Μπάμπης Συριόπουλος
10 Απριλίου 1932 ● Επανεκλογή του Πάουλ φον Χίντενμπουργκ
στην προεδρία της Δημοκρατίας.20 Ιουλίου 1932 ● Αντισυνταγματική διάλυση της κυβέρνησης του SPD στην Πρωσία.
6 Νοεμβρίου 1932 ●Βουλευτικές εκλογές, οι ναζί πέφτουν σε ψήφους: NSDAP 33%, SPD 20%, ΚΚΓ 17%.
30 Ιανουαρίου 1933 ● Διορισμός του Χίτλερ στην καγκελαρία.
27 Φεβρουαρίου 1933 ● Εμπρησμός του Ράιχσταγκ.
5 Μαρτίου 1933 ● Βουλευτικές εκλογές βίας και τρομοκρατίας.
23 Μαρτίου 1933 ● Αυτοκατάργηση του Ράιχσταγκ, απόλυτη εξουσία στον Χίτλερ.
Πριν 90 χρόνια, στις 27 Φλεβάρη 1933, έγινε ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ. Η κυβέρνηση Χίτλερ εκμεταλλεύτηκε το γεγονός για να εξαπολύσει χιλιάδες συλλήψεις και τρομοκρατία σε κομμουνιστές και αντιφασίστες. Σε λίγους μήνες ο Χίτλερ είχε απόλυτη εξουσία και κάθε ελευθερία πολιτικής και συνδικαλιστικής δράσης είχε καταργηθεί. Μέσα σε αυτό το κλίμα απόλυτης τρομοκρατίας, στη δίκη της Λειψίας ο Γκεόργκι Ντιμιτρόφ και οι σύντροφοί του θαρραλέα κατήγγειλαν το καθεστώς.
Τη νύχτα της 27ης Φεβρουαρίου 1933 ξέσπασε πυρκαγιά στο κτίριο του γερμανικού κοινοβουλίου (Ράιχσταγκ) στο Βερολίνο. Μέσα στα ερείπια βρέθηκε ο νεαρός ολλανδός οικοδόμος Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε, ο οποίος συνελήφθη και ομολόγησε ότι αυτός ήταν ο εμπρηστής, με σκοπό να καλέσει τους Γερμανούς εργάτες σε εξέγερση κατά του φασιστικού καθεστώτος. Ο Χίτλερ, πρόσφατα (30 Γενάρη) διορισμένος καγκελάριος, εκμεταλλεύτηκε το γεγονός και θεώρησε τον εμπρησμό αποτέλεσμα κομμουνιστικής συνομωσίας. Την επόμενη μέρα
ζήτησε και πήρε από τον πρόεδρο
Χίντενμπουργκ αυτό που έγινε γνωστό ως «Διάταγμα του εμπρησμού του Ράιχσταγκ». Με το διάταγμα αυτό η Γερμανία κηρύχθηκε σε κατάσταση πολιορκίας και αναστάλθηκαν οι πολιτικές ελευθερίες. Χιλιάδες αντιφασίστες ρίχτηκαν στις φυλακές. Ειδικά για τον εμπρησμό συνελήφθησαν το επόμενο διάστημα, εκτός από τον ντερ Λούμπε, ο Γκεόργκι Ντιμιτρόφ, μέλος της ΕΕ της Κομμουνιστικής Διεθνούς, άλλοι δύο βούλγαροι κομμουνιστές (Μπλαγκόι Ποπόφ και Βασίλι Τάνεφ) και ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΚΚ Γερμανίας Ε. Τόργκλερ. Εκτός από τον ντερ Λούμπε κανείς από τους άλλους συλληφθέντες δεν ήταν μέσα ή κοντά στο Ράιχσταγκ την ώρα του εμπρησμού.
Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ ήταν σημείο τομής. Το ναζιστικό καθεστώς έσκισε, αμέσως μετά, το ήδη χιλιοτρυπημένο πέπλο της αστικής συνταγματικής νομιμότητας. Στις 23 Μάρτη το Ράιχσταγκ αυτοκαταργήθηκε, δίνοντας την απόλυτη εξουσία στον Χίτλερ, στις 31 Μάρτη καταργήθηκαν τα γερμανικά κρατίδια, στις 2 Μάη διαλύθηκαν τα συνδικάτα και το καλοκαίρι απαγορεύτηκαν όλα τα πολιτικά κόμματα εκτός του εθνικοσοσιαλιστικού. Η μαύρη νύχτα του ναζισμού είχε πέσει πια στη Γερμανία με ανυπολόγιστες συνέπειες για τον γερμανικό λαό και τον κόσμο.
Παρά τη συντριπτική αυτή ήττα, ο αντιφασιστικός αγώνας και η επαναστατική πάλη δεν σταμάτησαν. Στις 3 Μάρτη, δυο μέρες πριν τις εκλογές, συνελήφθη ο Έρνστ Τέλμαν, ηγέτης του ΚΚΓ (εκτελέστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μπούχενβαλντ στις 18 Αυγούστου 1944), αλλά χιλιάδες γερμανοί κομμουνιστές μαζί με σοσιαλιστές πολλών αποχρώσεων συνέχισαν την αντίσταση μέχρι την τελική ήττα του ναζισμού. Παρά τα λάθη του ΚΚΓ «αυτούς πρέπει να θυμόμαστε και για έναν παραπάνω λόγο: η αστική τάξη και το σκυλολόι της δεν αναφέρουν παρά φανταστικές “αντιστάσεις” του στρατού, μερικούς μεμονωμένους ιερείς – και φυσικά την εξέγερση της τελευταίας στιγμής του Στάουφενμπεργκ [1944]», όπως έγραψε ο Νίκος Πουλαντζάς στο Φασισμός και Δικτατορία.
