Γιάννης Ελαφρός
Η εποχή μας συγκλονίζεται από τις πολύμορφες εκδηλώσεις της βαρβαρότητας του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η ανάγκη μιας ισχυρής μετωπικής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, ανατρεπτικής απέναντι στην αστική πολιτική, είναι εξαιρετικά επιτακτική. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκφράζει αυτή την αναγκαιότητα, θέτει αυτό τον στόχο και μπορεί να συμβάλλει στην υλοποίησή του. Η διαδικασία της συνδιάσκεψης δίνει τη δυνατότητα για μια συλλογική προώθησή του.
Κρίσιμη συνδιάσκεψη με υψηλό διακύβευμα
«Μια ημερομηνία θα σας πω, που θα είναι κομβική για το τι θα γίνει στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς από εδώ και πέρα: 21 Ιανουαρίου. Τότε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πραγματοποιεί τη συνδιάσκεψή της». Η παραπάνω αναφορά δεν έγινε σε κάποιο αριστερό έντυπο, αλλά στην Καθημερινή της Κυριακής, ενδεικτικό της σημασίας της 5η Συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (21-22 Ιανουαρίου).
Είναι γνωστό πως ο ρόλος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς είναι πολύ μεγαλύτερος της εκλογικής της επιρροής. Σε κρίσιμες στιγμές αναδείχθηκε καθοριστικός, όπως στο 2006-07, το 2008, το 2010-12, στο δημοψήφισμα του 2015. Αλλά και μετά το 2019, στην πάλη ενάντια στην αντεργατική πολιτική και στον νόμο Χατζηδάκη, κόντρα στις απαγορεύσεις των διαδηλώσεων και το όργιο της καταστολής, για την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας και των ελευθεριών στην πανδημία, ενάντια στην εγκληματική κυβερνητική πολιτική, ενάντια στον αντιδραστικό ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό, τον εθνικιστικό παροξυσμό και τα ματωμένα τείχη κατά των προσφύγων, παλεύοντας ενάντια στον πόλεμο Ουκρανίας/ΝΑΤΟ-Ρωσίας και σε κάθε εμπλοκή της Ελλάδας. Η παρέμβαση των αγωνιστριών και των αγωνιστών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν όχι μόνο πρωτοπόρα αλλά και καθοριστική και τις περισσότερες φορές κόντρα στο ρεύμα, όταν άλλα ρεύματα της Αριστεράς και του αντιεξουσιαστικού χώρου εντάσσονταν με ποικίλους τρόπους είτε στη λογική του «μένουμε σπίτι», είτε σε ανορθολογικές προσεγγίσεις και σε πολλές περιπτώσεις συντάσσονταν με κάποιο αστικό στρατόπεδο: Από την πανδημία μέχρι την Ουκρανία, το έλλειμμα αντικαπιταλιστικής πολιτικής οδηγεί σε ενσωμάτωση. Στην 5η Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το διακύβευμα είναι αυτό και είναι κρίσιμο: Η ύπαρξη ανεξάρτητης, μαζικής, πολιτικής αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, δύναμης ανατροπής της πολιτικής του κεφαλαίου.
Νέες δυνατότητες και παλιές αδυναμίες
Η σημερινή φάση των πολιτικών εξελίξεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο διαμορφώνει ένα νέο συνδυασμό δυνατοτήτων-δυσκολιών, με κύριο χαρακτηριστικό, στην Ελλάδα, την πολιτική συμπύκνωση όλων των διεργασιών — και λόγω φθοράς της κυριαρχίας της ΝΔ που θέτει πολιτικό ερώτημα για την επόμενη μέρα και λόγω των εκλογικών αναμετρήσεων.
Πρώτο, βρισκόμαστε σε μια περίοδο που η δομική και πολύπλευρη κρίση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας εκδηλώνεται με τους πιο συγκλονιστικούς και καταστροφικούς τρόπους: Βάθεμα της καθολικής εκμετάλλευσης της εργασίας και έκρηξη ανισοτήτων και φτώχειας, πανδημία κορονοϊού-«συνδημία» ιατρικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων (Lancet, Σεπτέμβριος 2020), περιβαλλοντική και κλιματική κρίση, παροξυσμός αστικών ανταγωνισμών και πόλεμοι-αλληλοσφαγή «για του αφέντη το φαΐ», κρίση της κυρίαρχης πολιτικής και της αστικής δημοκρατίας, έκρηξη πολλαπλών καταπιέσεων με βάση το φύλο και τη φυλή, αντιδραστική επίθεση στην ιδεολογία και τον πολιτισμό. Η βαρβαρότητα του καπιταλισμού ποτέ ίσως δεν ήταν τόσο έκδηλη και καθολική, φωτισμένη με τα πιο σύγχρονα μέσα των νέων τεχνολογιών.
