Κατερίνα Φραγκουλοπούλου
Ένα εντυπωσιακό ανέβασμα του εξαιρετικού έργου του Μπρεχτ σε έναν καινούργιο χώρο στα Πατήσια, στο θέατρο ARK. Οργανωμένο έγκλημα και μια παραβολή για την άνοδο του φασισμού, σε μια εποχή που δεν κρύβει τις αναλογίες της.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Πρώτος ο Μπέρτολτ Μπρεχτ. Έγραψε το έργο το 1941, επιστρέφοντας στο ξεκίνημα, την άνοδο του φασισμού. Η δράση τοποθετείται στο Σικάγο, την εποχή της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης. Όλοι οι πρωταγωνιστές παίρνουν θέση στη σκηνή: το Τραστ, η διαπλοκή, ο έλεγχος της δικαιοσύνης, η συγκάλυψη από τα ΜΜΕ και ο λαός που φτωχοποιείται, εξαθλιώνεται, νιώθει ανασφαλής και αφήνει τον φασιστικό λόγο να του χαϊδέψει τα αυτιά και να κοιμήσει τη συνείδησή του.
Είναι το έργο μια πολιτική ανάλυση, ένα μάθημα πολιτικής οικονομίας για το πώς ο καπιταλισμός γεννάει το φασισμό; Όχι. Ο ίδιος ο Μπρεχτ χαρακτήρισε το έργο του ως ιστορική φάρσα. Οι φιγούρες του είναι εξπρεσιονιστικές, παραμορφωμένες, ωστόσο γερά δομημένες και αναγνωρίσιμες. Η δράση καταιγιστική. Το έργο αποτελείται από 15 σκηνές και όλα έρχονται μπροστά μας απογυμνωμένα από τα φτιασίδια τους: τα στομφώδη λόγια και το μικρό ηθικό ανάστημα των προσώπων, τα κουνουπίδια και ο υπόκοσμος, ιστορικά γεγονότα (ο εμπρησμός της αποθήκης/Ράιχσταγκ) και η εκμετάλλευσή τους, το τότε και το τώρα. Γιατί, χωρίς να προσπαθεί να διδάξει, ο Μπρεχτ καταδεικνύει το γεγονός ότι ο φασισμός δεν ήταν μια στιγμιαία παρεκτροπή αλλά κάτι που μπορεί να συντελεστεί εκ νέου, ανά πάσα στιγμή.
Μετά, ο Μπινιάρης συνάντησε τον Μπρεχτ. Ο Άρης Μπινιάρης ξεκίνησε τη δεκαετία του ’90 ως καλλιτέχνης δρόμου. Παρουσίαζε νούμερα με ξυλοπόδαρα και ζογκλερικά κόλπα με φωτιές. Αυτή η
«προϋπηρεσία» του υπάρχει στη σκηνή, στον τρόπο που προσέγγισε το έργο, με μεγάλη ευαισθησία και διορατικότητα, είναι αλήθεια.
Κατόρθωσε να συνδυάσει στη σκηνή στοιχεία από το γερμανικό καμπαρέ, την πανκ-ροκ κουλτούρα και το επικό θέατρο, σε μια εξαιρετική άσκηση ισορροπίας πάνω σε ένα σκοινί, που ο ίδιος τέντωσε. Παρουσιάζει ένα άρτιο αποτέλεσμα. Πλάθει έναν κόσμο αυτοτελή, ολοζώντανο, γοητευτικό και αποκρουστικό ταυτόχρονα. Με αξιόλογους συνοδοιπόρους στο εγχείρημά του, φέρνει στη σκηνή ήρωες-καρικατούρες, με λευκά, στεγνά πρόσωπα (σχεδιασμός μακιγιάζ: Olga Falei, μαλλιών και περουκών: Χρόνης Τζήμος) και γρήγορες, μηχανικές, σχεδόν καρτουνίστικες κινήσεις (κίνηση-χορογραφία: Χαρά Κότσαλη), που ζουν σε ένα έντονο και ψυχρό φως (Στέλλα Κάλτσου), υπό τον άγριο και μεταλλικό ήχο (Αλέξανδρος Κτιστάκης), χωρίς να μπορούν να κρύψουν τίποτα. Κρατάει τους θεατές του σε εγρήγορση και συλλαμβάνει τη στιγμή που η πραγματικότητα ανοίγει διάπλατα την πόρτα στη φασιστική λαίλαπα.
