Αρετή Σκουνάκη*
Η τραγελαφική, χοντροκομμένη και εξωφρενική αυτή υπόθεση, αν δεν ήταν τόσο σοβαρή, θα μπορούσε να αποτελέσει έξοχο θέμα χρονογραφήματος ή θεατρικού έργου. Δυστυχώς δεν πρόκειται για μια ακόμη στημένη δικογραφία με ανύπαρκτες και ψευδείς κατηγορίες. Πρόκειται για μια πρωτοφανή υπόθεση που ξεπερνά το δίχως άλλο κάθε προηγούμενο. Αποτελεί μια καθαρή επίδειξη αυταρχισμού και πυγμής, που ποινικοποιεί ακόμη και τις πιο ελάχιστες κοινωνικές αντιστάσεις, την έκφραση ακόμη και απλών αντιφασιστικών μηνυμάτων.
Δύο συνθήματα όλα κι όλα, «Ο ΠΑΥΛΟΣ ΦΥΣΣΑΣ ΖΕΙ» – «ΠΟΡΕΙΑ 18/9 18:30 ΚΑΜΑΡΑ», ήταν αυτά που έδωσαν κακουργηματικό χαρακτήρα σε μια ανύπαρκτη υπόθεση. Και ήταν τα ίδια αυτά τα συνθήματα που ενεργοποίησαν το βράδυ της Τετάρτης 16 Σεπτέμβρη μια γιγαντιαία αστυνομική επιχείρηση στην παραλία της Θεσσαλονίκης.
Διμοιρίες της Διεύθυνσης Αστυνομικών Επιχειρήσεων, δίκυκλα και περιπολικά της Άμεσης Δράσης, αστυνομικοί της κρατικής ασφάλειας, ομάδες ΔΙΑΣ, ΖΗΤΑ και ΟΠΚΕ έπεσαν με σφοδρότητα και με όλες τους τις δυνάμεις πάνω σε μια μικρή και εντελώς ειρηνική αντιφασιστική πορεία 51 ανθρώπων στο πλακόστρωτο της παραλίας, παραμονές της επετείου δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Και τους συνέλαβαν όλους! Τραυματίζοντας μάλιστα 12 από αυτούς!
Η αιτία των συλλήψεων βρέθηκε στη συνέχεια. Αιχμή του δόρατος ήταν, λέει, η αναγραφή των δύο αυτών συνθημάτων, που ο αστυνομικός τσελεμεντές τα αρίθμησε ως …73, πάνω σε… «κατασκευαστικά στοιχεία της ολοκληρωμένης διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του Λευκού Πύργου»! Και βέβαια από την αρχή μέχρι το τέλος εφαρμόσθηκε η αρχή του γενικού δόλου, μ’ άλλα λόγια η ναζιστικής έμπνευσης αρχή της συλλογικής ευθύνης.
Και καθώς ο Λευκός Πύργος αποτελεί αρχαίο μνημείο, η πράξη αυτή, ως δήθεν «φθορά μνημείου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που έγινε από πολλούς» αποτελεί λέει κακούργημα, που απειλείται με κάθειρξη. Κι έτσι οι 51 αντιφασίστες, αφού κρατήθηκαν για πάνω από δύο 24ωρα σε συνθήκες χοιροστασίου και χωρίς καμία υγειονομική πρόβλεψη, βρέθηκαν να απολογούνται στην 1η Ειδική Ανακρίτρια, απειλούμενοι ακόμη και με προσωρινή τους κράτηση, αλλά και με άλλους περιοριστικούς όρους! Βέβαια, καθώς η ΕΛΑΣ είχε μπροστά της όλη τη νύχτα εμπλούτισε την ανύπαρκτη αυτή υπόθεση και με άλλα αδικήματα, όπως διατάραξη κοινής ειρήνης, διακεκριμένες φθορές, οπλοφορία (κράνη και κοντάρια) κ.α.