Ακόμα και το γερμανικό περιοδικό Spiegel κλείνει το 2022 με τον Μαρξ στο εξώφυλλο και το ερώτημα «μήπως είχε δίκιο», αφού ο «κλασικός καπιταλισμός δεν λειτουργεί». Η βρετανική συντηρητική ναυαρχίδα, ο Economist, προβλέπει πολιτική μετατόπιση προς τα αριστερά σε διεθνές επίπεδο το 2023, ακριβώς λόγω των μεγάλων αντιθέσεων του συστήματος. Αυτά δεν γράφονται αβασάνιστα, εκφράζουν κοινωνικές και πολιτικές τάσεις. Ενώ τμήματα της Αριστεράς αρνούνται να μιλήσουν για καπιταλισμό γιατί είναι «στενό», mainstream έντυπα βάζουν στο εδώλιο τον καπιταλισμό, έστω και για να τον βγάλουν με ελαφρυντικά προς «αναμόρφωση» και ανασυγκρότηση.
Σε αυτές τις συνθήκες, η μαχόμενη Αριστερά πρέπει να μιλήσει συνολικά για τον καπιταλισμό και για την επαναστατική ανατροπή του, να βρει ικανότητα, θάρρος και έμπνευση να μιλήσει για μια άλλη κοινωνία (για τον σοσιαλισμό και την κομμουνιστική απελευθέρωση της εποχής μας), προχωρώντας στον αναγκαίο ριζικό στρατηγικό, προγραμματικό επανεξοπλισμό της. Σήμερα απαιτείται ακόμα περισσότερο μια Αριστερά αντικαπιταλιστική και ανατρεπτική, με έμπνευση από μια σύγχρονη κομμουνιστική πολιτική. Είναι τραγικό το γεγονός πως σήμερα η Αριστερά είτε δεν μιλάει για σοσιαλισμό-κομμουνισμό, μένοντας σε έναν ξεπερασμένο αντινεοφιλελευθερισμό, είτε επιμένει στην αναπαλαίωση του ηττημένου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Μια ισχυρή αντικαπιταλιστική Αριστερά μπορεί να συμβάλει σε ένα κίνημα επικίνδυνο για την άρχουσα τάξη σε κάθε φάση, που μπορεί να αποσπά κατακτήσεις. Όσοι περιορίστηκαν στο «εφικτό» τα έκαναν όλα ανέφικτα.
Αντικαπιταλιστική αριστερά δεν σημαίνει βεβαίως αντικαπιταλιστική φλυαρία, επαναστατική εξαγγελία μεσσιανικού τύπου. Σημαίνει επεξεργασμένο αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης και γραμμή ανατροπής για εργατική εξουσία-δημοκρατία, κόντρα στις διαχειριστικές (αυτ)απάτες για «αριστερές» ή «προοδευτικές» κυβερνήσεις μέσα στον καπιταλισμό. Σημαίνει σύνδεση του μερικού με το γενικό και απάντηση των οξυμένων ζωτικών προβλημάτων λαού και νεολαίας, όχι με ένα ψοφοδεές «πρόγραμμα για την επιβίωση» αλλά με τις αναγκαίες αντικαπιταλιστικές τομές και ρήξεις. Όπως, αυξήσεις μισθών, μείωση χρόνου εργασίας και κτύπημα κερδών, εθνικοποίηση χωρίς αποζημίωση και υπό εργατικό έλεγχο ολόκληρων τομέων κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας (π.χ. ενέργεια, τράπεζες, Υγεία) και όχι δημιουργία κρατικών νησίδων σε ένα πέλαγος ασύδοτης αγοράς, ρήξη και έξοδο από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και όχι λογικές πως «δεν βρισκόμαστε σε περίοδο που είναι ερώτημα αν ο λαός θα συγκρουστεί αύριο με την ΕΕ» (τοποθέτηση ΛΑΕ στο Στούντιο). Αν βεβαίως δεν τίθεται πολιτικά ο στόχος, πολύ περισσότερο σήμερα που η αθλιότητα της ΕΕ αναδεικνύεται από παντού, δεν θα τεθεί ποτέ και αυτό το ερώτημα.
