Γιώργος Παυλόπουλος
Παναγιώτης Ξοπλίδης
Πόλεμοι στρατιωτικοί, εμπορικοί, οικονομικοί, οι οποίοι αλληλοδιαπλέκονται στενά, σε ένα μεγάλο παζάρι όπου οι καπιταλιστές είναι έτοιμοι για όλα προκειμένου να διασφαλίσουν τη λεία τους. Πόλεμοι που δίνουν την ευκαιρία και την αναγκαία δικαιολογία για «αποενοχοποίηση» του μιλιταρισμού και «νομιμοποίηση» των πολεμικών δαπανών ως στρατηγικής επιλογής για τις αστικές τάξεις.
Χορός ματωμένων δισ. στην ΕΕ του κεφαλαίου
«Η γενιά μας δεν πρόκειται να συνεχίσει να δρέπει τα μερίσματα της ειρήνης», ξεκαθάρισε σε διάγγελμά του ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, χτυπώντας πιο δυνατά τα τύμπανα του πολέμου. Το έκανε δε ενόψει της συνόδου κορυφής της ΕΕ, που είχε αντικείμενο τον επανεξοπλισμό των ευρωπαϊκών κρατών, στο φόντο της προεδρίας Τραμπ στις ΗΠΑ και των εξελίξεων που έχουν δρομολογηθεί στο Ουκρανικό. Και με προφανή φιλοδοξία η Γαλλία – δηλαδή το κεφάλαιο και η αστική της τάξη – να βρεθούν σε θέση «οδηγού» στην επόμενη φάση.
Δεν θα είναι εύκολο, βεβαίως. Η Γερμανία, συνειδητοποιώντας ότι απειλείται ο παραδοσιακά ηγεμονικός της ρόλος στην Ευρώπη, είχε σπεύσει να οπλίσει ένα «μπαζούκα» ενός περίπου τρισ. ευρώ, με το οποίο θα επιδιώξει να είναι αυτή που θα συνεχίσει να δίνει τον τόνο και να χαράζει τη γραμμή στην εποχή της πολεμικής οικονομίας. Το έκανε, μάλιστα, με συναίνεση των δύο ιστορικών κομμάτων εξουσίας και πιθανότατα εταίρων και στη νέα κυβέρνηση συνασπισμού – των Χριστιανοδημοκρατών του νέου καγκελάριου Φρίντριχ Μέρτς και των Σοσιαλδημοκρατών του απερχόμενου Όλαφ Σολτς – προτού καν ολοκληρωθούν οι μεταξύ τους διαπραγματεύσεις και αναλάβει καθήκοντα η νέα βουλή που προέκυψε από τις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου.
Είχε προηγηθεί η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία έριξε στο τραπέζι ένα σχέδιο για τη διάθεση 800 δισ. για την «άμυνα», σημαντικό μέρος των οποίων θα αντλήσει από τα αδιάθετα του Ταμείου Ανάκαμψης. Όσο για τα κράτη-μέλη, προχωρούν το καθένα το δικό τους εθνικό σχέδιο, σε μια νέα φρενίτιδα εξοπλισμών και ματωμένων κεφαλαίων.
Γ. Π
Για τις ΗΠΑ δεν υπάρχουν πλέον χώρες, σύνορα, διεθνείς συνθήκες, αλλά μόνο «οικόπεδα» που παραχωρούνται ή απειλούνται με κατοχή
Τυφώνας Τραμπ για Ουκρανία και ΕΕ
Μέσα σε μόλις μια εβδομάδα, η οποία σφραγίστηκε από τον δημόσιο εξευτελισμό του Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο και την (προσπάθεια να συγκροτηθεί η) «συμμαχία των προθύμων», από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα επανεξοπλισμού και τη γενικευμένη εφαρμογή δασμών, τα βήματα γενίκευσης των πολέμων του κεφαλαίου επιταχύνονται. Πόλεμοι στρατιωτικοί, εμπορικοί, οικονομικοί που αλληλοδιαπλέκονται σε ένα μεγάλο παζάρι, όπου οι καπιταλιστές είναι έτοιμοι για όλα προκειμένου να διασφαλίσουν τη λεία τους.
