Σταύρος Μουγιακάκος
Ένας πρωτοπόρος και κοινωνικά ευαίσθητος επιστήμονας
Ο Στίβεν Χόκινγκ θεωρείται προσωποποίηση της πρωτοπόρας σκέψης και αμφισβήτησης, όχι απλά επειδή ήταν μεγάλος φυσικός, αλλά επειδή έβλεπε τη γνώση και την πρόοδο ως συλλογικό κεκτημένο της ανθρωπότητας και όχι ως ατομική ιδιοκτησία του επιστήμονα
Στις 14 Μάρτη 2018 απεβίωσε ο διαπρεπής θεωρητικός φυσικός Στίβεν Χόκινγκ. Αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες μορφές της επιστήμης του 20ού αιώνα τόσο λόγω των επιστημονικών του ανακαλύψεων όσο και λόγω της στάσης του απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα, τη διάδοση της επιστημονικής γνώσης και τη χρόνια μάχη που έδινε με τα προβλήματα υγείας του.
Ξεκίνησε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 1959 σε ηλικία 17 ετών. Ο Χόκινγκ δεν παρέπεμπε στο καθιερωμένο πρότυπο του αφοσιωμένου και συνεπή φοιτητή παρά σε αυτό ενός πολύπλευρου, εξωστρεφή και αρκετά αντισυμβατικού νέου με αναζητήσεις και διαρκή αμφισβήτηση. Καθοριστικό σταθμό στη ζωή του αποτέλεσε η διάγνωσή του, σε ηλικία 21 ετών, με αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση, μία παραλυτική νόσο του κινητικού νευρώνα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των γιατρών ο Χόκινγκ είχε μπροστά του δύο χρόνια ζωής, κάτι το οποίο συνέχισε να διαψεύδει μέχρι και τον θάνατό του 55 χρόνια μετά.
Ο Χόκινγκ, παρά την ασθένειά του, συνέχισε τις σπουδές του και το επιστημονικό του έργο στη φυσική και την κοσμολογία με στόχο να εξηγήσει τις λειτουργίες του σύμπαντος. Γνωστότερες είναι, ίσως, oι θεωρίες του για τη δημιουργία και την ακτινοβολία των μαύρων τρυπών καθώς και τη γέννηση και εξέλιξη του σύμπαντος. Σε αυτές, ο Χόκινγκ επιχείρησε με πρωτοπόρο τρόπο να συνθέσει τη Γενική Σχετικότητα του Αϊνστάιν και τη Κβαντική Μηχανική στην περιγραφή του σύμπαντος, προσπάθεια η οποία είναι ακόμα αρκετά μακριά από την πλήρη υλοποίησή της. Ωστόσο, το έργο του Χόκινγκ είχε μεγάλη επίδραση σε αυτήν την πορεία. Συνολικά το έργο του χαρακτηρίζεται από συνεπή επιστημονική έρευνα σε συνδυασμό με τολμηρές ιδέες που εξέφρασε κατά καιρούς.
Πολλά μπορούν να ειπωθούν όσον αφορά τις φυσικές θεωρίες του Χόκινγκ. Ένα όμως πράγμα είναι αναμφισβήτητο, ότι με τη στάση του και τις απόψεις του απέδειξε ότι οι αναζητήσεις για τα ζητήματα του σύμπαντος δεν είναι μόνο ενασχόληση των απανταχού ειδικών αλλά υπόθεση της συλλογικής διανόησης — και αυτό είναι κάτι που υπηρέτησε με συνέπεια. Με μια σειρά βιβλίων, και ειδικότερα με το Χρονικό του Χρόνου, προσπάθησε να εξηγήσει με απλά λόγια τις ανακαλύψεις της σύγχρονης φυσικής και να δώσει τη δυνατότητα στον μη εξοικειωμένο αναγνώστη να προβληματιστεί και να αμφισβητήσει την υπάρχουσα αντίληψη. Με αυτόν τον τρόπο, ξέφυγε από το μοτίβο που προέτασσε ότι με την εκλαΐκευση της επιστήμης ασχολείται ο αποτυχημένος ερευνητής. Αυτή η δεύτερη διαφορετική πλευρά του Χόκινγκ, αυτή του επιστήμονα-κοινωνικού ανθρώπου, υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητάς του. Ο Στίβεν Χόκινγκ αποτυπώθηκε στην κοινωνική συνείδηση ως η προσωποποίηση της πρωτοπόρας σκέψης και αμφισβήτησης, όχι απλά επειδή ήταν μεγάλος φυσικός, αλλά επειδή έβλεπε τη γνώση και την πρόοδο ως συλλογικό κεκτημένο της ανθρωπότητας και όχι ως ατομική ιδιοκτησία του επιστήμονα.