Παρά τα λάθη του, το ΚΚΓ ποτέ δεν συνθηκολόγησε με τον ναζισμό, σε αντίθεση με το SPD
Ένα επεισόδιο παγκόσμιας σημασίας για την πάλη ενάντια στον φασισμό ήταν η δίκη στη Λειψία, από τις 21/9/1933, για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Κατηγορούμενοι ήταν εκτός από τον ντερ Λούμπε, οι τέσσερις κομμουνιστές μεταξύ των οποίων ο Γκ. Ντιμιτρόφ. Οι τελευταίοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες. Ο Ντιμιτρόφ πέρασε στην αντεπίθεση καταγγέλλοντας με δριμύτητα το ναζιστικό καθεστώς και αποκαλύπτοντας τη σκευωρία. Αντιστρέφοντας τους ρόλους μετατράπηκε σε κατήγορο. Ένα μεγάλο κίνημα αντιφασιστικής αλληλεγγύης ξεσηκώθηκε παγκόσμια, και στην Ελλάδα, πριν από και κατά τη διάρκεια της δίκης. Η δίκη τέλειωσε στις 23 Δεκεμβρίου1933. Ο Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε που είχε ομολογήσει την ενοχή του, πήρε όλη την ευθύνη για τον εμπρησμό, αρνήθηκε κάθε συνεργασία με οποιονδήποτε άλλο, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε με αποκεφαλισμό στις 10 Γενάρη 1934. Το ΚΚΓ τον κατάγγειλε ως προβοκάτορα των ναζί, πιθανότερα όμως ο νεαρός ολλανδός εργάτης να έδρασε από επαναστατική διάθεση, μπροστά στην έλλειψη πρωτοβουλίας για αντιφασιστική δράση από τις οργανώσεις της εργατικής τάξης. Όποια κι αν είναι η αλήθεια πάντως, ο Χίτλερ αξιοποίησε πλήρως τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ για να εδραιώσει το καθεστώς του. Οι τέσσερις κομμουνιστές αθωώθηκαν, αλλά οι τρεις βούλγαροι (Ντιμιτρόφ, Τάνεφ και Ποπόφ) κρατούνταν αναιτιολόγητα στη φυλακή, μέχρι που η ΕΣΣΔ τους χορήγησε σοβιετική υπηκοότητα οπότε οι ναζί υποχρεώθηκαν να τους απελάσουν στη Σοβιετική Ένωση.
Το παρόν άρθρο δεν φιλοδοξεί να κάνει μια συνολική αποτίμηση της ιστορικής περιόδου του μεσοπολέμου στη Γερμανία με την τραγική της κατάληξη για τη γερμανική εργατική τάξη, αλλά ορισμένα γεγονότα πρέπει να υπενθυμίζονται. Παρά τα λάθη του, το ΚΚΓ ποτέ δεν συνθηκολόγησε με το ναζισμό. Αντίθετα το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) δεν μπορεί να υπερηφανευτεί για κάτι τέτοιο. Στις προεδρικές εκλογές του 1932 το SPD στήριξε τον Πάουλ φον Χίντενμπουργκ ως το μικρότερο κακό απέναντι στον Χίτλερ. Ο Χίντενμπουργκ εκλέχτηκε και στις 30 Γενάρη 1933 διόρισε το «μεγαλύτερο κακό» καγκελάριο, αν και το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα (NSDAP) δεν διέθετε πλειοψηφία. Το SPD αρνήθηκε να συμμετέχει από κοινού με το ΚΚΓ σε γενική απεργία κατά του Χίτλερ, καθώς ο διορισμός του ήταν νόμιμος. Στις 20 Ιούλη 1932 ο τότε καγκελάριος φον Πάπεν διέλυσε τελείως αντισυνταγματικά τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Πρωσίας. Το SPD και τα συνδικάτα του αρνήθηκαν την πρόταση για γενική απεργία για να μη δώσουν αφορμές, αντίθετα «τους τάραξαν στη νομιμότητα» προσφεύγοντας στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο δικαίωσε τη διάλυση της εκλεγμένης κυβέρνησης. Την Πρωτομαγιά του 1933 τα σοσιαλδημοκρατικά συνδικάτα συμμετείχαν στην επίσημη εθνικοσοσιαλιστική διαδήλωση. Το SPD αποχώρησε από τη Δεύτερη Διεθνή, όταν αυτή έκανε κριτική στη γερμανική κυβέρνηση, μετά από λίγο η κοινοβουλευτική του ομάδα αποκήρυξε τους εξόριστους ηγέτες του κόμματος. Μάταιες όλες αυτές οι προσπάθειες να παραμείνουν νόμιμα συνδικάτα και κόμμα. Το μικρότερο κακό έφερε το μεγαλύτερο.
Δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ στις 24-02-2023