Ορμητικά εισέβαλε στη δημόσια συζήτηση το ζήτημα της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών για την covid-19. Με την «Eπιχείρηση Eλευθερία» να προχωρά «ασθμαίνοντας» έξι ολόκληρους μήνες μετά την έναρξή της, κυβέρνηση και φίλια ΜΜΕ ετοιμάζονται για το «επόμενο βήμα», μετά το δόγμα της ατομικής ευθύνης, ανοίγοντας άτσαλα και επιδερμικά μια εξαιρετικά σοβαρή συζήτηση που επί της ουσίας αφορά τον εξαναγκασμό σε ιατρική πράξη.
Πέραν των ηθικών –ακόμα και συνταγματικών– ζητημάτων που ανοίγονται, τα περί υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών επί της ουσίας αποκρύπτουν τις βασικές αιτίες για τη δραματική καθυστέρηση των αντίστοιχων εκστρατειών σε Ελλάδα και ΕΕ: Την αποτυχία της ΕΕ να προμηθευτεί έγκαιρα τον αναγκαίο αριθμό εμβολίων. Τη σκληρή διαπάλη των πολυεθνικών και τον αλλοπρόσαλλο χειρισμό του εμβολίου της AstraZeneca, μετά την εμφάνιση παρενεργειών. Τον «πόλεμο» επιρροής μέσω εμβολίων, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό από την ΕΕ του ρωσικού SputnikV με αμιγώς γεωπολιτικά κριτήρια. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, την έλλειψη σαφούς και τεκμηριωμένης εκστρατείας ενημέρωσης για τα εμβόλια, χωρίς μισές κουβέντες, εκθειαστικές μεγαλοστομίες και συνωμοσιολογικές φοβίες. Ειδικά την άρνηση της κυβέρνησης και των «ειδικών» να αντιμετωπίσουν από την αρχή της πανδημίας την προπαγάνδα εκκλησιαστικών κύκλων και τον θρησκευτικό σκοταδισμό, που τώρα στρέφεται κατά των εμβολιασμών.
Πολλές φορές, άλλωστε, φάνηκε ότι το πρόβλημα δεν ήταν η άρνηση του εμβολιασμού αλλά η ανεπάρκεια διαθέσιμων εμβολίων, όπως, για παράδειγμα, με την «εξαφάνιση» 50.000 ραντεβού με το που άνοιξε η πλατφόρμα τις ηλικίες 18-29, στα τέλη Μαΐου.
Το επίτευγμα των τόσων διαθέσιμων εμβολίων μέσα σε λίγους μήνες από την εμφάνιση της πανδημίας έχει ήδη δυσφημιστεί από το κέρδος των πολυεθνικών και τους διακρατικούς ανταγωνισμούς. Δεν αντέχει άλλο πλήγμα, με την μετατροπή του σε κρατική επιταγή.