Βασίλης Μηνακάκης
Ελάχιστα δευτερόλεπτα από την προσοχή των χρηστών του διαδικτύου διεκδικούν οι γιγάντιες πολυεθνικές του χώρου, όσο κρατάει η μνήμη του χρυσόψαρου. Ο Μπρύνο Πατίνο στο βιβλίο του Ο Πολιτισμός του Χρυσόψαρου εξετάζει τη μετατροπή του διαδικτύου σε πεδίο κέρδους, χειραγώγησης κι επιτήρησης.
Το βιβλίο του Μπρύνο Πατίνο, Ο Πολιτισμός του Χρυσόψαρου – Μικρή πραγματεία για την αγορά της προσοχής (Καστανιώτης, 2020) είναι ένα από τα βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει το τελευταίο διάστημα και επιχειρούν να μελετήσουν τη νέα ψηφιακή εποχή και το σύμπαν του διαδικτύου και των social media από μια κριτική, ριζοσπαστική σκοπιά.
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον κάποιων από αυτά –και του βιβλίου του Πατίνο- είναι ότι δεν αρκούνται σε μια περιγραφική καταγραφή των νέων πολιτισμικών τάσεων και συμπεριφορών που συνοδεύουν την ψηφιακή εποχή (έχει και αυτό τη σημασία του)∙ επιχειρούν να εμβαθύνουν, να τις αποκρυπτογραφήσουν και, στο πλαίσιο αυτό, αναδεικνύουν δύο κρίσιμες πλευρές: το πώς ο χώρος αυτός –που ξεκίνησε ως χώρος ελεύθερης πληροφόρηση και διαμοιρασμού- κατέληξε κατά πρώτον να κυριαρχείται από τους νόμους της αγοράς και της εμπορευματικής παραγωγής και, κατά δεύτερον, να αποτελεί πεδίο επιτήρησης, ελέγχου και χειραγώγησης (κυρίως διά μέσου της συλλογής-επεξεργασίας δεδομένων και της στοχευμένης διαφήμισης).
Αυτή η προσπάθεια οδηγεί συχνά πολλούς συγγραφείς στο συμπέρασμα ότι βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή του καπιταλισμού, που ο καθένας από αυτούς ονομάζει με βάση την πλευρά των κοινωνικών-οικονομικών σχέσεων στην οποία εστιάζει. Ο Πατίνο, συγκεκριμένα, εστιάζοντας στην προσπάθεια των γιγάντων του διαδικτύου να τραβήξουν έστω στιγμιαία την προσοχή των χρηστών (δηλαδή, στην «τέχνη της αιχμαλώτισης της προσοχής», για ελάχιστα δευτερόλεπτα, περίπου όσο διαρκεί η μνήμη του χρυσόψαρου – εξ ου και ο τίτλος-), καταλήγει στο συμπέρασμα ότι έχουμε εισέλθει σε μια «νέα μορφή καπιταλισμού». Διευκρινίζει ότι στον πυρήνα αυτής της μετάβασης «δεν βρίσκεται κάποιος τεχνολογικός ντετερμινισμός» και ότι «ο νέος ψηφιακός καπιταλισμός […] επιχειρεί να αυξήσει την παραγωγικότητα του χρόνου για να εξαγάγει απ’ αυτόν ακόμη περισσότερη αξία» (σελ. 18). Αλλού σημειώνει: «είμαστε μάρτυρες του τεχνοκαπιταλισμού της οικονομίας της προσοχής» και «η κατάσταση αυτή είναι το οικονομικό αποτέλεσμα ενός laisser-faire, το οποίο συγχέαμε με την πολιτική ελευθερία» (σελ. 55).
Οι γίγαντες του διαδικτύου ασκούν την «τέχνη της αιχμαλώτισης της προσοχής», για ελάχιστα δευτερόλεπτα, περίπου όσο διαρκεί η μνήμη του χρυσόψαρου
Απέναντι στο συμπέρασμα του Πατίνο –και άλλων συγγραφέων αντίστοιχης προβληματικής- ο μαρξισμός, εάν θέλει να δικαιώσει τον χαρακτήρα του ως διαλεκτικά αναπτυσσόμενου συστήματος ιδεών για την ερμηνεία και την αλλαγή των κοινωνικών-οικονομικών δεδομένων, οφείλει να σταθεί ανοιχτά, δημιουργικά, διαλεκτικά: οφείλει να αξιοποιήσει τις νέες τάσεις που αυτές οι προσεγγίσεις ανιχνεύουν, τα ριζοσπαστικά και ενάντια στην αγορά στοιχεία τους∙ ταυτοχρόνως οφείλει να κάνει ένα βήμα ακόμη, πραγματοποιώντας αυτό που οι επιμέρους, μονομερείς οπτικές –παρά τη χρησιμότητά τους- δεν κάνουν: να συνθέσει τις ψηφίδες, να τις συνδέσει με τα καταστατικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού ως συστήματος –στην εξέλιξή τους, μάλιστα-, με τις πολιτικές και οικονομικές του διαστάσεις και με την ανάγκη καθολικής ρήξης μαζί του.
Βέβαια αυτό δεν πρέπει να το απαιτούμε από τον κάθε Πατίνο, αλλά από τους μαρξιστές της εποχής μας. Κι αν κάτι πρέπει να υπογραμμιστεί για το βιβλίο, δεν είναι η –ριζοσπαστική, έστω- μονομέρειά του, όσο η μεγάλη πρόκληση για τον μαρξισμό, το μεγάλο καθήκον να γραφτεί ένα Κεφάλαιο της ψηφιακής εποχής.
Στην προσπάθεια αυτή, πολλά από τα στοιχεία που αναδεικνύει ο Πατίνο μπορούν να αποδειχθούν εξαιρετικά χρήσιμα.
Ένα από αυτά αφορά τις υπογραμμίσεις γύρω από τη διαμάχη για τα πνευματικά δικαιώματα –στην ουσία για την ιδιοκτησία- στη σφαίρα του διαδικτύου. Στο πλαίσιο αυτό, αναδεικνύει τον κίνδυνο «να επικυρωθεί η υπεροχή του περιουσιακού δικαιώματος έναντι της άσκησης ατομικής ελευθερίας στο ψηφιακό περιβάλλον» (σελ. 41) και απαντά στους ουτοπιστές πιονέρους του διαδικτύου, που πίστευαν ότι «το αόρατο χέρι της αγοράς αντικαταστάθηκε με εκείνο του διαδικτύου»: τότε, «δεν ξέραμε ότι επρόκειτο για την αντικατάσταση μιας μορφής αγοράς από μία άλλη» (σελ. 47).
Ένα άλλο αφορά τη συλλογή δεδομένων: «Ο ψηφιακός καπιταλισμός θα είναι ένας καπιταλισμός των δεδομένων. Τα προσωπικά δεδομένα έχουν συχνά παρομοιαστεί με πετρέλαιο αυτής της επικείμενης οικονομίας […] Αλλά στην αρχική ακατέργαστη, ανεξέλεγκτη μορφή της, η χρήση αυτού του πετρελαίου πραγματοποιείται προς μία και μοναδική κατεύθυνση: την κατανόηση της συμπεριφοράς με στόχο την καλύτερη δυνατή πρόβλεψη, ή και επιρροή της. Με δύο στόχους που μοιάζουν με δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: την επιτήρηση για τις δυνάμεις επιβολής της τάξης, και την αιχμαλώτιση του χρόνου για τη φιλελεύθερη οικονομία της προσοχής» (σελ. 61).