Βασίλης Λιόντος, μέλος του Γ.Σ. της ΑΔΕΔΥ
Σταύρος Μανίκας, μέλος του Δ.Σ. του ΕΚΑ
Ο νόμος Χατζηδάκη (4808/2021) αποτελεί τομή. Έρχεται από το μέλλον του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας για την πλήρη ρευστοποίηση της εργασίας και εμβάθυνση της εκμετάλλευσης. Στόχος ένας κατοικίδιος συνδικαλισμός της υποταγής και του εταιρισμού. Η απεργία μπαίνει στο γύψο, αφού οι προϋποθέσεις κήρυξής της είναι σχεδόν απαγορευτικές. Η συνδικαλιστική δράση φακελώνεται, ενώ ενθαρρύνεται η συνδικαλιστική… αποστασιοποίηση για να ελέγχονται οι αποφάσεις.
Χωρίς δικαιώματα οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα
Από 1/1/2022 υλοποιείται στο σύνολό του το αντεργατικό έκτρωμα του νόμου Χατζηδάκη (ν. 4808/2021) και για το μητρώο και τις ηλεκτρονικές διαδικασίες. Ο νόμος-τομή, που ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2021, γράφτηκε δια χειρός ΣΕΒ, με τη συντεταγμένη στήριξη της ΝΔ αλλά και την άρνηση συνολικής αντιπαράθεσης της υπεύθυνης αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ (που ψήφισε 55 άρθρα!) και του ΚΙΝΑΛ (ψήφισε 73!). Πολύ μεγάλες είναι οι ευθύνες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και του ΠΑΜΕ οι οποίοι εδώ και έξι μήνες προετοιμάζονται για να δώσουν… αγωνιστική απάντηση και δεν έχουν πραγματοποιήσει ούτε μία ώρα στάση εργασίας.
Ο νόμος Χατζηδάκη αποτελεί μία ιστορική πρόκληση, καταργεί το 8ωρο, ρευστοποιεί τον εργάσιμο χρόνο, ενισχύει την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου. Δεν είναι επιστροφή στο παρελθόν όπως πολλοί υποστηρίζουν αλλά το παρόν και το μέλλον του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας. Ο καπιταλισμός του 21ου αιώνα στην προσπάθεια του να ξεπεράσει την κρίση του (οικονομική, υγειονομική, περιβαλλοντική) χρειάζεται μία τεράστια δεξαμενή φτηνού, ευέλικτου και χωρίς δικαιώματα εργατικού δυναμικού. Χρειάζεται όμως και ένα εργατικό κίνημα χωρίς δικαιώματα, μαχητική στάση και διεκδίκηση. Ακριβώς γι αυτό προβλέπει τέτοιες προϋποθέσεις για την κήρυξη απεργίας και στάσης εργασίας, που καθιστούν παράνομη οποιαδήποτε απεργία είναι μαχητική και επικίνδυνη, καταργώντας ουσιαστικά το δικαίωμα στην απεργία και κάθε συγκρουσιακή αγωνιστική μορφή (π.χ. κατάληψη). Επιπλέον εισάγει ρυθμίσεις για τον πλήρη έλεγχο και το φακέλωμα της δράσης των σωματείων και τη διάλυση των συλλογικών τους διαδικασιών, επιδιώκοντας «συνδικαλισμό εξ αποστάσεως» χωρίς αλληλεπίδραση των εργαζόμενων, με κοινοβουλευτικά χαρακτηριστικά.
Ποινικοποίηση της απεργιακής περιφρούρησης
Για την κήρυξη «νόμιμης απεργίας», σύμφωνα με τον νόμο Χατζηδάκη, χρειάζεται έγγραφη προειδοποίηση της εργοδοσίας για την ημέρα και ώρα έναρξης, τη διάρκεια και τη μορφή της απεργίας, τα αιτήματα και τους λόγους που τα θεμελιώνουν. Προβλέπεται τουλάχιστον 24ωρη προειδοποίηση, 4ημερη για τις επιχειρήσεις δημοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας για τις οποίες, κατά τη διάρκεια απεργίας, εισάγεται η υποχρέωση διάθεσης προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης λειτουργίας, επιπλέον του προσωπικού ασφαλείας, τουλάχιστον στο 1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας και η γνωστοποίηση των ονομάτων. Απαγορεύεται δηλαδή τουλάχιστον στο 1/3 να απεργήσει και να σταματήσει η λειτουργία τους.
