Δολοφονία κόντρα στην αντεπίθεση των αγώνων
Νέα κατάσταση
του Γιάννη Ελαφρού
Οι τελευταίες εξελίξεις φέρνουν στο προσκήνιο με ακόμα πιο επιτακτικό τρόπο την ανάγκη να ανατραπεί η βάρβαρη πολιτική κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ, η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και κάθε κυβέρνηση με ίδια πολιτική. Γιατί αυτοί προωθούν τον κοινωνικό και πολιτικό εκφασισμό, την αβάσταχτη εξαθλίωση, την ανεργία και τη φτώχεια, τον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό. Η ελπίδα βρίσκεται σε ένα αποφασιστικό, πολιτικό μαζικό κίνημα.
Η πολιτική κατάσταση έχει γυρίσει σελίδα. Υποστηρίζουμε ότι αυτή η αλλαγή επιβλήθηκε καταρχήν από την επιστροφή του κινήματος, από την εισβολή στο πολιτικό προσκήνιο αγώνων με πολιτικά και ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, με πρώτα και κύρια την πενθήμερη απεργία των καθηγητών και των άλλων κλάδων. Αλλά επίσης από τη στυγερή δολοφονία από τη Χρυσή Αυγή και το βαθύ κράτος που την στηρίζει – ελέγχει του αντιφασίστα αγωνιστή Παύλου Φύσσα. Τα πράγματα εξελίσσονται με μεγάλη ταχύτητα. Ο αντίπαλος και πιο συγκεκριμένα το «πολιτικό γραφείο» της αστικής πολιτικής και της κρατικής παρέμβασης, που είναι (σχεδόν) πάντα η κυβέρνηση, κινείται πολύ γρήγορα, θέλοντας να προλάβει τις αντιδράσεις και να διαμορφώσει ευνοϊκό πλαίσιο για την κλιμάκωση της επίθεσης.
Η νέα σελίδα στην πολιτική κατάσταση διαμορφώθηκε από την τάση των εργαζομένων να αντισταθούν στην επιδρομή και να παλέψουν για την ανατροπή της. Τάση η οποία πρωτοεμφανίστηκε στις συνελεύσεις των καθηγητών τον Μάη, με 20.000 κόσμο να αποφασίζει απεργία στις εξετάσεις. Συνεχίστηκε με το ξέσπασμα στην ΕΡΤ, τη λαϊκή συμπαράσταση, αλλά και την απόφαση εκατοντάδων εργαζομένων να κρατήσουν τους σταθμούς ανοικτούς, υπό δικό τους έλεγχο και να μεταδίδουν πρόγραμμα για μήνες. Η μαχητική και μαζική αντίδραση των καθηγητών στις απολύσεις συναδέλφων τους τον Ιούλη, έδειχνε ότι η περίοδος της αμηχανίας και της ηττοπάθειας που είχε διαμορφωθεί μετά τις εκλογές του Ιούλη του 2012 βάδιζε προς το τέλος της. Δύο ήταν οι βασικοί αντικειμενικοί λόγοι γι’ αυτό: Ο πρώτος είναι η χειροτέρευση της ζωής, αλλά και τα άμεσα κτυπήματα που επιφέρει η πολιτική της «χούντας» κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ (π.χ. απολύσεις – διαθεσιμότητες, κλείσιμο σχολείων – νοσοκομείων – εργοστασίων, όπως με την αμυντική βιομηχανία ή ξεπουλημάτων όπως στην Λάρκο). Ο δεύτερος είναι ότι αυτή την περίοδο έγινε καθαρό ότι δεν υπάρχει φως στο τούνελ και προετοιμάζεται τρίτο Μνημόνιο και διαιώνιση της καταστροφής που έφερε η καπιταλιστική επίθεση.
