Παρέμβαση πανεπιστημιακών ενάντια στην επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου και την αστυνομική βία
Την αντίθεση τους στο νομοσχέδιο Κεραμέως, την αστυνομική βία και την επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου τονίζουν με δηλώσεις τους στο περιοδικό Σελιδοδείκτης, πανεπιστημιακοί από σχολές της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Γιώργος Γρόλλιος, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Η πρόβα για την εγκαθίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας στα Πανεπιστήμια που επιχειρείται αυτές τις μέρες στο ΑΠΘ δεν αποτελεί μόνο μια προσπάθεια για τη συσπείρωση της ακροδεξιάς πτέρυγας της Νέας Δημοκρατίας ενόψει των επερχόμενων εκλογών σε συνθήκες πτώχευσης της μεγάλης πλειονότητας των εργαζομένων. Αποτελεί πρωταρχικά μια μεγάλης κλίμακας επίθεση για την πλήρη επιχειρηματικοποίηση των Πανεπιστημίων. Όσα εξήγγειλε η Υπουργός Παιδείας για πτυχία – σούπες χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένη επιστήμη και συνεπώς χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα, παροχή υπηρεσιών από πανεπιστημιακά εργαστήρια σε επιχειρήσεις, βιομηχανικά διδακτορικά, διεύθυνση από μάνατζερ και αντικατάσταση της υπάρχουσας αυτοδιοίκησης από Συμβούλια Διοίκησης – όργανα διαπλοκής και επιχειρηματικών συμφερόντων, προωθούν ένα εφιαλτικό σενάριο. Σε συνδυασμό με την υποχρηματοδότηση, τη μείωση των εισακτέων και την ήδη νομοθετημένη ισοτιμία των πτυχίων με εκείνα των ιδιωτικών κολεγίων, οδηγούν σε Πανεπιστημιακά Τμήματα και Σχολές που θα υποβαθμίζονται, θα συγχωνεύονται ή θα φυτοζωούν όταν δεν θέλουν ή δεν μπορούν να προσαρμοστούν στις επιχειρηματικές απαιτήσεις. Επειδή, όμως, όλα τα προηγούμενα καταπατούν τα δικαιώματα της μεγάλης πλειονότητας των φοιτητών και φοιτητριών για μόρφωση και εργασία, η αυταρχική επιβολή τους είναι μονόδρομος για την κυβέρνηση. Η επιβολή σιωπής νεκροταφείου μέσω της καταστολής κάθε κινητοποίησης, κάθε ζωντανής και κριτικής φωνής, κάθε διατύπωσης ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών σχεδίων, γίνεται αναπόφευκτη για την πολιτική εξουσία που υπηρετεί ωμά και κυνικά τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Γι’ αυτό ακριβώς, δηλαδή για την προώθηση της επιχειρηματικοποίησης των Πανεπιστημίων και την ιδεολογικοπολιτική πειθάρχηση των νέων, είναι απαραίτητη η εγκαθίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας, οι συνεχείς εισβολές των ΜΑΤ, η επιβολή ενιαίων «απολίτικων» ενιαίων ψηφοδελτίων στις εκλογές εκπροσώπων των φοιτητών και των φοιτητριών. Η μάχη για την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής για τα Πανεπιστήμια θα είναι δύσκολη και πιθανόν μακρόχρονη. Η κυβέρνηση, ελέγχοντας τα περισσότερα ΜΜΕ και τις δυνάμεις καταστολής, δεν θα ηττηθεί εάν αφενός το φοιτητικό κίνημα και όσοι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι συντάσσονται με την προοπτική μιας δημόσιας δημοκρατικής εκπαίδευσης δεν προωθήσουν ένα πλατύ μέτωπο παιδείας, πρώτα απ’ όλα με τους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με τους μαθητές και συνολικά με τους εργαζόμενους και αφετέρου εάν οι αγώνες τους δεν είναι μαζικοί. Πρόκειται για μια μάχη που αφορά τη μεγάλη πλειονότητα της κοινωνίας και σαν τέτοια πρέπει να αντιμετωπιστεί και να δοθεί με επιμονή, αντοχή, θάρρος, δυναμισμό, φαντασία και αποφασιστικότητα.
Δημήτρης Καλιαμπάκος, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Εξετάζοντας, σε πρώτη ανάγνωση, το σχέδιο νόμου που το ΥΠΑΙΘ έδωσε στη δημοσιότητα, δύο είναι οι πρώτες σκέψεις που διαμορφώνονται: Πρώτον, η καθυστέρηση στη δημοσίευσή του δεν οφειλόταν σε ενδοιασμούς όσον αφορά στο περιεχόμενό του, αλλά κυρίως στο βάθος του ελέγχου των πανεπιστημίων που επιχειρείται και, δεύτερον, όσο κι αν κάποιοι πίστευαν ότι λίγα πράγματα από το δημοκρατικό, συμμετοχικό και αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο της μεταπολίτευσης είχαν μείνει ζωντανά, μετά τα διαδοχικά «ξεδοντιάσματα» των προηγούμενων νομοσχεδίων, με το παρόν νομοσχέδιο επιχειρείται πολύ απλά το οριστικό τέλος του. Έτσι, λοιπόν, επιχειρείται με σχολαστικότητα να κλείσει κάθε ρωγμή δημοκρατίας και κοινωνικού προσανατολισμού του πανεπιστημίου που άνοιξαν τα χρόνια της μεταπολίτευσης και παραμείνουν επίμονα ανοιχτές, και ζωογόνες, μέχρι και σήμερα.