Υποχρεωτικός είναι ο διάλογος με την εργοδοσία (μέσω του ΟΜΕΔ). Όσο διαρκεί ο διάλογος, η απεργία αναστέλλεται, ενώ αφαιρείται το δικαίωμα από δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις να επανακηρύξουν μια απεργία που έχει κριθεί παράνομη. Το έκτρωμα Χατζηδάκη προστατεύει τους απεργοσπάστες. Ποινικοποιείται η απεργιακή περιφρούρηση, ώστε να λειτουργεί απρόσκοπτα η εργοδοτική και κρατική τρομοκρατία. Απαγορεύεται η «παρεμπόδιση εργαζομένων που επιθυμούν να εργασθούν κατά τη διάρκεια της απεργίας», ενώ όσοι «παρεμποδίζουν» θα διώκονται ποινικά! Αυτό αποτελεί αιτία διακοπής της απεργίας. Ακόμα και η συζήτηση με εργαζόμενους για την απεργία μπορεί να θεωρηθεί «άσκηση ψυχολογικής πίεσης»(!) και να ποινικοποιηθεί. Με όλα αυτά είναι φανερό ότι όλες οι απεργίες μπορούν να κρίνονται παράνομες. Βέβαια διαχρονικά η «ανεξάρτητη δικαιοσύνη» έβγαζε παράνομες απεργίες αλλά τώρα αυτό γίνεται κανόνας. Επιπλέον, επιδιώκεται ο αυτοπεριορισμός των συνδικάτων στο όνομα της προσαρμογής τους στη νομιμότητα.
Εξίσου σημαντική πλευρά του νόμου Χατζηδάκη είναι ο απόλυτος έλεγχος των σωματείων από το κράτος και την εργοδοσία. Επιδιώκουν τα σωματεία να γίνουν διαδικτυακές λέσχες συζητήσεων και ΜΚΟ. Τα συνδικάτα κυριολεκτικά φακελώνονται στο ΓΕΜΗΣΟΕ (Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων), στο οποίο θα εγγράφονται υποχρεωτικά. Θα καταχωρούνται βασικά στοιχεία όπως το καταστατικό, η έδρα και ο αριθμός των μελών, ο εκλογικός κατάλογος, τα οικονομικά στοιχεία, ΑΦΜ, πρακτικά ΓΣ και ΔΣ, προσωπικά δεδομένα κλπ. Απαιτείται η εγγραφή και η σταθερή επικαιροποίηση των στοιχείων στο μητρώο. Σε διαφορετική περίπτωση, τα συνδικάτα απειλούνται πως θα απολέσουν το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης, κήρυξης απεργίας, υπογραφής Συλλογικής Σύμβασης, διαχείρισης τραπεζικών λογαριασμών, προστασίας από απόλυση και μετάθεση των συνδικαλιστών, σύγκλησης γενικής συνέλευσης στον χώρο εργασίας, συνδικαλιστικών αδειών, διανομής ανακοινώσεων κλπ. Έτσι εκβιάζονται τα σωματεία να ενταχθούν στο Μητρώο, όπου θα έχει πρόσβαση το υπουργείο Εργασίας.
Επιπλέον, προϋπόθεση για κήρυξη απεργίας και εκλογή Διοικητικού Συμβουλίου είναι η ύπαρξη συστήματος ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, χτυπώντας έτσι τις συλλογικές δημοκρατικές διαδικασίες και τις εργατικές συνελεύσεις, ενώ ανακύπτουν και σοβαρά ζητήματα διαβλητότητας των εκλογών. Υποχρεωτική είναι η αλλαγή καταστατικών των συνδικάτων για να ενσωματώσουν ότι προβλέπει ο ν. 4808/2021. Τα συνδικάτα θα αναλώνονται σε γραφειοκρατικές διαδικασίες, εξαναγκάζονται να έχουν από ένα δικηγόρο κι ένα λογιστή, ενώ η αστυνομία θα ελέγχει τη δράση τους.
Απειθαρχία και πάλη για κατάργηση
Το μαχόμενο και ταξικό εργατικό κίνημα δεν μπορεί να αυτό-καταργηθεί και να υποταχθεί στο νόμο Χατζηδάκη
Η ακύρωση, ανατροπή και κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη είναι όρος ύπαρξης για το ταξικό εργατικό κίνημα. Είναι όρος τόσο για την αποτροπή όσων προβλέπει για την εργασία και τη βαθύτερη εκμετάλλευση της σε όφελος του κεφαλαίου, όσο και για την ύπαρξη μαχητικών αγώνων με δυνατότητα νίκης για τους εργαζόμενους. Ο στρατηγικής σημασίας νόμος για το κεφάλαιο πρέπει να έχει αντίστοιχη στρατηγικού χαρακτήρα αντιμετώπιση.