Μόνο που τα «κατασκευαστικά στοιχεία της ολοκληρωμένης διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου του Λευκού Πύργου» δεν είναι άλλα παρά κάποιες μαρμάρινες τοιχοποιίες περιμετρικά του Βασιλικού Θεάτρου (και όχι βέβαια του Λευκού Πύργου). Κι είναι γνωστό σε όλους ότι τα μάρμαρα αυτά δεν είναι καθόλου αρχαία, ούτε βέβαια εντάσσονται σε κανέναν περίβολο αρχαιολογικού χώρου! Κι όλοι οι κάτοικοι αυτής της πόλης γνωρίζουμε ότι αυτά κατασκευάστηκαν πολύ πρόσφατα, με την τελευταία ανάπλαση του περιβόλου του Λευκού Πύργου, που ολοκληρώθηκε περί το 2008. Και δεν χρειάζεται καν να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αν θα ήταν ίδια η αντιμετώπιση του περιστατικού, αν δεν επρόκειτο για αντιφασίστες αλλά για μια φιλική παρέα νεαρών, που στα μάρμαρα αυτά ζωγράφιζαν γκράφιτι ή ανέγραφαν μια φράση του τύπου «Μαρίτσα/Γιώργο σ’ αγαπώ», όπως καθημερινά συμβαίνει σε κάθε μικρή ή μεγάλη γειτονιά και πάρκο κάθε ελληνικής πόλης ή κωμόπολης; Κι ούτε χρειάζεται να σχολιάσω ιδιαίτερα το γεγονός ότι η διαγραφή ναζιστικών συνθημάτων και συμβόλων από την πορεία αυτή είναι βέβαιο ότι ενόχλησε σφόδρα την ΕΛΑΣ.
Θα ήταν ίδια η αντιμετώπιση του περιστατικού, αν δεν επρόκειτο για αντιφασίστες αλλά για μια φιλική παρέα νεαρών, που στα μάρμαρα αυτά ζωγράφιζαν γκράφιτι;
Τι και αν κανένας αστυνομικός δεν καταμαρτυρεί απολύτως τίποτε κατά κανενός διαδηλωτή; Τι και αν –πέρα από το γεγονός ότι η αναγραφή συνθημάτων δεν έγινε βέβαια σε κανέναν αρχαιολογικό χώρο- και τα συνθήματα σβήστηκαν με ευκολία και μέσα σε λίγη ώρα από υπαλλήλους του Δήμου Θεσσαλονίκης; Τι και αν η ΕΛΑΣ (προκειμένου να δώσει κακουργηματικό χαρακτήρα στη δικογραφία) «κάλεσε» εσπευσμένα για «κατάθεση» πολλές ώρες αργότερα τον αναπληρωτή προϊστάμενο της Εφορίας Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης (κατά τα λοιπά γνωστό υπέρμαχο της απόσπασης των αρχαιοτήτων από το μετρό της Βενιζέλου), ο οποίος, πέρα από όσα ανυπόστατα αναφέρει, ομολογεί πάντως ότι τα συνθήματα σβήστηκαν άμεσα και εύκολα από συνεργείο του Δήμου; Τι κι αν οι απολογίες των κατηγορουμένων έγιναν συλλήβδην για όλα τα αδικήματα, αφού το κατηγορητήριο συντάχθηκε πολύ αργότερα; Τι κι αν οι προσαγωγές/ συλλήψεις έγιναν αρχικά μόνο για δήθεν διατάραξη κοινής ειρήνης;
Έτσι κι αλλιώς η Εισαγγελία υιοθέτησε άκριτα το κατηγορητήριο που συνέταξε η Ασφάλεια, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά τη διαπίστωση ότι, παράλληλα με την αστυνομία, ο δικαστικός μηχανισμός, τίθεται στο προσκήνιο, στρατευμένος στο σκληρό πυρήνα του συστήματος, προσπαθώντας να διεκπεραιώσει την πιο οριστική ποινική καταστολή των κοινωνικών αγώνων.
