Από την Αγ. Παρασκευή του Ιουνίου 2013 στις Βρυξέλες, τον Ιούλιο 2015
του Διονύση Ελευθεράτου
Σκηνή πρώτη: Ιούνιος 2013. Η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου έχει μόλις βάλει λουκέτο στην ΕΡΤ. Η συζήτηση ανάβει σε ένα λεωφορείο που κινείται προς την Αγία Παρασκευή, μεταφέροντας «συνήθεις» επιβάτες αλλά και κόσμο που θέλει να συγκεντρωθεί έξω από το Ραδιομέγαρο.
Ένας μεσόκοπος άνδρας, σχεδόν θυμωμένος φωνάζει: «Δεν ξέρω τι λέτε, ούτε με νοιάζει αν όλοι αυτοί (σ.σ. οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ) έχουν χίλια δίκια. Ο γιός μου έχει πτυχίο και ζει με 500 ευρώ το μήνα. Ας βρουν κι αυτοί, τώρα, μια νέα δουλειά και ας ζουν με τόσα».
Ο άνθρωπος αυτός μορφάζει περίεργα και κάπως. γρυλλίζει, στο άκουσμα της απάντησης άλλου επιβάτη:
«Μεγάλε, εμένα ο ανιψιός μου έχει κάνει μεταπτυχιακό, αλλά ζει με 400 ευρώ το μήνα. Άρα, με τη δική σου λογική, το σωστό είναι να κατεβάσουμε το μισθό του γιού σου στα 350 με 370 ευρώ. Πώς σου φαίνεται; Ε; Θα σου άρεσε; ».
Ίσως η συγκεκριμένη στιχομυθία να προσδιόρισε κατά τον πλέον κρυστάλλινο τρόπο τον ορισμό του «κοινωνικού αυτοματισμού», και μάλιστα …τρίτου βαθμού.
Εξηγούμαστε: Ως «κοινωνικό αυτοματισμό» πρώτου βαθμού εκλαμβάνουμε αυτόν που μας δίδαξε ο Δημήτρης Ρέππας το 1997, κατά την περίοδο των αγροτικών κινητοποιήσεων: πρόκληση έχθρας ή και παρακίνηση σε ανάληψη. πρακτικών δράσεων, εναντίον όσων κινητοποιούνται.
«Κοινωνικός αυτοματισμός» δεύτερου βαθμού μπορεί να θεωρηθεί εκείνος που αντλεί ορμή και θυμό από τη διαπίστωση – ή την ιδέα- ότι κάποιοι αξίζει να στηλιτεύονται, όχι επειδή κάτι (εκτάκτως) κάνουν, αλλά για αυτό που (παγίως) είναι. Σε αυτή τη βαθμίδα, ο «κοινωνικός αυτοματισμός» εδράζεται στην ιδέα ότι η πτώση, ο παραγκωνισμός, η αποκαθήλωση των «στόχων» θα επιτρέψει στους «σκοπευτές» να επιπλεύσουν.
Εξυπακούεται ότι, σε πολλές περιπτώσεις, η σχέση του ανειρήνευτου, αντικειμενικού ανταγωνισμού, αυτό το «ο θάνατός σου η ζωή μου», είναι απλώς γέννημα φαντασίας και καθεστωτικής προπαγάνδας.
Παραδείγματα; Άφθονα. Τον Ιούνιο του 2013, αρκετοί δημόσιοι υπάλληλοι χαμογελούσαν με το λουκέτο στην ΕΡΤ, επειδή έτρεφαν την αυταπάτη ότι οι συνακόλουθες απολύσεις θα κάλυπταν το «πλαφόν» του Μινώταυρου των μνημονίων, με αποτέλεσμα οι ίδιοι να μην κινδυνεύσουν να βρεθούν στη γραμμή «διαθεσιμότητα – απόλυση».
Μονιμότερη ήταν βεβαίως η αντίληψη πως εάν «τσεκουρωνόταν» αγριότερα ο δημόσιος τομέας, τότε θα επωφελούνταν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού.
Μονιμότερη, αλλά και βλακωδέστατη. Διότι όποιος διάβασε τα μνημόνια με προσοχή μεγαλύτερη από εκείνη του Χρυσοχοίδη, όποιος – κυρίως- παρακολουθούσε βήμα προς βήμα την εφαρμογή τους, κατανόησε εγκαίρως κάτι: Η αποσάθρωση των εργασιακών σχέσεων και η μισθολογική καθήλωση στον ιδιωτικό τομέα ήταν θεμελιώδης, αυτοτελής «μεταρρυθμιστικός» στόχος, που θα παρέμενε ακλόνητος ακόμη κι αν εξαφανίζονταν – ως δια μαγείας- όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι από την Ελλάδα! Ναι, ακόμη κι αν δεν έμενε δημόσιο σχολείο, νοσοκομείο, παιδικός σταθμός σε ολόκληρη τη χώρα…
Όσοι δεν το κατάλαβαν αυτό, ελπίζουμε πως έχουν τουλάχιστον αντιληφθεί πόσο απατηλή ήταν η άλλη «τραμπάλα»: Εκείνο το γνωστό «να πέσουν οι μισθοί για να ανέβει η απασχόληση». Στα τάρταρα βρέθηκαν οι μισθοί, κοντά στο 30% η ανεργία.
Κι ύστερα; Ύστερα ήλθε ο «κοινωνικός αυτοματισμός» τρίτου βαθμού, που δεν αγχώνεται αν δεν ανακαλύψει αντικρουόμενα συμφέροντα. Δεν εξετάζει αν «ο άλλος» καλύπτει «ζωτικό χώρο» του «θυμωμένου». Του αρκεί η διακαής επιθυμία του «θυμωμένου» να μην νιώθει τελευταίος τροχός της άμαξας ή τουλάχιστον να νιώθει κι άλλους «ισοϋψείς» του. Όχι για να ανέβουν μαζί, πάνω. Για να είναι μαζί, κάτω.
