Γιώργος Παυλόπουλος
Θέλησε ο Μητσοτάκης να υποκριθεί, αλλά η συνήθεια δεν τον άφησε. Και έτσι, ξεγυμνώθηκε από το πρώτο κιόλας λεπτό της συνέντευξής του. Όταν είπε, δηλαδή, ότι «η φύση μας επιτίθεται». Το ίδιο συνέβη και προς το τέλος της, όταν ισχυρίστηκε πως οφείλουμε «να μετατρέψουμε τη μοναδική βιοποικιλότητα της Ελλάδας σε ευκαιρία».
Είναι προφανές. Η φύση, όταν δεν αποδεικνύεται συνεργάσιμη και πρόθυμη να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης, αντιπροσωπεύει για τον Μητσοτάκη, όπως και για το κεφάλαιο και για όλες τις κυβερνήσεις που το υπηρετούν, έναν αντίπαλο. Που δεν καταλαβαίνει την αξία της συναίνεσης και επιτίθεται ανεύθυνα. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον άνθρωπο, δηλαδή, η προστασία της ζωής του οποίου παρουσιάζεται δήθεν ως πρώτος στόχος.
«Το περιβάλλον είναι πολιτικός στόχος προτεραιότητας», είπε επίσης ο πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΝΔ. Φυσικά και είναι! Όχι, όμως, για να προστατευθεί, αλλά για να αποσπαστεί από αυτό όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κέρδος – όπως και από τον άνθρωπο.
Ελληνικό, Χαλκιδική, εξορύξεις, ανεμογεννήτριες…
Η τσιμεντοποίηση και ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού, όπου θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα μεγάλο, πολύτιμο και ανοιχτό πάρκο, που θα έδινε ανάσα στον λαό εντός του επιβαρυμένου αστικού ιστού, αποδεικνύει τις πραγματικές τους προθέσεις. Το ίδιο και η ερημοποίηση και δηλητηρίαση σημαντικού τμήματος της Χαλκιδικής από τα ορυχεία χρυσού.
Κάτι ανάλογο ισχύει με την οικοπεδοποίηση των θαλασσών και τις εξορύξεις υδρογονανθράκων, που θα έχουν αναντίστρεπτες συνέπειες για το φυσικό περιβάλλον. Με την καταστροφή απάτητων κορυφών και παρθένων δασών για να «φυτευτούν» ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά. Αλλά και με τη μοίρα που επιφυλάσσουν σε διαμάντια της ελληνικής φύσης, όπως ο Ερημίτης, την πυρκαγιά στον οποίο προέβλεψε (αν όχι ευχήθηκε) ο ίδιος ο Μητσοτάκης.
Όπως και με πολλά άλλα, που αποκτούν και θεσμική κάλυψη, με τα κυβερνητικά νομοσχέδια.
Ακόμη και οι ανακοινώσεις που κάνει η κυβέρνηση για την επόμενη ημέρα στη βόρεια Εύβοια, δικαιολογημένα μας γεμίζουν με ανησυχία. Διότι όταν ο Μητσοτάκης και ο Σταϊκούρας κάνουν λόγο για ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, δύσκολα θα αποφύγουμε τον πειρασμό να υποθέσουμε ότι έχουν αρχίσει να καταστρώνονται (αν δεν είναι ήδη έτοιμα…) μεγαλεπήβολα επιχειρηματικά σχέδια πάνω στα αποκαΐδια.
Το κεφάλαιο ως «ανάδοχος αναδάσωσης»
Πρόκειται, βεβαίως, για σχέδια που δεν έχουν στο επίκεντρό τους όλους τους κατοίκους που ζούσαν από το δάσος και συνάμα το προστάτευαν: Μελισσοκόμους, υλοτόμους και ρητινοκαλλιεργητές, μικρομεσαίους αγρότες και κτηνοτρόφους, ανθρώπους που κατάφεραν να φτιάξουν 2-3 δωμάτια ή μια ταβερνούλα.
Όχι, όλοι αυτοί δεν έχουν καμία ελπίδα. Πλέον, τα μεγάλα σχέδια αφορούν ομίλους οι οποίοι, με προοπτική δεκαετιών, θα επιχειρήσουν να «ρουφήξουν» μέχρι και το τελευταίο σεντ που μπορούν να πάρουν από το κορμί της πληγωμένης γης.
Τους «αναδόχους αναδάσωσης» και τις «δασικές επιχειρήσεις», όπως είπε ο ίδιος πρωθυπουργός στη συνέντευξή του, περιγράφοντας ουσιαστικά την οριστική εκχώρηση των δασών – καμένων και μη – στο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Αυτά επιδιώκουν ο Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του. Γύρω από αυτά κάλεσαν τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα να συναινέσουν, κάνοντας λόγο για «εθνικό στόχο». Για να τα πετύχουν θα επιχειρήσουν να αξιοποιήσουν τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ.
Ένα αναγκαίο υστερόγραφο
Η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως και κάθε κυβέρνηση που υπηρετεί το κεφάλαιο, θεωρεί τη φύση και τον άνθρωπο συμμάχους όταν προσφέρουν κέρδη και αντιπάλους όταν μπαίνει εμπόδιο σε αυτά.
Συνήθως, οι δολοφόνοι επιστρέφουν στο τόπο του εγκλήματος αφού πρώτα έχουν φύγει για να γλιτώσουν. Στην περίπτωση της κυβέρνησης της ΝΔ, αυτό δεν συνέβη. Όχι απλώς παρέμεινε παρούσα, αλλά προσπάθησε και να μας πείσει πως όλα ήταν καλά καμωμένα.
«Έχουμε τα περισσότερα μέσα πυρόσβεσης», μας είπαν – ο Μητσοτάκης που δήλωσε συγκλονισμένος, ο Χρυσοχοΐδης και ο Χαρδαλιάς, ο οποίος έκλαψε on camera. «Η αντίδραση ήταν έγκαιρη και αποτελεσματική», πρόσθεσαν, αποδίδοντας την καταστροφή στην «στρατηγό θερμοκρασία», μιας και αυτή τη φορά οι άνεμοι ήταν σύμμαχοι.
Συμπέρασμα: Μην περιμένετε να σας προστατεύσει κανείς όταν έρθει η σειρά σας. Διότι απλώς, είμαστε πολύ καλοί (και μπορούμε να γίνουμε λίγο καλύτεροι ίσως…), αλλά η φύση μας επιτίθεται.
Προς τι, λοιπόν, η «συγγνώμη», αν όχι αποκλειστικά για να γίνει πρώτο θέμα σε φιλοκυβερνητικά Μέσα;