, δηλαδή ενός ισχυρού πολιτικού ρεύματος μέσα στην εργατική τάξη και τον λαό που θα μπορεί να μετασχηματίζει και ταλαντευόμενο και επηρεαζόμενο από τον ρεφορμισμό δυναμικό, δεν σημαίνει απλά μια ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που αποτελεί βεβαίως ένα σημαντικό βήμα προς τον πόλο. Αλλά η πορεία προς τον μέτωπο – πόλο απαιτεί πολύπλευρο εφοδιασμό, που υπερβαίνει την λογική «ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ξερό ψωμί», μιας στασιμότητας που οδηγεί σε συγκατοίκηση οργανώσεων, εκλογικό μηχανισμό και πίσω αυλή κομματικών μηχανισμών.
Απαιτείται η ενίσχυση και ο μετασχηματισμός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όσον αφορά την αναγκαία επαναστατική στρατηγική και πολιτική τομή που τέθηκε παραπάνω, τον ενιαίο σχεδιασμό και παρέμβαση στο εργατικό και λαϊκό κίνημα και την αναβάθμισή της σε ενιαίο δημοκρατικό μετωπικό πολιτικό φορέα, με κέντρο την «ΑΝΤΑΡΣΥΑ των συνελεύσεων» των κλαδικών και τοπικών επιτροπών. Που θα τείνει στην ενιαία παρέμβαση και όχι στην αναπαραγωγή ενός μικρού κοινοβουλίου της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, με λίστες μικροκαταγραφής, που αποκλείουν τους ανένταχτους. Σε αυτή την ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλούμε δυνάμεις και αγωνιστές να συμμετέχουν και να συμβάλλουν, με στόχο την υπέρβασή της σε έναν ανώτερο αντικαπιταλιστικό πόλο.
Δεν μένουμε όμως μόνο σε αυτό. Απευθύνουμε κάλεσμα διαλόγου και πολιτικής συνεργασίας, στη βάση του αναγκαίου προγράμματος, προς όλες τις δυνάμεις και τους αγωνιστές που κινούνται σε αντικαπιταλιστική, επαναστατική και σύγχρονα κομμουνιστική κατεύθυνση για από κοινού παρέμβαση σε κρίσιμα μέτωπα ή και συνολικά. Σήμερα πρέπει να ιεραρχηθεί το ξεδίπλωμα του αγώνα κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την έξοδο από τον λάκκο των λεόντων, με πιθανή τη δημιουργία και αντίστοιχης μετωπικής κίνησης.
* Ο Γ. Ελαφρός είναι μέλος της Π.Ε. του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση