Στο ενδελεχές Αφιέρωμα στο έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου παίρνει σειρά η τρίτη ταινία του μεγάλου δημιουργού που κυκλοφόρησε το 1975.
Βασίλης Τσιράκης
Η υπόθεση
Ένας πλανόδιος θίασος περιοδεύει ανά την Ελλάδα από το 1939 έως το 1952, με μοναδικό ρεπερτόριο την Γκόλφω του Σπυρίδωνος Περεσιάδη, βιώνοντας όλα τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου: Δικτατορία Μεταξά, Ελληνοϊταλικός πόλεμος, κατοχή, αντίσταση, Δεκεμβριανά, εμφύλιος, αρχές δεκαετίας 50. Οι ηθοποιοί του, με τον ένα ή άλλο τρόπο, μπλέκονται στα γρανάζια των γεγονότων, άλλοτε ως έρμαια της ιστορίας και άλλοτε ως ενεργά υποκείμενα αυτής. Τα ονόματά τους, δανεισμένα από τον αρχαίο μύθο των Ατρειδών, καθορίζουν την μοίρα τους. Ο Αγαμέμνονας εκτελείται από τους Γερμανούς στην κατοχή, ο Αίγισθος εραστής της Κλυταιμνήστρας γίνεται καταδότης, ο Ορέστης βγαίνει στο βουνό και εκδικείται σκοτώνοντας τον Αίγισθο και την μητέρα του. Η Ηλέκτρα βιάζεται από παρακρατικούς και φυλακίζεται, ο Πυλάδης στέλνεται εξορία και ο ποιητής μετά την ήττα απομονώνεται απελπισμένος, ενώ η Χρυσόθεμη υποτάσσεται ψυχή τε και σώματι στους κάθε φορά κρατούντες. Όμως ο γιος της, ο έφηβος πια Ορέστης, με το χαρακτηριστικό τράβηγμα του τραπεζομάντιλου στην σκηνή του γάμου της μητέρας του, δεν αποδέχεται την ήττα, υποδηλώνοντας πως η ιστορία συνεχίζεται.
Το σενάριο
Τρεις είναι οι αφηγηματικοί άξονες του σεναρίου: Ο θίασος που παίζει συνεχώς το ίδιο έργο, (το φαινομενικό), ο μύθος των Ατρειδών (το μυθικό) και τα ιστορικά γεγονότα (το πραγματικό). Οι άξονες αυτοί δεν κινούνται παράλληλα αλλά τέμνονται με χαρακτηριστική τη σκηνή της δολοφονίας του Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας από τον αντάρτη Ορέστη μέσα στη θεατρική παράσταση.
Η δομή του σεναρίου, καθαρά μπρεχτική έχει στόχο όχι την ρεαλιστική αναπαράσταση της διαδρομής του θίασου μέσα στη δίνη των ιστορικών γεγονότων, αλλά την διαλεκτική μετάπλαση και αναπαραγωγή τους, με κύριο «εργαλείο» την αποστασιοποίηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι τρεις μεγάλοι μονόλογοι (του Αγαμέμνονα, της Ηλέκτρας και του Πυλάδη), στους οποίους οι ηθοποιοί απευθύνονται στον ίδιο τον θεατή.
Οι διάλογοι της ταινίας κυριαρχούνται από τους διαλόγους της θεατρικής παράστασης και οι λίγοι εκτός αυτής δεν ψυχογραφούν τους ήρωες, αλλά μας δίνουν πληροφορίες για γεγονότα και καταστάσεις. Συνολικά ο λόγος της ταινίας κυριαρχείται από στίχους ποιημάτων, αλλά και λαϊκών και επαναστατικών τραγουδιών, συνθήματα στους τοίχους, αναγγελίες μεγαφώνων, ακόμα και τσιτάτα του Λένιν.
Ο χρόνος
Αν στην Αναπαράσταση ο χρόνος λειτουργεί σαν εκκρεμές και στις Μέρες του ΄36 ακολουθεί την διαδοχικότητα των γεγονότων αλλά με παύσεις (σαν σήματα μορς), στον Θίασο έχουμε την συγχώνευση και υπέρβαση σε ανώτερο επίπεδο των δύο παραπάνω λειτουργιών.
Στον Θίασο έχουμε άλματα στο χρόνο και αναχρονισμούς με τέτοιο τρόπο (βλέπε σκηνοθεσία), ώστε οι διαφορετικές εποχές ή χρονικές στιγμές να συνομιλούν μεταξύ τους αδιαμεσολάβητα (σαν καρδιογράφημα). Εδώ ο χρόνος διαστέλλεται και συστέλλεται, συμπλέκεται με τον χώρο λειτουργώντας τελικά ως τέταρτη διάσταση.
