Η Κέλλυ Παναγιωτίδου, επιζήσασα των Τεμπών, μιλάει στην Ιωάννα Καρδάρα
Το βαθύ «τραύμα» και ο αναγκαίος πολιτικός αγώνας
Τη διαδρομή Αθήνα-Θεσσαλονίκη και αντίστροφα την έκανε συχνά. Μπορεί έως και τέσσερις φορές το μήνα. Το τρένο έλεγε ήταν το αγαπημένο της μέσο, το λάτρευε. Όταν ξεκίνησε να σπουδάζει στο Μαθηματικό του ΑΠΘ η Κέλλυ Παναγιωτίδου μετακόμισε από τα προάστια της Αθήνας στη συμπρωτεύουσα, όμως το δρομολόγιο των 504 χιλιομέτρων αποτελούσε ρουτίνα για εκείνη. Και όσο περισσότερο ταξίδευε, συνήθως με τη βραδινή αμαξοστοιχία, τόσο περισσότερο παρατηρούσε τα κακώς κείμενα του ελληνικού σιδηροδρόμου, την υποστελέχωση και τις παθογένειες. Την 28η Φεβρουαρίου 2023 η 21χρονη πλέον Κέλλυ επιβιβάστηκε με την αδερφή της στο 6ο βαγόνι της IC62 από τον Σταθμό Λαρίσης στις 19:22, έχοντας περάσει το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας με την οικογένειά της. Το τρένο όπως περιγράφει στο Πριν ήταν ασφυκτικά γεμάτο, κυρίως με άτομα νεαρής ηλικίας.
«Θυμάμαι τον εαυτό μου να είμαι αγανακτισμένη. Το τρένο ήταν ασφυκτικά γεμάτο, για ακόμη μια φορά. Υπήρχε πολύ έντονη σύγχυση από το ίδιο το προσωπικό το οποίο δούλευε. Καθυστερούσαμε σε όλες τις στάσεις. Αργούσε πάρα πολύ να ξεκινήσει.
Ξαφνικά σταματάμε στο Παλαιοφάρσαλο. Ανοίγουν τις πόρτες και λένε ότι θα σταματήσουμε για ένα τέταρτο, είκοσι λεπτά γιατί έχει κίνηση στις γραμμές. Αυτό το έχω ζήσει πρώτη φορά. Είχαμε βγει όλοι έξω και καθόμασταν, μιλούσαμε μεταξύ μας και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει. Βέβαια δεν πήγε το μυαλό μας σε κάτι κακό. Αλλά ήμασταν όλοι αγανακτισμένοι. Υπήρχε ένταση, όχι απαραίτητα άγχος ότι κάτι θα συμβεί», τονίζει.
Γύρω στις 23.10 η Κέλλυ βρίσκεται στο κυλικείο, στο δεύτερο βαγόνι για να μιλήσει στο τηλέφωνο, ωστόσο «το κακό σήμα» την αναγκάζει να επιστρέψει στη θέση της προκειμένου να επικοινωνήσει με την τότε σχέση της. Λίγα λεπτά αργότερα, η επιβατική αμαξοστοιχία συγκρούεται μετωπικά με την εμπορική.
Αυτό που έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη της είναι μία αίσθηση σαν να «διαλύεται ο κόσμος γύρω της».
«Εκτοξεύτηκα με το κεφάλι μου στο τζάμι. Και μετά πρόλαβα ευτυχώς και έβαλα τα χέρια μου μπροστά. Και θυμάμαι να σπρώχνω με όλη μου τη δύναμη για να μην ξανακοπανήσω το κεφάλι μου. Τα γόνατά μου ήταν μαύρα από τις μελανιές. Από την τόση πίεση που ασκούσα για να μην ξαναχτυπήσω. Η πρώτη αίσθηση ήταν ότι τρακάραμε. Ήταν τόσο σφοδρή η σύγκρουση που καταλάβαινες ότι δεν είναι εκτροχιασμός», περιγράφει ενώ τονίζει ότι δευτερόλεπτα μετά άρχισαν να διακρίνουν τις σπίθες από την έκρηξη την ίδια ώρα που το βαγόνι γέμιζε από καπνούς.
