Γιώργος Παυλόπουλος
Στον πυρήνα της κλιματικής και περιβαλλοντικής κρίσης βρίσκονται οι ανειρήνευτες και βαθιές αντιθέσεις που σφραγίζουν την εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και γίνονται πιο έντονες ενόψει της μετάβασης στη νέα εποχή της «πράσινης οικονομίας», η οποία θα οδηγήσει σε όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και της «ανισόμετρης ανάπτυξης». Στο πλαίσιο αυτό, όλο και πιο δύσκολες θα γίνονται οι διεθνείς συμφωνίες.
Στο φάκελο του Πριν που κυκλοφορεί για την κλιματική αλλαγή γράφουν ακόμα: Μάκης Γεωργιάδης, Σπύρος Δρίτσας και Κώστας Παπαγεωργίου
Αλλεπάλληλοι οι συναγερμοί, «κουφό» το κεφάλαιο
Πιο δυνατός δεν θα μπορούσε να είναι ο συναγερμός που σημαίνουν, για μια ακόμη φορά, επιστήμονες και αρμόδιοι οργανισμοί για το κλίμα και το μέλλον του πλανήτη. Σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ, με βάση τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί για τη μείωση των εκπομπών «αερίων του θερμοκηπίου» –και υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν στο ακέραιο, η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας στην επιφάνεια του πλανήτη μέχρι το τέλος του αιώνα θα φτάσει τους 2,7 βαθμούς Κελσίου. Με άλλα λόγια, θα είναι σχεδόν διπλάσια σε σύγκριση με τον 1,5 βαθμό που υπολογίζεται ότι μπορεί να ανακόψει το «φαινόμενο του θερμοκηπίου» και πολύ μεγαλύτερη από τους 2 βαθμούς, που θεωρούνται το ανώτατο αποδεκτό όριο.
Την ίδια στιγμή, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Μετεωρολογίας –μια ακόμη υπηρεσία του ΟΗΕ– μέτρησε τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα και κατέληξε σε απογοητευτικά συμπεράσματα: Η συγκέντρωση του CO2 κατέγραψε το 2020 νέο ρεκόρ, με 413,2 μέρη ανά εκατομμύριο. Ο παραπάνω αριθμός είναι κατά σχεδόν 150% υψηλότερος σε σύγκριση με την προβιομηχανική εποχή, που θεωρείται ότι τελείωσε το 1750, ενώ η αύξηση σε σχέση με το 2019 ήταν υψηλότερη από τον μέσο ρυθμό της τελευταίας δεκαετίας — κι αυτό, εν μέσω πανδημίας, με σχεδόν σβηστές τις «μηχανές» της παγκόσμιας οικονομίας.
Κι όμως. Τίποτα από όλα αυτά, όπως και τίποτα από όλα τα προηγούμενα, δεν είναι ικανό να κάνει το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του να αλλάξουν στάση και κριτήρια.
Καταδικασμένη σε αποτυχία η διάσκεψη COP26
Ο πήχης ενόψει της νέας διεθνούς διάσκεψης για το κλίμα, που ξεκινά την Κυριακή στη Γλασκώβη, χαμηλώνει καθημερινά. Η απουσία, άλλωστε, των ηγετών χωρών, από τις οποίες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η αντιμετώπιση ή μη της κρίσης (όπως Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία και Ιαπωνία), σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά επιφυλακτικές δηλώσεις των υπολοίπων, αποδεικνύουν ότι ουδείς αναμένει κάτι ουσιαστικό, που θα ανταποκρινόταν στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης που έχει δημιουργηθεί.
Η εικόνα αυτή δεν είναι τυχαία, ούτε οφείλεται σε προσωρινές διαφωνίες. Στον πυρήνα της έχει τις ανειρήνευτες αντιθέσεις ανάμεσα σε ανταγωνιστικά τμήματα του κεφαλαίου, ανάμεσα σε κράτη και ομάδες κρατών, καθώς και ανάμεσα σε διαφορετικά συμφέροντα στο εσωτερικό των κρατών. Πρόκειται για αντιθέσεις οι οποίες αποκαλύπτουν ξεκάθαρα ότι το κριτήριο δεν είναι η σωτηρία του πλανήτη και της ανθρωπότητας αλλά το κέρδος και το όσο το δυνατόν πιο ευνοϊκό «πλασάρισμα», ενόψει της εποχής της «πράσινης οικονομίας». Σφραγίζουν, δε, ανεξίτηλα την εποχή της κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό την επόμενη ημέρα του.
Οι «αναπτυσσόμενες χώρες», για παράδειγμα, στις οποίες συγκαταλέγεται η Κίνα, εξακολουθούν να διεκδικούν το δικαίωμα της εκμετάλλευσης των παραδοσιακών, φτηνών και «βρώμικων» μορφών ενέργειας, όπως έκανε επί δεκαετίες η Δύση, έχοντας αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Γι’ αυτό και το Πεκίνο όχι απλώς δεν συζητά άμεση μείωση των εκπομπών διοξειδίου, αλλά περιορίζεται σε μια αόριστη υπόσχεση ότι θα αρχίσει να τις μειώνει κάποια στιγμή ως το τέλος της δεκαετίας. Για τον ίδιο λόγο, οι πιο φτωχές και καθυστερημένες χώρες απαιτούν χρηματοδότηση και ανταλλάγματα, προκειμένου να μπουν στο παιχνίδι της «πράσινης μετάβασης», κάτι που οι πλούσιες δεν δέχονται.
Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, την ίδια στιγμή, η αντιπαράθεση των λόμπι έχει αγριέψει. Πρακτικά, η «ανταρσία», ακόμη και τμήματος των Δημοκρατικών, αναγκάζει τον Μπάιντεν να προχωρήσει σε δραστικές περικοπές, όχι μόνο των κοινωνικών δαπανών και των δημόσιων επενδύσεων αλλά και των σχεδίων που αφορούν την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και ανήκαν στις «σημαίες» της προεκλογικής του εκστρατείας.
Όσο για την ΕΕ, τα όσα συμβαίνουν αυτήν την περίοδο είναι αποκαλυπτικά. Το ζήτημα της ενέργειας έχει χωρίσει για μια ακόμη φορά τους «27» σε στρατόπεδα, ενώ κάποιες χώρες απειλούν με ανοιχτή ρήξη — όπως η Ισπανία, η οποία ζητά την εξαίρεσή της από το ενιαίο πλαίσιο τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος, θεωρώντας το προκλητικά άδικο. Την ίδια στιγμή, η Γερμανία και άλλα 8 κράτη-μέλη (κυρίως του ευρωπαϊ-
κού Βορρά) έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν ότι δεν κάνουν αποδεκτή οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή της ενεργειακής πολιτικής, επικαλούμενα τη δήθεν προσωρινότητα της κρίσης και τις «δυνάμεις της αγοράς».