Ολύβια Τζιουβάρα
▸Παραχώρηση γενετικού προφίλ 100.000 νεογνών σε εταιρείες
Το κυβερνητικό σχέδιο για την ιδιωτικοποίηση του γενετικού προληπτικού ελέγχου νεογνών δεν αποτελεί απλώς μια αμφιλεγόμενη υγειονομική πρωτοβουλία, αλλά εκφράζει με εξαιρετικά ωμό τρόπο το βάθεμα της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στο πεδίο της δημόσιας υγείας και την πλήρη υποταγή της επιστήμης στις ανάγκες της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η κρατική εξουσία, λειτουργώντας ως πολιτικός εκφραστής των συμφερόντων του κεφαλαίου, εκχωρεί κρίσιμα και δυνητικά επικίνδυνα εργαλεία ελέγχου –όπως είναι τα γενετικά δεδομένα του πληθυσμού– στα χέρια πολυεθνικών, μετατρέποντας την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη σε εμπόρευμα.
Η Προγραμματική Σύμβαση μεταξύ του υπουργείου Υγείας και των εταιρειών RealGenix και Beginnings, υπογεγραμμένη από τον υπουργό Άδωνι Γεωργιάδη, προβλέπει την πλήρη παραχώρηση του γενετικού προφίλ 100.000 νεογνών στις εταιρείες αυτές. Η σύμβαση επιτρέπει τη χρηματοδότηση της διαδικασίας από τον ιδιωτικό τομέα, με αντάλλαγμα την «αποκλειστική ιδιοκτησία» των ερευνητικών αποτελεσμάτων. Πρόκειται για μια καθαρά ιδεολογική και πολιτική επιλογή, που εντάσσεται στη συνολική στρατηγική της Νέας Δημοκρατίας και του αστικού κράτους να διαλύσουν ό,τι έχει απομείνει από τις δημόσιες δομές υγείας και να μεταφέρουν ζωτικές λειτουργίες τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο.
Ουσιαστικά, το DNA του πληθυσμού μετατρέπεται σε εργαλείο συσσώρευσης γνώσης, κέρδους και ελέγχου από φαρμακευτικούς και ασφαλιστικούς κολοσσούς. Δεν πρόκειται απλώς για παραχώρηση υπηρεσιών, αλλά για βιοπολιτική κατοχύρωση κυριαρχίας –μια αναβάθμιση του σύγχρονου ψηφιακού καπιταλισμού σε βιογενετικό καπιταλισμό, όπου ακόμα και η γενετική ταυτότητα γίνεται αντικείμενο αγοραίας εκμετάλλευσης.
Η απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής επιστημονικής ή θεσμικής διαβούλευσης, οι ρήτρες εχεμύθειας, η πλήρης παραγνώριση του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού (ΙΥΠ), καθώς και η μηδενική μέριμνα για τη συναίνεση και ενημέρωση των γονέων, αποδεικνύουν ότι το σχέδιο είναι δομημένο με όρους εταιρικής στρατηγικής, όχι δημόσιας υγειονομικής πολιτικής. Η επιστημονική κοινότητα και το Επιστημονικό Συμβούλιο του ΙΥΠ εκφράζουν τεκμηριωμένες ενστάσεις για την εγκυρότητα, τη δεοντολογία και την ασφάλεια της διαδικασίας, τονίζοντας ότι το πρόγραμμα βρίσκεται διεθνώς ακόμη σε πιλοτικό στάδιο. Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη σπεύδει να μετατρέψει το πιλοτικό σε κανονικότητα, με το ελληνικό κράτος να λειτουργεί ως πλασιέ συμφερόντων της φαρμακοβιομηχανίας.
Η ιδιωτικοποίηση του γενετικού ελέγχου δεν είναι μεμονωμένο γεγονός, αλλά κρίκος μιας ευρύτερης αλυσίδας εμπορευματοποίησης των κοινωνικών αγαθών, ξεπουλήματος της επιστημονικής γνώσης και μετατροπής των σωμάτων σε πειραματόζωα της αγοράς. Η σύγχρονη επιστήμη, υπό την επιρροή του καπιταλιστικού συστήματος, τείνει να μετατρέπεται σε εργαλείο ιδιωτικών συμφερόντων. Η εμπορευματοποίηση της γνώσης οδηγεί στην ιδιωτικοποίηση των ερευνητικών δεδομένων και στην κατοχύρωση πατεντών, περιορίζοντας την ελεύθερη πρόσβαση και τη συλλογική πρόοδο. Η επιστημονική έρευνα, αντί να υπηρετεί το κοινό καλό, συχνά κατευθύνεται από τις ανάγκες της αγοράς και των εταιρικών κερδών. Αυτό το φαινόμενο εντείνεται με την ιδιωτικοποίηση δημόσιων θεσμών και την απορρύθμιση, χαρακτηριστικά του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Η τάση αυτή υπονομεύει την κοινωνική χρησιμότητα της επιστήμης, καθιστώντας την προνόμιο των λίγων και ενισχύοντας τις ανισότητες. Η επιστήμη, αντί να αποτελεί κοινό αγαθό, μετατρέπεται σε μέσο ελέγχου και κερδοφορίας, απομακρύνοντάς την από τον αρχικό της σκοπό: την προαγωγή της ανθρώπινης γνώσης και ευημερίας.
Η απάντηση σ’ αυτήν τη νέα καπιταλιστική βαρβαρότητα δεν μπορεί να είναι άλλη παρά η οργάνωση της ταξικής αντίστασης, η διεκδίκηση ενός πραγματικά δημόσιου και καθολικού συστήματος υγείας, η υπεράσπιση της συλλογικής ιδιοκτησίας πάνω στη γνώση και τη ζωή, και η πάλη για μια κοινωνία στην οποία η επιστήμη υπηρετεί τις ανάγκες του λαού, όχι τα κέρδη των πολυεθνικών.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 3-4 Μαΐου