Μια τρίτη καθοριστική πλευρά της προσωπικότητάς του ήταν η τοποθέτηση και ευαισθητοποίηση του γύρω από τα προβλήματα της κοινωνίας και ειδικά των καταπιεσμένων. Ο άνθρωπος-επιστήμονας Χόκινγκ δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει αυτό που ήταν, αν δεν υπήρχε αυτή του η πτυχή. Ο Χόκινγκ πραγμάτωσε, σε ένα βαθμό, αυτό που ονομάζουμε «κοινωνικός επιστήμονας». Δεν φοβήθηκε να έχει ξεκάθαρη δημόσια πολιτική τοποθέτηση και έμπρακτη στάση για μια σειρά ζητήματα, από την ισραηλινή κατοχή στην Παλαιστίνη, την καταστροφή του περιβάλλοντος, την παγκόσμια φτώχια και τον κίνδυνο που προκύπτει από την ανάπτυξη τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης υπό την ιδιοκτησία λίγων ανθρώπων. Σε γράμμα του προς την κυβέρνηση του Ισραήλ μετά από πρόσκληση που δέχθηκε στις 3 Μαϊου του 2013 ανέφερε:
«Αποδέχθηκα την πρόσκληση που μου στείλατε μόνο για να εκφράσω τη θέση μου για την προοπτική μιας συμφωνίας ειρήνης αλλά και επειδή θα μου επέτρεπε να επισκεφθώ τη Δυτική Όχθη και να δώσω ομιλίες εκεί. Πάραυτα, έλαβα μεγάλο αριθμό επιστολών από ακαδημαϊκούς από την Παλαιστίνη. Επιμένουν ότι πρέπει να σεβαστώ το μποϋκοτάζ. Λαμβάνοντας αυτό υπόψη, αποσύρω τη συμμετοχή μου από το συνέδριο. Αν όμως συμμετείχα θα εξέφραζα τη θέση μου ότι η πολιτική της Ισραηλινής κυβέρνησης είναι πιθανό να οδηγήσει σε μια καταστροφή».
Εξίσου εύγλωττη ήταν η τοποθέτησή του σχετικά με τις εξελίξεις γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη: «Αν οι μηχανές παράγουν όλα όσα χρειαζόμαστε, το αποτέλεσμα εξαρτάται από το πώς αυτά θα διανέμονται. Ο καθένας μπορεί να απολαύσει μια πολυτελή ζωή, αν η ευμάρεια που παράγεται από τις μηχανές μοιράζεται. Από την άλλη, περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να καταλήξουν άθλια φτωχοί αν οι ιδιοκτήτες των μηχανών συνεχίσουν το λόμπι κατά της αναδιανομής του πλούτου. Μέχρι τώρα, η τάση δείχνει προς τη δεύτερη εκδοχή, με την τεχνολογία να οδηγεί σε ολοένα και αυξανόμενη ανισότητα».
Σε μια περίοδο που το καθιερωμένο πρότυπο του επιστήμονα είναι αυτό του κοινωνικά αποστασιοποιημένου και αποξενωμένου από το προϊόν της έρευνάς του, ο Χόκινγκ αποτέλεσε μια ελπιδοφόρα παραφωνία. Παρά τα όρια των αντιλήψεών του, χρησιμοποίησε το βήμα που του δόθηκε για να εκφράσει ριζοσπαστικές απόψεις τόσο για την επιστήμη, τη διάδοση της και τον ρόλο της στην κοινωνία όσο και για μια σειρά αμιγώς πολιτικά-κοινωνικά ζητήματα. Για αυτούς λοιπόν τους λόγους, ο Χόκινγκ θα μείνει χαραγμένος στη συλλογική μνήμη ως μια προσωπικότητα που επαναπροσδιόρισε τα καθήκοντα του επιστήμονα απέναντι στην κοινωνία και πήρε θέση σε κρίσιμα ζητήματα, όποτε αυτό χρειάστηκε, αποτελώντας έτσι πηγή έμπνευσης για τους μελλοντικούς επιστήμονες και για έναν άλλο τρόπο ανάπτυξης και κοινωνικοποίησης της γνώσης, της επιστήμης και της τεχνολογίας.