ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ
Να δείξουμε ότι υπάρχει άλλος δρόμος
Ξεκινούµε από τη θέση ότι η µετωπική συµπόρευση των δυνάµεων και των αγωνιστών της Αριστεράς του άλλου δρόµου χωρίς ευρώ, ΕΕ και χρέος δεν είναι µια αµυντική τακτική για να αθροίσουµε δυνάµεις και να αντέξουµε την πολιτική πίεση από την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι µια κίνηση µε στρατηγικό χνάρι που αφετηρία έχει το γεγονός ότι µέσα στα µεγάλα κοινωνικά και πολιτικά ρήγµατα τα οποία άνοιξε η συγκυρία της κρίσης και των µεγάλων λαϊκών ξεσηκωµών, αναδείχτηκε η ιστορική επικαιρότητα και η πραγµατική δυναµική ενός άλλου δρόµου, σε ρήξη µε την κεντρική αστική στρατηγική επιλογή των τελευταίων 50 ετών, την πρόσδεση στη διαδικασία της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Υπάρχει σήµερα ένα πραγµατικό πολιτικό κενό εκπροσώπησης του ίδιου του ερωτήµατος της ρήξης µε τον «ευρωπαϊκό δρόµο», το οποίο αν δεν το καλύψουµε εµείς, από µια αριστερή, λαϊκή, ταξική οπτική, θα το καλύψει ο αποκρουστικός κανιβαλισµός της Ακροδεξιάς.
Η µετωπική πολιτική δεν είναι υπόθεση συσχετισµών. ∆εν κρίνεται από τα συγκριτικά µεγέθη όσων προσπαθούν να συµπορευτούν. Αφορά το ίδιο το στρατηγικό χνάρι της αγωνιστικής ενότητας και της διαµόρφωσης ενός ευρύτερου κοινωνικού και πολιτικού µπλοκ. Η ιστορία της Αριστεράς στον τόπο µας, αλλά και διεθνώς, δείχνει ότι η Αριστερά, όταν είναι ηγεµονική, γίνεται και ενωτική, συγκροτεί ευρύτερες ενότητες, διαµορφώνει ρεύµατα που την υπερβαίνουν.
Σήµερα οι όροι για τη µετωπική συµπόρευση µε ένα σχετικά ευρύ φάσµα συλλογικοτήτων και αγωνιστών υπάρχουν. Υπάρχει ένα κεκτηµένο κοινών προγραµµατικών θέσεων που αφορούν την ανάγκη εξόδου από το ευρώ, τις εθνικοποιήσεις, τον εργατικό έλεγχο, την πάλη ενάντια στο ρατσισµό και το νεοφασισµό, τη σύνδεση ανάµεσα στο µεταβατικό πρόγραµµα και µια σύγχρονη σοσιαλιστική προοπτική. Κοινή είναι η παραδοχή ότι καµιά ουσιαστική φιλολαϊκή εξέλιξη δεν µπορεί να υπάρξει όσο η Ελλάδα παραµένει µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπάρχει η κοινή θέση απόρριψης των διαχειριστικών λογικών και του δεξιόστροφου κυβερνητισµού του ΣΥΡΙΖΑ και η επιµονή στην καθοριστική παρέµβαση του λαϊκού κινήµατος ως της µόνης δύναµης που µπορεί να επιβάλει ανατροπές και τοµές.
Προφανώς και υπάρχουν διαφορές, εφόσον µιλάµε για τη συνάντηση ανάµεσα σε δυνάµεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και ρεύµατα και αγωνιστές που πρόσφατα έκαναν τοµές µε βασικές επιλογές του αριστερού µεταρρυθµισµού. Ταυτόχρονα όµως αυτές οι διαφορές σηµαίνουν και δυνατότητα πιο διευρυµένης απεύθυνσης, ανοίγµατος σε κοµµάτια κοινωνικά και πολιτικά στα οποία ο χώρος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς δεν είχε µεγάλη πρόσβαση. Αυτό συνεπάγεται µια διαλεκτική της συµπόρευσης, µια ικανότητα να συνθέσουµε τις διαφορετικές εµπειρίες και αφετηρίες και µε αυτό τον τρόπο να µπορέσουµε να διαµορφώσουµε όρους ενός ευρύτερου ρεύµατος.
Η διαδικασία της συµπόρευσης έχει καθυστερήσει. Και πρέπει να το δούµε αυτό αυτοκριτικά. ∆εν αναλογεί σε µια δύναµη και ένα ρεύµα όπως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ο άχαρος ρόλος της φοβικής αναζήτησης διαφορών ή της «µάχης των διατυπώσεων». Όχι γιατί άλλα ρεύµατα δεν έχουν επίσης ευθύνη για τις παλινωδίες ή την ατολµία τους να πάρουν πιο ξεκάθαρη θέση. Αλλά διότι στη δύναµη που είναι πολιτικά και οργανωτικά ισχυρότερη αναλογεί πάντοτε µεγαλύτερη ευθύνη και απαίτηση για περισσότερη τόλµη αλλά και διάθεση σύνθεσης.
Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάµε ούτε στιγµή ότι λογοδοτούµε σε ένα ευρύτερο δυναµικό αγωνιστριών και αγωνιστών που δεν πρόκειται να µας συγχωρέσουν εάν για άλλη µια φορά χαθεί η ευκαιρία, εάν για άλλη µια φορά ο ευρύτερος αντιΕΕ χώρος παρουσιαστεί κατακερµατισµένος, εάν πρυτανεύσουν κάθε λογής υπολογισµοί. Τότε αυτός ο κόσµος θα αισθανθεί –και θα έχει κάθε δίκιο!– ότι δεν του δώσαµε την ευκαιρία να έχει πολιτικό σηµείο αναφοράς που θα σηµατοδοτούσε στρατηγικά όντως τη δυνατότητα να µην πάει χαµένη η κατάθεση αγώνα και ελπίδας των τελευταίων ετών.
Προφανώς και η µετωπική συµπόρευση και η ενωτική παρέµβαση στις εκλογικές µάχες που έρχονται είναι απλώς η αρχή. Το κοµβικό είναι να µπορέσει να γίνει το πεδίο άρθρωσης εκείνης της αναγκαίας πολιτικής και προγραµµατικής κατεύθυνσης που σήµερα λείπει όχι απλώς από το τοπίο της Αριστεράς αλλά και από το ίδιο το κίνηµα. Γιατί εάν σήµερα ευρύτερα κοµµάτια του λαού δεν πειστούν ότι όντως µπορεί να υπάρξει ένας άλλος δρόµος για την ελληνική κοινωνία, ότι δεν ισχύουν οι τερατολογίες των καθεστωτικών ΜΜΕ –αλλά εν πολλοίς και του ΣΥΡΙΖΑ– για το τι θα σηµαίνει η έξοδος από ευρώ και ΕΕ, ότι µπορούν οι αγώνες να ανοίξουν δρόµους ανατροπής και µετασχηµατισµού και όχι απλώς «µνηµονίων µε ανθρώπινο πρόσωπο», τότε θα συνεχίσουµε να ζούµε την τωρινή κατάσταση στο κίνηµα όπου η οργή συνυπάρχει µε την απελπισία.
Το συζητάµε για καιρό, η δυναµική είναι δεδοµένη, η προγραµµατική βάση υπάρχει. Ας τολµήσουµε!