Γιώτα Ιωαννίδου
Το γεγονός της αύξησης του πληθυσμού της Γης στα οκτώ δισεκατομμύρια, με το 50% αυτών να ζει σε επτά χώρες, ξανάφερε στην επιφάνεια τη συζήτηση περί «προβλήματος» υπερπληθυσμού στις φτωχές χώρες.
Στις 15 Νοεμβρίου του 2022, γεννήθηκε στη Μανίλα η μικρή Vinice που έκοψε το νήμα των οκτώ δισεκατομμυρίων ανθρώπων του παγκόσμιου πληθυσμού. Αυτός ήταν και ο λόγος που τη γέννησή της αποθανάτισαν δεκάδες δημοσιογράφοι, δυσανάλογα πολλοί σχετικά με αυτούς που ασχολήθηκαν με τις συνθήκες ζωής των παιδιών στις Φιλιππίνες, όλα τα προηγούμενα χρόνια. Το γεγονός της αύξησης του γήινου πληθυσμού κατά ένα δισεκατομμύριο, μετά από 12 χρόνια, με το 50% των ανθρώπων να ζει σε μόλις επτά χώρες, ξαναέφερε στην επιφάνεια τη συζήτηση περί υπερπληθυσμού που προέρχεται από τις φτωχές χώρες και υπογεννητικότητας της πολιτισμένης Δύσης.
Δεν πρόκειται για κάποια ιστορική πρωτοτυπία. Τα πρωτεία ανήκουν στον Άγγλο οικονομολόγο Τόμας Μάλθους που από το 1798 υποστήριζε ότι η άνοδος του παγκόσμιου πληθυσμού δεν μπορεί να ικανοποιηθεί από την παραγωγική ικανότητα της παγκόσμιας οικονομίας. Καθόλου περίεργο δεν είναι που αυτή η θεωρία επανέρχεται εν μέσω πανδημίας και πολέμου. Σήμερα ο υπερπληθυσμός που θα προέλθει από τις φτωχές ή χαμηλού εισοδήματος χώρες ενοχοποιείται και για την κλιματική αλλαγή, όταν είναι γνωστό, με βάση τα στοιχεία του ΟΗΕ πως αυτές ευθύνονται μόλις για το ένα έβδομο των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Γιατί τότε επανέρχεται αυτή η συζήτηση; Πρόκειται για τη «μυθοπλασία των ασφαλιστών», αποφαίνεται ο Ζ. Bauman, στο έργο του Σπαταλημένες ζωές. Είναι το κωδικό όνομα για την εμφάνιση κάποιων ανθρώπων ως απόβλητων, «που αντί να διευκολύνουν την απρόσκοπτη λειτουργία του οικονομικού συστήματος, καθιστούν δύσκολη την επίτευξη των δεικτών που αποτιμάται η εύρυθμη λειτουργία του». Με λίγα λόγια η αστική αντίληψη παρουσιάζει τα προβλήματα της αύξησης της φτώχειας και της αύξησης του πληθυσμού σαν ένα τεχνικό ζήτημα, υποπροϊόν των απαιτήσεων της αγοράς, παρενέργεια του αναδυόμενου παγκόσμιου πολιτισμού που δεν έχει κοινωνικούς, ταξικούς καθορισμούς.
Αλήθεια τι θα πει «υπερπληθυσμός» και άνθρωποι «υπεράριθμοι»; Ποιος μέτρησε και με ποια κριτήρια πόσους χωράει η γη και πόσους μπορεί να θρέψει η σύγχρονη παραγωγικότητα; Προφανώς η πρόθεση «υπέρ» υποδηλώνει την παραβίαση καπιταλιστικών κανόνων κι όχι κοινωνικών αναγκών. Το πρόβλημα δεν είναι ο υπερπληθυσμός αλλά η υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου, που διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες και δημιουργεί απύθμενο χάσμα ανάμεσα σε αυτούς που παράγουν και αυτούς που απολαμβάνουν τον πλούτο. Πάνω από το ένα τρίτο των κατοίκων των αναπτυσσόμενων κρατών δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ενώ 1,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι επιβιώνουν με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα. Το φάσμα της πείνας μεγαλώνει όσο αυξάνονται τα τρόφιμα που πετιούνται στα σκουπίδια στην πολιτισμένη Δύση.
Το πρόβλημα δεν είναι ο υπερπληθυσμός αλλά η υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου, που διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες
«Υπερβολικά πολλοί πλούσιοι» υπάρχουν κι όχι υπερπληθυσμός, συνόψισε από την έρευνα του, ο Πολ Έρλιχ, στο Διεθνές Συνέδριο για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη, που έγινε στο Κάιρο το 1994. Η Ολλανδία δύσκολα θεωρείται χώρα με πρόβλημα υπερπληθυσμού, που οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της και το περιβάλλον της δεν μπορεί να συντηρήσει. Κι όμως η πυκνότητα πληθυσμού είναι 1.100 κάτοικοι ανά τετραγωνικό μίλι, την ίδια στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 261 κάτοικοι (μαζί και με τις ρωσικές στέπες), ενώ στην Αφρική είναι 55 κάτοικοι ανά τετραγωνικό μίλι. Οι Πολ και Αν Έρλιχ απέδειξαν ότι η Ολλανδία μπορεί να συντηρήσει ένα πληθυσμό με πυκνότητα ρεκόρ ακριβώς επειδή οι φτωχές χώρες δεν μπορούν… Γιατί απλά παίρνει από αυτές δημητριακά, όσπρια και έλαια με χαμηλό κόστος για να παράγει φτηνά τα δικά της προϊόντα και να τα εξάγει σε υψηλές τιμές, επιστρέφοντας στον κόσμο απόβλητα και καταστροφή ενεργειακών αποθεμάτων.
Ορισμένοι αστοί φιλελεύθεροι υποστηρίζουν κυνικά ότι αν η αύξηση του πληθυσμού συνοδευτεί από την αύξηση του επιπέδου ζωής και κατανάλωσης και στις φτωχές χώρες όπως στη Δύση, τότε το ήδη κρίσιμα επιβαρυμένο περιβάλλον θα αντιμετωπίσει μη αντιστρεπτές μεταβολές. Αυτό ωστόσο καθόλου δε σημαίνει ότι η φτώχεια είναι ένα αναγκαίο, φυσικό φαινόμενο. Αλλά ότι το μοντέλο καπιταλιστικής ανάπτυξης που ακολουθούν οι βιομηχανικές κοινωνίες έχει καταντήσει αναχρονισμός και βρόγχος βαρβαρότητας για την ανθρωπότητα και το περιβάλλον.
Να πάψουμε λοιπόν να αναζητούμε την ασφάλεια πίσω από τα τείχη αέναα επαναλαμβανόμενων αφηγήσεων υπεράσπισης του υπάρχοντος συστήματος, που οδηγούν στην παραγωγή «ανθρώπινων απορριμμάτων». Για να ζήσει ευτυχισμένη κάθε μικρή Vinice όπου γης οφείλουμε να το ανατρέψουμε.