Μπροστά στην προοπτική μιας νέας ανάτασης του κινήματος, που κουβαλά βέβαια όλες τις ανεπάρκειες και τις καθυστερήσεις από την ήττα του ρεφορμιστικού συνδικαλισμού, το σύστημα απάντησε με ένταση της φασιστικής, κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας, με αποκορύφωμα την εν ψυχρώ δολοφονία του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι (είχε προηγηθεί η δολοφονική επίθεση κατά αφισοκολλητών του ΚΚΕ στο Πέραμα). Έχει μεγάλη σημασία να αντιληφθούμε τα συνδυασμένα κτυπήματα του παρα-κρατικού βραχίονα της Χρυσής Αυγής ως απάντηση στη νέα ανάταση του λαϊκού και εργατικού κινήματος και ειδικά στην εκπαίδευση. Δεν είναι η πρώτη φορά εξάλλου: Το 1991 με τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα από ακροδεξιά ομάδα κρούσης της ΟΝΝΕΔ, με επικεφαλής τον Καλαμπόκα. Το 1998 με την απόπειρα δολοφονίας του Δημήτρη Κουσουρή και των δύο συντρόφων του από χρυσαυγίτες, με επικεφαλής τον Ανδρουτσόπουλο (Περίανδρο). Το 2013 με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, του παλικαριού που κοίταξε στα μάτια τους φασίστες.
Ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη ανατροπής της βάρβαρης πολιτικής κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ
Σε συνθήκες τρομερής αντιλαϊκής επίθεσης και κοινωνικής πόλωσης οι εξελίξεις δεν μπορούν να ομαλές. Η ένταση της ταξικής πάλης και της γιγαντιαίας κοινωνικής αναμέτρησης που αντικειμενικά δημιουργεί η προώθηση της βάρβαρης επίθεσης του κεφαλαίου από την Ιερή Συμμαχία κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ, για μια υπεραντιδραστική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, θα δημιουργεί μεγάλα πολιτικά γεγονότα και πολιτικές καμπές. Ακόμα και την περίοδο που όλα έδειχναν ότι θα κυριαρχήσει η ηρεμία και η καθυπόταξη των κοινωνικών αντιδράσεων, είχαμε τονίσει ότι αργά ή γρήγορα, σε ανώτερο ή όχι βαθμό, η κρούστα της ακινησίας και της απρόσκοπτης εφαρμογής των επιταγών των μνημονίων θα σπάσει.
Η μεγάλη επιστροφή του κινήματος και της αγωνιζόμενης κοινωνικής πλειονότητας δημιούργησε μια αίσθηση απειλής για την κυβέρνηση και ενεργοποίησε όλους τους μηχανισμούς του συστήματος. Η κυβέρνηση Σαμαρά, η οποία τόσο καιρό όχι μόνο είχε ανεχτεί τους νεοναζί φονιάδες (ο «δικός της» κρατικός μηχανισμός τους κάλυπτε και τους στήριζε), αλλά άφηνε να διαρρέουν και σενάρια για συμμαχία με τη «σοβαρή» πτέρυγά τους ή και με όλο το νεοναζιστικό τέρας, εμφανίζεται τώρα σαν έτοιμη από καιρό και εξαπολύει μια συνολική πολιτική και νομική παρέμβαση. Στόχος; Να εμφανιστεί ως πόλος που σώζει την αστική δημοκρατία από τα άκρα. Ως η σώφρων, ήρεμη αλλά αποφασιστική αστική πολιτική δύναμη, που εγγυάται την ομαλότητα, από τα άκρα. Από το άκρο των νεοναζί της Χρυσής Αυγής, αλλά και από το αριστερό άκρο, που το εύρος του ανοίγει σαν βεντάλια για το κυβερνητικό στρατόπεδο: Δεν διστάζουν να περιλαμβάνουν ακόμα και τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, αλλά πάντοτε την ανατρεπτική Αριστερά και το μαχόμενο μαζικό λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα. Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, συνέχεια των μνημονιακών κυβερνήσεων Γ. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου, η κυβέρνηση που εφαρμόζει μια ακραία αντιλαϊκή και αντιδημοκρατική πολιτική, η κυβέρνηση λύκος κατά των λαϊκών συμφερόντων, εμφανίζεται τώρα ως «πρόβατο», ως δήθεν δημοκρατικό «κέντρο», που σώζει από τα χειρότερα. Εντάξει, μπορεί να πεινάτε, μπορεί να μην έχετε δουλειά, μπορεί να έχετε πέσει θύματα του πιο άγριου κοινωνικού πολέμου, αλλά με το στιβαρό χέρι Σαμαρά – Βενιζέλου θα αποφύγετε τον εμφύλιο και το μαχαίρωμα. Ησυχία, τάξη, ασφάλεια και πάνω απ’ όλα, Μνημόνιο για πάντα. «Όλοι ενωμένοι» υπό τον Σαμαρά για να συνεχιστεί η ίδια πολιτική, ιδού το νόημα του συνθήματος της ομαλότητας, που εκπέμπει η κυβέρνηση.