Πίσω από την εκδίωξη Ζελένσκι από την Ουάσιγκτον, η πραγματική διαπραγμάτευση είναι σε πλήρη εξέλιξη για μια «ειρήνη» η οποία θα αποτελεί συνέχεια του πολέμου με άλλα μέσα. Η θυσία εκατοντάδων χιλιάδων Ουκρανών και Ρώσων στρατιωτών θα γεμίσει τις τσέπες κεφαλαιοκρατών από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Οι πολυπόθητοι ορυκτοί πόροι θα μοιραστούν – όχι ισότιμα βέβαια, αλλά με τις ΗΠΑ να κερδίζουν τη μερίδα του λέοντος με την αποικιοκρατική συμφωνία παραχώρησης σπάνιων γαιών ως «πληρωμή» για τα δεκάδες δισ. δολάρια στρατιωτικής βοήθειας. Αυτή που είχε κυρίως βοηθήσει τους Αμερικανούς κατασκευαστές όπλων, οι οποίοι ξεφόρτωσαν το «στοκ» τους και δοκίμασαν στην Ουκρανία βόμβες, πυραύλους και τεχνολογία πολέμου. Οι Ρώσοι ολιγάρχες θα πάρουν επίσης σημαντικό μερίδιο του Ντονμπάς, του πλέον πλούσιου και βιομηχανικού τμήματος της Ουκρανίας. Ακόμη και οι Ουκρανοί κεφαλαιοκράτες, των οποίων οι γόνοι δεν έχυσαν το αίμα τους, αλλά δωροδοκούσαν για να αποφύγουν τη στρατιωτική θητεία, θα έχουν ένα μικρό μερίδιο.
Όμως, οι πόλεμοι του κεφαλαίου δεν αφορούν μόνο ορυκτά και μοιρασιά εδαφών. Οι ΗΠΑ του Τραμπ αντιμετωπίζουν τα πάντα σαν μπίζνες και τον πλανήτη σαν μια απέραντη επιχείρηση. Δεν υπάρχουν χώρες, σύνορα, διεθνείς συνθήκες, αλλά μόνο «οικόπεδα» που παραχωρούνται ή απειλούνται με κατοχή. Η Γροιλανδία και η Ουκρανία για τα ορυκτά τους, η Γάζα για real estate και τουρισμό. Οι δασμοί προς εχθρούς και φίλους είναι ταυτόχρονα ένδειξη πυγμής, αλλά και αδυναμίας του αμερικανικού καπιταλισμού. Ο μεγάλος αντίπαλος είναι η Κίνα και η πολιτική προς τις άλλες χώρες έχει ως βασικό κριτήριο την ενσωμάτωσή τους σε ένα σχέδιο που θα φέρει τον ασιατικό γίγαντα σε πιο δυσχερή θέση. Μια ενδεχόμενη ρήξη του ρωσοκινεζικού άξονα φαίνεται πως είναι στόχος των ΗΠΑ, αλλά έχει υψηλά ρίσκα.
Η Ρωσία επιθυμεί να κατοχυρώσει τα εδαφικά κέρδη που έχει αποκτήσει στην Ουκρανία. Έχει υποστεί τεράστια φθορά και δεν έχει την πρωτοβουλία κινήσεων τόσο απέναντι στην Κίνα όσο και προς τις ΗΠΑ. Έχει όμως πετύχει μια προσαρμογή της οικονομίας της σε συνθήκες κυρώσεων και πραγματικού πολέμου. Έχει ένα πιο ισχυρό και δοκιμασμένο οπλοστάσιο που περιλαμβάνει πυραύλους και πυρηνικά νέας τεχνολογίας. Θέλει χρόνο για να ανασυνταχθεί, επανεξετάζοντας τη θέση της στο νέο γεωπολιτικό και οικονομικό σκηνικό.
