του Γιώργου Παυλόπουλου
Το Βερολίνο θα κάνει παραχωρήσεις
Μπορεί η Γερμανία και η αστική της τάξη να αντιπροσωπεύουν την ισχυρότερη δύναμη της ΕΕ, όμως γνωρίζουν πολύ καλά ότι χωρίς τη Γαλλία και μάλιστα στην «πρώτη ταχύτητα» –τόσο επί της ουσίας όσο και για λόγους νομιμοποίησης– το φιλόδοξο εγχείρημα της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης θα πάει περίπατο και θα φτάσει σύντομα (και πιθανώς βίαια) στο τέλος του. Αυτό όμως είναι ένα σενάριο που όχι απλώς δεν επιθυμεί το Βερολίνο, αλλά του προκαλεί κυριολεκτικά τρόμο, καθώς θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου και θα προκαλέσει θύελλες τις οποίες το σύγχρονο Ράιχ είναι πολύ δύσκολο να αντέξει.
Για το λόγο αυτό, μπροστά στις έντονες αναταράξεις που προκαλεί στη Γαλλία η κρίση, με τα φαινόμενα αποσύνθεσης του παραδοσιακού πολιτικού σκηνικού να είναι εμφανή και να πολλαπλασιάζονται, καθώς ο αντιγερμανισμός εντείνεται στις τάξεις τόσο της κοινωνίας όσο και της οικονομικής ολιγαρχίας, αλλά και στο φόντο των φυγόκεντρων τάσεων σε όλη την Ευρώπη και των αλλαγών που έχουν δρομολογηθεί προκειμένου να σωθεί το οικοδόμημα, η Γερμανία έχει κάνει ήδη την επιλογή της. Αδιαφορώντας για πολιτικές συγγένειες και συμμαχίες στην Ευρωβουλή, τόσο οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ και του Σόιμπλε όσο και οι Σοσιαλδημοκράτες του Σουλτς και του Γκάμπριελ έχουν δώσει ουσιαστικά την «ευλογία» τους στον Μακρόν, εγκαταλείποντας στα κρύα του λουτρού τόσο τον φθαρμένο (και ενοχλητικά φιλορώσο…) Φιγιόν όσο και τον επικίνδυνα… αριστερό για τα γούστα τους Αμόν.
Ακόμη κι έτσι ωστόσο τα προβλήματα δεν λύνονται. Παρά το γεγονός ότι ο τυχοδιώκτης πρώην τραπεζίτης της Ρότσιλντ και υπουργός Οικονομίας του Ολάντ φαντάζει ως το ακλόνητο φαβορί για την προεδρία, η σε κάθε περίπτωση ισχυρή παρουσία που θα καταγράψουν τόσο η Λεπέν όσο και ο Μελανσόν θα στείλει ένα σαφές μήνυμα. Αναγκάζοντας, έτσι, τη νέα γερμανική κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου (πιθανότατα ένας νέος μεγάλος συνασπισμός) να ανακατέψει την πολιτική τράπουλα στην Ευρώπη και να κάνει ορισμένες παραχωρήσεις προς το Παρίσι – στη συνέχεια δε και προς τον έτερο μεγάλο ασθενή, τους Ιταλούς. Με αντάλλαγμα, να δυναστεύσουν από κοινού τους λαούς της Ευρώπης, καθώς και τις πιο αδύναμες χώρες της ΕΕ και της ευρωζώνης.