Θυμάται ότι προσπαθούσαν να βγάλουν ένα σφυρί που βρισκόταν «βιδωμένο» προκειμένου να σπάσουν τα τζάμια και να βγουν από το τρένο. «Κάποιοι άρχισαν να σπάνε τα τζάμια με τις βαλίτσες κοπανώντας τις μανιωδώς σε αυτά. Τότε μία γυναίκα της οποίας ο άντρας της ήταν πυροσβέστης, υπέδειξε έναν μοχλό που ανοίγει τις πόρτες σε τέτοιες περιπτώσεις ανάγκης. Η πληροφορία αυτή μεταφέρθηκε και στο 5ο και στο 7ο βαγόνι κι έτσι πολύς κόσμος μπόρεσε να απεγκλωβιστεί. Ήταν σωτήρια αυτή η κοπέλα για όλους», διηγείται.
Όσα διαδραματίστηκαν εκείνη τη μέρα δεν έχουν φύγει ποτέ από το μυαλό της. Όπως εξηγεί η ενεργή συμμετοχή «σε όλα όσα γίνονται από εδώ και πέρα είναι ένας τρόπος μετουσίωσης του τραύματος».
«Το έγκλημα των Τεμπών ήταν προδιαγεγραμμένο»
Για την Κέλλυ Παναγιωτίδου «το έγκλημα των Τεμπών ήταν προδιαγεγραμμένο» κι αυτό γιατί όπως εξηγεί δια γυμνού οφθαλμού παρατηρούσε κανείς την «τρομερή υποστελέχωση» που χαρακτήριζε τον ελληνικό σιδηρόδρομο.
«Τρομερή υποστελέχωση και καμία οργάνωση. Έβλεπες μονίμως τα ίδια άτομα να δουλεύουν. Αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση είναι ότι κάθε φορά που ταξίδευα έβλεπα τα ίδια άτομα. Δεν γίνεται, κάτι δεν πάει καλά», επισημαίνει και προσθέτει ότι οι καθυστερήσεις ήταν συνεχείς, ενώ όποτε έβρεχε ο σιδηρόδρομος ήταν εντελώς ακατάλληλος.
«Δεν νομίζω ότι έχει υπάρξει ποτέ δρομολόγιο που να έχω φτάσει στην ώρα μου. Ούτε με το πολλά υποσχόμενο βέλος που θα έκανε το Αθήνα-Θεσσαλονίκη σε 3μιση ώρες. Το βέλος ήταν πολύ πιο ακριβό… λίγο πιο άνετο και έκανε το δρομολόγιο την ώρα που έπρεπε να κάνει κανονικά το τρένο. Τρεισήμισι ώρες δεν έκανε ποτέ», λέει.
«Δύο χρόνια μετά και τίποτα δεν έχει αλλάξει»
Από τις 28 Φεβρουαρίου 2023 κι έπειτα η Κέλλυ δεν ξαναμπήκε ποτέ σε τρένο ούτε στην Ελλάδα ούτε στο εξωτερικό. Όπως τονίζει στον σιδηρόδρομο της χώρας «δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα». «Εξακολουθούμε να μιλάμε για έναν απαξιωμένο, υποστελεχωμένο και χωρίς συστήματα ασφαλείας σιδηρόδρομο. Είχαμε μιλήσει και με μία σταθμάρχη που δουλεύει και την είχαμε ρωτήσει αν έχει αλλάξει κάτι, το μόνο που μας απάντησε είναι ότι πλέον δεν κάνουν υπερωρίες, κι ότι είναι πάντα δύο άτομα. Δεν έχει γίνει κάποια ουσιαστική αλλαγή. Δεν υπάρχουν συστήματα ασφαλείας ούτε φωτοσήμανση. Ο σιδηρόδρομος είναι οριακά σε χειρότερη κατάσταση από όταν έγινε το δυστύχημα, γιατί μεσολάβησε και η κακοκαιρία Ντάνιελ, που μάλιστα είχαν πει ότι το δρομολόγιο Αθήνα-Θεσσαλονίκη θα παραμείνει κλειστό για ένα χρόνο», σημειώνει στο Πριν.
«Τα Τέμπη είναι πολιτικό ζήτημα»
«Τα Τέμπη ήταν αποτέλεσμα της χρόνιας υποχρηματοδότησης και της απαξίωσης του δημόσιου χαρακτήρα, παρουσιάζοντας την ιδιωτικοποίηση ως τη βέλτιστη λύση, ως τον σωτήρα μας. Όπως έκαναν με την ενέργεια, με τη ΔΕΗ, όπου μας υποσχέθηκαν ανταγωνισμό μέσω της ιδιωτικοποίησης και το μόνο που πήραμε ήταν υπέρογκους λογαριασμούς κι αυτή τη στιγμή έχουμε την ακριβότερη ενέργεια στην Ευρώπη. Το ζήτημα ήταν, είναι και θα είναι πολιτικό. Τα Τέμπη ξεμπρόστιασαν με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, αυτό το νεοφιλελεύθερο αφήγημα της ιδιωτικοποίησης και της ανάπτυξης. Με ένα τόσο πολύνεκρο δυστύχημα και με μία βιαιότητα και βαρβαρότητα» υπογραμμίζει η Κέλλυ Παναγιωτίδου, απαριθμώντας στη συνέχεια μια σειρά από παράγοντες που καταδεικνύουν όλες τις παθογένειες του σιδηροδρόμου.