Πρώτο μέλημα του σχεδίου νόμου είναι η πλήρης κατάργηση του δημοκρατικού τρόπου διοίκησης των πανεπιστημίων: τα Συμβούλια Διοίκησης (ΣΔ) επανέρχονται στη θέση των αποτυχημένων Συμβουλίων Ιδρύματος (ΣΙ), αλλά με τρόπο ακόμη πιο επιθετικό. Τα ελληνικά πανεπιστήμια, τίθενται για μια ακόμη φορά υπό την κηδεμονία των καθηγητών της αλλοδαπής, ως μια ακόμη επιδεικτική έκφραση της απαξίας της κυβέρνησης προς τα ελληνικά πανεπιστήμια αλλά και μιας αποικιοκρατικής λογικής.
Ενισχύεται με κάθε μέσο η επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου. Για παράδειγμα, θεσμοθετείται ό,τι μπορεί να μοιάζει με (εμπορεύσιμο) τίτλο σπουδών από τα εγκαταλειμμένα στη μοίρα τους πανεπιστήμια (προγράμματα σπουδών δευτερεύουσας κατεύθυνσης, προγράμματα σπουδών σύντομης διάρκειας, πιστοποιητικά ψηφιακών δεξιοτήτων κ.λπ.).
Όσον αφορά στους φοιτητές: Καταργείται η εκπροσώπησή τους στα όργανα διοίκησης μέσω των φοιτητικών συλλόγων και επιχειρείται η δημιουργία ανταγωνιστικής συλλογικής έκφρασης των φοιτητών, μέσω του Συμβουλίου των Φοιτητών. Φωτογραφίζονται συνδικαλιστικές δράσεις των φοιτητικών συλλόγων ως πειθαρχικά παραπτώματα που επιφέρουν ποινές ή ευθύνες σε όσους ασκούν διοίκηση και δεν τις επιδιώξουν. Θεσμοθετείται η ανώτατη διάρκεια των σπουδών (+2 χρόνια στις τετραετείς σχολές, +3 χρόνια στις πενταετείς) και οι διαγραφές των φοιτητών που υπερβαίνουν αυτή τη διάρκεια κοκ.
Το σ/ν επιτίθεται στο σύνολο της πανεπιστημιακής κοινότητας. Γι αυτό και θα ηττηθεί, από όλους μαζί!
Γιώργος Κάργας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Έξω από τα Πανεπιστήμια οι managers, οι επιχειρηματικοί όμιλοι και η διαπλοκή!
Ο νέος νόμος συνιστά βίαιη επίθεση της κυβέρνησης στο δημόσιο πανεπιστήμιο και στα μορφωτικά-εργασιακά δικαιώματα των φοιτητών. Ο νέος νόμος είναι «κομμένος και ραμμένος» στις απαιτήσεις ΕΕ, ΟΟΣΑ, ΣΕΒ και είναι συνέχεια και τομή των νόμων Διαμαντοπούλου και Γαβρόγλου.
Με τον νέο νόμο-πλαίσιο τα ΑΕΙ θα αλλάξουν συθέμελα και θα μετατραπούν σε supermarket υποβαθμισμένων και κατακερματισμένων γνώσεων, χωρίς δικαιώματα πτυχίων, όπου κουμάντο θα κάνουν οι επιχειρηματίες, οι managers και ομάδες διαπλεκόμενων πανεπιστημιακών. Οι δυνάμεις καταστολής έρχονται να προστατεύσουν την απρόσκοπτη είσοδο των managers, των επιχειρηματικών ομίλων και την απρόσκοπτη χρήση και αξιοποίηση προς όφελός τους όλων των λειτουργιών και των υποδομών του δημόσιου πανεπιστήμιου.
Πιο συγκεκριμένα με τον νέο Νόμο πλαίσιο:
Υπονομεύονται τα ενιαία προγράμματα σπουδών, και μετατρέπονται σε προγράμματα παροχής κατακερματισμένων δεξιοτήτων και συλλογής πιστωτικών μονάδων. Δημιουργούνται πτυχία και πτυχιούχοι «μιας χρήσης»… ανάλογα με τις ορέξεις των επιχειρήσεων. Απελευθερώνεται η πλήρης αναγνώριση των πτυχίων της αλλοδαπής στο ΔΟΑΤΑΠ με εξίσωση των τριετών σπουδών στο εξωτερικό με τις τετραετείς στην Ελλάδα.
Με τα «βιομηχανικά μεταπτυχιακά και διδακτορικά» καταργείται ουσιαστικά κάθε έρευνα για τις κοινωνικές και λαϊκές ανάγκες. Σε συνδυασμό με τη συνειδητή υποχρηματοδότηση των ΑΕΙ, μοναδικός δρόμος για τη χρηματοδότηση της ερευνητικής δραστηριότητας θα είναι οι εταιρείες και η πολεμική έρευνα. Φυσικά, ο χρηματοδότης θα επιβάλλει τους κανόνες του και θα εξασφαλίζει τις απαιτήσεις του!!! Στα τυπικά προσόντα εκλογής ως μέλος ΔΕΠ στα κριτήρια πλέον συμπεριλαμβάνονται επίσημα η ίδρυση τεχνοβλαστών (spin offs) και η συμμετοχή του υποψηφίου ως μέλος ή μέτοχος σε spin off εταιρεία, όπως, επίσης, η προσέλκυση ερευνητικών χρηματοδοτήσεων
Αναβαθμίζεται ο ρόλος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης, η οποία με διαρκείς πιστοποιήσεις και αξιολογήσεις με αγοραία κριτήρια θα «επιβάλλει» αλλαγές στα προγράμματα σπουδών αλλά και συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων.