Απεναντίας όμως, όλες οι τελευταίες εξελίξεις φέρνουν στο προσκήνιο με ακόμα πιο επιτακτικό τρόπο την ανάγκη να ανατραπεί η βάρβαρη πολιτική κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ, η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και κάθε κυβέρνηση που θα εφαρμόσει την ίδια πολιτική. Γιατί είναι αυτή η πολιτική και αυτή η κυβέρνηση που προωθεί τον κοινωνικό και πολιτικό εκφασισμό, που δημιουργεί την αβάσταχτη εξαθλίωση, την ανεργία και τη φτώχεια, που οικοδομεί τον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό και στο έδαφος αυτό αναπτύσσεται ο φασισμός. Άρα το κίνημα και η Αριστερά δεν μπορεί να αποδεχθεί καμιά λογική συναίνεσης ή ομαλότητας, γιατί η αποφασιστική βελτίωση και η εξομάλυνση των όρων ζωής της εργατικής τάξης και του λαού μπορεί να έρθει μόνο με την ανατροπή της κανιβαλικής επιδρομής.
Πώς όμως θα γίνει αυτό; Η επιστροφή του κινήματος και ειδικά η δυναμική που ανέδειξε η απεργία των καθηγητών, των διοικητικών υπαλλήλων των ΑΕΙ – ΤΕΙ και των άλλων κλάδων που μπήκαν στον αγώνα με λογική αποφασιστικού αγώνα (και στη συγκεκριμένη περίπτωση απεργία διαρκείας) δείχνουν ένα δρόμο, ο οποίος βεβαίως δεν είναι χωρίς αγκάθια, παγίδες και πρωτόγνωρες δυσκολίες.
Η απεργία των καθηγητών που ξεκίνησε τη Δευτέρα είχε πραγματικά συγκλονιστική έναρξη. Τη Δευτέρα η συμμετοχή έφτασε το 90%, ενώ πραγματοποιήθηκαν εντυπωσιακές διαδηλώσεις στην Αθήνα και σε όλες τις πόλεις. Στο 80% η απεργία την Τρίτη και με υψηλά ποσοστά σε όλη τη χώρα τις επόμενες. Είχε πολλά χρόνια να γίνει μια τόσο μεγάλη, καθολική σχεδόν, απεργιακή κινητοποίηση στους καθηγητές και όχι μόνο. Απέδειξε ότι η πολιτική της κυβέρνησης, καταρχήν στο χώρο της εκπαίδευσης αλλά και γενικότερα, είναι καταδικασμένη από τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων. Οι γελοιότητες των Αρβανιτόπουλου, Κεδίκογλου και Σία ότι η ΟΛΜΕ δεν εκφράζει τους καθηγητές βρέθηκαν στα σκουπίδια. Απέδειξε ότι ο κόσμος μπορεί να μπει στον αγώνα (και στον απεργιακό αγώνα), έχει διάθεση και δυνατότητες, αρκεί να εμπνευστεί από μια προοπτική πραγματικού αγώνα και όχι κινήσεων διαμαρτυρίας. Ο συσχετισμός δυνάμεων σε ένα κλάδο και συνολικά δεν είναι στατικά δεδομένος, που η Αριστερά οφείλει να τον μελετά με την ακρίβεια ορνιθοσκόπου, αλλά είναι δυναμικά εξελισσόμενος, με βάση και την παρέμβαση των ταξικών δυνάμεων. Η απεργία των εκπαιδευτικών έφερε στο προσκήνιο τη δυναμική του μαζικού αγώνα, ενός πολιτικοποιημένου, αποφασιστικού, ανατρεπτικού και δημοκρατικού μαζικού κινήματος.
