Φώτης Χάγιος
Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου θεωρείται, από τους ειδήμονες της τέχνης που υπηρετεί με συνέπεια πάνω από 35 χρόνια, ως ένας από τους κορυφαίους χορογράφους της εποχής μας. Το έργο που μας παραδίδει έχει τόσες πολλές διαστάσεις και μοιραία υπερβαίνει την περιοχή του χορού, αλλά και των εικαστικών τεχνών. Με τον τρόπο αυτόν βαδίζει (ίσως καλύτερα κολυμπά – αφού το νερό ως στοιχείο έχει μια ιδιαίτερη θέση στο σύμπαν που δημιουργεί στη σκηνή) και σε άλλες πολιτείες της ανθρώπινης διανόησης που ξεφεύγουν από την τέχνη.
Ο ΔΠ κοιτάζει τον κόσμο όπως ένας άνθρωπος της Αναγέννησης. Έκθαμβος από το θαύμα της φύσης που ξεδιπλώνεται μπροστά του (γέννηση, έρωτας, παιχνίδι, αλλά και θάνατος). Προβληματισμένος από τη φύση του ανθρώπου που από τη μία μπορεί να εξηγήσει και να προβλέψει τις συνέπειες των πράξεων του, από την άλλη πέφτει και ξαναπέφτει διαρκώς στα ίδια σφάλματα όπως ένα έντομο χτυπάει και ξαναχτυπάει στο τζάμι, δίπλα ακριβώς από το άνοιγμα του παραθύρου που θα το οδηγήσει στην ελευθερία. Προσπαθεί να ισορροπήσει τη ματιά του εγκαρσίως, μεταξύ της «αθωότητας» ενός αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου που διατυπώνει τους πρώτους υπαρξιακούς στοχασμούς της ανθρωπότητας πάνω στο είναι και το γίγνεσθαι και της πονηριάς ενός μικρού παιδιού που προσπαθεί σκαλίζοντας και πειράζοντας ό,τι κινείται γύρω του να αντιληφθεί πώς λειτουργούν τα πράγματα και μέχρι που, εν τέλει, φτάνουν τα όριά του. Όλη η παράσταση είναι μια σπουδή πάνω στα ζητήματα:
- της ματαιότητας: ιδιότυπα σαθρά κατασκευάσματα της ματαιοδοξίας των ανθρώπων, η σισύφεια προσπάθεια να στεγνώσει κανείς τη θάλασσα με ένα πανί, η αδυναμία του ανθρώπου να υπερβεί τα ένστικτά του,
- της γέννησης: η δημιουργία μιας νέας κατάστασης μέσα από το γκρέμισμα του κατασκευάσματος (παιδικό παιχνίδι πάνω στα συντρίμμια), η γέννηση που αποτελεί ταυτόχρονα τόσο προϊόν όσο και βεβήλωση της ομορφιάς,
- της προσπάθειας του ανθρώπου να βρει ισορροπία: συγκλονιστικός ο ζεϊμπέκικος χορός που εκτελείται τηρώντας πιστά ακόμα και τις πιο αυστηρές προδιαγραφές μιας άλλης εποχής.
Όλο αυτό το πετυχαίνει δημιουργώντας σκηνές από γνωστούς πίνακες ζωγράφων της αναγέννησης (tableaux vivants), όπως του Μποτιτσέλι, του Τζιότο, του Μιχαήλ Άγγελου και με υπόκρουση την υποβλητική μουσική του Βιβάλντι. Και αυτό είναι ένα πολύ δυνατό σημείο της παράστασης: Η κατανόηση και εμβάθυνση στο κλασικό χωρίς αυτό να είναι ξένο σώμα ή απλή αναφορά. Με τον τρόπο αυτόν έρχεται σε ρήξη με την κυρίαρχη αισθητική που επιτάσσει άκριτη και χωρίς αρχές αμφισβήτηση του κλασικού (πάντα εντός των πλαισίων μιας κακώς εννοούμενης πολιτικής ορθότητας).
Ο ΔΠ λειτουργεί σαν ένας ταχυδακτυλουργός ο οποίος ενώ αφήνει τα μυστικά του φανερά στα μάτια του θεατή, καταφέρνει και πάλι να τον μαγέψει. Αφήνει τα πάντα ανοιχτά στη δημόσια θέα. Με αυτόν τον τρόπο χρησιμοποιεί και το γυμνό σώμα χωρίς επιτήδευση, όχι για να προβοκάρει ή για να δημιουργήσει εντυπώσεις, αλλά με τη φυσική ομορφιά του.
Αρνητική εικόνα, αλλά όλο και πιο συνήθης σε σημαντικές παραστάσεις όπως αυτή, ήταν η ισχυρή αστυνομική παρουσία (ομάδα ΔΙΑΣ έξω από το χώρο τη μέρα της πρεμιέρας για την προστασία των «επισήμων»). Ποιους προστατεύουν άραγε και από ποιους; Εικόνα που πάει χέρι-χέρι με τις κάμερες που είχαν στηθεί για την υποδοχή των «επισήμων» στο φουαγιέ. Αναγκαίο κακό; Ίσως… Ανάγκη όμως παραμένει το να απολαύσει τέτοιες παραστάσεις ένα ευρύτερο κοινό, εκτός των πλαισίων των πολιτιστικών ιδρυμάτων και των ποικίλων περιορισμών ή συνειρμών που μπορεί να προκαλούν
Η παράσταση παρουσιάζεται στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση μέχρι τις 16 Ιανουαρίου