Φώτης Σπυρόπουλος
Το βιβλίο του Μαρκ Φίσερ Η ακύρωση του μέλλοντος από τις εκδόσεις Αντίποδες συνδέει την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα του καπιταλισμού της εποχής μας -μαζί με τη «μεγάλη αφήγηση» του τέλους των μεγάλων αφηγήσεων- με τη σύγχρονη κουλτούρα ως αποκρυστάλλωση και επιβεβαίωσή του.
Είναι εύκολο να βυθιστεί κανείς στην απελπισία που δημιουργεί η πολιτική στασιμότητα των τελευταίων 30 χρόνων. Η λογική του «τίποτα δεν γίνεται» ή ακόμα πιο σωστά του «τίποτα δεν αλλάζει» έχει φυτευτεί καλά στη συνείδηση του περισσότερου κόσμου. Αυτή η αρκετά απλουστευτική περιγραφή είναι η ουσία του καπιταλιστικού ρεαλισμού, όπως την αποκαλεί ο Μαρκ Φίσερ. Στο ομώνυμο βιβλίο ο Φίσερ δίνει ένα γενικό περίγραμμα αυτής της έννοιας. Στην Ακύρωση του Μέλλοντος εμπλουτίζεται και επεκτείνεται η λογική που έχει ήδη θεσπιστεί. Τα κείμενα χωρίζονται σε πέντε κεφάλαια: Την εισαγωγή από όπου είναι παρμένος και ο τίτλος του βιβλίου, έπειτα τρία θεματικά κεφάλαια Δυσφορία, Κουλτούρα και Πολιτική και τέλος τον επίλογο ή μάλλον τον πρόλογο του βιβλίου που ετοίμαζε Ψυχεδελικός Κομμουνισμός. Η εν λόγω έκδοση αποτελείται από μια σειρά 22 κειμένων πολλά από αυτά είχαν πρωτοδημοσιευτεί μεταξύ του 2000 και 2010.
Αν μπορώ με μια λέξη να περιγράψω την γραφή του Φίσερ είναι «πανκ», από την αισθητική του, την αναγνώριση της στασιμότητας της πραγματικότητας που βιώνει αλλά κυρίως μια συνεπή έκφραση της ανάγκης να υπερβληθεί αυτό που περιγράφεται. Βέβαια κανείς δεν μπορεί μιλήσει για το πανκ, αγνοώντας το χρονικά ίσως και πολιτισμικά μακροβιότερο μικρό αδερφό του το ποστ-πανκ. Η σχέση των δύο έγκειται κυρίως στην χρονικότητα τους, αλλά και στην ανικανότητα του δεύτερου να κάνει την αντίστοιχη τομή που έκανε το πρώτο. Μια αντίστοιχη συλλογιστική ακολουθεί και ο Φίσερ όσον αφορά τον μοντερνισμό και τον μεταμοντερνισμό, ως τρόπους πολιτισμικής και πολιτικής παραγωγής. Ακολουθώντας τα βήματα των Στιούαρτ Χολ, Φρέντρικ Τζέιμσον, Ζακ Λακάν και Ζακ Ντεριντά ανάμεσα σε άλλους, προσπαθεί μέσω της ποπ κουλτούρας να κατονομάσει τί είναι αυτό που εμποδίζει το συλλογικό βήμα για την υπέρβαση του καπιταλισμού, τουλάχιστον σε ένα φαντασιακό επίπεδο. Ταυτόχρονα αναζητά έναν νέο μοντερνισμό, μια απελευθερωτική λαϊκή ποπ κουλτούρα την οποία μας έχουν υποσχεθεί διάφορα ρεύματα του 20ου και 21ου αιώνα. Πράγμα που εμποδίζεται από την ανάγκη των βιομηχανιών ψυχαγωγίας για μόνιμη πρόοδο και μεγέθυνση των κερδών, όπου τα πάντα αναμασώνται, μιξάρονται, μπαίνουν σε ένα φούρνο μικροκυμάτων και ξανασερβίρονται σε ένα κοινό σε μόνιμή διανοητική υπερ και υποδιέγερση, σαν κάτι καινούργιο. Όπως ο ίδιος γράφει στο κείμενο «Είναι η ποπ νεκροζώντανη;», «Το γεγονός ότι κάτι είναι σύγχρονο δεν σημαίνει ότι είναι καινούργιο».
«Το γεγονός ότι κάτι είναι σύγχρονο δεν σημαίνει ότι είναι καινούργιο»
Ίσως το πιο ευχάριστο κομμάτι στη γραφή του Φίσερ είναι η άνεση που μπορεί να μεταπηδάει από μια κριτική για τα μουσικά κολάζ των νέο-ρετρό συγκροτημάτων, όπως οι Arctic Monkeys ή οι Oasis, σε αναλογισμούς για τα καταστροφικά αποτελέσματα που είχαν οι πολιτικές της Θάτσερ ή του Μπλερ στην ικανότητα της εργατικής τάξης να διατηρήσει την όποια ταξική συνείδηση είχε δημιουργήσει, να παράγει πολιτισμό γι αυτή ή ακόμα να μπορεί να φανταστεί κάτι που δεν ορίζεται στα στενά όρια του συγχρόνου καπιταλισμού. Ο Φίσερ προσπαθεί να εξηγήσει το συγκεκριμένο φαινόμενο δανειζόμενος έναν όρο του Ντεριντά -το «φάντασμα»- και περιπαικτικά μιλάει για στοιχειοντολογία (Hauntology). Πολύ συνοπτικά το φάντασμα σε αντίθεση με τα αντικείμενα, όπως ορίζονται στην οντολογία, δεν υπάρχει καθ’ εαυτό αλλά σηματοδοτεί μια σχέση με αυτό που δεν υπάρχει πια ή ακόμα (φανταστείτε το φάντασμα που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη). Σε μεγάλο βαθμό η αναδίπλωση του χρόνου, όπως παρουσιάζει την κατάσταση της ύπαρξης στο μεταμοντέρνο, οφείλεται στην ασθενική ύπαρξη του προαναφερθέντος φαντάσματος. Ή αλλιώς στα λόγια των There might be giants, «Communists have the music», όχι λόγω κάποιας καλλιτεχνικής υπεροχής αλλά επειδή υπάρχει εύφορο έδαφος για τη συλλογική ουσιαστική παραγωγή πολιτισμού.
Όλο το βιβλίο είναι άκρως προσωπικό, κάτι που η μορφή του μπλογκ προάγει, και ο Φίσερ σε πολλά σημεία φαίνεται να εκφράζει μια απόγνωση, αλλά ταυτόχρονα αναζητά και μια διέξοδο. Σε κάποια σημεία την ψηλαφίζει, αλλά δεν μπορεί να την κατονομάσει. Αρνείται την κατάρρευση των «μεγάλων αφηγήσεων», όχι από καθαρά ιδεολογική σκοπιά αλλά περισσότερο επειδή αναγνωρίζει πως και αυτό αποτελεί μια μεγάλη αφήγηση. Δυστυχώς το έργο του μένει ημιτελές και το παρόν βιβλίο δεν αποτελεί κάποιο καταληκτικό σημείο, αλλά μια πορεία από τον Καπιταλιστικό Ρεαλισμό στο Το αλλόκοτο και το Απόκοσμο (τελευταίο βιβλίο του).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 8-9 Μαρτίου