Βαθαίνει η αυταρχική θωράκιση της λειτουργίας των ιδρυμάτων. Δημιουργούνται τα 11μελή συμβούλια ιδρύματος (ΣΙ), στον έλεγχο των οποίων περνάνε τα ΑΕΙ αφού τα ΣΙ θα επιλέγουν πρυτάνεις, αντιπρυτάνεις και κοσμήτορες σχολών. Ακόμα και οι σύγκλητοι των ΑΕΙ θα αποτελούνται από επιλεγμένους «αρίστους» από τα ΣΙ. Αυτό, λοιπόν, το υπερ-όργανο, συγκεντρώνει στα χέρια του όλες τις βασικές λειτουργίες των Ιδρυμάτων. Το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο αποκτά τη διοίκηση που του αναλογεί!!!
Φωτογραφίζονται οι συνδικαλιστικές δράσεις των φοιτητικών συλλόγων ως πειθαρχικά παραπτώματα με αντίστοιχες ποινές (Άρθρο 197, παρ.2).
Οι μέρες που έρχονται είναι κρίσιμες για το φοιτητικό και εκπαιδευτικό κίνημα. Αγώνας ΤΩΡΑ για να μην κατατεθεί ο νέος νόμος πλαίσιο!
Ζαμπία Κατσανεβάκη, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Αυτές τις μέρες, τα όνειρα των παιδιών για μια δημιουργική ζωή με όπλο τη γνώση και την κριτική, θα αναμετρηθούν με τις ΕΒΕ, τις οικονομικές δυνατότητες της οικογένειας, τις συνθήκες διαβίωσης, την ψυχολογία της πίεσης, τους ταξικούς φραγμούς εν γένει. Αλλά, όσα από αυτά υπερβούν αυτά τα εμπόδια, θα φτάσουν σε ένα πανεπιστήμιο υποστελεχωμένο, υποχρηματοδοτούμενο, επιτηρούμενο και πολιορκούμενο από την αστυνομία, με ΜΑΤ, αύρες, δολοφονικές επιθέσεις ΜΑΤατζήδων σε φοιτητές, κάμερες παρακολούθησης, δίδακτρα, τροφεία, ενοίκια στις εστίες, αέναο κυνήγι αγοράς προσόντων στη δια βίου μάθηση, με τους καθηγητές μεταλλαγμένους σε κυνηγούς πελατών και φοιτητές εκκολαπτόμενους οσφυοκάμπτες για να μπουν στον κύκλο των «αρίστων».
Στα πανεπιστήμια, όπως και στα Νοσοκομεία, μεθόδευσαν την πλήρη απαξίωσή τους μέσω της υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσής τους, ενώ άφησαν να αναπτυχθούν όλες οι δυνατές μορφές εμπορευματοποίησης και αδιαφάνειας. Τη δεκαετία 2010-2020 μειώθηκε κατά 70% η αιώνια ελλιπής χρηματοδότηση των ΑΕΙ, τα οποία οδηγήθηκαν σε τεράστια λειτουργικά προβλήματα. Ο μόνος τρόπος για να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες τους ήταν να βρουν ερευνητικά προγράμματα. Γιγαντώθηκαν έτσι οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, με φτηνό ανασφάλιστο επιστημονικό προσωπικό και συχνά άμισθους υποψήφιους διδάκτορες, ή «μπλοκάκια» ερευνητών που περίμεναν για μήνες την πενιχρή αμοιβή τους.
Όλα αυτά που τόσα χρόνια, το φοιτητικό κίνημα κυρίως, αλλά και οι αγώνες όλων, είχαν μπλοκάρει, αναστείλει ή παρεμποδίσει την καθολική εφαρμογή τους, έρχεται τώρα το πόνημα του Υπ. Παιδείας να νομοθετήσει. Θεσμοθετούν τις λειτουργίες των «παραμάγαζων» μέσα στα ιδρύματα, θα κλείσουν τμήματα και εργαστήρια που δεν θα καταφέρουν να βρουν πόρους επιβίωσης, ευνοούν την ύπαρξη των ΣΔΙΤ, αυταρχικοποιούν τις σπουδές, ενώ στερούν τη δωρεάν σίτιση και στέγαση. Φέρνουν την τηλεκπαίδευση με δίδακτρα στα μεταπτυχιακά, κ.λπ.
Καθιερώνουν ένα πανεπιστήμιο ακόμα πιο αντιδημοκρατικό και στα πρότυπα των εταιρειών, μακρυά και πέρα από κάθε έννοια αυτοδιοίκητου και δωρεάν πανεπιστημίου που προβλέπει το Σύνταγμα. Μόνη αποδεκτή λύση, η απόσυρση του νομοσχεδίου Κεραμέως.
Γιάννα Κατσιαμπούρα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Νεοφιλελεύθερο Πανεπιστήμιο και Αυταρχισμός
Η ανώτατη εκπαίδευση, ιδίως την τελευταία τριακονταετία, εμπορευματοποιείται, και τα χαρακτηριστικά της καθίστανται όλο και λιγότερο δημοκρατικά. Όσον αφορά το περιεχόμενο, αυτό συνεχώς αποθεωρητικοποιείται και απομακρύνεται από το αίτημα της ανάπτυξης κριτικής σκέψης.