Δεν είναι τυχαία η επίδραση που είχε ευρύτερα στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Συνέβαλε σε μια πολύ μαζική συμμετοχή των δασκάλων στην 48ωρη απεργία (ακόμα και) της ΑΔΕΔΥ, ανέβασε σημαντικά τα ποσοστά σε όλους τους κλάδους. Οδήγησε σε πολύ μαζικές διαδηλώσεις δεκάδων χιλιάδων απεργών, ξαναγέμισε το Σύνταγμα και τις άλλες μεγάλες πλατείες, σηματοδότησε την γενική επιστροφή του κινήματος. Έθεσε με τον πιο πραγματικό τρόπο την ανάγκη και τη δυνατότητα για ένα παρατεταμένο κοινό απεργιακό μέτωπο των κλάδων και των τόπων δουλειάς που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επίθεσης, ως ατμομηχανή για τη συνολική αντεπίθεση του λαού.
Ταυτόχρονα, συγκίνησε τους μαθητές, τους γονείς, όχι μόνο δεν επέτρεψε κοινωνικό αυτοματισμό, αλλά συναντήθηκε γόνιμα με τη διάχυτη αγωνία του λαού και των εργατικών οικογενειών για το κτύπημα στα εκπαιδευτικά και εργασιακά δικαιώματα.
Από πού αντλεί τη δύναμη ο αγώνας των καθηγητών; Καταρχήν από το δίκαιο των αιτημάτων του, για παιδεία, εργασία, ελευθερία και δημοκρατία. Από ένα πλαίσιο διεκδικήσεων, οι οποίες ενώ έχουν βαθύ κοινωνικό έρεισμα είναι ξεκάθαρα πολιτικές, με την έννοια ότι απαιτούν ριζική αλλαγή πολιτικής για να ικανοποιηθούν. Οι καθηγητές, μέσα από τις αποφάσεις του συνεδρίου της ΟΛΜΕ αλλά και των γενικών συνελεύσεων, έθεσαν επίσης το ζήτημα της ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής και είχε το θάρρος να καλέσει σε πλατύ κοινωνικό μέτωπο αγώνα. Έθεσε θέματα όπως η διαγραφή του χρέους και η ρήξη με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ.
Αυτό το πολιτικό κάλεσμα, που δεν είχε καμία σχέση με μια απλή αλλαγή κυβέρνησης και μάλιστα με την αναμονή των εκλογών, ενέπνευσε σημαντικά τμήματα εργαζομένων, ξεσηκώνοντας βέβαια και την οργή των εκπροσώπων του συστήματος και του σάπιου πολιτικού προσωπικού.
