Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Οι αλλαγές που επέβαλλε ο Α. Τσίπρας στο κομματικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ, με κορυφαία την αντικατάσταση του Π. Σκουρλέτη από τη θέση του γραμματέα, σηματοδοτούν την πορεία μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ προς ένα κόμμα του προοδευτικού κέντρου. Προβληματίζει, παράλληλα, την ηγεσία το γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ΝΔ, δεν κερδίζει πόντους επιρροής, αλλά είναι καθηλωμένος.
Την Κυριακή 6 Σεπτέμβρη συνεδρίασε η ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να εγκρίνει την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για την αναδιάρθρωση των ηγετικών θέσεων στον κομματικό μηχανισμό. Όπως αναμενόταν, εγκρίθηκε η πρόταση Τσίπρα, με 29 λευκά όμως. Η σημαντικότερη αλλαγή αφορούσε τη θέση του γραμματέα του κόμματος. Ο Πάνος Σκουρλέτης απομακρύνθηκε απ’ αυτό το αξίωμα, όπου τοποθετήθηκε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος του ηγετικού περιβάλλοντος. Πρόκειται για πολύ σοβαρή κίνηση που σηματοδοτεί αλλαγές στον ΣΥΡΙΖΑ. Το αξίωμα του γραμματέα είναι πολύ σημαντικό στον ΣΥΡΙΖΑ και στα αστικά κόμματα που το θεσμοθετούν, αν και όχι το κορυφαίο όπως στα παραδοσιακά κομμουνιστικά κόμματα. Η αξία του αξιώματος του γενικού γραμματέα στον ΣΥΡΙΖΑ έγκειται στο ότι τίθεται επικεφαλής και έχει την ευθύνη του κομματικού μηχανισμού. Εννοείται ότι ο γενικός γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ από αυτή τη θέση θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στο πλευρό της ηγεσίας του κόμματος (Αλέξης Τσίπρας) στις επερχόμενες αποφασιστικές αλλαγές σ’ αυτό. Η επικέντρωση από την ηγεσία του κόμματος του κέντρου βάρους στην ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί τη Λυδία λίθο για την δυναμική ανάτασή του, αφού μετά τις εκλογές καρκινοβατεί και δεν πείθει, παρά τις πρωτοφανείς δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση της ΝΔ.
Ο κατάλογος των προβλημάτων που προσδιορίζουν τη στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ είναι μακροσκελής: Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμη συνέλθει απ’ την εκλογική ήττα που υπέστη στις πρόσφατες εκλογές, αν και με αξιοπρεπές ποσοστό (31,5%). Η ηγεσία του πίστευε στη δεύτερη τετραετία διακυβέρνησης. Υιοθετώντας την παραδοσιακή ρουσφετολογία, τα έδωσε όλα στο βωμό της προεκλογικής πλειοδοσίας, χωρίς να ευοδωθούν όμως οι ευσεβείς πόθοι της. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει συνέλθει ακόμη από το σοκ της προεκλογικής ήττας, όπως περίτρανα δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. Η ψαλίδα με τη ΝΔ παραμένει πολύ μεγάλη, η ΝΔ δεν έχει ακόμη απομαγευτεί στη συνείδηση της εκλογικής πλειοψηφίας, παρά τα επώδυνα προβλήματα που την περισφίγγουν ασφυκτικά (κορονοϊός, ύφεση με ό,τι συνεπάγεται, ελληνοτουρκικά, προσφυγικό κ.α.).
Το κυριότερο, ο ΣΥΡΙΖΑ πελαγοδρομεί ακόμη, χωρίς να αρθρώνει μία συνεκτική και συνεπή τακτική και μια στρατηγική πρόταση. Αυτό, σε μεγάλο βαθμό βέβαια, είναι αναπόφευκτο, αφού και ο ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνησή του, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενος (κεφάλαιο, ιμπεριαλισμός) στα νεοφιλελεύθερα δόγματα βασίστηκε, με ολίγον επιδοματικό κεϋνσιανισμό και « αριστερίζουσα» ρητορική. Είναι ζητούμενο, λοιπόν, η άρθρωση μιας συνεκτικής τακτικής και στρατηγικής, που θα τον διαφοροποιεί κυρίως ρητορικά και εν μέρει πραγματικά από τη ΝΔ, ώστε να εμπνεύσει στις μάζες ένα νέο όραμα, διαφορετικό όμως από την αριστερή δημαγωγία του 2012-15 που αποκαΐδια της μόνον σώζονται.