Από τη σκοπιά των κυρίαρχων τάξεων επιβεβαιώνεται ότι ένας από τους κύριους στόχους της ανώτατης εκπαίδευσης είναι να αναπαράγει την κυρίαρχη ιδεολογία περί αριστείας, ατομικής ευθύνης κλπ. Η αναπαραγωγή της κυρίαρχης ιδεολογίας συνεπάγεται τη στρέβλωση της πραγματικότητας, την παρεμπόδιση της απόκτησης κριτικής γνώσης, της κριτικής κατανόησης της πραγματικότητας του φυσικού και κοινωνικού κόσμου γύρω τους.
Ταυτόχρονα, όμως, μέσα από την ανώτατη εκπαίδευση συντελείται και μια αναπαραγωγική διαδικασία. Μια διαδικασία αναπαραγωγής των υπαρχουσών κοινωνικών σχέσεων εκμετάλλευσης μέσα από την ενίσχυση της αντίθεσης χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας.
Η νεοφιλελεύθερη εκπαιδευτική πολιτική στοχεύει στην προλεταριοποίηση της πνευματικής εργασίας και στη δημιουργία συνθηκών όπου η εκπαίδευση δεν θα αποτελεί στοιχείο και εφαλτήριο κοινωνικής ανόδου αλλά μέσο για τη δημιουργία απειρίας ελαστικά εργαζομένων, πρεκαριάτου – μάλλον «απασχολήσιμων», με πτυχία που δεν συνεπάγονται άμεσα επαγγελματικά δικαιώματα ούτε συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Για να επιβληθεί με όσο το δυνατόν λιγότερες αντιστάσεις αυτό το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα είναι αναγκαία η επιστράτευση μιας σειράς αυταρχικών μέτρων πειθάρχησης. Ουσιαστικά, η μετατροπή των ΑΕΙ σε μηχανισμό πειθαρχίας. Με τη χρήση του αφηγήματος της ανομίας στα ΑΕΙ, γίνεται προσπάθεια να νομιμοποιηθεί π.χ. η εγκατάσταση ειδικού σώματος της ΕΛΑΣ εντός των ΑΕΙ, μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Το νέο νομοσχέδιο, που κατατέθηκε προς διαβούλευση, περιλαμβάνει μια σειρά μέτρα που βάλλουν την ακαδημαϊκή ελευθερία, από τα πειθαρχικά και την επίθεση στον συνδικαλισμό έως και τη σκληρή αστυνόμευση, που ήταν αναμενόμενο να προκαλέσουν αντιδράσεις από την πλευρά της ακαδημαϊκής κοινότητας, φοιτητών, εργαζομένων και διδασκόντων.
Στόχος όλων των προαναφερθέντων, λοιπόν, η εμπέδωση του νεοφιλελεύθερου πανεπιστημίου, τεχνοκρατικού, χωρίς ακαδημαϊκή ελευθερία και περιθώριο κριτικής σκέψης και κριτικής.
Η απάντηση του φοιτητικού κινήματος πρέπει να είναι ο συντονισμός τόσο με τα υπόλοιπα κομμάτια της ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και με τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες που δίνουν τη μάχη στους χώρους εργασίας. Γιατί το νεοφιλελεύθερο σχέδιο μας αφορά όλους και όλες και η αντιμετώπισή του πρέπει να είναι μαχητική, μαζική και αποφασιστική.
Κώστας Μπουγιούκος, Université Paris Cité
Καμιά αστυνομία στις σχολές!
Κατά τη συνήθη πρακτική χρόνων, το υπουργείο Παιδείας προσπαθεί να επαναφέρει το ζήτημα της ενεργοποίησης της πανεπιστημιακής αστυνομίας (με το εξωραϊσμένο όνομα ΟΠΠΙ) στη λήξη της ακαδημαϊκής χρονιάς -όταν στην πράξη απουσιάζει το μεγαλύτερο κομμάτι της πιο άμεσα ενδιαφερόμενης πλευράς, των φοιτητών/τριών.
Πέρα από το ότι δεν υπάρχει ούτε μία δήλωση στήριξης έστω και τυπικής ή συμβολικής για την ΟΠΠΙ από απολύτως κανέναν θεσμό της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στη χώρα -είτε σύγκλητος κάποιου ΑΕΙ είτε Ένωση ή έστω κίνηση πανεπιστημιακών- η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιλέγει τη στιγμή ακριβώς των εγκληματικών επιχειρήσεων των ΜΑΤ απέναντι στους φοιτητές του ΑΠΘ να εγκαταστήσει το σώμα των υποτιθέμενων ειδικών φρουρών «προστασίας των πανεπιστημίων».
Η πραγματικότητα δεν περιέχει απολύτως κανένα δίλημμα. Το παιχνίδι χαϊδέματος των αυτιών του νεο-συντηρητικού ακροατηρίου από το οποίο αναζητά στήριξη η κυβέρνηση εν μέσω των ακραίων κοινωνικών προβλημάτων της περιόδου (ακρίβεια, πόλεμος, πολλαπλές κρίσεις) δεν έχει καμιά θέση στα πανεπιστήμια της χώρας, δεν έχει καμία σχέση με τις ανάγκες τους.