Αναμφίβολα στα θετικά της παράστασης και η σκηνογραφική και ενδυματολογική δουλειά του Πάρη Μέξη. Στη σκηνή κυριαρχεί μια μεταλλική κατασκευή, που κινείται και εμφανίζει-«γεννά» τους χαρακτήρες, τους κρύβει όταν χρειάζεται και ίσως επωάζει τα αυγά του φιδιού.
Στη συνέχεια, στην παρέα προστέθηκε ο Γιώργος Χρυσοστόμου, ως Αρτούρος Ούι. Ο Χρυσοστόμου υλοποιεί μπροστά στα μάτια μας το φασιστικό έκτρωμα. Χρησιμοποιεί όλα τα εκφραστικά του μέσα, το σώμα του, τη φωνή του, με εντυπωσιακό τρόπο και αποτέλεσμα. Απογυμνώνεται από κάθε ανθρώπινο ίχνος, εξελίσσεται καθώς μεταβαίνει από την ανασφάλεια στον θρίαμβο της επικράτησης και δυναμώνει πίνοντας αίμα και υποταγή. Ορθώνει το ανάστημά του, τελειοποιεί τον λόγο και την τεχνική του, αυξάνει τη χυδαιότητά του και προκαλεί ταυτόχρονα δέος και αποτροπιασμό.
Χωρίς να προσπαθεί να διδάξει, ο Μπρεχτ καταδεικνύει το γεγονός ότι ο φασισμός δεν ήταν μια στιγμιαία παρεκτροπή
Δίπλα του, στηρίζοντας την προσπάθειά του και συμβάλλοντας ουσιαστικά στο αξιοσημείωτο αποτέλεσμα, μια εξαιρετική ομάδα συναδέλφων του. Αξίζει μια ιδιαίτερη αναφορά στην Αλεξία Σαπανίδου, που με δολοφονικό μπρίο αναλαμβάνει τον ρόλο του συντονιστή-κομπέρ της παράστασης, προκαλώντας με τα σχόλιά της το μικροαστικό καθωσπρεπισμό και φέρνοντας στο σήμερα έναν απόηχο του βερολινέζικού καμπαρέ.
Η εντυπωσιακή ομήγυρη βρήκε και τον ιδανικό χώρο για να στεγάσει το εγχείρημά της, το θέατρο ARK. Έναν καινούργιο χώρο στα Πατήσια, μια ταλαιπωρημένη και υποβαθμισμένη περιοχή, η οποία έστω και για κάποιες ώρες κάθε βράδυ ζωντανεύει από τις διερχόμενες παρέες. Η αρχιτεκτονική του θεάτρου αγκάλιασε κυριολεκτικά την παράσταση, καθώς η σκηνή εναρμονίζεται πλήρως με το σκηνικό και αναδεικνύει τελικά τη σκηνοθετική ματιά του Μπινιάρη.
Απαντώντας στο αρχικό ερώτημα: ναι, Η Άνοδος του Αρτούρο Ούι, όπως την συνέλαβε ο Μπρεχτ και όπως την είδε ο Άρης Μπινιάρης, είναι μια ευτυχής συγκυρία.
Η παράσταση παίζεται στο Θέατρο ARK, Δροσοπούλου 197, Κυψέλη, έως τις 31 Ιανουαρίου. Τετάρτη και Κυριακή στις 8 μ.μ./
Πέμπτη και Παρασκευή στις 9 μ.μ./ Σάββατο 6.15 μ.μ. και 9 μ.μ.
Προπώληση εισιτηρίων (ελέγξτε ποιες μέρες υπάρχουν διαθέσιμες θέσεις)
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν (11.11.23)