του Θανάση Σκαμνάκη
Φεύγει ο Οκτώβρης και το φως του. Μια καταιγίδα μας χρέωσε μερικές καταστροφές κατά τόπους, αλλά κατά τ’ άλλα είχε νηνεμία, από εκείνες που καθηλώνουν πάντα τους Αχαιούς στην Αυλίδα τους -και τι πρέπει να θυσιάσουμε για να φυσήξει; Όπως κι αν τη δεις. Μια απόπειρα να αναστατώσουμε τον Οκτώβρη δεν απέδωσε. Λίγοι ανταποκρίθηκαν, και λογικά δημιουργήθηκαν απορίες, μα που πήγαν εκείνοι που πλημμύριζαν τις πλατείες;, και μια απογοήτευση, μας τα πήραν όλα, τι γίνεται τώρα; Ακόμα κι εκείνοι που είναι μαθημένοι από παρόμοιες νηνεμίες, στρίβουν ανήσυχοι στον ύπνο τους, αγωνιώντας για σημάδια. Παρατηρούν με προσοχή να δουν, να καταλάβουν. Κάνουν προβλέψεις. Τροφοδοτούν προσδοκίες. Ξέρουν, κυρίως αισθάνονται, σα ναυτικοί, εκείνα που οι στεριανοί παραβλέπουν.
Όταν στρίβει ο καιρός, δεν βγάζει ανακοινώσεις, αλλάζει ανεπαίσθητα ο αέρας, ριγεί η θάλασσα προς άλλη κατεύθυνση, αλλάζουν σχέδιο πτήσης τα πουλιά, τα ιστιοπλοϊκά αλλάζουν τα πανιά τους. Αυτοί που δεν παρατηρούν προσεχτικά, δεν βλέπουν αλλαγές. Περνάνε ώρες μέχρι να καταλάβουν, όταν πια έχει σηκωθεί κύμα, έχει αλλάξει χρώμα και κατεύθυνση η θάλασσα, τα θαλασσοπούλια έχουνε βγει στεριά. Οι οχυρωμένοι στην ασφάλεια της γης στεριανοί δεν έχουν ανάγκη, λένε, τις προφητείες του νερού και του ορίζοντα. Δεν έχουν ανάγκη την παρατήρηση. Αλλοίμονο από τους ναυτικούς, που πρέπει να παρατηρούν αδιάκοπα και να ξέρουν.
Όταν όμως έρθει η θύελλα, τα νερά πρώτους θα πάρουν εκείνους που κοίταζαν αλλού. Παίρνει ο καιρός μαζί του όσα θέλει, κόπους, επιδιώξεις, στέρεες πεποιθήσεις, ανθρώπους -και το σώμα και τη σκέψη τους. Αλλάζει το τοπίο, κι εκείνοι που ανησυχούσαν με την τόση νηνεμία, τρομάζουν τώρα. Κοπάζει, έπειτα, η θύελλα, οι πληγέντες θρηνούν τις απώλειες, βγάζουν καταγγελίες, ορισμένοι βγάζουν συμπεράσματα.
Μετά ξαναγυρίζουν στα προηγούμενα. Άμα μάθεις στην ανάπαυση δεν την ξεσυνηθίζεις. Και κυρίως του μυαλού.
Όμως αλλοίμονο και σε στεριανούς και σε ναυτικούς, που εγκαταλείπουν τη ζωή τους, που δεν προσέχουν τα σημάδια, που δεν θέλουν να ασχοληθούν με τις προβλέψεις, που αφήνουν τον καιρό να κυλάει…
Τίποτα δεν είναι που να μην αλλάζει, για το καλύτερο ή για το χειρότερο.
Κι αν εσύ παριστάνεις τον ίδιο, ακόμα κι εσύ ξέρεις πως δεν είσαι