Η Κίνα, γνωρίζοντας πως είναι ο τελικός στόχος, συνεχίζει να συγκεντρώνει τεράστιες δυνάμεις και να παίρνει μαθήματα και εμπειρία. Αναμένει τις νέες ισορροπίες στο τρίγωνο ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσίας, για να σχεδιάσει τα επόμενα βήματά της. Ο Κινέζος πρωθυπουργός ανακοίνωσε αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 7,2% φέτος (σε συνέχεια αντίστοιχης περυσινής), ενώ η πρεσβεία της στις ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι η Κίνα «είναι έτοιμη για κάθε είδους πόλεμο».
Η ΕΕ, μετά από αλλεπάλληλες ταπεινώσεις, επιταχύνει τη πολεμική της στροφή. Ο διασυρμός του Ζελένσκι σε παγκόσμια ζωντανή μετάδοση είχε ως βασικό θεατή την Ευρώπη. Οι ηγέτες της δηλώνουν έτοιμοι να συνεχιστεί ο πόλεμος μέχρι «τον τελευταίο Ουκρανό», προκειμένου να κερδίσουν καλύτερη θέση στο τραπέζι της λεηλασίας. Τα λάφυρά τους θα είναι η ενσωμάτωση των απομειναριών της Ουκρανίας, τα κέρδη της ανοικοδόμησης κι ένα χαμηλού κόστους εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Το ευρωπαϊκό κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του αναγνωρίζουν ότι μόνο δια της ισχύος θα είναι σε θέση να διεκδικήσουν σοβαρό μερίδιο. Παρά τις διαφορετικές τακτικές στο εσωτερικό τους, στη στρατηγική της πολεμικής οικονομίας συμφωνούν όλες οι αστικές δυνάμεις στην ΕΕ, από την Ακροδεξιά ως ακόμα και τμήματα της διαχειριστικής-ρεφορμιστικής Αριστεράς. Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε το σχέδιο «ReArm Europe», με στόχο την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών έως 800 δισ. ευρώ για ενίσχυση της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας και την αύξηση των δυνατοτήτων της. Οι Ευρωπαίοι δηλώνουν τώρα έτοιμοι να αυξήσουν τις δαπάνες τους ακόμα και στο 5% του ΑΕΠ, υπερθεματίζοντας τις απαιτήσεις Τραμπ και ΝΑΤΟ.
Την ίδια στιγμή, η πρωτοβουλία του Βρετανού πρωθυπουργού, Κιρ Στάρμερ, και η σύνοδος των προθύμων» που οργάνωσε φανέρωσε τις αδυναμίες της Ευρώπης, δείχνοντας ότι στην παρούσα φάση, χωρίς τις ΗΠΑ ούτε θέλει ούτε μπορεί. Ο Στάρμερ δήλωσε, άλλωστε, ότι το σχέδιό του πρέπει να έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ, ενώ η Ιταλίδα πρωθυπουργός, Τζόρτζια Μελόνι, υποστήριξε ότι «δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος να διχάσουμε ή να ευνοήσουμε μια διαίρεση της Δύσης, η οποία θα ήταν καταστροφική για όλους».