Δεν υπάρχει καμιά χώρα στον κόσμο (πέρα από τις ΗΠΑ για τους γνωστούς λόγους και με τις γνωστές τραγικές συνέπειες) που να έχει οποιουδήποτε τύπου «ειδικό σώμα προστασίας» των ΑΕΙ. Και τούτο γιατί, ανεξάρτητα από τη νομική φύση του πανεπιστημιακού ασύλου σε κάθε χώρα, υπάρχει βαθιά εντυπωμένη σε κάθε μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας η κουλτούρα ότι τα όποια προβλήματα ενσκήπτουν στην καθημερινότητα λύνονται με διεργασίες και ενέργειες της ίδιας της κοινότητας. Με τις όποιες ανομίες -που αφορούν στη συντριπτική πλειοψηφία παρανομίες πανεπιστημιακών και σπανιότατα φοιτητών- να βρίσκουν τον δρόμο τους στα δικαστικά συστήματα της κάθε χώρας.
Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η θέση της κυβέρνησης να προστατεύσει τις οποιεσδήποτε υφιστάμενες ανομίες πανεπιστημιακών -διαρροές θεμάτων, καταχρήσεις και μοίρασμα χρηματοδοτήσεων, παράνομες επιχειρηματικές δραστηριότητες, ακραίες απόψεις, αυταρχισμός κ.ο.κ.- και να επιτεθεί σε εκείνα τα ζωντανά κύτταρα που αντιστέκονται στην παιδεία της αγοράς, να επιτεθεί δηλαδή στο φοιτητικό κίνημα στο σύνολό του.
Είναι χρέος του καθενός/μιας που θεωρεί ότι η πανεπιστημιακή εκπαίδευση αποτελεί ιστορική κατάκτηση για την κοινωνία να προστατεύσει τη λειτουργία της και να γίνει μέρος του κινήματος που θα πετάξει έξω την ΟΠΠΙ και οτιδήποτε επιβουλεύεται αυτή τη λειτουργία.
Μπάμπης Νούτσος, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
ΑΕΙ: Βία και Ιδεολογία
Τα πρόσφατα βίαια γεγονότα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης προοιωνίζονται ασφαλώς τα αποτελέσματα της επικείμενης εφαρμογής του νόμου για την πανεπιστημιακή αστυνομία. Δεν πρόκειται, ωστόσο, μόνο γι’ αυτό. Η σημερινή πολιτική εξουσία της Δεξιάς ετοιμάζεται να επιβάλει κοινοβουλευτικά μια σειρά νομικών ρυθμίσεων, που καταργούν τις παγιωμένες δημοκρατικές κατακτήσεις του νόμου-πλαίσιου στα ΑΕΙ. Μ’ αυτές, όπως διαφαίνεται στις κυβερνητικές εξαγγελίες, περιορίζεται δραστικά η συνταγματικά καθορισμένη ακαδημαϊκή νομιμότητα. Πρόκειται για πολιτική επέμβαση, που θα οδηγήσει στη συρρίκνωση της δημοκρατίας στα ΑΕΙ, με σιωπηρό διακύβευμα ν’ αλλάξει άρδην ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων στο εσωτερικό τους, ώστε η σημερινή πολιτική εξουσία να επιβάλει εύκολα τις νέες μορφές εκπαίδευσης – κατάρτισης του φοιτητικού σώματος. Ο πολιορκητικός κριός της είναι η εξ επαγωγής αντιπροσώπευση και κατ’ εξουσιοδότηση εκλογή επείσακτων φορέων ολιγαρχικής εξουσίας: Συμβούλιο του Ιδρύματος και τρόπος επιλογής του Πρύτανη. Με δυο λόγια, για να μην μακρηγορώ, πρόκειται τελικά για συρρίκνωση της σχετικής και συνταγματικά κατοχυρωμένης αυτονομίας των ΑΕΙ -η κατάργηση του φοιτητικού συνδικαλισμού είναι μια ακόμα ένδειξη- έναντι των νέων μορφών του διεθνοποιημένου καπιταλιστικού καταμερισμού της εργασίας.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επιχειρεί να νομιμοποιήσει την εισβολή της στα ΑΕΙ, ξεσκονίζοντας συνθήματα της παλιάς αστικής ιδεολογίας (π.χ. αξιοκρατία, αξιολόγηση κ.τ.ό.), περιορίζοντας έτσι τον αριθμό των εισακτέων στα ΑΕΙ, και συνάμα υιοθετώντας εκδοχές της σύγχρονης τεχνοκρατικής ιδεολογίας (π.χ. αποτελεσματικότητα, ευελιξία, ανταγωνιστικότητα κ.τ.ό.), θρυμματίζοντας έτσι τα επιστημονικά γνωστικά πεδία. Μόλο που φαίνεται πως έχει επιπλέον τη στήριξη πολιτικών στελεχών και διανοουμένων του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, δεν είναι βέβαιη ότι σ’ αυτό το θέμα έχει εξασφαλίσει τη συγκατάθεση της πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών, μια και η ίδια έχει συστηματικά δώσει δείγματα φανερής καταστρατήγησης των ιδεολογικών διακηρύξεών της για αξιοκρατία κ.τ.ό., κυρίως σε μηχανισμούς του Κράτους (π.χ. διοίκηση). Γι’ αυτό και στρέφεται στο βασικό αποκούμπι της εξουσίας της, δηλ. στην επιβολή και άσκηση μορφών φυσικής βίας: Πανεπιστημιακή αστυνομία.