Δεν θέλω κανένας άνθρωπος να βιώσει αυτό που βιώσαμε. Διεκδικώ δημόσιες και ασφαλείς μεταφορές και έναν ενιαίο σιδηρόδρομο
«Ιδιωτικοποιήσεις, σύμβαση 717 που έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εδώ και χρόνια. Την ίδια ώρα που μετά το 2021 υπογράφηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη μία ακριβότερη ακόμα συμφωνία για την παράδοση του έργου το 2023, όπου επιβάρυνε ακόμη περισσότερο τα δημόσια ταμεία. Ξεπούλημα των τρένων με μόλις 45 εκατομμύρια ευρώ την ίδια ώρα που οι μηχανοδηγοί προσπαθούσαν συνεχώς να προειδοποιήσουν για επερχόμενο μεγάλο δυστύχημα, ενώ η Hellenic Train έλεγε τις απεργίες τους παράνομες. Παράλληλα τα εξώδικα που έστελναν έμεναν αναπάντητα από το υπουργείο Μεταφορών», τονίζει.
Όπως εξηγεί η καλύτερη δυνατή περιγραφή των όσων νιώθουν «είναι ότι ασφυκτιούν μέσα σε όλο αυτό». «Σε τρώει η αδικία για όλο αυτό. Πολλές φορές νιώθεις ανήμπορος, ότι δεν μπορείς να κάνεις κάτι γι’ αυτό», σημειώνει και υπογραμμίζει: «Φωνάζαμε από την αρχή ότι είναι έγκλημα. Φωνάζαμε για το παράνομο υλικό, ότι δεν γίνεται να δημιουργήθηκε τέτοια πυρόσφαιρα από τα έλαια σιλικόνης και δεν ακουγόταν πουθενά η φωνή μας. Μέχρι και λίγο καιρό πριν είχαν καταφέρει να περάσουν στη συνείδηση του κόσμου ότι φταίει ο σταθμάρχης και ότι αυτό είναι ανθρώπινο λάθος. Γνώριζαν πάρα πολύ καλά τι πρόκειται να συμβεί. Απλά δεν τους ενδιέφερε».
«Η 28η Φεβρουαρίου να είναι μέρα αγώνα»
Για εκείνη η 28η Φεβρουαρίου πρέπει να καθιερωθεί ως μια ημέρα αγώνα όχι μόνο πένθους.
«Για μένα είναι μια μέρα αγώνα, απεργίας. Ωστόσο δεν αποτελεί λύση το να βγαίνουμε μία μέρα το χρόνο και τελείωσε. Χρειάζονται κινητοποιήσεις καθώς και να στηρίξουμε τα σωματεία των εργαζομένων», υπογραμμίζει η 21χρονη Κέλλυ Παναγιωτίδου, καλώντας «όλο τον κόσμο να απεργήσει στις 28 Φλεβάρη». «Να βγουν στους δρόμους απ’ όπου κι αν είναι να εκφράσουν την οργή τους», λέει και συμπληρώνει ότι «όλη αυτή η λαϊκή κινητοποίηση, η έμπρακτη στήριξη του κόσμου» τη συγκινεί και την κάνει να αισθάνεται δικαιοσύνη.
«Δύο χρόνια μετά και κανείς δεν μας έχει καλέσει να καταθέσουμε»
Δύο χρόνια μετά και όπως λέει η υπόθεση δεν έχει κλείσει ακόμη ενώ όπως αποκαλύπτει κανένας δεν έχει καλέσει τους/τις επιζώντες να καταθέσουν.