Είναι σαφές ότι ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός, του οποίου η οικονομική κρίση ήταν από καιρό πολύ πιο οξεία από αυτή των ΗΠΑ, πρέπει να κάνει άλματα για να προλάβει τον ανταγωνισμό. Η ΕΕ αντιμετωπίζει αυξανόμενες δυσκολίες χάνοντας έδαφος από την εκρηκτική άνοδο της Κίνας που την έχει ξεπεράσει σε κάθε τομέα, αλλά και προς τις ΗΠΑ που διατηρούν την πολιτική και στρατιωτική πρωτοβουλία στα χέρια τους. Ο πόλεμος στην Ουκρανία επέφερε, εξάλλου, άλλο ένα βαρύ πλήγμα στην ΕΕ και κυρίως στη Γερμανία που είχε ισχυρή οικονομική διείσδυση σε Ρωσία και ανατολική Ευρώπη. Η ευθυγράμμιση με την Ουάσιγκτον εξανάγκασε τη διακοπή των οικονομικών σχέσεών της με τη Μόσχα, έβαλε τέλος στην άφθονη προσφορά φθηνής ενέργειας από την οποία επωφελούνταν η γερμανική βιομηχανία και οδήγησε ακόμη και στη δολιοφθορά του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream. Από κινητήρια δύναμη της Ευρώπης, η Γερμανία μεταμορφώθηκε στον «μεγάλο ασθενή», εισερχόμενη σε ύφεση.
Ο πόλεμος έδωσε, παράλληλα, την ευκαιρία για «αποενοχοποίηση» του μιλιταρισμού και «νομιμοποίηση» των πολεμικών δαπανών ως στρατηγικής επιλογής για τις αστικές τάξεις Γερμανίας και Ευρώπης. Η στρατιωτική παραγωγή έχει ενταθεί σε όλες τις χώρες της Γηραιάς Ηπείρου και όλες οι χώρες σπεύδουν να διαθέσουν εκατοντάδες δισ. σε εθνικό επίπεδο, πέρα από τα προγράμματα της ΕΕ.
Η γενικευμένη «αταξία» της εποχής Τραμπ συμβάλλει, όμως, και στην απελευθέρωση νέων διευρωπαϊκών ανταγωνισμών, καθώς υπάρχει μια όλο και πιο δύσκολη προσπάθεια εξισορρόπησης μεταξύ της νέας στρατηγικής των ΗΠΑ και του αντιρωσικού «ευρωπαϊσμού». Φορέας αυτών των αντιφάσεων είναι και η ανερχόμενη Ακροδεξιά, ενώ οι «φιλοευρωπαϊκές» δυνάμεις στο όνομα του «προοδευτισμού» και των «ευρωπαϊκών αξιών» γίνονται η πλέον πολεμοχαρής δύναμη.
Π.Ξ
Πολιτικό ριάλιτι με πολλούς αποδέκτες
Ο τηλεοπτικός εξευτελισμός Ζελένσκι και ο πόλεμος στη νέα εποχή
Το βίντεο από τη συνομιλία Τραμπ και Βανς με τον Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο μεταδόθηκε ζωντανά κι έχει εκατοντάδες εκατομμύρια θεάσεις σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Η σκηνοθεσία, οι διάλογοι και η αισθητική του θυμίζουν ριάλιτι σόου ή κάποιο (κακό) τηλεοπτικό σίριαλ. Η εμπειρία των δύο πρωταγωνιστών σε αυτούς τους τομείς ήταν εμφανής. Ο Τραμπ, άλλωστε, παρουσίαζε το σόου The Apprentice, όπου μαθητευόμενοι παίχτες προσπαθούσαν να κερδίσουν μια θέση κι ένας αποκλείονταν στο τέλος κάθε επεισοδίου με την περίφημη φράση «Απολύεσαι». Ο δε Ζελένσκι υπήρξε πρωταγωνιστής της σατιρικής σειράς Υπηρέτης του Λαού, υποδυόμενος τον πρόεδρο που τα βάζει με τη διαφθορά των ισχυρών. Ο πλανητάρχης σήμερα «απολύει» ηγέτες που δεν υπακούν άμεσα στις επιταγές του, ενώ ο «υπηρέτης του λαού», αφού τέθηκε στην υπηρεσία των ολιγαρχών της χώρας του, εξυπηρέτησε τα πολεμικά σχέδια ΗΠΑ-ΕΕ για να μετατρέψει τον λαό του σε κρέας για τα κανόνια.
