Στην διάλεξη που έδωσε φέτος, στο πλαίσιο της έναρξης του ακαδημαϊκού έτους για το AFI (Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου), ο Quentin Tarantino έδωσε την εξής συμβουλή στους νέους κινηματογραφιστές. “φτιάξτε την ταινία εκείνη, που δεν θα υπήρχε χωρίς εσάς, που δείχνει όλα όσα θα θέλατε να δείτε σε μία ταινία, όπως μόνο εσείς μπορείτε να τα δείξετε” (σε ελεύθερη απόδοση).
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΓΚΟΥ
Ταινίες όπως το «Κάντο μόνος σου» δείχνουν πως είναι εφικτή η δημιουργία μίας αξιοπρεπούς ταινίας δράσης, δίχως υπερβολές και δίχως τα budget μαμούθ
Με το Do it Yourself, ο νεαρός δημιουργός Δημήτρης Τσιλιφώνης, μοιάζει να επιχειρεί ακριβώς αυτό. Είναι, μάλιστα, ακόμα πιο αρμόζουσα η συμβουλή καθώς πρόκειται για μία κωμική περιπέτεια, γρήγορη στο ρυθμό και έξυπνη στην αφήγηση, σαν αυτές που χαρακτηρίζουν τον Quentin Tarantino. Περιττό να ειπωθεί πως ταινίες σαν αυτήν δεν βρίσκουν συχνά τον δρόμο της παραγωγής στην Ελλάδα, κι ακόμη πιο σπάνια πετυχαίνουν το στόχο τους. Γι αυτά τα χαρακτηριστικά της και μόνο, καθώς και για την τιμιότητα και τη φρεσκάδα της προσέγγισης. Δυστυχώς, βέβαια, η ταινία “πάσχει” από αρκετές τάσεις “ερασιτεχνισμού” και βιασύνης, που βαραίνουν, συχνά, τον σύγχρονο Ελληνικό κινηματογράφο. Ωστόσο, ας μην προτρέχουμε.
Ο Άλκης, λοιπόν, είναι ένας νεαρός μικροαπατεώνας, που μέσω κάποιων ατυχών γνωριμιών που κάνει στη φυλακή, καταλήγει να πρωταγωνιστεί σε ένα viral youtube video που μέλει να οδηγήσει στον θάνατο του. Ξεκινάει, έτσι, η αλληλουχία των επιλογών, που πρέπει να σκαρφιστεί μόνος του (do it yourself), που θα τον κρατήσουν στη ζωή.
Η ταινία κερδίζει τον θεατή από την πρώτη σεκάνς, που περιέχει και την πρώτη από τις πολλαπλές ανατροπές που διαδέχονται η μία την άλλη καθ’όλη τη διάρκεια της, και καταφέρνει να κρατήσει έναν πολύ ευχάριστο και σχετικά γρήγορο ρυθμό, που διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή. Η ιστορία φαίνεται πως έχει γραφτεί με ειλικρινή διάθεση και μεράκι, με αποτέλεσμα ένα πολύ ενδιαφέρον, φρέσκο σκριπτ και μία ταινία που δεν προσποιείται κάτι που δεν είναι. Είναι, δηλαδή, μία ταινία εμπορική, έξυπνη και χιουμοριστική, με καλογραμμένους και ευφάνταστους χαρακτήρες, μέσα από τους οποίους, γίνεται και ένας, ελαφρύς, πλην επίκαιρος πολιτικός σχολιασμός.
Δυστυχώς, η ταινία πάσχει από ένα πρόβλημα παραδοσιακά παρόν στον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο, αυτό των κακών διαλόγων. Το πρόβλημα δεν είναι πανταχού παρόν, σε μεγάλο μέρος τους οι διάλογοι είναι αποδεκτοί, ωστόσο σε πολλά σημεία είναι επίσης ανυπόφορα ξύλινοι. Επίσης, όπως ίσως θα ήταν αναμενόμενο από μία ταινία που δοκιμάζει ένα δύσκολο και ασυνήθιστο είδος, υπάρχουν σοβαρά κενά στην λογική εξέλιξη της ιστορίας, όσο κι αν καλύπτονται εν μέρει από το ρυθμό της αφήγησης. Τέλος, είναι κάπως υπερβολική και η χρήση του soundtrack, που υπερκαλύπτει σε πολλά σημεία τη δράση σε επίπεδο αντιπαραγωγικό, που αποπροσανατολίζει τον θεατή από την πλοκή.
Όταν πέφτουν οι τίτλοι τέλους, η ταινία αφήνει μία ευχάριστη γεύση και την ανάμνηση μίας διασκεδαστικής εμπειρίας. Πιο σημαντικά, όμως, αφήνει την παρακαταθήκη μίας απόδειξης πως είναι εφικτή η δημιουργία μίας αξιοπρεπούς ταινίας δράσης, δίχως υπερβολές και δίχως τα budget μαμούθ που κυκλοφορούν συνήθως στο Hollywood, δίνοντας, ίσως, το έναυσμα για περισσότερες παραγωγές του είδους στο μέλλον.
Η ταινία προβλήθηκε εκτός συναγωνισμού στο 58ο Φεστιβάλ θεσσαλονίκης
http://www2.filmfestival.gr/el/movie-tdf/movie/7929