Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Μπορεί ο εφοπλιστής Πάνος Λασκαρίδης να δήλωσε στην κάμερα πως «έχει χεσμένη την κυβέρνηση» αλλά αυτό δεν σημαίνει πως οι αστικές κυβερνήσεις και το κράτος δεν δουλεύουν από κοινού με τους εφοπλιστές και εν γένει με το κεφάλαιο για την προώθηση της κυριαρχίας του.
Η χυδαία και αλαζονική φράση του εφοπλιστή Π. Λασκαρίδη («έχω χεσμένη την κυβέρνηση») δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως υποτίμηση ή και μηδενισμός της συμβολής της κυβέρνησης και του κράτους στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της ναυτιλίας. Μάλλον εκφράζει την απαξία του για τη δουλοπρεπή εξυπηρέτηση από την κυβέρνηση του ναυτιλιακού κεφαλαίου, αφού το σύγχρονο αστικό κράτος, παρά το νεοφιλελεύθερο δόγμα της περιορισμένης παρέμβασής του, ενισχύει με πολύπλευρους τρόπους την ασύδοτη δράση του κεφαλαίου στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό.
Κάθε οικονομικά κυρίαρχη τάξη συγκροτεί και διαμορφώνει το κράτος της, για να εξασφαλίζει την αναπαραγωγή της και να εξυπηρετεί γενικά τα συμφέροντα της. Η πολιτική του κράτους, επομένως, καθορίζεται από τον τρόπο παραγωγής, όχι όμως ως απλή αντανάκλασή του. Το ταξικό κράτος επιχειρεί να φαίνεται υπερταξικό και συμφιλιωτικό. Για να εξασφαλίζει την αναγκαία για την εκμεταλλεύτρια τάξη κοινωνική ειρήνη, όσο εξελίσσεται η κοινωνία, το κράτος δεν περιορίζεται στην προστασία και αναπαραγωγή του συστήματος, όπως η έννομη προστασία της ιδιωτικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και η βίαιη καταστολή της αντίδρασης των καταπιεζόμενων τάξεων. Στην πορεία της κοινωνικής εξέλιξης, το κράτος διαπλέκεται όλο και περισσότερο στις δομές και λειτουργίες του συστήματος, για να συμβάλλει πιο αποτελεσματικά και σφαιρικά στην εξέλιξη και εξυπηρέτηση των συμφερόντων του. Η σχεση του αστικού κράτους με την οικονομία πρέπει να εξετάζεται σφαιρικά και όχι αποκλειστικά σχεδόν από την αποτροπή, με το μαστίγιο και το καρότο, της υπονόμευσης και ανατροπής του συστήματος απ’ τις εκμεταλλευόμενες τάξεις.
Από πολλούς πιστεύεται ότι στον μεταπολεμικό κεϋνσιανισμό αναπτύχθηκε κατ’ εξοχήν ο πολύπλευρος παρεμβατικός ρόλος του κράτους, στην οικονομία με τη δημιουργία εκτεταμένου κρατικού τομέα, στον κοινωνικό χώρο με το κράτος πρόνοιας, με την παραχώρηση συνδικαλιστικών και πολιτικών δικαιωμάτων και την αύξηση μισθών και συντάξεων.
Οι πληθωριστικές και πετρελαϊκές κρίσεις του 1973-74 οδήγησαν τις καπιταλιστικές κοινωνίες, στην εγκατάλειψη του κεΪνσιανισμού και στην υιοθέτηση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης. Το νεοφιλελεύθερο δόγμα πρέσβευε την αποδόμηση του όποιου κοινωνικού κράτους, την εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση, την υπερπρονομιακή αντιμετώπιση των ιδιωτικών επιχειρήσεων, τη συρρίκνωση των πολιτικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, το μικρό και επιτελικό κράτος, την «αόρατη χείρα» της αγοράς, την αυτορρύθμισή της, δηλαδή.