Η θεατρικότητα είναι βασικό στοιχείο του τρόπου που ασκούν τα καθήκοντά τους. Ο Τραμπ χρησιμοποιεί στους λόγους του ορολογίες παιχνιδιού επιβίωσης, αξιοποιώντας βίντεο που μεταδίδουν σε ελάχιστα δευτερόλεπτα το μήνυμα που θέλει να περάσει – για παράδειγμα, αυτό που εμφανίζει τον ίδιο και τον Νετανιάχου να πίνουν κοκτέιλ στη «Ριβιέρα» της Γάζας. Και ο Ζελένσκι εμφανίζεται επί τρία χρόνια μόνο με στρατιωτική στολή και πομπώδεις λόγους που θυμίζουν τα σενάρια του Υπηρέτη. Όλα αυτά θα προκαλούσαν θυμηδία, αν δεν είχαν ως υπόβαθρο το αίμα εκατομμυρίων ανθρώπων. Η ζωντανή μετάδοση ενός διπλωματικού εξευτελισμού πέτυχε τον στόχο της και δεν αφορούσε μόνο τον Ζελένσκι, αλλά τον τρόπο που θα διεξάγεται και ο πόλεμος στη νέα εποχή.
Μετά την «πράσινη», η «πολεμική» οικονομία
Ο χορός των εκατοντάδων δισ., αν όχι τρισ., ευρώ για εξοπλιστικά προγράμματα και εκσυγχρονισμό των πολεμικών «μηχανών» της Ευρώπης, που ξεκίνησε η ΕΕ και στον οποίο μπαίνουν η μία μετά την άλλη οι εθνικές κυβερνήσεις των «27», αποτελεί ένα νέο Ελντοράντο για το κεφάλαιο. Αντιπροσωπεύοντας, ταυτόχρονα, μια νέα βίαιη επιχείρηση αναδιανομής πλούτου σε βάρος των «πληβείων», δηλαδή της κοινωνικής πλειοψηφίας, μετά από εκείνες που ακολούθησαν την χρηματοπιστωτική κρίση του 2009-’10 και την πανδημία της Covid, από το 2020 μέχρι και σήμερα.
Πρακτικά, καθώς το αφήγημα της «πράσινης οικονομίας» έχει ατονήσει και τα κέρδη που υπόσχεται δεν είναι επαρκή για να ξανατονώσουν τον τις καπιταλιστικές οικονομίες και τους δείκτες τους, έρχεται εκείνο της «πολεμικής οικονομίας» να το συμπληρώσει και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να το υποκαταστήσει. Στην προσπάθεια δε να ριζώσει και να αιτιολογηθεί επαρκώς, έχει στρατευτεί όλος ο πολυπλόκαμος μηχανισμός του αστικού συστήματος εξουσίας – κυβερνήσεις, πολιτικοί και στρατιωτικοί αναλυτές, ΜΜΕ, ινστιτούτα και δημοσκόποι, καθώς και οι μυστικές υπηρεσίες με τις «πληροφορίες» τους για τον πόλεμο που έρχεται.
Δεν είναι τυχαίο ότι, εξαιτίας και των σχετικών ανακοινώσεων που έγιναν αυτή την εβδομάδα, πυροδοτήθηκε ράλι στις τιμές των μετοχών των μεγάλων πολεμικών βιομηχανιών – κυρίως Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Βρετανίας – καθώς αναμένουν μπαράζ παραγγελιών για νέα και πανάκριβα συστήματα, σε όλα τα επίπεδα. Αρκετοί, μάλιστα, δεν κρύβουν την αισιοδοξία τους ότι τα παραπάνω «πακέτα» θα δώσουν την αναγκαία ώθηση ώστε να ξεφύγουν η ευρωζώνη και η ΕΕ από τον «βάλτο» της οικονομικής στασιμότητας και ύφεσης, όπου έχουν κολλήσει εδώ και μήνες.
Γ.Π.