Δεύτερο, τα προηγούμενα έτη αναδύθηκαν μέσα από τους αγώνες σε πολύ δύσκολες συνθήκες νέες τάσεις ριζοσπαστισμού, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που πρέπει καλύτερα να ανιχνευθούν και προς τις οποίες πρέπει να στρέψει την προσοχή της η ανατρεπτική Αριστερά. Τμήματα νεολαίας, εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα (κυρίως νέα βάρδια) και με ελαστικές σχέσεις στο δημόσιο, φτωχά πληβειακά στρώματα κλπ. Αυτά τα ρεύματα αναπτύσσουν και τάσεις αποστροφής στην κυρίαρχη πολιτική και το κατεστημένο, σημαντικό κομμάτι απέχει από τις εκλογές. Σε αυτές τις τάσεις μια σύγχρονη, νεανική κι εργατική, αντισυστημική και αντισυμβατική, αντικαπιταλιστική και βαθιά ανατρεπτική Αριστερά έχει δυνατότητες επίδρασης, αριστερής πολιτικοποίησης και ανώτερης συνειδητοποίησης. Απεναντίας, μια Αριστερά που από την αρχή μέχρι το τέλος σχεδιάζει με βάση τις εκλογές και θεωρεί πως θα βγει από το περιθώριο με την κατάληψη βουλευτικής έδρας (ακόμα και ως φιλοξενούμενη στα ψηφοδέλτια άλλου κόμματος!) κινείται όχι μόνο πολύ μακριά από τις ανησυχίες του νέου ριζοσπαστισμού, αλλά αναπαράγει τραγικά την αριστερή τραγωδία του 2015, όταν οργανώσεις και ρεύματα με δεκάδες βουλευτές μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσαν να ανακόψουν την πορεία πλήρους αστικής ενσωμάτωσής του, ούτε καν να συγκρατήσουν τις δυνάμεις τους. Το πιο επικίνδυνο; Όσο η Αριστερά γίνεται πιο θεσμική και διαχειριστική στην ουσία της, όσο ξεχνά την εργατική τάξη και τα πληβειακά στρώματα, τόσο ανοίγει τον δρόμο στην ακροδεξιά.
Δεν μπορούμε να ξεχνάμε πως ο Τσίπρας έφερε τον Μητσοτάκη και η μνημονιακή-αστική διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ την άθλια κυβέρνηση της ΝΔ. Θα ξαναδούμε το ίδιο έργο, με αλλαγή σκυτάλης στην κυβερνητική διαχείριση;
Τρίτο, σε μια περίοδο που απαιτείται ισχυρή μετωπική αντικαπιταλιστική Αριστερά για να ηττηθεί σήμερα η ΝΔ και η πολιτική κεφαλαίου-ΕΕ-ΝΑΤΟ αλλά και για να υπάρχει εργατική ανατρεπτική αντιπολίτευση σε όποια κυβέρνηση μετά τις επερχόμενες εκλογές, ο κόσμος της μαχόμενης Αριστεράς θα βρεθεί απέναντι σε ψεύτικα διλήμματα, με πιο χαρακτηριστικό τελικά το «Μητσοτάκης ή Τσίπρας;». Πολιτικές δυνάμεις και συνεργασίες που υποβιβάζουν το αναγκαίο πρόγραμμα σε «μια μεταβατική περίοδο μεγάλης οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής ανακούφισης για τον λαό», με αφαίρεση της «δομής προνομίων της άρχουσας τάξης» και για «κοινωνική δικαιοσύνη σε όλους τους τομείς της εργασίας» (άρθρο του Κ. Ήσυχου με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η πρότασή μας για την εκλογική προγραμματική συνεργασία της εξωκοινοβουλευτικής ριζοσπαστικής αριστεράς και της κοινοβουλευτικής αριστεράς») δεν θα μπορέσουν να σταθούν απέναντι στα εκλογικά διλήμματα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του ΜέΡΑ25.
Δεν μπορούμε να ξεχνάμε πως ο Τσίπρας έφερε τον Μητσοτάκη και η μνημονιακή-αστική διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ την άθλια κυβέρνηση της ΝΔ. Θα ξαναδούμε το ίδιο έργο, με αλλαγή σκυτάλης στην κυβερνητική διαχείριση; Θα μείνουμε εντός του πλαισίου, δέσμιοι στον φαύλο κύκλο της αστικής κυβερνητικής εναλλαγής; Θα εξαντλεί η μαχόμενη Αριστερά την μαχητικότητά της στον δρόμο και στο πολιτικό επίπεδο θα γίνεται δωρητής σώματος;
Συνεργασία: Με ποιο πρόγραμμα και με ποιο σκοπό;
Διακριτός πόλος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς από τη ρεφορμιστική
Το τελευταίο διάστημα γίνεται πολύς λόγος στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς περί συνεργασιών. Τα ερωτήματα που πρέπει απαρέγκλιτα να συνοδεύουν κάθε πρόταση συνεργασίας είναι πάνω σε ποιο πρόγραμμα και με ποιο σκοπό. Το ΠΣΟ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στην πορεία προς τη συνδιάσκεψή της, έχει θέσει για συζήτηση, τόσο εντός όσο και εκτός ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μια ξεκάθαρη πρόταση, που δικαιώνεται από τις εξελίξεις. Στις Θέσεις για την 5η Συνδιάσκεψη εκτός από το προτεινόμενο αναγκαίο πρόγραμμα-πλαίσιο στόχων υπάρχει «ανοιχτό κάλεσμα προς τους αγωνιστές, τα ρεύματα και τις δυνάμεις που θέλουν να παλέψουν ενάντια στον δολοφονικό καπιταλισμό της εποχής μας, για το ψωμί, την ειρήνη και την ελευθερία των λαών, ενάντια στα καπιταλιστικά κέρδη, τον πόλεμο και τους ανταγωνισμούς, από θέσεις ανατροπής της πολιτικής της άρχουσας τάξης, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και των κυβερνήσεών τους. Από θέσεις υπεράσπισης της ανεξάρτητης αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, απορρίπτοντας την πολιτική ή εκλογική συμπόρευση με την ρεφορμιστική Αριστερά, να χαράξουν από σήμερα κιόλας μια συντεταγμένη πορεία σταθερής πολιτικής συνεργασίας, διαλόγου και κοινής δράσης, που θα οδηγήσει στην πολιτική συστράτευση, στο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και μέτωπο που απαιτεί η εποχή μας».
