▸ Ο Κοντσαλόφσκι για τη ματωμένη απεργία του 1962
H απεργία του Νοβοτσερκάσκ, που πνίγηκε στο αίμα το 1962, είναι μια από τις πιο σκοτεινές και άγνωστες σελίδες της σοβιετικής περιόδου καθώς η σφαγή συγκαλύφθηκε από το καθεστώς και παρέμεινε επίσημο μυστικό μέχρι το 1992.
Η αναταραχή ξεκίνησε, όταν ο Νικίτα Χρουστσόφ αύξησε τις τιμές για το κρέας και το βούτυρο σε όλη την Σοβιετική Ένωση την 1η Ιουνίου. Στο Εργοστάσιο Ηλεκτρικών Ατμομηχανών Μπουντιόνι εργαζόμενοι από το χυτήριο και το σφυρηλατήριο σταμάτησαν να εργάζονται μετά την άρνηση της διαχείρισης του εργοστασίου να ακούσει τα παράπονά τους. Η απεργία, οι συζητήσεις και οι διαμαρτυρίες εξαπλώθηκαν και σε άλλα εργοστάσια. Σύμφωνα με έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν τη δεκαετία του 1990, μονάδες μηχανοκίνητου πεζικού κλήθηκαν να καταστείλουν τους διαδηλωτές, αλλά ο στρατός αρνήθηκε να στραφεί εναντίον τους. Οι πυροβολισμοί που προκάλεσαν 26 θανάτους προήλθαν από ελεύθερους σκοπευτές της KGB. Ο φημισμένος κινηματογραφιστής Αντρέι Κοντσαλόφσκι καταφέρνει, στην ασπρόμαυρη αυτή ταινία, να συνδυάσει με επιτυχία στοιχεία της σοβιετικής και της δυτικής-αμερικανικής αφήγησης αν και οι περισσότεροι χαρακτήρες εμφανίζονται ως καρικατούρες. Έτσι, στο επίκεντρο των δραματικών γεγονότων μπαίνει η ανθρώπινη ιστορία μιας μητέρας που αναζητά την κόρη της. Η Λιούντα είναι αφοσιωμένο στέλεχος του ΚΚΣΕ, που βλέπει την πίστη της στα ιδανικά του κόμματος να κλονίζεται. Νοσταλγός της σταλινικής περιόδου, η Λιούντα αμφισβητεί τη νέα σοβιετική ηγεσία. «Αν ζούσε ο Στάλιν θα είχαμε ήδη κομμουνισμό!», λέει. Η Λιούντα και οι τοπικές αρχές σπεύδουν να συκοφαντήσουν τους εργάτες ως «χούλιγκαν και εγκληματίες». Οι εργάτες διαδηλώνουν κρατώντας κόκκινες σημαίες και πορτρέτα του Λένιν.
Η Λιούντα διχάζεται ανάμεσα στον κομματικό πατριωτισμό που την καλεί να καταδικάσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τους εξεγερμένους και την αγάπη για την κόρη της. Η ταινία δεν είναι πολιτικά ουδέτερη και αφήνει μια πικρή γεύση ενώ περιέχει και στοιχεία νοσταλγίας του τσαρικού καθεστώτος από τον πατέρα της πρωταγωνίστριας, βετεράνο του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.
Ωστόσο το έργο του Κοντσαλόφσκι με όλες τις αδυναμίες του επιτρέπει στον θεατή πολλαπλές αναγνώσεις για τον αγώνα για εργατική χειραφέτηση, το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης και τον υπαρκτό σοσιαλισμό, ειδικά κάτω από το βάρος των πρόσφατων δραματικών γεγονότων.
Η ταινία είναι συμπαραγωγή της Ρωσικής Ομοσπονδίας Κινηματογράφου και ήταν η επιλογή για να εκπροσωπήσει τη Ρωσία στην κατηγορία της Καλύτερης Ξένης Ταινίας στα φετινά Όσκαρ. ‘Οπως φαίνεται το καθεστώς του Πούτιν δεν έχει πρόβλημα με την κριτική αρκεί αυτή να περιορίζεται στα πεπραγμένα της σοβιετικής ή γελτσινικής περιόδου.