του Μιχάλη Ψύλου
Η Κίνα είναι μαγνήτης για τις ευρωπαϊκές εταιρείες. Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κίνας, πανηγυρίζει το γερμανικό περιοδικό Ντερ Σπίγκελ, τονίζοντας με έμφαση ότι ο όγκος των σινοευρωπαϊκών εμπορικών συναλλαγών φτάνει τα 600 δισ. δολάρια. «Ως το τέλος της δεκαετίας η ΕΕ και η Κίνα επιδιώκουν να ανεβάσουν τις εμπορικές συναλλαγές στο ένα τρισ. δολάρια» αναφέρει το γερμανικό περιοδικό.
ναι πλέον γερμανική και ενισχύει καθοριστικά την επέκταση της Γερμανίας προς τις αναδυόμενες αγορές της Άπω Ανατολής. Οι υπόλοιπες χώρες-μέλη της ΕΕ χρηματοδοτούν ουσιαστικά τις γερμανικές εξαγωγές στην Κίνα, καθώς οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις είναι αδύνατο να ανταγωνιστούν τις γερμανικές που επωφελούνται από το πολύ πιο φτηνό «χρήμα». Το γερμανικό περιοδικό δεν διστάζει να το παραδεχτεί: «Πάντως», γράφει το Σπίγκελ, «τα οφέλη της εμπορικής αυτής σχέσης είναι άνισα κατανεμημένα στην Ευρώπη, με τα περισσότερα πλεονεκτήματα να τα έχουν οι χώρες του ευρωπαϊκού Bορρά». Η κινεζική ηγεσία θεωρεί επίσης την Ευρώπη αντιστάθμισμα έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, γεγονός που εκμεταλλεύεται άριστα το Βερολίνο. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η Κίνα έχει ήδη μπει για τα καλά στις αγορές κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης.
Το Πεκίνο επενδύει ταυτόχρονα σε μια ολόκληρη σειρά στρατηγικών βιομηχανιών στην Ευρώπη και ρίχνει πολλά κεφάλαια σε αγορές ακινήτων. Προσφέρθηκε επίσης να ικανοποιήσει τις επείγουσες ανάγκες για υποδομές στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, όπως στις υψηλής ταχύτητας σιδηροδρομικές εμπορευματικές μεταφορές. Το Πεκίνο έχει συμφωνήσει στην κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής υψηλών ταχυτήτων που συνδέει την Ουγγαρία με τη Σερβία και δεσμεύτηκε να βοηθήσει τη Ρουμανία να συνδεθεί με την Ουγγαρία. Ένας άλλος σημαντικός πυλώνας της επεκτατικής πολιτικής της Κίνας είναι η πραγματοποίηση επενδύσεων σε ευρωπαϊκές χώρες πλούσιες σε φυσικούς πόρους.
Ιδιαίτερα ελκυστικός για το Πεκίνο είναι ο τομέας της ενέργειας στα Βαλκάνια. Μεγάλες δυτικές εταιρείες κοινής ωφέλειας είναι απρόθυμες να κάνουν ριψοκίνδυνες επενδύσεις και έτσι το λόγο έχει η Κίνα. Χώρες όπως η Αλβανία, το Μαυροβούνιο και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη είναι ελκυστικές στον τομέα της υδροηλεκτρικής ενέργειας. Τα Σκόπια, η Σερβία και η Κροατία προσελκύουν ήδη κινεζικές εταιρείες στον τομέα της αιολικής ενέργειας. Τα εξαγγελθέντα κινεζικά έργα υποδομής στη Μολδαβία θα ξεπεράσουν το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, όταν το ΑΕΠ της χώρας δεν ξεπερνά τα 4 δισεκατομμύρια ευρώ! Η Κίνα βλέπει τις χώρες αυτές όχι μόνο σαν μια αγορά για τις δικές της στρατηγικές βιομηχανίες της. Όπως γράφει το Σπίγκελ, «για το Πεκίνο, οι εμπορικές σχέσεις με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι οι μεταβατικές οικονομίες τους επιτρέπουν στην Κίνα να παρακάμπτει κάποιους από τους κανόνες αντιντάμπινγκ της ΕΕ και να εξάγει έτσι προϊόντα απευθείας σε μια αγορά 800 εκατομμυρίων ανθρώπων».
Στόχος του Πεκίνου είναι να επιταχύνει τη δημιουργία ενός δικτύου λιμένων, κέντρων logistics και των σιδηροδρόμων για τη μεταφορά των κινεζικών προϊόντων σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η «ελληνική» πολιτική του Πεκίνου και ας πάψει να πανηγυρίζει η κυβέρνηση για τις αναπτυξιακές της επιτυχίες. Στα κινεζικά σχέδια επέκτασης στην Ευρώπη στρατηγική σημασία έχει το λιμάνι του Πειραιά, οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι, τα περιφερειακά αεροδρόμια και όλη η Ελλάδα ως χώρα υποδοχής των κινεζικών προϊόντων που προορίζονται για ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο, ενδεχομένως και με πηγή προέλευσης ΕΕ.