Μπάμπης Συριόπουλος
Παρά τον δυναμισμό τους, τα κινήματα δεν προβάλλουν ακόμα τους πολιτικούς στόχους αναίρεσης των αιτίων της σημερινής κατάστασης, τις προϋποθέσεις ανατροπής της επίθεσης των κυβερνήσεων και σύγκρουσης με τους νόμους κίνησης του κεφαλαίου.
Το ξέσπασμα εκτεταμένων λϊκών κινητοποιήσεων κι εξεγέρσεων σε πλήθος χωρών γίνεται πηγή ανησυχίας για τις κυβερνήσεις και τα αστικά επιτελεία, από τη μία, καθώς και ελπίδας για τους λαούς και όσους επιμένουν ότι η ιστορία δεν έχει τελειώσει, από την άλλη. Οι αφορμές συνήθως αφορούν ζητήματα φορολογίας των λαϊκών στρωμάτων, την τιμή των καυσίμων καθώς και την ανεπάρκεια και ακρίβεια για πάλαι ποτέ κοινωνικά αγαθά όπως υγεία, παιδεία, συγκοινωνίες. Στοχοποιείται η κοινωνική ανισότητα, η φτώχεια, η ανεργία και η διαφθορά των κυβερνήσεων.
Η πραγματικότητα που αυτές οι εξεγέρσεις αποκαλύπτουν είναι η μόνιμη λιτότητα, τα προγράμματα αποπληρωμής του δημόσιου χρέους προς το ΔΝΤ, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές ιδιωτικοποιήσεων και γκρεμίσματος του όποιου κράτους-πρόνοιας και πάνω απ’ όλα οι χαμηλοί μισθοί και η ανεργία προς όφελος των πολυεθνικών, των «επενδυτών» και της ανάπτυξης. Αναδεικνύεται το σύγχρονο «κοινωνικό ζήτημα» που σφραγίζει η κραυγαλέα αντίθεση πλούτου και φτώχειας καθώς και η καταπάτηση δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Ο φαινομενικά παντοδύναμος καπιταλισμός δεν μπορεί να εξασφαλίσει ένα ανεκτό βιοτικό επίπεδο για την κοινωνική πλειοψηφία, να ικανοποιήσει τις σύγχρονες ανάγκες της, πόσο μάλλον να εκπληρώσει τις επαγγελίες της ατομικής καταναλωτικής ευημερίας.
Τα όρια του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας είναι εξαιρετικά ανελαστικά. Τα μόνιμα κρισιακά φαινόμενα και οι ανάγκες κερδοφορίας του κεφαλαίου δεν επιτρέπουν καμιά σταθερή και σοβαρή βελτίωση της θέσης της εργατικής τάξης. Η περίπτωση της Χιλής είναι ενδεικτική: Χρειάστηκαν εβδομάδες διαδηλώσεων και συγκρούσεων με τις δυνάμεις καταστολής με πάνω από 20 νεκρούς μέχρι τώρα για να δηλώσει ο πρόεδρος Πινιέρα την πρόθεση της κυβέρνησης να αυξήσει το βασικό μισθό από 366 σε 426 ευρώ και μάλιστα με κρατική επιδότηση στους εργοδότες! Μία κίνηση που σε άλλους καιρούς θα ήταν ίσως αποτέλεσμα θεσμικής διαπραγμάτευσης σε συνδικαλιστικό επίπεδο, έστω και με γενική απεργία, σήμερα απαιτεί εξέγερση με νεκρούς. Το αστικό κράτος, στριμωγμένο από τα όρια που θέτει το κεφάλαιο, συνολικοποιεί και πολιτικοποιεί αυτομάτως κάθε οικονομικό αγώνα.
Νίκη, ακόμη και για τα άμεσα, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το σύστημα να αισθανθεί «απειλή»
Απέναντι σε αυτό, η πλειονότητα των λαϊκών εξεγέρσεων, παρά το δυναμισμό τους, δεν προβάλλουν ακόμα τους πολιτικούς στόχους αναίρεσης των αιτίων της σημερινής κατάστασης, τις πολιτικές προϋποθέσεις ανατροπής της επίθεσης των κυβερνήσεων και σύγκρουσης με τους νόμους κίνησης του κεφαλαίου. Πολύ περισσότερο, είναι αδύναμη η πολιτική προοπτική, το ιδεολογικό όραμα. Συχνά έχουν αντιφατικά χαρακτηριστικά και παίρνουν εθνικά χρώματα. Είναι αλήθεια ότι στον Λίβανο, η εθνική σημαία είναι ένα πρώτο στοιχείο ταξικής ενοποίησης και υπέρβασης των εθνοθρησκευτικών διαχωρισμών που έχουν μόνιμο θεσμικό χαρακτήρα. Πόσο όμως η λιβανέζικη σημαία μπορεί να συμπεριλάβει τους Παλαιστίνιους και Σύρους πρόσφυγες, καθώς και τις εργάτριες από την ανατολική Ασία;
Η σημερινή συγκυρία επιβάλλει να αποτιμήσουμε το κύμα των κινημάτων και εξεγέρσεων που ακολούθησαν την εκδήλωση της κρίσης το 2008. Η εξεγέρσεις και η κυβερνητική «ροζ παλίρροια» στη Λατ. Αμερική, η Αραβική Άνοιξη, τα κινήματα στον ευρωπαϊκό Νότο, έδειξαν τα όριά τους, απορροφήθηκαν από κυβερνητικές προοπτικές και λύσεις με καταστροφικά αποτελέσματα (Ελλάδα, Ισπανία), λεηλατήθηκαν ή ηττήθηκαν από αντιδραστικά ρεύματα (αραβικός κόσμος), ενώ στη Λατ. Αμερική οι λαοί αντιμετωπίζουν μια άγρια επίθεση από κυβερνήσεις τύπου Μπολσονάρο και Πινιέρα. Δεν έλειψαν οι συγκρούσεις, η διάρκεια και η μαζικότητα – τα όρια ήταν κυρίως πολιτικά. Τελικά, ήταν η αδυναμία ρήξης με τους υπερεθνικούς οργανισμούς του κεφαλαίου και τις προϋποθέσεις της κερδοφορίας του που έκρινε το αποτέλεσμα.
