Γιάννης Ελαφρός
▸ Στην πρώτη γραμμή των συρράξεων, για τα συμφέροντα ΕΕ, ΝΑΤΟ, κεφαλαίου οι Μητσοτάκης και ∆ένδιας
Έτοιμη να στείλει ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις στην Ουκρανία είναι η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως προκύπτει από τη συμμετοχή του αρχηγού ΓΕΕΘΑ Δημήτρη Χούπη σε σχετική συνάντηση την Τρίτη στο Παρίσι, ύστερα από πρόσκληση του Γάλλου και του Βρετανού ομολόγων του. Η συνάντηση είχε θέμα τη συγκεκριμένη διερεύνηση της συμμετοχής κρατών στην υποστήριξη της Ουκρανίας την επόμενη μέρα, στο πλαίσιο της διαμόρφωσης της συμμαχίας των προθύμων από μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ενώ μέχρι πρόσφατα η κυβέρνηση διέρρεε πως δεν πρόκειται να στείλει στρατό στην Ουκρανία, σύμφωνα με ρεπορτάζ «η Ελλάδα θα στείλει δυνάμεις για τη διατήρηση της ειρήνης στην Ουκρανία, καθώς θα είναι παρούσα και η Τουρκία, υπό δύο βασικές προϋποθέσεις: η δύναμη θα είναι υπό ευρωπαϊκό καπέλο και θα είναι σύμφωνη με την ανάπτυξή της και η Ρωσία».
Η ουσία βέβαια δεν βρίσκεται στις προϋποθέσεις (οι οποίες αύριο μπορεί να αναιρεθούν), αλλά στη σαφή τοποθέτηση πως η Ελλάδα θα στείλει δυνάμεις εάν αυτό ζητηθεί από ΕΕ και ΝΑΤΟ. Ως βασική δικαιολογία για την εμπλοκή της Ελλάδας στο ματωμένο πεδίο της Ουκρανίας η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το γεγονός πως αναμένεται να στείλει δυνάμεις και η Τουρκία. Ο ανταγωνισμός με την τουρκική αστική τάξη εκδηλώνεται και σε αυτό το πεδίο, στο να είναι η Ελλάδα παρούσα σε κάθε βρομοδουλειά, ειδικά εάν είναι και η Τουρκία μέσα. Έτσι όμως γίνονται τραγωδίες, όπως με τη βεβιασμένη και μη σωστά σχεδιασμένη αποστολή στη Λιβύη για «ανθρωπιστική βοήθεια», που κατέληξε σε πέντε νεκρούς, τρία μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων και δύο πολίτες ελληνικής καταγωγής. Σύμφωνα με πρόσφατες αποκαλύψεις το Μέγαρο Μαξίμου και ο Κ. Μητσοτάκης πίεσαν να γίνει η αποστολή άρον-άρον, όταν έμαθαν πως είχε κατέβει στη Λιβύη μεγάλο τουρκικό κλιμάκιο…
Το σίγουρο είναι πως ο ρόλος της Τουρκίας είναι ιδιαίτερα αναβαθμισμένος και στο μέτωπο της Ουκρανίας και μάλιστα αντιμετωπίζεται ως σοβαρός πυλώνας του στρατιωτικού σχεδιασμού των Ευρωπαίων προθύμων, παρότι δεν είναι μέλος της ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό την Τετάρτη ο πρωθυπουργός της Πολωνίας και προεδρεύων στην ΕΕ Ντόναλντ Τουσκ πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Άγκυρα και όπως δήλωσε πρότεινε στον Ερντογάν «να αναλάβει η Τουρκία τη μεγαλύτερη δυνατή ευθύνη για την ειρηνευτική διαδικασία, διασφαλίζοντας τη σταθερότητα και την ασφάλεια σε όλη την περιοχή».
Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις η ελληνική κυβέρνηση κινείται ακόμα πιο εντατικά στη γραμμή του «καλού στρατιώτη» του ΝΑΤΟ και της ΕΕ και της προάσπισης των συμφερόντων του ελληνικού κεφαλαίου, προχωρώντας σε αμόκ εξοπλισμών. Στο πλαίσιο αυτό, και θέλοντας να «στριμώξει» την αστική αντιπολίτευση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα παρουσιάσει την Τρίτη 18 Μαρτίου, σε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή τον 12ετή Μακροπρόθεσμο Προγραμματισμό Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ). Πρόκειται για ένα τεράστιο πρόγραμμα, καθώς θα περιλαμβάνει εξοπλιστικές δαπάνες τουλάχιστον 28 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο από το 2025 έως το 2037, δηλαδή περίπου 2 με 2,5 δισ. ευρώ ανά έτος! Ας σημειωθεί πως στον προϋπολογισμό του 2025 οι δαπάνες για εξοπλισμούς είναι περίπου 2,5 δισ. ευρώ, οι υψηλότερες τα τελευταία χρόνια. Επίσης, το προηγούμενο Μακροπρόθεσμο Πρόγραμμα Προμηθειών Αμυντικού Υλικού (ΜΠΠΑΥ), το οποίο καταρτίστηκε το 2011, προέβλεπε δαπάνες ύψους 13,5 δισ. για την περίοδο 2011-2025, χωρίς όμως να υλοποιηθεί στο σύνολό του λόγω οικονομικής κρίσης. Η εκτίναξη των δαπανών και μάλιστα για 12 χρόνια (κι ύστερα από 3-4 χρόνια υπερεξοπλισμού) είναι φανερή.
Η κυβέρνηση της ΝΔ πρωταγωνιστεί στο πλαίσιο της «πολεμικής οικονομίας» της ΕΕ και επιχειρεί να αξιοποιήσει το μιλιταριστικό πρόγραμμα ReArm Europe που προωθεί η Κομισιόν και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με στόχο το υπέρογκο ποσό των 800 δισ. για στρατιωτικές και εξοπλιστικές δαπάνες. Η αξιοποίηση επίσης της ευρωπαϊκής ρήτρας εξαίρεσης των επιπλέον πολεμικών δαπανών από τις αυστηρές δεσμεύσεις του ευρω-συμφώνου για το έλλειμμα και το χρέος οδηγεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη στο ξόδεμα πακτωλού χρημάτων για όπλα και σε μεγάλες κι επώδυνες περικοπές από κοινωνικές δαπάνες, ενώ και το κρατικό χρέος θα φουσκώσει. Το εργατικό κίνημα και η Αριστερά πρέπει να βρεθούν μαχητικά απέναντι σε αυτές τις επιλογές.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 15-16 Μαρτίου