«Δεν έχουμε κληθεί να καταθέσουμε από τον εφέτη. Πήραμε τα ηνία, γράψαμε την κατάθεσή μας και την στείλαμε στον εφέτη ανακριτή διότι μετά είναι αναγκασμένος να μας καλέσει», σημειώνει ενώ τονίζει ότι στη δικογραφία αναφέρεται ότι τους απεγκλώβισαν οι διασώστες κάτι που όπως επισημαίνει δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
«Μακάρι να μας είχαν βγάλει έξω οι διασώστες, αλλά αυτό δεν συνέβη. Δεν υπήρχαν ούτε στο οπτικό μου πεδίο», επισημαίνει.
24 μήνες μετά η Κέλλυ, επιζήσασα των Τεμπών λέει ότι ο μεγαλύτερος της φόβος είναι να μην ξανασυμβεί ποτέ ξανά κάτι αντίστοιχο.
«Έχοντας ζήσει αυτή τη φρίκη ο μεγαλύτερος μου φόβος είναι να μην ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. Δεν θέλω κανένας άνθρωπος να βιώσει αυτό που βιώσαμε. Διεκδικώ δημόσιες και ασφαλείς μεταφορές και έναν ενιαίο σιδηρόδρομο. Για μένα, η επανακρατικοποίηση των τρένων θα αποτελέσει μια πρώτη δικαίωση, ωστόσο δεν ξέρω κατά πόσο μπορούμε να μιλάμε για δικαιοσύνη όταν έχουν δολοφονηθεί τόσοι άνθρωποι».
«Η στήριξη από την Πολιτεία για τους επιζώντες ήταν ελάχιστη»
Έπειτα από τη σύγκρουση της επιβατικής αμαξοστοιχίας με την εμπορική οι επιζώντες μεταφέρθηκαν με λεωφορεία στη Θεσσαλονίκη και όπως περιγράφει η Κέλλυ Παναγιωτίδου στο σημείο μετέβησαν μόνο δύο ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ.
«Για ένα λεωφορείο γεμάτο τραυματίες έφεραν δύο ασθενοφόρα. Και έμπαιναν μέσα σε αυτά τρεις-τρεις. Οι περισσότεροι πήγανε με δικά τους μέσα στο νοσοκομείο», εξηγεί.
Σύμφωνα με την ίδια η στήριξη των επιζώντων και οι παροχές για αυτούς ήταν πολύ λίγες. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει, δεν φρόντισε κανένας να μεριμνήσει για την ψυχική τους υγεία, παρά μόνο ο διευθυντής του ΑΧΕΠΑ, ο οποίος με δική του πρωτοβουλία, στο πλαίσιο και της ψυχιατρικής κλινικής που διαθέτει το νοσοκομείο, δημιούργησε ομάδες ψυχοθεραπείας για έξι μήνες ενώ τους παρείχε τη δυνατότητα επίσκεψης σε ψυχίατρο εντός του ΑΧΕΠΑ μια φορά τον μήνα ώστε να τους συνταγογραφεί αγωγή όπου έκρινε απαραίτητο.
Το πρώτο διάστημα, όπως τονίζει, οτιδήποτε χρειάζονταν όπως γάζες, φάρμακα, εξετάσεις «τα πλήρωναν από την τσέπη τους», κατάσταση η οποία άλλαξε έπειτα από τη συνέντευξη επιζήσασας πολυτραυματία.
Ωστόσο αυτό που σημειώνει είναι ότι ακόμη και τώρα που τους καλύπτουν κάποια έξοδα θα πρέπει να διαθέτουν τα χρήματα ώστε να υποβληθούν σε αντίστοιχες εξετάσεις και να αποζημιωθούν στην πορεία.
Οι ψυχοθεραπείες όμως, όπως περιγράφει, καλύπτονται μόνο στους τραυματίες. «Λες και κάποιος που δεν τραυματίζεται σωματικά δεν έχει ψυχικά τραύματα», υπογραμμίζει.
Ένα ακόμη κομμάτι που αξίζει να δοθεί έμφαση, σύμφωνα με την 21χρονη, είναι αυτό της εργασίας.
Μετά από κάτι τέτοιο σου είναι πάρα πολύ δύσκολο να εργαστείς. Υπήρχαν τρομερά ζητήματα στους ανθρώπους που έπρεπε να συνεχίσουν τη δουλειά τους και δεν μπορούσαν
«Μετά από κάτι τέτοιο σου είναι πάρα πολύ δύσκολο να εργαστείς. Υπήρχαν τρομερά ζητήματα στους ανθρώπους που έπρεπε να συνεχίσουν τη δουλειά τους και δεν μπορούσαν. Τον πρώτο καιρό δεν μπορούσαμε να βγούμε απ’ το σπίτι όχι να δουλέψουμε. Γνωρίζω επιζώντα που αναγκαζόταν, παρά την πάρα πολύ δύσκολη ψυχική κατάσταση που βρισκόταν, να δουλέψει. Και είχε φτάσει σε σημείο να προσπαθεί να βάλει κάπως όρια στους εργοδότες του και να τους λέει ότι εγώ φτάνω μέχρι ένα σημείο πλέον. Και αυτό εξαρτάται κάθε φορά από την κατανόηση του εκάστοτε εργοδότη. Μία φίλη μου επιζήσασα την απέλυσαν. Και την άδεια την οποία της έδωσαν που ζήτησε μετά το δυστύχημα της είπαν να την εργαστεί», τονίζει στο Πριν.
