Γιώργος Τσαντίκος
Η συμπεριφορά των υπουργών, ειδικά τύπων σαν τον Γεωργιάδη, θυμίζει πολύ τον «τμηματάρχη Β’» παλιών ελληνικών ταινιών, που απαντούσε στους Εξαρχάκους, Ληναίους, Βέγγους, Παπαμιχαήλ και λοιπούς πρωταγωνιστές-μεροκαματιάρηδες ότι «δεν αντέχει η εταιρία» και «να κάνετε οικονομία».
Ολα πάνε πρίμα σε αυτό το τοπογραφικό σημείο της γεωπολιτικής κονίστρας, όπως θα ‘λεγε και ο μέσος καφενειακός αναλυτής ή 3D μοντέλο στην εκπομπή του Ευαγγελάτου. Αφού όμως όλα πάνε τόσο πρίμα, τότε γιατί όταν μια κοινωνική ομάδα ζητάει κάτι, ο πρωθυπουργός «ξύνει τον πάτο» (του βαρελιού), ο Άδωνης Γεωργιάδης «κάνει ό,τι μπορεί», ο Κωστής Χατζηδάκης κουνάει το κεφάλι «αλλά δεν θα βάλει σε κίνδυνο το Ταμείο Ανάκαμψης»;
Η συμπεριφορά των υπουργών, ειδικά τύπων σαν τον Γεωργιάδη, θυμίζει πολύ τον Γιώργο Γαβριηλίδη, όταν έπαιζε τον Ανδρέα Αλαφούζο (ονοματολογικές συμπτώσεις), μέλλοντα σύζυγο Μαρίκας Κωνσταντίνου και «τμηματάρχη Β’». Ο τμηματάρχης Β’ ή ο ομόλογος διευθυντής, τέλος πάντων, σε όλες τις ελληνικές ταινίες του κλασικού ελληνικού λαϊκού κινηματογράφου, απαντάει στους Εξαρχάκους, Ληναίους, Βέγγους, Παπαμιχαήλ και λοιπούς πρωταγωνιστές-μεροκαματιάρηδες ότι «δεν βγαίνω» και «δεν αντέχει η εταιρία» και «να κάνετε οικονομία».
Με ανάλογο τρόπο απαντάνε και οι κυβερνητικοί βουλευτές. «Μονόδρομος» η εξώθηση κάθε τίνος κοινόχρηστου και κοινωφελούς στη δημιουργία κέρδους για ιδιώτες προσωπικής, συνήθως συγκεκριμένης πρωθυπουργικής προτίμησης, αλλά «δεν βγαίνω μάνα μου» όταν προκύπτει το μικρό ή το μεγάλο, συντεχνιακό και μη, από έναν λαό που συνεχίζει να βρίσκεται εδώ και 14 χρόνια, σε κρίση.
Το «να τρουπώσω» των ‘70s και των ‘80s, από μια θέση κλητήρα στο δημόσιο και μετά, «στην αιωνιότητα και ακόμα παραπέρα», έχει κάνει major update: πλέον «τρουπώνεις» σε μια θέση βουλευτή, έστω για μια τετραετία και είσαι ο αποκατεστημένος τμηματάρχης των ‘60s.
Δεν έχει σημασία αν ειδικά στην Ελλάδα οι εκχωρήσεις μοιάζουν με φακ-πάρτυ στο Studio 54 (το νεοϋορκέζικο) και αν το αποτέλεσμά τους είναι, κατά περίπτωση, τραγέλαφος: από την «επιχειρηματική σύμπραξη» της σούπερ λίγκας, μέχρι τους παρόχους τηλεπικοινωνιών, η προσφορά είναι ακριβή και κακής ποιότητας.
Ένα «προϊόν» που με το ζόρι θα το πούλαγε το temu, αλλά θα το αγοράσεις αναγκαστικά, γιατί αυτός που το πουλάει έχει συμφέροντα παντού και κυρίως, μέσα στα κυβερνητικά γραφεία. Και θα το αγοράσεις ακριβά, γιατί έτσι.
Η θεωρία περί «ανταγωνισμού που ρυθμίζει τις τιμές» είναι σαν τα μαμούθ στην Ελλάδα, δηλαδή ανύπαρκτη. Το ιδιωτικό επιχειρείν, παραδοσιακά κρατικοδίαιτο και εμφιλοχωρούν στο δημόσιο χρήμα, λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, από τον αρακά μέχρι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια: «πειραγμένοι» όροι ώστε το δημόσιο συμφέρον να έρχεται πάντα δεύτερο-στην καλύτερη περίπτωση. Ούτε οι τιμές πέφτουν, ούτε η παιδεία αυξάνεται.
Ο ίδιος ο υφυπουργός Εργασίας, ο Παναγιώτης Τσακλόγλου, που τάζει ότι «ο κατώτατος μισθός θα έχει το 8 μπροστά», μάλλον δεν εννοεί ότι μικτά θα είναι κοντά στο χιλιάρικο, ώστε να παίρνει όντως ο εργαζόμενος/η ποσό με «8 μπροστά» στο χέρι. Που και τα «με 8 μπροστά» είναι ζήτημα αν φτάνουνε, γιατί τα νοίκια πχ έχουν «4+» μπροστά και ο πρωθυπουργός, όταν του λένε «κάτι να κάνουμε με τα σπίτια» καταλαβαίνει ότι πρέπει να αυξηθεί το όριο της golden visa.
Ξέρετε γιατί;
Γιατί πραγματικά δεν απασχολεί σοβαρά κανέναν τους, ούτε πόσο κάνει ο αρακάς, ούτε αν το παιδί των τάδε μπορεί να πάει στο πανεπιστήμιο, ούτε αν ο πατέρας των δείνα μπορεί να νοσηλευτεί.
Δεν τους αφορούν αυτά. Είναι ζητήματα ενός παράλληλου σύμπαντος, εκεί που ζούνε και αγωνιούν οι υπαλληλίσκοι των παλιών ελληνικών ταινιών.
Δεν τους αφορούν αυτά. Είναι ζητήματα ενός παράλληλου σύμπαντος, εκεί που ζούνε και αγωνιούν οι υπαλληλίσκοι των παλιών ελληνικών ταινιών
Αυτοί, ζούνε στο σύμπαν του «τμηματάρχη Β’» και πάνω, εκεί που «η υγεία δεν μπορεί να είναι δωρεάν», επειδή το είπε ένας τύπος που πουλούσε (σχεδόν κυριολεκτικά) φύκια για μεταξωτές κορδέλες, και τώρα διαφημίζει το επίτευγμά του, να βάλει τιμολόγιο στην ανθρώπινη ανάγκη, φωτογραφιζόμενος με τον πρώτο ασθενή που χειρουργείται επί πληρωμή σε απογευματινό ιατρείο, λες και είναι φολκσβάγκεν πόλο που κληρώνει σούπερ μάρκετ σε διαγωνισμό.
Οι ίδιοι ζούνε εκεί που το ρεύμα πρέπει να είναι χρηματιστηριακό προϊόν και τα σούπερ μάρκετ κλαμπ με πριβέ χώρους γι’αυτούς, που έχουν και ελεύθερους διαδρόμους για όσους ψωνίζουν γάλα-μακαρόνια-φρυγανιές. Κάτι σαν την ελεύθερη και τη συνδρομητική έκδοση του ChatGPT, αλλά με μεγαλύτερη διαφορά στην τιμή…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (16.3.24)