του Λεωνίδα Βατικιώτη
Πανευρωπαϊκό σήμα κινδύνου έπρεπε να εκπέμψει η δήθεν τυχαία πρόταση του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Βίτορ Κονστάντσιο, για την ανάγκη δημιουργίας μιας «προβληματικής τράπεζας» (bad bank), στην οποία να συγκεντρωθούν όλα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των ευρωπαϊκών τραπεζών. Ο λόγος γίνεται για ένα ποσό που υπερβαίνει το 1 τρις. ευρώ (αντιστοιχώντας στο 9% του ΑΕΠ της ευρωζώνης) και κατά την κυρίαρχη ερμηνεία αποτελεί βαρίδι στα πόδια των τραπεζών καθώς πιέζει τα κέρδη των τραπεζών ενώ επίσης ευθύνεται για τον φαύλο κύκλο χαμηλών ευρωζώκερδών —μειωμένου δανεισμού— χαμηλής οικονομικής μεγέθυνσης. Εντελώς …τυχαία την ίδια επισήμανση έκανε με διαφορά λίγων ημερών και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, Ανδρέα Ένρια, για να συναντήσει την αποδοχή του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ.
Τυχόν υλοποίηση αυτού του σχεδίου θα σηματοδοτήσει το πέρασμα στις τσέπες των φορολογουμένων αν όχι ολόκληρου αυτού του ποσού, τουλάχιστον ενός σημαντικού του μέρους, καθώς ακόμη και το τελικό πέρασμα των κόκκινων δανείων σε εξειδικευμένες εταιρείες θα γίνει σε τιμές πολύ χαμηλότερες των ονομαστικών. Αυτήν ακριβώς τη διαφορά θα κληθεί να καλύψει το δημόσιο, ώστε οι τράπεζες να μην εγγράψουν ζημιές, και μέσω αυτού οι φορολογούμενοι, όπως ακριβώς έγινε στην Ελλάδα όταν το ζημιογόνο τμήμα της Αγροτικής Τράπεζας για παράδειγμα έμεινε στο δημόσιο, ώστε η Πειραιώς να πάρει μόνο το κερδοφόρο κομμάτι. Στην Ελλάδα, παρότι αξιοποιήθηκαν κατά κόρον και σιωπηρά αυτές οι πρακτικές χωρίς να δημιουργηθεί επίσημα και με νόμο προβληματική τράπεζα, δεν αποκλείεται να προκριθεί αυτό το σχέδιο ώστε να δώσει μία ριζική λύση στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων, που ξεπερνούν τα 110 δισ. ευρώ. Προβληματική τράπεζα —χωματερή μη εξυπηρετούμενων δανείων— έχει ήδη δημιουργηθεί σε Ιρλανδία και Ισπανία, το 2009 και 2012 αντίστοιχα, ενώ στην Ιταλία προκρίθηκε μια άλλη ενδιάμεση λύση: να επιτραπεί στις ιταλικές τράπεζες να πωλούν «κόκκινα δάνεια» με κρατική εγγύηση.
Η βιασύνη που έχει καταλάβει τους Ευρωπαίους να ξεμπερδεύουν με ό,τι απέμεινε από την κρίση του 2008, εξηγείται κατά ένα μέρος από τη βιασύνη του Τραμπ να καταργήσει το νόμο Ντοντ-Φρανκ που ψηφίστηκε το 2010, βάσει του οποίου μπήκε ένα φρένο στον σκιώδη τραπεζικό τομέα των ΗΠΑ ώστε να μην επαναληφθεί η κρίση της αγοράς υποβαθμισμένων στεγαστικών δανείων, που εξανέμισε αξίες στην αγορά ακινήτων ύψους 11 τρισ. δολ. κι άφησε 8 εκατ. άνεργους. Χωρίς τους περιορισμούς αυτού του νόμου, τα τραπεζικά μεγαθήρια θα εξαπολύσουν το σύνολο της δύναμης πυρός που διαθέτουν, φέρνοντας σε μειονεκτική θέση τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Η ανασύνταξη δυνάμεων στην από δω μεριά του Ατλαντικού με το πέρασμα του λογαριασμού των «κόκκινων δανείων» στους φορολογούμενους δείχνει πώς ο Τραμπ αντιδραστικοποιεί την πολιτική σε όλο τον κόσμο, κι όχι μόνο στις ΗΠΑ.