Προφανώς η ριζική κριτική των επικείμενων κυβερνητικών ρυθμίσεων για τα ΑΕΙ, η ανάλυση των επιπτώσεών τους στη διαφοροποιημένη ταξικά ελληνική κοινωνία και η διατύπωση αντιπροτάσεων -όσο είναι κατορθωτή μέσα από τις χαραμάδες της κυριαρχίας των κυβερνητικών ΜΜΕ- είναι θετική πολιτική πράξη. Μαζί μ’ αυτή, τουλάχιστον οι αριστερές πολιτικές δυνάμεις και οι διανοούμενοί τους, χρειάζεται να θέσουν ερωτήματα για τις νέες μορφές ταξικής διαφοροποίησης στην ελληνική κοινωνία, για τους λόγους της ευρείας απήχησης εκδοχών της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας σε κοινωνικές τάξεις και στρώματα και φυσικά να εντάξουν τις αντιπροτάσεις τους, όχι μόνο για τα ΑΕΙ αλλά για τον εκπαιδευτικό μηχανισμό συνολικά, μέσα σ’ ένα ευρύτερο κοινωνικο-πολιτικό και ιδεολογικό πρόταγμα. Αυτό θα μπορούσε ν’ αποτελέσει ένα ελάχιστο σημείο συνεργασιών -δεν ξέρω την τύχη του γαλλικού πειράματος- και μια συγκεκριμένη προωθητική πολιτική ιδεολογία ανατροπής της τωρινής πολιτικής εξουσίας.
Περικλής Παυλίδης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Η αστυνομία στα ΑΕΙ εγγυητής της αγοραίας μετάλλαξής τους
Η κυβέρνηση έχει στήσει σκηνικό έντασης στο ΑΠΘ με διαρκή πλέον παρουσία τής αστυνομίας στον πανεπιστημιακό χώρο και βιαιότατη καταστολή φοιτητών και φοιτητριών.
Η κατάσταση αυτή εγγράφεται στην ευρύτερη προσπάθεια χειραγώγησης των πανεπιστημίων, κάμψης των αντιστάσεων του φοιτητικού κινήματος ενάντια στις καταστροφικές πολιτικές που εφαρμόζονται στα ΑΕΙ.
Σε συνθήκες μακροχρόνιας υποχρηματοδότησης των ιδρυμάτων, συρρίκνωσης του διδακτικού και λοιπού προσωπικού τους, υποβάθμισης των υποδομών τους, η κυβέρνηση προκρίνει ως προτεραιότητα την αστυνόμευσή τους. Με τις νομοθετικές της ρυθμίσεις και την πολιτική της επιδιώκει να δημιουργήσει ένα συγκεντρωτικά διοικούμενο και γραφειοκρατικά ελεγχόμενο πανεπιστήμιο, συμβιβασμένο με την ένδεια των υποδομών του, υποχρεωμένο να λειτουργεί ανταγωνιστικά, εμπορευόμενο διαρκώς περισσότερες υπηρεσίες του, προκειμένου να επιβιώσει.
Απέναντι σε μια διαρκώς αβέβαιη και σκληρή αγορά εργασίας, με την ανεργία να πλήττει τους αποφοίτους των ΑΕΙ, τα τελευταία οδηγούνται στην υποβάθμιση των σπουδών σε ευέλικτα και κατακερματισμένα προγράμματα, προσαρμοσμένα στην εκπαίδευση ενός φθηνού εργασιακού δυναμικού, οι γνώσεις και ικανότητες του οποίου θα περιορίζονται στις απαιτήσεις της οικονομικής συγκυρίας.
Το πανεπιστήμιο αλλάζει με γοργούς ρυθμούς σε αγοραία κατεύθυνση, εξέλιξη που αναδιαρθρώνει όλες τις πλευρές της ακαδημαϊκής ζωής. Η νέα πραγματικότητα απαιτεί ένα κομφορμιστικά υπάκουο διδακτικό προσωπικό, σημαντικό μέρος του οποίου θα εργάζεται με όρους επισφάλειας, αλλά και αποξενωμένους φοιτητές-πελάτες, στερούμενους τη δυνατότητα συμμετοχής στη διαχείριση της ακαδημαϊκής ζωής.
Ο αυταρχισμός που η κυβέρνηση επιδεικνύει εναντίον της φοιτητικής διαμαρτυρίας είναι δηλωτικός της αδιαφορίας της για τις ανάγκες των φοιτητών και φοιτητριών. Αποκαλύπτει τη μεγάλη αντιπάθειά της για τον φοιτητικό συνδικαλισμό, τον οποίο επιθυμεί να συρρικνώσει, σε συνάρτηση με τη συρρίκνωση των όποιων στοιχείων αυτοδιοίκησης και αυτονομίας απομένουν ακόμα στους θεσμούς του πανεπιστημίου. Η κυβέρνηση επιθυμεί ένα φιμωμένο πανεπιστήμιο.
Η παρουσία της αστυνομίας στα ΑΕΙ, είτε ως ΜΑΤ είτε ως ΟΠΠΙ, αποτελεί κίνηση πολέμου εναντίον όχι μόνο του φοιτητικού κινήματος, αλλά και της ακαδημαϊκής ζωής συνολικά, την οποία η πανεπιστημιακή κοινότητα θα πρέπει να αποκρούσει αποφασιστικά.
Κώστας Σκορδούλης, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Τα τελευταία γεγονότα στο ΑΠΘ με τον τραυματισμό του φοιτητή από βολίδα κρότου-λάμψης είναι το πιο πρόσφατο επεισόδιο που δυστυχώς δεν προβλέπεται να είναι το τελευταίο, στην επίθεση διαρκείας της κυβέρνησης εναντίον και των τριών βαθμίδων της δημόσιας εκπαίδευσης.