Πού βρέθηκε ένα σωματείο να κάνει πολιτική, να θέτει γενικούς στόχους και να ζητά ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής; Πώς τολμά να αμφισβητεί την εκλεγμένη κυβέρνηση; Πολιτική έκφραση υπάρχει μόνο μέσω των εκλογών και όχι με απεργίες και διαδηλώσεις. «Είναι τερατώδες αυτό που έγραψε σήμερα η ΟΛΜΕ. Και μόνο γι’ αυτόν το λόγο θα έπρεπε να πάψει να υπάρχει η ΟΛΜΕ», είπε ο γνωστός πολιτικός τραμπούκος Θ. Πάγκαλος μιλώντας στον ραδιοσταθμό Βήμα. Γιατί αυτό; Γιατί τόλμησε η ΟΛΜΕ να στραφεί «κατά της εκλεγμένης κυβέρνησης της χώρας». Και μόνο αυτή η αντίδραση δείχνει πόσο σημαντικό για το λαό και πόσο απειλητικό για το σύστημα είναι ένα πολιτικό εργατικό κίνημα, που δεν θα μπαίνει στην τσέπη κανενός κόμματος, αλλά θα διαμορφώνει τη δική του αγωνιστική και πολιτική ατζέντα. Ταυτόχρονα, ο Θ. Πάγκαλος αποκάλυψε την πολιτική κατεύθυνση της νέας αντιδραστικής θωράκισης του πολιτικού συστήματος, δήθεν με αφορμή τη Χρυσή Αυγή, αλλά με τελικό στόχο το μαζικό κίνημα και την Αριστερά της ανατροπής.
Στις σημερινές συνθήκες η αναγκαία πολιτικοποίηση του κινήματος είναι ανάγκη να εκφραστεί στους εξής στόχους:
Πρώτο, στη διεκδίκηση και στην κατάκτηση στόχων για το ψωμί – παιδεία – ελευθερία (όπως εκφράζεται σε κάθε χώρο και συνολικά), για την απόκρουση πλευρών της επίθεσης και για τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων.
Δεύτερο, για το σπάσιμο της βάρβαρης επιδρομής κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ σε κρίσιμα μέτωπα (π.χ. διαθεσιμότητες, νόμος για νέο λύκειο) και συνολικά για την ανατροπή της, με τους κομβικούς στόχους της διαγραφής του χρέους, της εξόδου από ευρώ και ΕΕ και του κτυπήματος του κεφαλαίου.
Τρίτο, με το τσάκισμα της κυβερνητικής – κρατικής και φασιστικής βίας και τρομοκρατίας, το σάρωμα της Χρυσής Αυγής και της παλιάς και νέας αντιδραστικής επίθεσης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Με τα δημοκρατικά δικαιώματα ενάντια στο σύγχρονο κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό, που είναι το παρόν και το μέλλον του αστικού πολιτικού συστήματος και της ΕΕ.
Τέταρτο, για την ανατροπή της άθλιας κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, με τη δύναμη του μαζικού κινήματος, και κάθε κυβέρνησης που θα εφαρμόσει την ίδια πολιτική.
Ταξική ανασυγκρότηση του κινήματος
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ, ΜΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ
Για να ξεδιπλωθούν και να νικήσουν οι εργατικοί και λαϊκοί αγώνες είναι απαραίτητη η ταξική ανασυγκρότηση του μαζικού και του εργατικού κινήματος, η ρήξη και η υπέρβαση του αστικοποιημένου, κυβερνητικού και γραφειοκρατικού συνδικαλισμού, όχι μόνο στα λόγια, αλλά στην πράξη. Αυτό αποδείχθηκε περίτρανα και θετικά και αρνητικά στον αγώνα της ΟΛΜΕ.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένας τέτοιος αποφασιστικός αγώνας, με λογική απεργίας διαρκείας, ξέσπασε σε κλάδους όπου οι εργαζόμενοι αποφασίζουν μέσα από τις γενικές συνελεύσεις των σωματείων τους.
Η εργατική δημοκρατία, η στροφή στη βάση, ο έλεγχος του αγώνα από τις γενικές συνελεύσεις των σωματείων και εκλεγμένες απεργιακές επιτροπές αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για να ξεπεραστούν τα εμπόδια, για να πνεύσει ένας νέος άνεμος δημιουργίας, αλλά όχι βεβαίως παράγοντας από μόνος του ικανός.