«Γιατί να ζεις εσύ, ενώ ο γιός μου έχει σκοτωθεί;» ρώτησε η απελπισμένη μάνα το φίλο κι συμπολεμιστή του παιδιού της. Ήταν ίσως η τραγικότερη ατάκα από το αριστουργηματικό «Ουδέν Νεώτερο Από το Δυτικό Μέτωπο». Εάν οι κοινωνικοί – οικονομικοί πόλεμοι επιζητούν λιγότερο τραγικές ατάκες, θυμηθείτε απλώς τι εκστόμισε εκείνος ο πατέρας του εργαζόμενου των 500 ευρώ, τον Ιούνιο του 2013.
Σκηνή δεύτερη: Ιούλιος 2015, Βρυξέλλες. Ο ελαφρώς στρογγυλοπρόσωπος, διοπτροφόρος κύριος μιλά σε δημοσιογράφους: «Ο λετονικός λαός δεν κατανοεί τον ελληνικό λαό.». Τι δεν κατανοεί ο λαός της Λετονίας, κατά την γνωμάτευση του εκπροσώπου του, του υπουργού Οικονομικών Γιάνις Ρέιρς; Από πού κι ως πού διαμαρτύρονται οι Έλληνες για την κτηνώδη λιτότητα που τους επιβλήθηκε!
Καλά, δεν έμαθαν οι Έλληνες τι έπαθαν – ελέω ΔΝΤ και «οικονομικού ορθολογισμού» – πριν από κάμποσα χρόνια οι Λετονοί, το 13% των οποίων προτίμησε τη μετανάστευση από την παραμονή στη μιζέρια μιας χώρας, κοινωνικά ισοπεδωμένης;
Και αν το έμαθαν αυτό οι Έλληνες, τι δεν κατάλαβαν; Δεν πήραν χαμπάρι πως αν έχει καεί το σπίτι του γείτονα (μαζί με τη γνωστή γίδα του ανεκδότου, φυσικά), η «εξισωτική ηθική» της σύγχρονης Ευρώπης αποφαίνεται ότι χρωστάς κι εσύ μια ανάλογη τραγωδία;
Τι χρωστάμε. λοιπόν; Ένα ισχυρότατο κύμα μετανάστευσης; Κι ύστερα τι θα κάνουμε για να βγάλουμε το άχτι μας; Θα αξιώνουμε να πέσει στα τάρταρα ο κατώτατος μισθός των Ιρλανδών, ο οποίος, παρά τη δική τους «δημοσιονομική προσαρμογή», παρέμεινε σταθερός στο «τροφαντό» ποσό των 1.462 ευρώ; Θα ουρλιάζουμε για να μειωθούν δραματικά οι συντάξεις των Πορτογάλων, που τις προστάτευσαν τα δικαστήρια της χώρας τους; Θα απαιτούμε πτώση του ΑΕΠ και αύξηση της ανεργίας σε όλο τον ευρωπαϊκό Νότο, έως ότου επιτευχθεί σύγκλιση με τα δικά μας… χάλια;
Θα απαιτήσουμε να υπαχθεί σε μνημόνιο η Ιταλία, της οποίας το δημόσιο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο δικό μας, το 2009;
Πόσο σάπια, άθλια, μπορεί να είναι μια «υπερεθνική» ένωση (ΕΕ, Ευρωζώνη), εάν κινείται με μοχλό ένα πρωτόγονο «κοινωνικό αυτοματισμό» τρίτου βαθμού, εκπεφρασμένο με τρόπο χειρότερο κι από εκείνον που χαρακτήριζε τον φανατισμένο επιβάτη του 2013;
Αλλά, είπαμε: Προσοχή, αδέλφια, μην τυχόν χάσουμε το «κεκτημένο» της ΕΕ, στην οποία ρίχνουν πλέον χυλόπιτα ακόμη και λιλιπούτειες χώρες, όπως η Ισλανδία (πολύ λογικό, αφού η συγκεκριμένη χώρα δεν θα είχε σωθεί από τον τυφώνα της κρίσης του 2008, εάν υποχρεωνόταν να «εφαρμόσει τους κανόνες της Ένωσης»).
Προσοχή, αδέλφια, μην τυχόν χάσουμε την ευλογημένη Ευρωζώνη, την οποία θεωρούν ανεπιθύμητη -τουλάχιστον μέχρι νεωτέρας- ακόμη και οι πολιτικές ελίτ των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Εξαιρέσεις; Η Λιθουανία και, κατόπιν, η Λετονία του κ. Ρέιρς.
Η Λετονία, μάλιστα, εντάχθηκε στην Ευρωζώνη , μολονότι η πλειοψηφία του λαού της δεν το επιθυμούσε, όπως πιστοποιούσαν οι δημοσκοπήσεις και ο διεθνής Τύπος. Αυτό έγινε με βασικό επιχείρημα, όχι οικονομικό, αλλά γεωπολιτικό: Την «καλύτερη προστασία από τη Ρωσία».
Βρε μπας και χρωστάμε μερικές ακόμη περικοπές, εμείς στην Ελλάδα, για να αποζημιωθούν οι συμπατριώτες του Ρέιρς που μαντρώθηκαν στο ευρώ με το ζόρι;
Τι θα πει «και εμείς ποια σχέση έχουμε;» Σάμπως είμαστε εμείς που «κανονίσαμε» να διαλύσει το ΔΝΤ τη Λετονία; Να όμως που «χρωστάμε»…
Το «κεκτημένο» και τα μάτια σας, εγχώριοι ευρω- λεβέντες!