Προς το παρόν ο ΣΥΡΙΖΑ επιδίδεται σ’ έναν ατελέσφορο κλεφτοπόλεμο κατά της κυβέρνησης της ΝΔ. Χτυπάει, όπου και όπως μπορεί, την κυβέρνηση με «αριστεροδέξια» επιχειρήματα: Από τη μία, κατηγορεί την κυβέρνηση για ενδοτικότητα έναντι της Τουρκίας, από την άλλη όμως συμφωνεί με το πλαίσιο διαλόγου και συνδιαλλαγής των δύο αστικών τάξεων, που επιβάλλουν οι δυτικοί ιμπεριαλιστές, για να υπηρετήσουν κυρίως τα δικά τους συμφέροντα. Στην κρίση του κορονοϊού, από τη μία, κατηγορεί την κυβέρνηση για αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα, από την άλλη, όμως, δεν επεξεργάζεται μία συγκεκριμένη και πειστική προοδευτική εναλλακτική πρόταση. Στην κριτική για το «πακέτο στήριξης» δεν επικεντρώνεται στον ανεπαρκή και μεροληπτικό υπέρ του κεφαλαίου χαρακτήρα του, αλλά στο ότι δεν είναι «εμπροσθοβαρές» αλλά « οπισθοβαρές».
Ο ανασχηματισμός στον ΣΥΡΙΖΑ σηματοδοτεί την επιτάχυνση του βηματισμού προς την προοδευτική παράταξη
Το βάλτωμα του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ δεν διαφεύγει από την ηγεσία του. Εξάλλου είναι οφθαλμοφανές. Απ’ όλες τις πλευρές του ΣΥΡΙΖΑ τονίζεται ότι πρέπει να δοθεί το σάλπισμα μιας επανεκκίνησής του. Κινητήρια δύναμη αυτής της επανεκκίνησης θεωρείται η δημιουργία μιας ευρείας προοδευτικής παράταξης, απ’ την αριστερά ως το προοδευτικό κέντρο, στα χνάρια της Ένωσης Κέντρου του 1964-65 και του ΠΑΣΟΚ του 1981-85, που θα είναι σε θέση να αγκαλιάσει και να σφυρηλατήσει μιαν ευρεία κοινωνική πλειοψηφία. Αυτή η προοπτική έχει κάνει ήδη τα πρώτα βήματά της με το σχήμα ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν περιορίζει την προοπτική της προοδευτικής παράταξης που οραματίζεται στο ήδη υπάρχον σχήμα ούτε σε μιαν, όχι ιδιαίτερα πιθανή, συμμαχία με το ΚΙΝΑΛ, η οποία θα προκαλέσει ίσως περισσότερα προβλήματα απ’ όσα θα λύσει. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ορθά διαβλέπει ότι στην κοινωνία λογικά δεν υπάρχει χώρος για δύο παρεμφερή σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και ότι ιστορικά το ΚΙΝΑΛ έχει εκμετρήσει το ζην. Προτιμά όμως την κατά μόνας ή κατά ομάδες ένταξη πασοκογενών και άλλων κεντρώων στην Προοδευτική Συμμαχία. Αυτή η μορφή συγκρότησης διευκολύνει και την κατασίγαση των αντιδράσεων της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ στην κορυφή της κομματικής πυραμίδας (Σκουρλέτης, Βούτσης, Φίλης, Τσακαλώτος, 53), αλλά και από απλά μέλη απροσδιόριστου αριθμού. Από την κορυφή της αριστερής πυραμίδας έχει ανοιχτά, αλλά όχι οξυμένα, εκφραστεί ο φόβος για την αλλοίωση της φυσιογνωμίας του κόμματος, για την «πασοκοποίηση» του ΣΥΡΙΖΑ.
Το νέο σήμα του #ΣΥΡΙΖΑ έρχεται σε πολλά χρώματα, το κόκκινο για τη ροδιά, το πράσινο για τα προοδευτικά παιδιά pic.twitter.com/K8K3TH8Zcz
— Πριν (@PRINgr) September 15, 2020
Ο ανασχηματισμός λοιπόν στο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απλώς ένα προεδρικό ανακάτεμα της τράπουλας. Απεναντίας, υπηρετεί την ανάγκη επιτάχυνσης του βηματισμού σε πνεύμα ενότητας προς την προοδευτική παράταξη με τη σταδιακή δημιουργία και καθιέρωση μιας νέας ηγετικής ομάδας περί τον Τσίπρα, ώστε να «τρέξει» την πορεία προς ένα νέο, ισχυρό, ενωτικό κόμμα του Προοδευτικού Κέντρου.
Σε αυτήν την απροκάλυπτη δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να αντιδρά δυναμικά και αποτρεπτικά η αριστερή πτέρυγά του, ακόμη και τα στελέχη που έχουν θητεύσει στο ΚΚΕ εσ. και στον Ρήγα Φεραίο. Αυτή τη στάση φαίνεται ότι εκφράζει το «ενωτικό» άρθρο του Ευκλείδη Τσακαλώτου στην Αυγή (30/8/2020), στο οποίο προβάλλεται ως υπέρτατη ανάγκη και αξία η ενότητά του ΣΥΡΙΖΑ και περιορίζονται οι επιφυλάξεις σε δευτερεύοντα θέματα και ήπιο τόνο. Η ήττα του πολύ ισχυρότερου και ριζοσπαστικότερου ρεύματος Λαφαζάνη στην πολωτική σύγκρουσή του με την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μετά το δημοψήφισμα αποτρέπει τις όποιες αριστερές διαφοροποιήσεις από τη σκέψη δυναμικής αντίθεσης στην προϊούσα αστικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, παράλληλα βέβαια και με τις πιο συντηρητικές απόψεις της.