Είναι πολύ σημαντικό ότι στον πρώτο κύκλο γενικών συνελεύσεων των ΕΛΜΕ στις αρχές Σεπτέμβρη, σε συνελεύσεις μεγάλης μαζικότητας, οι καθηγητές υπερψήφισαν την πρόταση για πενθήμερες επαναλαμβανόμενες, παρότι δεν ήταν πρόταση του ΔΣ της ΟΛΜΕ (δεν είχε πλειοψηφία, συγκέντρωνε πέντε στις ένδεκα ψήφους).
Αλλά ακόμα και στις επίσης πολύ μαζικές συνελεύσεις της περασμένης Πέμπτης η μεγάλη πλειοψηφία των καθηγητών στάθηκε πάλι υπέρ της απεργίας διαρκείας (φτάνοντας σχεδόν το όριο των 2/3 που επέτρεπε την επικύρωση από τη συνέλευση των προέδρων).
Τέτοιοι αγώνες μπορούν να ξεδιπλωθούν με αποφάσεις γενικών συνελεύσεων, αλλιώς η γραφειοκρατία και οι δυνάμεις της ηττοπάθειας κάνουν ό,τι μπορούν για να τις φρενάρουν.
Αυτό έκαναν και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπου ήταν πολύ χαρακτηριστική η συνειδητή προσπάθεια των δυνάμεων της ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ σε κρίσιμους κλάδους του Δημοσίου (π.χ. δάσκαλοι, ΟΤΑ) αλλά και συνολικά στην ΑΔΕΔΥ να μην προχωρήσει ο ενιαίος απεργιακός συντονισμός και η διαμόρφωση πανίσχυρου απεργιακού μετώπου, σε κοινό βηματισμό με την απεργία διαρκείας της ΟΛΜΕ, που πραγματικά μπορούσε να συγκλονίσει την κυβέρνηση και να κλονίσει – ανακόψει – ανατρέψει την επίθεση.
Την ώρα που σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορεί να πηγαίνει κανείς μόνος του, πρέπει να κτυπούμε όλοι μαζί, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ σφυρίζουν αδιάφορα.
Δυστυχώς με τις ηγεσίες των δυνάμεων της ρεφορμιστικής Αριστεράς να επιλέγουν πυροσβεστική λογική, με άλλα επιχειρήματα βεβαίως.
Επιτακτική ανάγκη για άλλη Αριστερά
Η μεγάλη απεργία των καθηγητών και όλη η σύγκρουση γύρω απ’ αυτήν, αναδεικνύει την ανάγκη για μια άλλη Αριστερά, για μια Αριστερά της ανατροπής και της νίκης, που θα μπορέσει να συσπειρώσει και συγκροτήσει πολιτικά και οργανωτικά τις νέες πρωτοπορίες που ξεπηδούν από τον αγώνα. Καλύπτοντας την τραγική απόσταση που υπάρχει σήμερα μεταξύ αναγκαιότητας και δυνατοτήτων που προκύπτουν από την ταξική πάλη από τη μια και ελλείμματος ισχυρών πρωτοπόρων δυνάμεων, με επαναστατική κατεύθυνση από την άλλη.
Ο αγώνας των εκπαιδευτικών δεν θα μπορούσε να εκδηλωθεί εάν δεν δρούσε στο εσωτερικό του το ρεύμα των Παρεμβάσεων, οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και του ταξικού εργατικού κινήματος. Αυτές οι δυνάμεις που συγκροτούν την ανατρεπτική Αριστερά του κλάδου (με όλη την πολυμορφία και τις αντιφάσεις της), με τη συμμετοχή των καθηγητών του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι εκείνες που σηκώνουν σταθερά (αλλά όχι «παγωμένα», χωρίς σκέψη και προβληματισμό, σαν το σταματημένο ρολόι) την ανάγκη ενός αποφασιστικού αγώνα, με πολιτικό περιεχόμενο και μορφές σύγκρουσης κι όχι διαμαρτυρίας. Αυτές οι δυνάμεις σήκωσαν το γάντι του ξεπουλήματος της απεργίας στις εξετάσεις τον Μάη κι αντί να μείνουν σε μια κριτική κατά πάντων, τόνισαν ότι το απεργιακό κύμα θα ξανάρθει κι εργάστηκαν γι’ αυτό. Αυτές οι δυνάμεις και σήμερα θα ανοίξουν δρόμους για να έρθει στην επιφάνεια η δυναμική χιλιάδων καθηγητών για αγώνα ανατροπής. Αλλά και σε συνολικό επίπεδο, ήταν οι δυνάμεις της ταξικής πτέρυγας και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που έθεσαν το θέμα του απεργιακού μετώπου σε όλο το Δημόσιο, κι ευρύτερα στο εργατικό κίνημα. Που έθεσαν μια λογική συνολικής αντεπίθεσης για το σπάσιμο και την ανατροπή της επίθεσης και της κυβέρνησης.
