του Λεωνίδα Βατικιώτη
Απρόθυμες να περιοριστούν στο ρόλο του απλού παρατηρητή της κινέζικης οικονομικής επέλασης εμφανίζονται οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης. Με επιστολή που έστειλαν στην επίτροπο Εμπορίου, Σεσίλια Μάλμστρομ, όπως ανακοίνωσε το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, ζητούν να ανοίξει ο διάλογος για τα νομικά εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους οι εθνικές κυβερνήσεις ώστε να παρεμβαίνουν σε περιπτώσεις άμεσων επενδύσεων εκ μέρους δημοσίων επιχειρήσεων. Η ανησυχία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων κορυφώθηκε με αφορμή την εξαγορά της εταιρείας κατασκευής ρομπότ Kuka, έναντι του ιλιγγιώδους ποσού των 4,5 δισ. ευρώ. Και δεν ήταν το μοναδικό παράδειγμα. Ο κινέζικος πυρετός αποτυπώνεται στην έκρηξη που παρατηρήθηκε το 2016 στη συνολική αξία των εξαγορών γερμανικών επιχειρήσεων που από 530 εκ. ευρώ το 2015 το 2016 εκτινάχθηκαν σε 12,6 δισ. με τη Γερμανία να αναδεικνύεται στον πλέον δημοφιλή προορισμό της πλημμυρίδας ρευστού που εκβάλλει από την Κίνα. Οι εισροές άγγιξαν επίπεδα ρεκόρ παρότι δεν έλειψαν τα βέτο εκ μέρους του Βερολίνου όπως συνέβη τον Οκτώβριο του 2016 με αφορμή την προσπάθεια του Πεκίνου να εξαγοράσει την εταιρεία κατασκευής τσιπ Aixtron, που βρήκε όμως εμπόδιο σε αμερικανικές παρεμβάσεις λόγω της πιθανότητας να χρησιμοποιηθούν τα προϊόντα της Aixtron στο κινέζικο πυρηνικό πρόγραμμα. Το αίτημα που διατυπώνει τώρα η Γερμανία, από κοινού με Γαλλία και Ιταλία, είναι μέσα τα οποία ήδη διαθέτουν και κατά περίπτωση ενεργοποιούν να ισχυροποιηθούν περαιτέρω. Μάλιστα ο αναπληρωτής γερμανός υπουργός Οικονομικών Ματίας Μάχνιγκ, αιτιολόγησε το αίτημα του Βερολίνου λέγοντας ότι «οι ξένες εταιρείες θα πρέπει να αποδεικνύουν πως οι επενδύσεις τους δεν υποκινούνται από το κράτος».
Το αίτημα του Βερολίνου, όπως και των άλλων οικονομικών υπερδυνάμεων, ξεχειλίζει υποκρισίας γιατί και οι τρεις αυτές χώρες χρησιμοποιούν κατ’ επανάληψη δημόσιες εταιρείες ώστε να επεκτείνουν την οικονομική τους επιρροή. Το πράττει συστηματικά η Γερμανία, με την εξαγορά του ΟΤΕ από την Ντόιτσε Τέλεκομ και των περιφερειακών αεροδρομίων από τη Φράπορτ να αποτελούν κορυφαία παραδείγματα κρατικοδίαιτης οικονομικής επέκτασης που υλοποιείται χάρη στα προγράμματα ιδιωτικοποίησης κρατών περιορισμένης ευθύνης κι ακόμη πιο περιορισμένης κυριαρχίας όπως η Ελλάδα.
Η αντεπίθεση της ευρωπαϊκής τριάδας εναντίον της Κίνας (που βάζει για μια ακόμη φορά τα γυαλιά σε κυβερνήσεις όπως οι ελληνικές που ξεπουλούν όσο-όσο ό,τι να ‘ναι) υπό την αιγίδα μάλιστα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αποτελούν κλιμάκωση σε έναν ακήρυχτο οικονομικό πόλεμο μεταξύ των μεγαλύτερων καπιταλιστικών οικονομιών του πλανήτη. Φαίνεται έτσι ότι ο Τραμπ δεν είναι μόνος του στην αμφισβήτηση της παγκοσμιοποίησης και του ανόθευτου ανταγωνισμού. Το ίδιο κάνει και το ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό κέντρο που εμφανίζεται κατά τ’ άλλα ως αταλάντευτος υπέρμαχος του οικονομικού φιλελευθερισμού: Όποτε κινδυνεύει, σηκώνει τη ρομφαία του οικονομικού εθνικισμού…