Για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, η πρόσφατη επίθεση ξεκίνησε με τον νόμο περί ασύλου και τη θεσμοθέτηση της πανεπιστημιακής αστυνομίας και πέρασε στη δεύτερη φάση με τον νέο νόμο πλαίσιο για τα πανεπιστήμια.
Η πολιτική είναι εμφανής. Πρώτα φτιάχτηκε ένα νομοθετικό πλαίσιο για τη διευκόλυνση της καταστολής, ετοιμάστηκε ο κατασταλτικός μηχανισμός με στόχο το ριζοσπαστικό κομμάτι του φοιτητικού κινήματος και κατόπιν ήλθε ο νόμος εκείνος που θα καταστήσει το πανεπιστήμιο παράρτημα και συνεξάρτημα των ιδιωτικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων.
Διαβάζοντας τη μεγάλη εικόνα, αναγνωρίζουμε ένα σχέδιο για ένα πανεπιστήμιο αυταρχικό στη δομή του, με παντελή έλλειψη δημοκρατικών διαδικασιών στη λήψη αποφάσεων, που θα ετοιμάζει πτυχιούχους χωρίς εργασιακά δικαιώματα, μελλοντικά επισφαλώς εργαζόμενους, με μια εκπαίδευση που δίνει έμφαση στον τομέα των δεξιοτήτων υποβαθμίζοντας οτιδήποτε έχει σχέση με τη θεωρητική γνώση που είναι απαραίτητη για μια γενικότερη κατανόηση του φυσικού και κοινωνικού κόσμου. Και η έρευνα, παντελώς κατευθυνόμενη και εξαρτώμενη οικονομικά από την ιδιωτική χρηματοδότηση και τα «ανταγωνιστικά» ευρωπαϊκά προγράμματα.
Αυτό το σχέδιο είναι η πιο συνεπής εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής στην εκπαίδευση. Και απέναντι σε αυτήν την πολιτική που διαλύει ό,τι έχει απομείνει από το κοινωνικό κράτος και τον δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης των προηγούμενων δεκαετιών, θα σταθούμε σταθερά αντίθετοι.
Η πολιτική της αντίστασης στον νεοφιλελεύθερο σχεδιασμό απαιτεί την οικοδόμηση ενός «μετώπου για την παιδεία», με συντονισμό των δράσεων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά και πέρα από αυτήν. Απαιτείται η συμμετοχή σε αυτό το μέτωπο και των οργανωμένων τμημάτων της εργατικής τάξης, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση των αγώνων που θα δοθούν. Σε τελική ανάλυση, η νεοφιλελεύθερη επίθεση στην εκπαίδευση στοχεύει την ίδια την εργατική τάξη.
Δημήτρης Σταματόπουλος, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Η κίνηση της κυβέρνησης με τον νέο νόμο είναι διπλή: από τη μια ανασυγκροτεί με αυταρχικό τρόπο τη διοίκηση των Πανεπιστημίων με την επανεισαγωγή των Συμβουλίων Διοίκησης. Ο πρύτανης και ο μάνατζερ θα είναι το δίπολο γύρω από το οποίο θα κινείται αυτή η διοίκηση, χωρίς περιττές συνέργειες ή έλεγχο από την πλευρά της Συγκλήτου ή των Πανεπιστημιακών. Το κράτος πια θα συνεργάζεται άψογα με την αγορά στην καθήλωση των Πανεπιστημίων σε ένα εργαλειακό ρόλο παραγωγής επιστημονικής γνώσης προσανατολισμένου στην αγορά.
Είναι σημαντικό το ότι η κυβέρνηση, με την προώθηση μιας τέτοιας δομής, έρχεται σε αντιπαράθεση ακόμη και με τον ίδιο τον εαυτό της και με αυτά που νομοθέτησε το 2020, αλλά και με μεγάλο μέρος του κόσμου της μέσα στο Πανεπιστήμιο. Από την άλλη, η κίνηση αφορά και στη διάλυση σταθερών προγραμμάτων σπουδών και γνωστικών αντικειμένων, μέσα από τη λογική των «διπλών» ή «μικτών» πτυχίων.
Ενώ η διοικητική ανασυγκρότηση από τα πάνω εντάσσεται στη λογική του συγκεντρωτισμού για την αναγκαία προσαρμογή του δημόσιου πανεπιστημίου στην αγορά ή την πειθαρχική αντιμετώπιση όποιων αντιδράσεων υπάρχουν, η ανασυγκρότηση του γνωστικού περιεχομένου της εκπαιδευτικής διαδικασίας από τα κάτω (διπλά προγράμματα σπουδών από τα τμήματα, εσωτερικό Erasmus κλπ), διακρίνεται από μία ανεπανάληπτη τάση για γνωσιακό «πλουραλισμό».