«Η κατάσταση σου είναι ζωντανός νεκρός. Εγώ ήμουν πολύ τυχερή που απλά πήγαν οι σπουδές μου πίσω και είχα την οικονομική στήριξη από τους γονείς μου και δεν σκεφτόμουν μέσα σε όλα πώς θα πληρώσω το νοίκι μου», λέει.
«Το πρώτο διάστημα οι τύψεις ήταν πολύ έντονες»
Είναι ο δεύτερος χρόνος από το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη και όπως και πέρσι έτσι και φέτος όσο οι μέρες πλησιάζουν η ατμόσφαιρα για την 21χρονη Κέλλυ γίνεται όλο και πιο «βαριά συναισθηματικά».
«Είναι πάρα πολύ έντονο, και πέρυσι ήταν. Το σώμα θυμάται. Όταν πλησιάζουν οι μέρες τείνεις να έχεις περισσότερες μνήμες. Θυμάσαι πάρα πολύ τον εαυτό σου και πριν από όλο αυτό και μετά. Η περσινή ημέρα για μένα ήταν εφιαλτική. Τείνεις να θυμάσαι πολύ περισσότερα. Έλεγα θα είμαι στενοχωρημένη εκείνη τη μέρα. Μια βδομάδα δεν θα είμαι πολύ καλά. Θυμήθηκα τα πάντα. Ήταν τρομακτικό», περιγράφει.
Όσοι επέζησαν της σφοδρής σύγκρουσης είχαν να διαχειριστούν τις τύψεις που αισθάνονταν τον πρώτο καιρό.
Όπως εξηγεί, υπήρχε πάρα πολύ έντονα το κομμάτι των τύψεων. «Έχω φτάσει σε ένα σημείο που το έχω αποβάλει αυτό. Δηλαδή υπήρχε κάποια πίεση. Εμείς την ασκούσαμε, την πίεση στον εαυτό μας. Όταν κάποια στιγμή δεν μπορούσες να ασχοληθείς ενεργά με το ζήτημα, δεν μπορούσες να το παρακολουθήσεις, αισθανόσουν ότι κάνεις κάτι λάθος. Ότι έχεις χρέος να ασχολείσαι συνέχεια με αυτό. Κάτι το οποίο δεν γίνεται. Δηλαδή εκ των πραγμάτων δεν είναι βιώσιμο. Αν ένας άνθρωπος ο οποίος δεν εμπλέκεται συναισθηματικά, ο ίδιος δεν έχει κάποια προσωπική εμπειρία με όλο αυτό και δεν μπορεί να το σηκώσει από ένα σημείο και μετά, σκέψου ένας άνθρωπος ο οποίος ήταν μέσα έχει βιώσει όλη αυτή τη φρίκη, όλη αυτή τη βιαιότητα εκείνης της βραδιάς, να είναι μονίμως σε επαφή με όλο αυτό. Όλοι περνάμε φάσεις που κάπως αποστασιοποιούμαστε γιατί είναι ζήτημα επιβίωσης. Έχω φτάσει πλέον σε ένα σημείο και έπειτα από πολλή ψυχοθεραπεία, που το κομμάτι των τύψεων το έχω αποβάλει», υπογραμμίζει.
Αρκετοί από όσες και όσους επέζησαν ξεκίνησαν να αναπτύσσουν φιλίες μεταξύ τους καθώς ενώνονταν από το ίδιο κοινό βίωμα, «το ίδιο τραύμα». Όπως αναφέρει η Κέλλυ Παναγιωτίδου έχουν δημιουργήσει πλέον μία δική τους πρωτοβουλία τη σελίδα eyes on tempi με σκοπό να ενημερώνουν τον κόσμο γύρω από το ζήτημα χωρίς fake news.
Μέρος της συζήτησης δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 1-2 Μαρτίου 2025