Η τραγελαφική, χοντροκομμένη και εξωφρενική αυτή υπόθεση, αν δεν ήταν τόσο σοβαρή, θα μπορούσε να αποτελέσει έξοχο θέμα χρονογραφήματος ή θεατρικού έργου. Δυστυχώς δεν πρόκειται για μια ακόμη στημένη δικογραφία με ανύπαρκτες και ψευδείς κατηγορίες. Πρόκειται για μια πρωτοφανή υπόθεση που ξεπερνά το δίχως άλλο κάθε προηγούμενο. Αποτελεί μια καθαρή επίδειξη αυταρχισμού και πυγμής, που ποινικοποιεί ακόμη και τις πιο ελάχιστες κοινωνικές αντιστάσεις, την έκφραση ακόμη και απλών αντιφασιστικών μηνυμάτων και μάλιστα την παραμονή της επετείου δολοφονίας του Φύσσα και σε χρόνο που αναμένεται η απόφαση για τους δολοφόνους της Χρυσής Αυγής. Κυβέρνηση, αστυνομία και δικαστικός μηχανισμός, σε απόλυτη ταύτιση χωρίς προσχήματα, αγνόησαν και υπέταξαν ακόμη και τη δική τους νομιμότητα κι ό,τι έχει πια απομείνει ως ίχνος συντάγματος, στην ωμή σκοπιμότητα της ποινικής εξουδετέρωσης οποιουδήποτε τολμά να αμφισβητεί, διαδηλώνει και διεκδικεί. Με τον τρόπο αυτό όμως δηλώνεται καθαρά η απουσία κανόνων και άρα δικαιωμάτων στον πόλεμο ενάντια στον εσωτερικό εχθρό, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο το λαό και ιδιαίτερα τα πιο προωθημένα και αγωνιζόμενα τμήματά του. Χωρίς υπερβολή φαίνεται πως εδραιώνεται και διευρύνεται η έννοια του κοινωνικού αγωνιστή, εκείνου δηλαδή που διώκεται και μπαίνει στα αρχεία και τα μπουντρούμια της ΕΛΑΣ για την κοινωνικοπολιτική δράση που αναπτύσσει στα πλαίσια του μαζικού κινήματος.
Στην παρούσα φάση το σύστημα επιδιώκει να υποτάξει κάθε μορφή κοινωνικοπολιτικής δράσης στα πλαίσια της φασίζουσας κυβερνητικής νομιμότητας
Γιατί φαίνεται ξεκάθαρα πως στην παρούσα φάση το σύστημα επιδιώκει να υποτάξει κάθε μορφή κοινωνικοπολιτικής δράσης στα πλαίσια της φασίζουσας κυβερνητικής νομιμότητας. Για την ώρα χρησιμοποίησε τους 51 αντιφασίστες διαδηλωτές ως κοινωνικούς αιχμαλώτους του (θέτοντας σε 19χρονα και 20χρονα παιδιά τον όρο υποχρεωτικής εμφάνισης σε αστυνομικό τμήμα), αποδεικνύοντας και επιδεικνύοντας την αποφασιστικότητά του να πατάξει όχι μόνο την κάθε αμφισβήτηση, αλλά κυριολεκτικά την παραμικρή διαμαρτυρία και το ελάχιστο δικαίωμα.
Γι’ αυτό και σήμερα απαιτείται βαθιά και αποφασιστική αντιπαράθεση στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας. Απαιτεί αποφασιστικό αγώνα διεκδίκησης πολύ περισσότερων και κυρίως, διαφορετικών δημοκρατικών δικαιωμάτων, ατομικών και συλλογικών, από την πλευρά της πλήρους κοινωνικής απελευθέρωσης, η οποία άλλωστε αποτελεί το μόνο, πλήρες και ολοκληρωμένο δημοκρατικό κοινωνικό δικαίωμα της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Αυτός είναι ο μόνος αποτελεσματικός δρόμος υπεράσπισης των κεκτημένων. Διότι πλέον, η δημοκρατία ή θα είναι εργατική ή δεν θα υπάρχει. Όσο για τη δική τους νομιμότητα, αυτή είναι αποκλειστικά και κυριολεκτικά η νομιμότητα του χρήματος και του αστυνομικού τμήματος.
* Η Αρετή Σκουνάκη είναι συνήγορος υπεράσπισης εφτά διαδηλωτών