Γιώργος Ζιόβας
Με αφορμή την εκδημία του Μίκη Θεοδωράκη θα γραφτούν χιλιάδες σελίδες για τη ζωή και το έργο του. Διατυπώνουμε μερικές σκέψεις για ένα αισθητικό ζήτημα που τον απασχόλησε σε θεωρητικό αλλά και σε πρακτικό επίπεδο.
Ο Θεοδωράκης, λοιπόν, μελέτησε βαθιά τη σχέση λαϊκού και έντεχνου στη μουσική και κατάφερε να συνταιριάξει ιδανικά στο έργο του τα δύο στοιχεία δημιουργώντας ένα γοητευτικό νέο είδος, «μικτό αλλά νόμιμο», όπως θα έλεγε και ο Διονύσιος Σολωμός. Ο Επιτάφιος, το Άξιον Εστί, η Ρωμιοσύνη και το τραγούδι του Νεκρού Αδελφού είναι χαρακτηριστικά δείγματα του έντεχνου λαϊκού τρόπου και αποτελούν καλλιτεχνικά επιτεύγματα πρώτης γραμμής.
Ο Μ. Θεοδωράκης, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει πριν μια δεκαετία, ξεκινάει από τη σκέψη πως «το λαϊκό στοιχείο αποτελεί την πρώτη ύλη, ενώ το έντεχνο εμπεριέχει το στοιχείο της πνευματικής καλλιέργειας, που μόνο αυτή ολοκληρώνει την ανθρώπινη προσωπικότητα. Άρα, υπάρχει μια αγεφύρωτη, καθαρά ταξική αντίθεση ανάμεσα στο λαϊκό και στο έντεχνο και επομένως το σπάσιμο αυτής της αντίθεσης είναι μια επαναστατική πράξη που στοχεύει στην εξαφάνιση των διακρίσεων μέσα στην κοινωνία».
Πράγματι, θα μπορούσαμε να πούμε πως ο λαϊκός τρόπος, το λαϊκό στοιχείο στη μουσική αλλά και ευρύτερα στην τέχνη είναι η ζύμη, είναι η μαγιά, το πρωταρχικό, το πρωτόγονο, το πιο στοιχειακό και ενστικτώδες, ενώ ο έντεχνος τρόπος, το λόγιο στοιχείο, είναι το πιο πνευματικό, το περισσότερο έλλογο, αυτό που εκτός των άλλων συγκροτεί και οργανώνει σε μια βαθύτερη και υψηλότερη διανοητική σύνθεση όλα τα στοιχεία και υλικά. Σε περιόδους ακμής, λαϊκό και λόγιο στοιχείο συγκλίνουν και κάποτε ταυτίζονται — παράδειγμα η Αρχαία Τραγωδία και Κωμωδία ή τα έργα του Σαίξπηρ. Σε περιόδους κρίσης, όπως η σημερινή, αποκλίνουν· το λαϊκό τείνει να γίνει ευτελές και το λόγιο ελιτιστικό. Οι όποιες εξαιρέσεις, που πάντοτε υπάρχουν, επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Επαναστατική πράξη το σπάσιμο της ταξικής αντίθεσης ανάμεσα στο λαϊκό
και έντεχνο στοιχείο
Η σύζευξη έντεχνου και λαϊκού στην τέχνη θα μπορούσε να αποτελέσει ακόμα και στις μέρες μας ένα ισχυρό αντίδοτο στον μεταμοντερνισμό που κυριαρχεί. Ο μεταμοντερνισμός σαν ιδεολογικό ρεύμα, καλλιτεχνική τάση αλλά και στάση ζωής ταυτίζεται, σε τελευταία ανάλυση, με τον ακραίο και χυδαίο νατουραλισμό — φωτογραφίζει και αναπαράγει την κατακερματισμένη και σε παρακμή σημερινή πραγματικότητα. Από τη στιγμή που «δεν παίρνει θέση», καθηλώνεται στην περιπτωσιολογία, στην ανάδειξη και αποθέωση του επί μέρους και αποσπασματικού, χωρίς να ανυψώνεται ποτέ στην αφαίρεση και τη γενίκευση που οδηγούν στη λυτρωτική δημιουργία ενός συλλογικού μύθου και μιας μεγάλης αφήγησης.