Αυτός ο «πλουραλισμός» έχει δύο διαστάσεις, φαινομενικά μία αρνητική και μία θετική: η πρώτη είναι βέβαια η διάλυση καθορισμένων μέχρι τώρα γνωστικών πεδίων στα οποία αντιστοιχούν συγκεκριμένα επαγγελματικά δικαιώματα. Ήδη εδώ και πολλά χρόνια η αναγκαστική επέκταση του χρόνου σπουδών στα μεταπτυχιακά για την απόκτηση επαγγελματικών δικαιωμάτων έχει προετοιμάσει την τάση αυτή. Υπάρχει όμως και η «θετική» πλευρά: η διεπιστημονικότητα. Τα διπλά και μικτά πτυχία υποτίθεται την προωθούν. Κι όμως αυτή η υποτιθέμενη διεπιστημονικότητα που κάποτε ήταν το Άγιο Ποτήρι της κοινωνικής θεωρίας, θα χρησιμοποιηθεί και πάλι για την ιδεολογική και όχι μόνο προσαρμογή του δημοσίου στο αγοραίο. Και αυτό όχι μόνο γιατί τα προτεινόμενα προγράμματα θα εγκρίνονται από το Υπουργείο, αλλά κυρίως γιατί οι δυνατότητες των διδασκόντων να συντηρούν δύο προγράμματα ή διαδικασίες Erasmus είναι περιορισμένες, και εν τέλει θα επικρατούν οι λογικές της προσαρμογής του γνωστικού αντικειμένου στις ανάγκες της αγοράς, ακριβώς για να επιτευχθεί αυτό που κάποτε ήταν δεδομένο: το επαγγελματικό δικαίωμα.
Η λογική της συντηρητικής επαναδιάταξης του Ελληνικού Πανεπιστημίου που είχε προταθεί το 1990-93, επιστρέφει εκσυγχρονισμένη, αλλά σε μια περίοδο όπου οι ευρύτεροι κοινωνικοί συσχετισμοί είναι πολύ δυσμενέστεροι για την προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα του Πανεπιστημίου. Ίσως, όμως, όπως συνέβη και στο παρελθόν, επειδή ακριβώς η δημόσια εκπαίδευση υπήρξε ο μοναδικός θεσμικός δρόμος κοινωνικής κινητικότητας για την ελληνική κοινωνία από τη στιγμή της ίδρυσης του ελληνικού κράτους, και οι συγκρούσεις που την αφορούν επιδρούν κατά κύματα σε πολλά κοινωνικά στρώματα, η μάχη αυτή που πρέπει να δοθεί μπορεί να συμπαρασύρει τον εν υπνώσει κοινωνικό ριζοσπαστισμό.
Άννα Τραϊανού, University of London
Παρακολουθώντας τα πρόσφατα γεγονότα της αστυνομικής αυθαιρεσίας που σημειώθηκαν για μια ακόμα φορά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και τις αντιδράσεις των πολιτών και Πανεπιστημιακών συναδέλφων στο νομοσχέδιο για την ανώτατη εκπαίδευση, κατανοώ ότι οι αλλαγές που προτείνονται στα προγράμματα σπουδών, στην αξιολόγηση, στη συμμετοχή των φοιτητών, και στη διοίκηση και χρηματοδότηση των πανεπιστημίων όχι μόνο ανατρέπουν ριζικά τη συνέχιση της ομαλής λειτουργίας των ανώτατων ιδρυμάτων της χώρας αλλά επιπλέον απειλούν την έννοια της ακαδημαϊκής ελευθερίας.
Το κατατιθέμενο προς διαβούλευση νομοθέτημα έχει πολλές ομοιότητες με τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν στη Βρετανία στη δεκαετία του 1980 όταν η τότε κυβέρνηση Θάτσερ άρχισε να παρεμβαίνει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στη βάση ενός επενδυτικού μοντέλου που είχε ως βασικό του στόχο την υπηρέτηση των επιταγών της οικονομίας. Από τότε μέχρι σήμερα οι διάφορες κυβερνήσεις προσπαθούν με ποικίλους τρόπους (π.χ. αξιολόγηση) να μετρήσουν και να μεγιστοποιήσουν τις αποδόσεις των δημόσιων επενδύσεων τους.
Παράλληλα, για να μειωθεί το σχετικό κόστος των πανεπιστημίων και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά τους, έχουν εισαχθεί μέτρα για την εμπορευματοποίησή τους, όπως η εισαγωγή διδάκτρων το 2010 στις προπτυχιακές σπουδές. Τα αποτελέσματα των πολιτικών εμπορευματοποίησης των πανεπιστημίων είναι καταστροφικά. Οι φοιτητές μετατρέπονται σε πελάτες τους οποίους τα πανεπιστήμια πρέπει να ικανοποιούν μέσω για παράδειγμα των προγραμμάτων σπουδών τα οποία ελέγχονται όλο και περισσότερο από τις καλοπληρωμένες ανώτερες διοικητικές αρχές (senior management teams). Για να μειώσουν τις δαπάνες τους τα πανεπιστήμια στηρίζονται όλο και περισσότερο σε ωρομίσθιους ή μερικής απασχόλησης προσωπικό με περιορισμένες δυνατότητες συμμετοχής στη λειτουργία των πανεπιστημίων.
Πρόσφατες έρευνες (UNESCO 2022) δείχνουν ότι η ακαδημαϊκή ελευθερία έχει περιοριστεί σημαντικά και καλούν τη Βρετανική κυβέρνηση να πάρει μέτρα για να μειώσει τα υψηλά ποσοστά εργασιακής επισφάλειας. Αυτό το μέλλον θέλουμε για την Ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση;
Δυστυχώς τόσο τα γεγονότα της αστυνομικής επέμβασης στον χώρο των Πανεπιστημίων όσο και ο προτεινόμενος νόμος απειλούν την ποιότητα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και τη συμμετοχή των Πανεπιστημίων σε μία δημοκρατική κοινωνία.