Ρόζυ Μονάκη
Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες της προσπάθειας μετασχηματισμού του κέντρου της Αθήνας σε τουριστική ατραξιόν, σε ένα αστικό κέντρο που η σταδιακή αλλαγή χρήσης της γης θα συμβάλλει στην προσέλκυση κεφαλαίων και στρατηγικών επενδυτών. Σύμφωνα με την πολιτική των «αρίστων» κυβέρνησης ΝΔ και δημοτικής αρχής Μπακογιάννη, ο τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας και το κέντρο της Αθήνας δεν μπορεί παρά να αποτελεί το μεγαλύτερο «εργοστάσιο παραγωγής τραπεζοκαθισμάτων, σιντριβανιών και μεγάλων περιπάτων».
Το οργανωμένο και στρατηγικό αυτό σχέδιο δεν επιτρέπει σε χώρους όπως το Ελεύθερο Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο «Εμπρός» να συνεχίσουν να υπάρχουν.
Γι’ αυτούς ο πολιτισμός αποτελεί πεδίο κερδοφορίας και ιδεολογικής παρέμβασης. Το καλλιτεχνικά αυτοδιαχειριζόμενο θέατρο «Εμπρός» αποτελεί τόπο καλλιτεχνικής δημιουργίας κόντρα στη λογική της εμπορευματοποίησης, τόπο αγώνα, αντίστασης και αλληλεγγύης. Τόπο όπου η τέχνη εκπληρώνει την πολιτική της διάσταση και μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Τόπο που στην πράξη καταστρέφει την εικόνα της
τουριστικής τους φαντασίωσης.
Έτσι, μετά την απάντηση του κινήματος και το φρένο στο τσιμέντωμα του χώρου το περσινό καλοκαίρι από τον κόσμο του αγώνα, ο Μπακογιάννης επανέρχεται με νέα σχέδια. Πρώτα, προχωρά σε συμφωνία με το ΤΑΙΠΕΔ για να του παραχωρηθεί το θέατρο. στη συνέχεια, φέρνει για συζήτηση και ψήφιση από κάθε πρόθυμο του δημοτικού συμβουλίου μια σύμβαση εκμίσθωσης του «Εμπρός» από την Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου (ΕΤΑΔ) στον δήμο της Αθήνας. Με τη σύμβαση αυτή, χώροι όπως το «Εμπρός» για τη δημαρχία Μπακογιάννη δεν είναι παρά «μίσθια» που τελούν υπό κατάληψη από πολιτιστικές ομάδες και γι’ αυτό, στο όνομα «της φύλαξης, της ασφάλειας, της τάξης και της υγιεινής του χώρου», ετοιμάζει την αστυνομική επιχείρηση εκκένωσης και προαναγγέλλει δίκες και την ανερχόμενη ανάπλαση του θεάτρου «Εμπρός», με ανάθεση σε εργολάβο.
Όμως αυτές οι προκλητικές διατυπώσεις και συμπεριφορές διαπράττουν ύβρη και η νέμεσις δεν θα αργήσει να έρθει, όχι μεταφυσικά, από κάποιο αόρατο χέρι, αλλά από το εργατικό, λαϊκό κίνημα και τον κόσμο του αγώνα. Η απάντηση είναι μια και οφείλει να είναι ηχηρή: «Κάτω τα χέρια από τους ελεύθερους ανοιχτούς χώρους πολιτισμού και αντίστασης». Ούτε το «Εμπρός» ούτε κανένα άλλο κύτταρο αγώνα δεν θα γίνει μέρος των σχεδίων τους.
Μέσα στη δίνη της καθημερινότητας, υπό τους ήχους των σειρήνων πολέμου, στη σκιά της υγειονομικής κρίσης, της ακρίβειας, της κυβερνητικής προπαγάνδας, εργαζόμενοι και νεολαία, άνθρωποι της τέχνης και του πολιτισμού συνεχίζουμε να δημιουργούμε τους τρόπους και τόπους να συναντιόμαστε, να συζητάμε, να δημιουργούμε να αντιστεκόμαστε συλλογικά. Υπερασπιζόμαστε τους ανεξάρτητους, ριζοσπαστικούς, πολιτιστικούς χώρους ως ζωντανές εικόνες από το μέλλον, ως τόπους ουσιαστικής ελευθερίας.