Για να γίνει αυτό πρέπει να υπάρχει σαφής γραμμή σύγκρουσης με δύο πλευρές, που η μία θα συμπληρώνει την άλλη. Από τη μια η απειθαρχία στον νόμο και η μη εφαρμογή του τόσο στα ζητήματα που αφορούν την κήρυξη απεργίας και τις μορφές αγώνα όσο και γενικότερα και από την άλλη ο απεργιακός αγώνας για την κατάργηση του ν. 4808/2021.
Οι προϋποθέσεις του νόμου για την κήρυξη απεργίας και η επιτρεπόμενη δράση των συνδικάτων οδηγούν το εργατικό κίνημα ή να αποδεχτεί ότι θα εξαντλείται σε παντελώς ακίνδυνες απεργίες και δράσεις ή θα κινηθεί έξω από τα όρια του νόμου για να διεξάγει πραγματικούς αγώνες σύγκρουσης και ανατροπής με φιλοδοξία για νίκες. Ή θα αποδεχτεί τον πλήρη έλεγχο της λειτουργίας των συνδικάτων και την επιβολή της «εξ αποστάσεως συμμετοχής» και ψηφοφορίας ή θα διατηρήσει τις δια ζώσης μαζικές ζωντανές διαδικασίες, όπου η συμμετοχή, η αλληλεπίδραση και αλληλοτροφοδότηση των εργαζόμενων μπορούν να γίνουν κινητήρια δύναμη για ένα ρωμαλέο μαχητικό εργατικό κίνημα που θα μπορεί να περιφρουρεί τα μέλη και τη δράση του από το κράτος και την εργοδοσία. Τα ταξικά συνδικάτα δεν μπορούν να αυτοακυρωθούν, να αλλάξουν τα καταστατικά τους για να προσαρμοστούν στον ν. Χατζηδάκη. Η απειθαρχία είναι μονόδρομος.
Από την άλλη, βήμα για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης από τα δεσμά που θέλει να επιβάλει ο ν. Χατζηδάκη είναι ο αγώνας για την κατάργηση του, που είναι κρίσιμο στοιχείο για τη σύγκρουση με την πολιτική της κυβέρνησης και του κεφαλαίου. Η μάχη αυτή συνδέεται με κάθε πραγματική διεκδίκηση και αγώνα των εργαζόμενων. Τόσο γιατί θα τον βρίσκει μπροστά του στην προσπάθεια του κράτους και της εργοδοσίας για την καταστολή των αγώνων (κήρυξή τους ως παράνομους, ποινικοποίηση τους κλπ), όσο και γιατί θα βρίσκεται πίσω από την μάχη για το βάθεμα της εκμετάλλευσης της εργασίας από το κεφάλαιο. Το αίτημα της κατάργησης του ν. Χατζηδάκη πρέπει να συμπληρώνει τη διεκδίκηση του 6ωρου-5ήμερου-30ωρου που πρέπει να διεκδικήσει το εργατικό κίνημα από τη δική του στρατηγική σκοπιά στη μάχη με το κεφάλαιο για το χρόνο εργασίας. Πρέπει να είναι συστατικό των διεκδικήσεων για μόνιμη και σταθερή δουλειά, για ζωή με δικαιώματα για όλους, στην Υγεία, τη Μόρφωση, την ασφάλιση, την κατοικία και για αυξήσεις στους μισθούς για να ζούμε με αξιοπρέπεια, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και τη λεηλασία του ανθρώπου και της φύσης. Για να πληρώσει την κρίση το κεφάλαιο και να χάσει από τα κέρδη του για να βελτιωθεί η ζωή των εργαζόμενων. Για να παρθούν μέτρα για τη σωτηρία του λαού από την πανδημία και την ακρίβεια. Τέτοιος αγώνας πρέπει άμεσα –χωρίς αναβολή– να οργανωθεί από τα ταξικά εργατικά συνδικάτα.
Στον αντίποδα αυτής της λογικής, η ΓΣΕΕ αποτελεί το στήριγμα του ν. Χατζηδάκη. Όχι μόνο υπονόμευσε τον αγώνα ενάντια στην ψήφισή του αλλά τρέχει σε συνεργασία με το κράτος να φτιάξει ηλεκτρονική πλατφόρμα για τη διεξαγωγή των εκλογών των σωματείων, ώστε να έχει τον πλήρη έλεγχο των αρχαιρεσιών των σωματείων, πρωτοστατώντας στην εφαρμογή του νόμου.
Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες που κυριαρχεί ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός –με ευθύνη των παρατάξεων των ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ αλλά και την ανοχή του ΠΑΜΕ– μπορεί να διαπιστώνουν στα λόγια την αδυναμία άσκησης ελεύθερου συνδικαλισμού με τον ν. Χατζηδάκη αλλά πέρα από ενέργειες που παραπέμπουν στα δικαστήρια αντί για την οργάνωση των αγώνων –όπως η προσφυγή του ΕΚΑ στο ΣτΕ ενάντια στο Μητρώο– αρνούνται να πάρουν δεσμευτικές αποφάσεις για απειθαρχία στο νόμο σε όλες του τις πλευρές. Όσο για απεργίες, ούτε λόγος.
Στην ίδια κατεύθυνση, η ΑΔΕΔΥ διακήρυξε τη μη εφαρμογή του νόμου στην αλλαγή καταστατικού και στην εφαρμογή των προϋποθέσεων για την κήρυξη απεργιών αλλά με ευθύνη των παρατάξεων ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ και ανοχή του ΠΑΜΕ, αρνήθηκε να ολοκληρώσει την απόφαση για απειθαρχία και με τη δέσμευση για μη εφαρμογή των ηλεκτρονικών αρχαιρεσιών και μη εγγραφή στο Μητρώο. Η απόφαση μάλιστα για τις απεργίες, μέχρι τώρα, εφαρμόστηκε κατά περίπτωση. Από τη μια, δεν τήρησε τις προϋποθέσεις για την κήρυξη απεργίας και κάλυψε με απόφαση της την απεργία στα ασφαλιστικά ταμεία όταν αυτή βγήκε παράνομη στα δικαστήρια με βάση τον ν. Χατζηδάκη. Από την άλλη όμως, αρνήθηκε να σπάσει την αντίστοιχη απαγόρευση της κρίσιμης και μεγαλειώδους απεργίας-αποχής ενάντια στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Επίσης, αρνείται να οργανώσει απεργιακό αγώνα για την κατάργηση του ν. Χατζηδάκη και τις διεκδικήσεις των εργαζόμενων στο δημόσιο. Αντίθετα ακύρωσε στην πράξη την απόφαση του Γενικού Συμβουλίου για 24ωρη απεργία το Νοέμβριο με ευθύνη των παρατάξεων ΔΑΚΕ, ΔΗΣΥ, ΕΑΕΚ (ΣΥΡΙΖΑ), ΠΑΜΕ και Συνδικαλιστική Ανατροπή.
Πραγματικός αγώνας όχι άσφαιρες διακηρύξεις
Το ΠΑΜΕ, ενώ έχει αναγορεύσει τη μάχη ενάντια στο νόμο Χατζηδάκη σε κυρίαρχη μάχη για το εργατικό κίνημα, περιορίζεται στο σύνθημα «Ο νόμος Χατζηδάκη θα μείνει στα χαρτιά» και δεν βάζει τον στόχο της κατάργησης του. Αποφεύγει τη σύγκρουση με την κυβέρνηση και το κεφάλαιο καθώς αρνείται την οργάνωση συνολικού απεργιακού αγώνα, ακολουθώντας τελικά το σχέδιο του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού. Η πανεργατική απεργία δηλώνεται γενικόλογα ως στόχος που μετατοπίζεται κάθε φορά σαν τον ορίζοντα, όσο πλησιάζει ο χρόνος για την υλοποίηση της, αναδεικνύοντας την έλλειψη εμπιστοσύνης στους εργαζόμενους και την προτεραιότητα του να επιδιώξει η δυσαρέσκεια των εργαζόμενων να οδηγηθεί στο να «βγάλουν συμπεράσματα» για την κοινοβουλευτική τους στάση στις εκλογές. Ακόμα και για την απειθαρχία που με επίταση διακηρύσσει, δεν εξαντλεί την πίεση του σε όλα τα συνδικάτα να πάρουν δεσμευτικές αποφάσεις για τη μη εφαρμογή του νόμου, αφήνοντας ανοιχτό το δρόμο για υπαναχώρηση ανάλογα με την τελική στάση των δυνάμεων του κυβερνητικού συνδικαλισμού στο θέμα αυτό.
Αντίστοιχα προβληματική είναι και η αντίληψη που εμφανίζεται σε δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που επικεντρώνουν στην κατάργηση, υποβαθμίζοντας, αν δεν στέκονται αρνητικά, το θέμα της απειθαρχίας και μη εφαρμογής του νόμου.
Σ αυτή την κρίσιμη μάχη για το παρόν και το μέλλον του εργατικού κινήματος, όλες οι δυνάμεις θα κριθούν από τη συμβολή τους στον αγώνα για την απειθαρχία και κατάργηση του ν. Χατζηδάκη και αυτό είναι ζήτημα που θα φανεί στο αμέσως επόμενο διάστημα.