Στην πραγματικότητα, παραμένει ισχυρή και εκτεταμένη η σύμπλεξη αστικού κράτους και καπιταλιστικής οικονομίας στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό των επάλληλων κρίσεων, οικονομικών, περιβαλλοντικών, υγειονομικών, διεθνών. Απλώς, έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό ο χαρακτήρας και οι τομείς της κρατικής παρέμβασης.
Παραμένει ισχυρή και εκτεταμένη η σύμπλεξη αστικού κράτους και καπιταλιστικής οικονομίας στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό των επάλληλων κρίσεων
Απ’την παγκόσμια κρίση του 2008, μέχρι σήμερα, κατέρρευσε ο μύθος για την αυτορρύθμιση της αγοράς, αφού η υπέρβαση της κρίσης βασίστηκε στην εκτεταμένη χρηματοδοτική παρέμβαση του κράτους, στην εκτίναξη του βαθμού εκμετάλλευσης και απομύζησης των λαϊκών μαζών. Οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες σώθηκαν με τα εξοντωτικά μνημόνια που επέβαλε στον ελληνικό λαό το ιδιότυπο «κράτος» των Βρυξελλών. Eν μέσω πανδημίας το Ταμείο Ανάκαμψης χρηματοδοτεί προνομιακά την ολιγαρχία. Παράλληλα, ψηφίστηκαν αυταρχικοί νόμοι για την καταστολή των λαϊκών αντιδράσεων στη λιτότητα. Θεσμοθετήθηκε η πανεπιστημιακή αστυνόμευση για την αδρανοποίηση του φοιτητικού κινήματος. Στο βωμό της καπιταλιστικής κερδοφορίας συμβάλλει και ο εργατοκτόνος νόμος Χατζηδάκη που καταργεί το οκτάωρο και καθιερώνει τις απλήρωτες υπερωρίες! Η υποταγή του κράτους στο κεφάλαιο επιβεβαιώνεται από το κύμα ιδιωτικοποιήσεων έναντι πινακίου φακής δημόσιας περιουσίας (λιμάνια, νερά ηλεκτρισμός, εν μέρει προς το παρόν, αεροδρόμια, Ελληνικό), τη διείσδυση του ιδιωτικού τομέα στη δημόσια υγεία, την προστασία του ιδιωτικού τομέα υγείας, παρά τη φονική πανδημία, την ιδιωτικοποίηση του ταμείου επικουρικής σύνταξης, τα ΣΔΙΤ (σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα), με τη μερίδα του λέοντος στις δαπάνες να καταβάλλει το δημόσιο, τη δημιουργία Υπερταμείου υπό τον έλεγχο των δανειστών, στο οποίο ενεχυριάστηκε όλη σχεδόν η περιουσία του Δημοσίου.
H διαπλοκή της αστικής πολιτικής και κεφαλαίου είναι εμφανής και στον νευραλγικό τομέα της διακυβέρνησης. Στελέχη μεγάλων ιδιωτικών οικονομικών συγκροτημάτων προωθούνται σε υψηλές κυβερνητικές θέσεις, ακόμη και στον πρωθυπουργικό θώκο (Παπαδήμος, Ντράγκι). Γνωστή είναι και η επιρροή τμημάτων του κεφαλαίου στην ανάδειξη υπουργών στον τομέα της δραστηριότητάς τους (τουρισμός, ναυτιλία). Γενναιόδωρη είναι η χρηματοδότηση των συστημικών πολιτικών κομμάτων από το μεγάλο κεφάλαιο, που τόσο φειδωλό όμως αποδεικνύεται στις διεκδικήσεις των εργαζομένων. Φοροαπαλλαγές γενναίες παρέχονται στο κεφάλαιο στο βωμό της κερδοφορίας του, ακόμη και εν μέσω κρίσης. Μορφή πλημμυρίδας προσλαμβάνει το μαύρο χρήμα (υπολογίζεται περίπου στο 2,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ) που διαπλέκεται με τομείς του κράτους, ο χρηματισμός κρατικών λειτουργών από ολιγάρχες (σκάνδαλο Κοσκωτά, Siemens κά.)