Οι μακρόχρονες επιπτώσεις της ήττας του ’89, της υποχώρησης του κομμουνιστικού κινήματος σε όλες του τις εκδοχές επιδρούν ακόμα στο συσχετισμό δύναμης σε βάρος της εργατικής τάξης. Κι όμως, η προοπτική για μια κοινωνία χωρίς ατομική ιδιοκτησία κι εκμετάλλευση δεν είναι αναγκαία μόνο για την «τελική σύγκρουση» αλλά και για τις μάχες για τα επείγοντα λαϊκά προβλήματα. Πίσω από οποιαδήποτε κατάκτηση – κοινωνική ασφάλιση, επιδόματα ανεργίας, δημόσια δωρεάν υγεία, συλλογικές συμβάσεις και οχτάωρο – υπήρχε η πραγματική ή ιδεατή απειλή του κομμουνισμού. Οι σημερινές εξεγέρσεις δεν μπορούν να νικήσουν χωρίς αυτή την προοπτική.
Η ταραχή να γίνει εξέγερση και η εξέγερση επανάσταση
Συχνά λοιδορείται στην Αριστερά η προβολή αντικαπιταλιστικών στόχων και η προσπάθεια συγκρότησης κομμουνιστικών πρωτοποριών είτε ως βερμπαλισμός/σεχταρισμός είτε ως αναπαραγωγή κομματικών γραφειοκρατιών γεμάτων νοσταλγία για το ηρωικό παρελθόν και ματαιοδοξία για το παρόν. Εμφανίζουν τους κομμουνιστές σα, να λένε, παραφράζοντας τον Μπρεχτ, «χωρίς εμάς τίποτα αξιόλογο δε θα ‘ρθει». Η κολακεία των αδυναμιών του κινήματος, η αποστροφή για τους στρατηγικούς στόχους, η προσκόλληση στο άμεσο, η υποτίμηση των αντικαπιταλιστικών πολιτικών προγραμμάτων είναι ένας πλάγιος δρόμος για την υποταγή στην σημερινή αστική ιδεολογική ηγεμονία, στο καπιταλιστικό ΤΙΝΑ. Τελικά, αυτό που κάνουν αυτές οι τάσεις δεν είναι παρά εκσυγχρονισμένες και ελάχιστα πρωτότυπες επανεκδόσεις της γνωστής θέσης του Μπερνστάϊν «το κίνημα είναι το παν, ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτα».
Η συγκρότηση κομμουνιστικής πρωτοπορίας είναι αναγκαία πλευρά ακριβώς για την απόσπαση κατακτήσεων, για να έχουμε νίκες σήμερα. Οι κομμουνιστές δεν κοιτάζουν εξ αποστάσεως τις κοινωνικές εκρήξεις και τα κινήματα, προφητεύοντας την ήττα τους, ούτε οικοδομούν στεγανές πρωτοπορίες. «Λερώνουν» τα χέρια τους στα ποτάμια των λαϊκών εξεγέρσεων – όταν εκφράζουν εννοείται, έστω και ανολοκλήρωτα, τα εργατικά συμφέροντα. Συγκρούονται με τα στοιχεία που τις καθηλώνουν, δεν φοβούνται να κολυμπήσουν κόντρα στο ρεύμα, δεν προσκολλώνται στο άμεσο και στο μερικό. Αντιπαλεύουν την αστική ηγεμονία στις συνειδήσεις των εργαζομένων. Προετοιμάζουν ήδη από τις φάσεις κοινωνικής «γαλήνης» και ύφεσης των αγώνων τις επόμενες εξάρσεις του κινήματος ώστε να είναι πιο ολοκληρωμένες, πιο συνειδητές, πιο καθολικές. Έτσι οι «ταραχές» θα γίνουν εξεγέρσεις και οι εξεγέρσεις επαναστάσεις.