Έτσι η ταινία ξεκινά με ένα χρονικό άλμα από το 1952 στο 1939 και τελειώνει με ένα αντίστοιχο άλμα από το 1952 στο 1939.
Η σκηνοθεσία
Αν στην Αναπαράσταση υπάρχει ένα μόνο πλάνο σεκάνς κι αυτό με ακίνητη κάμερα και στις Μέρες του ΄36 τα πλάνα σεκάνς πολλαπλασιάζονται και γράφονται με κινούμενη κάμερα (τράβελινγκ ή κυκλικά πανοραμίκ), στον Θίασο για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ένα πλάνο σεκάνς γίνεται ο αδιαίρετος εκείνος χώρος μέσα στον οποίο συνδέονται δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές και ενώνονται διαφορετικές εποχές. Χαρακτηριστικότερο όλων το πλάνο σεκάνς της αποχώρησης των ταγματασφαλιτών από το κέντρο διασκέδασης την πρωτοχρονιά του 1946.
Τα πλάνα σεκάνς του Θίασου, είτε μεταβάλουν τον ιστορικό χρόνο είτε όχι, είτε γράφονται με κινούμενη κάμερα είτε όχι, σε συνδυασμό με τους νεκρούς χρόνους, περιορίζουν στο ελάχιστο το μοντάζ, τόσο την αφηγηματική του (βλέπε κλασσικός κινηματογράφος), όσο και την ιδεολογική του (βλέπε Αϊζενστάιν) λειτουργία.
Συμπερασματικά και στις 4 περίπου ώρες που διαρκεί η ταινία η σκηνοθεσία δεν επιχειρεί να παρασύρει τον θεατή, αλλά δίνοντας του το αναγκαίο χρόνο τον προτρέπει να προβληματιστεί και να αποφασίσει τι είναι αυτό που είδε.
Συντελεστές:
1974-1975, Έγχρωμη, 230΄
Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Σενάριο-Διάλογοι: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Βοηθός σκηνοθεσίας: Τάκης Κατσέλης
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Αρβανίτης
Βοηθός διευθυντή φωτογραφίας: Βασίλης Χριστομόγλου
Μοντάζ: Τάκης Δαυλόπουλος, Γιώργος Τριανταφύλλου
Σκηνικά: Μικές Καραπιπέρης
Κοστούμια: Γιώργος Πάτσας
Μουσική: Λουκιανός Κηλαηδόνης. (Ακορντεόν: Αντρέας Τσεκούρας. Τραγούδι: Ιωάννα Κιουρκτσόγλου, Νένα Μεντή, Δημήτρης Καμπερίδης, Κώστας Μεσσάρης. Επιλογή στα τραγούδια και στα κείμενα: Φώτος Λαμπρινός.)
Ήχος: Θανάσης Αρβανίτης
Ερμηνευτές: Εύα Κοταμανίδου (Ηλέκτρα), Αλίκη Γεωργούλη (Μητέρα), Στράτος Παχής (Πατέρας), Μαρία Βασιλείου (Χρυσόθεμη), Βαγγέλης Καζάν (Αίγισθος), Πέτρος Ζαρκάδης (Oρέστης), Κυριάκος Κατριβάνος (Πυλάδης), Γρηγόρης Ευαγγελάτος (Ποιητής), Γιάννης Φύριος (ακορντεονίστας), Νίνα Παπαζαφειροπούλου (γριά), Αλέξης Μπούμπης (γέρος), Θάνος Γραμμένος, Κώστας Στυλιάρης, Γιώργος Βερλής, Κώστας Μανδήλας, Γιώργος Τσιφός, Ιάκωβος Παϊρίδης, Τάκης Δουκάκος, Μαίρη Ανδροπούλου
Παραγωγή: Γιώργος Παπαλιός
Διεύθυνση παραγωγής: Στέφανος Βλάχος
Συνεργασία στην οργάνωση: Γιώργος Σαμιώτης, Χρήστος Παληγιαννόπουλος, Λευτέρης Χαρωνίτης
Διακρίσεις:
- Βραβείο Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ των Καννών.
- Βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α’ ανδρικού ρόλου, Α’ γυναικείου ρόλου, Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
- Βραβείο Interfilm στο Φόρουμ του Βερολίνου.
- Βραβείο ege d’Or (καλύτερη ταινία της χρονιάς), Βρυξέλλες.
- Βραβείο Figueira das Foss, Πορτογαλία.
