Ο κορυφαίος Καναδός δημιουργός Ρομπέρ Λεπάζ επιστρέφει στην Αθήνα με το έργο Kanata – Επεισόδιο 1ο – Η διαμάχη, στο πλαίσιο του φεστιβάλ Αθηνών, για τρεις μόνο παραστάσεις (13-15 Ιούλη), στο Μέγαρο Μουσικής.
Η ποιητική αυτή παράσταση είναι αποτέλεσμα μιαςμοναδικής καλλιτεχνικής Καναδού σκηνοθέτη με το ξακουστό Θέατρο του Ήλιου της Αριάν Μνούσκιν, έπειτα από πρόσκληση της ίδιας την άνοιξη του 2016. Είναι ο μόνος προσκεκλημένος σκηνοθέτης που έχει ποτέ συνεργαστεί με τον θίασό της στα 54 χρόνια λειτουργίας του, και αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού το Θέατρο του Ήλιου και ο Λεπάζ με την ομάδα του Ex Machina μοιράζονται βασικά στοιχεία: τη διαπολιτισμικότητα ως στοιχείο ταυτότητας των ομάδων, τη συλλογική λειτουργία, την απελευθέρωση της φαντασίας και την προσέγγιση των θεμάτων που πραγματεύονται μέσα από τον αυτοσχεδιασμό και τη σωματικότητα.
Στο έργο Kanata ο Λεπάζ μαζί με την ομάδα ανατρέχουν στα 200 χρόνια ιστορίας του Καναδά και προσεγγίζουν την ταυτότητα των Πρώτων Εθνών. Μέσα από μια κινηματογραφική σκηνοθεσία και μια σκηνογραφία με πάνω από 20 ντεκόρ που κόβουν την ανάσα, χρησιμοποιώντας τις νέες τεχνολογίες με τρόπο ευφάνταστο και ποιητικό, δημιουργεί εικόνες επικών διαστάσεων μοναδικής αισθητικής. Το έργο πραγματεύεται θέματα που αφορούν τους αυτόχθονες του Καναδά σήμερα, ως συνέπεια της αποικιοκρατίας,όπως αυτό των χιλιάδων εξαφανισμένων και δολοφονημένων αυτόχθονων γυναικών, της επικράτησης της τοξικοεξάρτησης, της βίαιης απομάκρυνσης των παιδιών από τις κοινότητές τους (πρακτική που συνεχίστηκε μέχρι την δεκαετία του 1980), αλλά και της καταστροφής του περιβάλλοντος στα παρθένα μέχρι πρόσφατα εδάφη των αυτόχθονων πληθυσμών, σχόλιο για τον καπιταλιστικό τρόπο ανάπτυξης.
Πρόκειται για μια νέα ανάγνωση «της ιστορίας του Καναδά μέσα από το πρίσμα των σχέσεων λευκών και αυτοχθόνων», αναφέρει η Μνούσκιν, που έφερε στο προσκήνιο μια πλατειά συζήτηση σχετικά με τις έννοιες του πολιτισμικού «δανείου», της αλληλεπίδρασης των πολιτισμών, της «καταβύθισης μέσα στον Άλλον» και της «ενσυναίσθησης» ως στοιχείων απαραίτητων στο θέατρο.
Πριν καν το ανέβασμά της, η παράσταση προκάλεσε έντονη πολεμική, τόσο στον Καναδά όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρώπη, που είχε ως αποτέλεσμα την αναβολή της παράστασης. Αυτόχθονες καλλιτέχνες και διανοούμενοι με ανοικτή επιστολή κατηγόρησαντους δημιουργούς για πολιτιστική ιδιοποίηση, καθώς δεν συμβουλεύτηκαν τις κοινότητες των αυτοχθόνων και ούτεσυμπεριέλαβανστην παράσταση ηθοποιούς προερχόμενους από αυτές, κάτι που θα διασφάλιζε την αυθεντικότητα, θα επέτρεπε μια πιο βαθιά προσέγγιση και θα έσπαγε τα στερεότυπα.
«[…]Οι ιστορίες των ομάδων, των ορδών, των φυλών, των λαών, των εθνών […] ανήκουν όλες στη μεγάλη Ιστορία της ανθρωπότητας. Αυτή η μεγάλη Ιστορία είναι το έδαφος της τέχνης», αντέτεινε η Μνούσκιν. Ο Λεπάζ, εξάλλου, υπερασπίστηκε την επιλογή του, προβάλλοντας τη βασική αρχή του θεάτρου που λέει ότι «παίζεις κάποιον άλλον […] εάν δεν μας επιτρέπεται να μπούμε στα παπούτσια του άλλου, αρνιόμαστε στο θέατρο την ίδια τη φύση του […]» και υποστηρίζοντας πως σε όλη του τη διαδρομή αφιέρωσε «ολόκληρες παραστάσεις που αναδεικνύουν αδικίες που έχουν υποστεί συγκεκριμένες πολιτισμικές ομάδες στο πέρας της ιστορίας». Τη «διαμάχη» αυτή ενσωμάτωσε, με αριστοτεχνικό τρόπο, στον τίτλο της παράστασης, αλλά και στην ιστορία που αφηγείται, ως ένα μεταθεατρικό σχόλιο πάνω στη θέση και τον ρόλο του καλλιτέχνη στη σύγχρονη κοινωνία.
Βίκυ Παπαδοπούλου