Κάθε φορά, στην αλλαγή του χρόνου ο νους ταξιδεύει. Όνειρα, ανάγκες, επιθυμίες και «πρέπει». Νέα χρονιά, νέα καθήκοντα. Είναι ένα ερώτημα, βέβαια, πώς μπορείς να ονειρευτείς και να σχεδιάσεις δρόμους ανατροπής με τόση βαρβαρότητα, τόσο κυνισμό, τόσο καπιταλισμό γύρω σου και με έναν συσχετισμό δυνάμεων που μοιάζει ασήκωτος. Κι όμως, η εποχή μας σφραγίζεται από την πιο προκλητική αντίθεση των δυνατοτήτων του κόσμου της εργασίας και της χειραφέτησης και των ακραία καταπιεστικών συνθηκών που έχει επιβάλει το κεφάλαιο. Αν κάτι μας έμαθαν τα τελευταία χρόνια, είναι πως μόνο εάν αγωνιστούμε για την ανατροπή μπορούμε να ανασάνουμε και τελικά να ζήσουμε ελεύθερα. Αλλά έχει έρθει η ώρα να φέρουμε τα πάνω-κάτω, όχι μόνο του συστήματος, μα και του κινήματος. Να πάμε αλλιώς. Να σπάσουμε τα τείχη που ορίζουν ως τέλος του κοινωνικού ορίζοντα τον καπιταλισμό, με τις όποιες παραλλαγές του. Ας σηκώσουμε το βλέμμα, ας ρίξουμε τους μακρινούς προβολείς για να δούμε τον στόχο και τον δρόμο. Τη στρατηγική επιδίωξη της καθολικής κοινωνικής απελευθέρωσης και την επαναστατική τακτική της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, με τις καμπές, τα πισωγυρίσματα, τις εφόδους και το επαναστατικό άλμα. Πατάμε γερά στη γη, είμαστε τμήμα των καταπιεσμένων που λιώνουν, συμβιβάζονται και εξεγείρονται, αλλά θέλουμε να τραβάμε μπροστά. Όχι με μια χιλιαστική πίστη, αλλά με τις νέες δυνατότητες της εργατικής τάξης.
Έτσι υποδεχόμαστε το 2024: «Είπα να σας μιλήσω σε χρόνο μέλλοντα / Θα διαπράξω νοσταλγία που δεν είναι ο προθάλαμος θανάτου / αλλά το κόκκινο της ζωής που αφηνιάζει / Θα πιάσουμε τον κομμουνισμό από την αρχή / κανείς δεν θα είναι ο κανένας όταν γίνουμε ένα / Δεν ξέρω εάν θα έχουμε, αλλά θα είμαστε / με μονάδα μέτρησης τον έρωτα / χρόνος χαμένος δεν υπάρχει» (Κίμων Ρηγόπουλος).