- Βραβείο Β.F.I. καλύτερης ταινίας της χρονιάς, Λονδίνο.
- Μέγα Βραβείο των Τεχνών, Ιαπωνία.
- «Καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1971-1980», από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου της Ιταλίας.
* Η ταινία δεν είχε πάρει την επίσημη κρατική έγκριση για την εκπροσώπηση της Ελλάδας στο Φεστιβάλ των Καννών το 1975, ώστε να συμμετέχει στο διαγωνιστικό μέρος, γιατί «προσέβαλλε τον στρατάρχη Παπάγο». Έτσι αρκέστηκε στο βραβείο Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου.
Απόσπασμα από το σενάριο
Απόσπασμα από το σενάριο
Κλειστές αποθήκες στην παραλία. Ένα μοναχικό βαγόνι στις χορταριασμένες σιδηροδρομικές γραμμές. Επαρχιακός σταθμός.
Ο Ορέστης, ο Πυλάδης και ο ποιητής προχωράνε ανάμεσα στις ράγες αμίλητοι. Ο ήχος μόνο από τα βήματα τους πάνω στο χαλίκι. Και φωνές γλάρων. Ο ποιητής πρώτος σπάει τη σιωπή:
- Πότε φεύγεις;
- Αύριο το πρωί, απαντάει ο Ορέστης. Κι απ’ ότι λένε για τα σύνορα.
Ο Πυλάδης περπατάει σκεφτικός. - Θα έχουμε κι εδώ πόλεμο, λέει σιγά.
Περπατάνε. Για λίγο πάλι τα βήματα τους στο χαλίκι. Ο Πυλάδης αρχίζει να σφυρίζει ένα τραγούδι, σιγά στην αρχή, σα να το συνδέει με κάποια μνήμη. Οι άλλοι τον μιμούνται. Οι φωνές των γλάρων που έρχονται και φεύγουν. Το σφύριγμα γίνεται μουρμούρισμα χωρίς λόγια. Και … - Αϊ Καρμέλα, αϊ Καρμέλα… *
Ο ποιητής σηκώνει το κεφάλι χωρίς να σταματήσει να περπατάει πλάι στους άλλους: - Una noce rio passo… *
Μια δυνατή συγκίνηση περνάει στη φωνή του. Σα ρίγος.
Κοιτάει πέρα μακριά.
Ποταμιά. Γυμνά κλαριά και χάμω στα χαλίκια φύλλα ξερά, στο χρώμα της σκουριάς. Ο Ορέστης ακουμπισμένος σ’ ένα δένδρο κι ο ποιητής πιο πέρα παρακολουθούν τον Πυλάδη που διαβάζει δυνατά από μια εφημερίδα:
- Δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία για κανένα μαρξιστή ότι μια επανάσταση είναι αδύνατη χωρίς την ύπαρξη επαναστατικών συνθηκών. Ποια είναι, σε γενικές γραμμές, τα χαρακτηριστικά των επαναστατικών συνθηκών;
1.Όταν δημιουργηθεί, με τον έναν ή άλλο τρόπο κρίση μέσα στις κυρίαρχες τάξεις, μια κρίση που προξενεί ρωγμές στην πολιτική τους, μέσα από τις οποίες ξεπροβάλλει η δυσαρέσκεια και η αγανάκτηση των καταπιεσμένων τάξεων.
2.Όταν η ένδεια και τα βάσανα των καταπιεσμένων τάξεων παίρνουν μια οξύτερη μορφή από τη συνηθισμένη.
3.Όταν σαν συνέπεια σ’ αυτές τις αιτίες, αυξάνει σημαντικά η δραστηριότητα των μαζών, που σε «ειρηνικούς καιρούς» αφήνονται να ληστευονται σιωπηρά, αλλά σε καιρούς ταραγμένους σπρώχνονται και από συνθήκες που δημιουργεί η κρίση και από τις ίδιες τις κυρίαρχες τάξεις σε ανεξάρτητη ιστορική δράση.
Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο: «Θ. Αγγελόπουλος, 10 3/4 , τόμος πρώτος», Εκδόσεις Αιγόκερως 1997.
*Καρμέλα. Ένα από τα τραγούδια των Δημοκρατικών στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο.
*Στίχος από την Καρμέλα.