Έχει όμως νόημα ο διαχωρισμός αντικαπιταλιστικής και ρεφορμιστικής Αριστεράς; Ο κόσμος της Αριστεράς μέσα στους αγώνες αισθάνεται πολλές φορές πολύ κοντά και καλά κάνει, η κοινή δράση στη βάση αρχών για την ανάπτυξη του κινήματος πρέπει να δυναμώσει. Για να αλλάξουν όμως τα πράγματα στην Αριστερά, για μια άλλη Αριστερά και όχι μία από τα ίδια, απαιτείται η συγκρότηση ενός αυτοτελούς ισχυρού πόλου της αντικαπιταλιστικής κι επαναστατικής Αριστεράς, σε διάκριση με τον ρεφορμισμό του ΚΚΕ και την ευρω-τεχνοκρατική διαφοροποίηση του ΜέΡΑ25. Άρα μετωπική πολιτική συνεργασία της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, κοινή δράση στο κίνημα με τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς. Μάλιστα, όσο πιο ισχυρή είναι η αντικαπιταλιστική Αριστερά τόσο πιο δυνατή γίνεται η κοινή δράση.
Κάλεσμα ΑΝΤΑΡΣΥΑ για συνεργασία σε πορεία αντικαπιταλιστική
Το προαναφερθέν δημοσίευμα για τη συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνέχιζε ως εξής: Η συνδιάσκεψη θα «αποφασίσει μεταξύ άλλων αν θα συμμετάσχει σε ένα συλλογικό σχήμα ενόψει των εκλογών. Τι θα μένει μετά; Ένα ραντεβού Βαρουφάκη-Στρατούλη για να “κλειδώσει” ενδεχομένως η συγκρότηση ενός ενιαίου αριστερού πόλου»! Δηλαδή θα αποφασίσει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και μετά θα κάνει ραντεβού ο Βαρουφάκης με τον Στρατούλη, δύο πρώην υπουργοί της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, για να μην ξεχνιόμαστε…
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν πρόκειται βέβαια να γίνει μαξιλαράκι για αλλότριες επιδιώξεις, ούτε κάνει παιχνίδια ούτε λειτουργεί υπό το βάρος εκλογικού πανικού, που οδηγεί σε «ραντεβού στα τυφλά» και σε συμμαχίες χωρίς αρχές και πρόγραμμα. Αντιμετωπίζει και τις εκλογές ως μια μάχη «εκτός έδρας», που θα την δώσει για να προωθήσει το συνολικό της πολιτικό σχέδιο μακράς πνοής, τη συμβολή της στην αναγκαία ανατρεπτική αντιπολίτευση και στην ανασυγκρότηση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Η τοποθέτησή της είναι ξεκάθαρη. Οι Θέσεις κλείνουν με τα εξής: «Με βάση όλες τις διεργασίες που έχουν γίνει έως τώρα, με τις μέχρι τώρα καταγραμμένες θέσεις, την τακτική και τις δημοσιευμένες αποφάσεις της ΛΑΕ και ειδικά τη θέση για πολιτική και εκλογική συνεργασία γενικώς ‘’με όλη την Αριστερά’’, συμπεριλαμβανομένου του ΜΕΡΑ25, εκτιμούμε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια πολιτικής συνεργασίας με τις δυνάμεις του χώρου αυτού.
Διατηρούμε ανοιχτό κάλεσμα προς όλες τις άλλες δυνάμεις να τοποθετηθούν θετικά υπέρ της ανάγκης για μια ισχυρή ενότητα της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στις επερχόμενες πολιτικές μάχες και τις εκλογές, για ένα ισχυρό μέτωπο αύριο και να συμβάλλουν σε αυτή την κατεύθυνση».