Απέναντι σε αυτή τη νικηφόρα προοπτική, οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ αντέτειναν έναν αγώνα σε λελογισμένες δόσεις, με στόχο την προετοιμασία των δυνάμεων. Αποκορύφωμα όλων αυτών ήταν ότι το ΠΑΜΕ πρότεινε στη διοίκηση της ΓΣΕΕ 24ωρη απεργία για τα μέσα …Οκτώβρη, μια απεργία «καλά προετοιμασμένη» βεβαίως. Στην ΑΔΕΔΥ όπως και σε όλους τους κλάδους του Δημοσίου έδωσαν μάχη για να μην υπάρξει απεργιακός συντονισμός με τους καθηγητές. Στους δασκάλους έφτασαν στη γελοιότητα να γράφουν σε ανακοίνωση του ΠΑΜΕ και στην 3η σελίδα του κυριακάτικου Ριζοσπάστη ότι η πρόταση των Παρεμβάσεων απορρίφθηκε από το 80% των συλλόγων και να κρύβονται πίσω απ’ αυτό. Τι είχε συμβεί; Στο 20% των συνελεύσεων που έγιναν περίπου, η πρόταση των Παρεμβάσεων πέρασε στη μεγάλη πλειοψηφία, αποκτώντας περίπου το 20% των ψήφων στη συνέλευση προέδρων της ΔΟΕ. Το άλλο 80%, πίσω από το οποίο κρύβεται το ΠΑΜΕ, είναι οι ελάχιστοι σύλλογοι που πέρασε η πρόταση για 48ωρη (την οποία επίσης υποστήριζαν οι ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ) και οι υπόλοιποι σύλλογοι που δεν έγιναν συνελεύσεις, προφανώς και λόγω σαμποταρίσματος από ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ!
Το ΚΚΕ λέει συνεχώς ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για σκληρούς απεργιακούς αγώνες, κι έτσι συναντιέται (χωρίς να το καταλαβαίνει;) με τον ΣΥΡΙΖΑ του κοινοβουλευτικού δρόμου, που τον έχει ανακηρύξει σαν τον μεγαλύτερο εχθρό του. Κι όντως ο ΣΥΡΙΖΑ και στον αγώνα αυτό, πέρα από τη στάση του στην εκπαίδευση, δεν έριξε όλες τις δυνάμεις του για μέτωπο ανατροπής.
Η Αριστερά –και πολύ περισσότερο οι κομμουνιστές– δεν μπορεί να καταγράφουν απλώς τις διαθέσεις του κόσμου. Αυτό είναι απαραίτητο, αλλά για να βρούμε τους δρόμους της ανατροπής τους. Εάν δεχθούμε ότι ο συσχετισμός μέσα στο εργατικό κίνημα είναι ακόμα αρνητικός για τις ταξικές δυνάμεις (και βεβαίως έτσι είναι) υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα: Πώς θα αλλάξει αυτή η κατάσταση; Με την κομματική κατήχηση; Με τον κομματικό διαχωρισμό και την καταπολέμηση κάθε άλλης αριστερής πρότασης για το ξεδίπλωμα του αγώνα; Ή με ένα σχέδιο για κίνημα ανατροπής από τα κάτω;