Προτάσεις
Δείτε την ταινία κάνοντας κλικ εδώ
Δείτε:
Την 2η σκηνή της ταινίας (περιφορά του θιάσου στους δρόμους του Αίγιου), η οποία αποτελείται από δύο πλάνα και όπου για πρώτη φορά έχουμε μεταβολή του ιστορικού χρόνου στην ίδια σκηνή. Συγκεκριμένα στο πρώτο πλάνο, από 4:04 – 6:04, βρισκόμαστε στο 1952 (αναγγέλλεται η ανάγκη υποστήριξης του Παπάγου στις εκλογές), ενώ στο δεύτερο πλάνο, από 6:04 – 7:40, βρισκόμαστε στο 1939 (αναγγέλλεται ο ερχομός του Γκαίμπελς στην Ελλάδα).
Την επόμενη σκηνή (ο θίασος στο εστιατόριο), από 7:40 – 11:50, όπου έχουμε το πρώτο πλάνο σεκάνς της ταινίας διάρκειας 4:10 λεπτών.
Την αμέσως επόμενη σκηνή (ο θίασος στο πανδοχείο), από 11:50 – 15:50, όπου έχουμε το δεύτερο πλάνο σεκάνς της ταινίας διάρκειας 4:00 λεπτών.
Τον μονόλογο του Αγαμέμνονα μπροστά στον φακό της ακίνητης κάμερας, από 40:30 – 47:00, σε ένα πλάνο σεκάνς διάρκειας 6:30 λεπτών.
Το πρώτο πλάνο σεκάνς της ταινίας όπου για πρώτη φορά το άλμα στον ιστορικό χρόνο δεν γίνεται ανάμεσα σε διαφορετικά πλάνα της ίδιας σκηνής (όπως αναφέραμε παραπάνω για την 2η σκηνή της ταινίας), αλλά μέσα στο ίδιο πλάνο! Συγκεκριμένα από 1:06:20 – 1:08:40 περίπου, είμαστε στο 1952 (άκου μεγάφωνο), ενώ από 1:08:40 – 1:09:15 είμαστε στην κατοχή (βλέπε γερμανό στρατιώτη).
Το πλάνο σεκάνς της ματωμένης Κυριακής του Δεκέμβρη του ΄44, από 1:47:00 – 1:51:10 στο οποίο έχουμε δύο περιστροφές της κάμερας 360 μοιρών.
Το πλάνο σεκάνς της «θεατρικής» αναπαράστασης της μάχης της Αθήνας τον Δεκέμβρη του ΄44, από 1:51:14 – 1:57:40, διάρκειας 6:26 λεπτών.
Τον μονόλογο της Ηλέκτρας μπροστά στο φακό της ακίνητης κάμερας, από 2:30:05 – 2:37:45, σε ένα πλάνο σεκάνς διάρκειας 7:40 λεπτών.
Το μεγαλύτερο σε διάρκεια και διασημότερο πλάνο σεκάνς της ταινίας (κέντρο διασκέδασης πρωτοχρονιά 1946), από 2:50:43 – 2:59:21, διάρκειας 8:22 λεπτών
Το δεύτερο πλάνο σεκάνς της ταινίας όπου το χρονικό άλμα γίνεται μέσα στο ίδιο το πλάνο, από 3:00:07 – 3:05:27, διάρκειας 5:20 λεπτών. Συγκεκριμένα από 3:00:07 – 3:03:00 περίπου, είμαστε στο 1946 (έξοδος από το κέντρο διασκέδασης), ενώ από 3:03:00 – 3:05:27 είμαστε στο 1952 (προεκλογική συγκέντρωση Παπάγου).
Τον μονόλογο του Πυλάδη μπροστά στον φακό της κάμερας, από 3:11:32 – 3:19:12, σε ένα πλάνο σεκάνς διάρκειας 7: 40 λεπτών.
Διαβάστε:
Κριτική της Αιμιλίας Καραλή. Μια ραψωδία της μνήμης
Μελέτη της Αιμιλίας Καραλή. Ο Θίασος και τα ιστορικά γεγονότα. Αφηγημένος χρόνος.
Αφιέρωμα στο έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου
5/2: Αναπαράσταση, 1970
12/2: Μέρες του 36, 1972
19/2: Ο Θίασος, 1975
26/2: Οι Κυνηγοί, 1977
5/3: Μεγαλέξανδρος, 1980
12/3: Ταξίδι στα Κύθηρα, 1984
19/3: Ο Μελισσοκόμος, 1986
26/3: Τοπίο στην Ομίχλη, 1988
2/4: Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού, 1991
9/4: Το Βλέμμα του Οδυσσέα, 1995
16/4: Μία αιωνιότητα και μια μέρα, 1998
23/4: Το Λιβάδι που Δακρύζει, 2004
30/4: Η σκόνη του χρόνου, 2008
Αφιέρωμα στο έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου