Μπάμπης Συριόπουλος
Ο Ευτύχης Μπιτσάκης έχει μακρόχρονη πολύτιμη συνεισφορά στη μαρξιστική θεωρία και φιλοσοφία και στο κομμουνιστικό κίνημα. Στο τελευταίο του βιβλίο, συλλογή από παλιότερα άρθρα, εξετάζει ζητήματα όπως η ηθική, οι αξίες, το νόημα της ζωής -και του θανάτου- όχι απομονωμένα και θεωρησιακά αλλά μέσα στην κοινωνία, την ιστορία και την ταξική πάλη.
Το πιο πρόσφατο βιβλίο του Ευτύχη Μπιτσάκη Για μια εγκόσμια ηθική από τις εκδόσεις Α/συνέχεια κυκλοφορεί από την περασμένη χρονιά. Όπως φαίνεται και από τον τίτλο του πραγματεύεται ένα όχι απλό και εύκολο ζήτημα. Οι σχέσεις μαρξισμού και ηθικής σε επίπεδο πολιτικού κινήματος δεν ήταν πάντα αρμονικές ενώ σε θεωρητικό επίπεδο έχουν αποτελέσει αιτία για διαφωνίες και αντιπαραθέσεις. Για παράδειγμα για τον Γεβγκένι Πασουκάνις, σημαντικότατο μπολσεβίκο νομικό θεωρητικό που εκτελέστηκε το 1937, «το εγωιστικό υποκείμενο, το υποκείμενο δικαίου και το ηθικό πρόσωπο είναι οι τρεις κύριες μάσκες κάτω από τις οποίες εμφανίζεται ο άνθρωπος στην κοινωνία της εμπορευματικής παραγωγής». Για τον Πασουκάνις η ηθική μαζί με το δίκαιο και το κράτος «είναι μορφές της αστικής κοινωνίας». Σήμερα δυνάμεις της αριστεράς και του κινήματος αντί της καταπιεστικής και υποκριτικής ηθικής του παπά επιλέγουν την «απελευθέρωση» του εμπορίου όπου όλα πουλιούνται και αγοράζονται στο όνομα της «αυτοδιάθεσης».
Ο Ευτύχης Μπιτσάκης, με μεγάλη ιστορική διαδρομή στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, του ΚΚΕ, του ΝΑΡ και της Κομμουνιστικής Απελευθέρωσης, έχει συνεισφέρει αποφασιστικά στη μαρξιστική θεωρία, στη φιλοσοφία και στη σχέση της με την επιστήμη, στη φιλοσοφική ανθρωπολογία, στην υλιστική – διαλεκτική ερμηνεία των κατακτήσεων της νεότερης φυσικής. Έχει συμβάλλει στην αντιμετώπιση του παλιού και νέου ιδεαλισμού, του δογματικού ντετερμινιστικού μαρξισμού και του δομισμού.
Στο βιβλίο του Για μια εγκόσμια ηθική ο Μπιτσάκης υπενθυμίζει ότι οι κοινωνίες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» «κατέρρευσαν χωρίς να τις υπερασπιστεί ούτε η εργατική τάξη, ούτε το κόμμα, ούτε το κράτος, ούτε ο λαός συνολικά», ενώ η σύγχρονη Κίνα «έχει ήδη μετατραπεί σε μια βάρβαρη, μοντέρνα μορφή καπιταλισμού της εποχής της πρωταρχικής συσσώρευσης, με μια απίστευτη αντίθεση φτώχειας και πλούτου» (σελ. 57). Πραγματεύεται το «δύσκολο» ερώτημα γιατί από τις πρωτόγονες «φυλετικές» κοινωνίες περάσαμε στις ταξικές και απορρίπτει τον βιολογικό ντετερμινισμό σύμφωνα με τον οποίο ο πόλεμος και βαρβαρότητα είναι φαινόμενα «γενετικά προγραμματισμένα» στην ανθρώπινη φύση. Αντίθετα «το ανθρώπινο όν είναι η ιστορικά μεταβαλλόμενη διαλεκτική σύνθεση της βιολογικής φύσης του και της ιστορικά μεταβαλλόμενης ανθρώπινης ουσίας του». Απορρίπτει την ντετερμινιστική-μηχανιστική ιστορική «αισιοδοξία» για την έλευση του σοσιαλισμού, αντίθετα «η Ιστορία είναι πεδίο δυνατοτήτων» που «καθορίζονται από τη διαλεκτική των αντικειμενικών συνθηκών και του υποκειμενικού παράγοντα» (σελ. 63).
Στο πλαίσιο της αναζήτησης μιας «ρεαλιστικής κομμουνιστικής ουτοπίας», μιας ουτοπίας με επιστημονική θεμελίωση, μιας ουτοπίας βασισμένης στις δυνατότητες του σύγχρονου καπιταλισμού και των αντιθέσεών του, μιας ουτοπίας με την έννοια «αυτού που δεν υπάρχει ακόμα», ο Μπιτσάκης αναζητά μια απελευθερωτική, εγκόσμια ηθική. Η χριστιανική ηθική «προτείνει φανταστικές λύσεις υπαρκτών επίγειων αντιθέσεων» (σελ. 99). Η ηθική του Ιμάνουελ Καντ με την «κατηγορική προσταγή» της «αξιώνει απόλυτη και αχρονική ισχύ», καθίσταται «κενή μέσα στην καθολικότητά της», βρίσκεται έξω από την εμπειρία, την πράξη και την ιστορία (σελ. 50).
Ο ανθρωπισμός δεν μπορεί να είναι μόνο διακηρυκτικός αλλά μαχόμενος, απαιτείται η ενσωμάτωσή του στην κοινωνία
Ο Μπιτσάκης απορρίπτει τον ηθικό μηδενισμό και θεμελιώνει μια εγκόσμια ηθική που «υψώνει το κοινωνικό άτομο σε απόλυτη αξία», μια ηθική στην οποία ο άνθρωπος είναι σκοπός και όχι μέσο. Αυτή η απόλυτη αξία όμως για την πραγμάτωσή της προϋποθέτει την ανατροπή των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων. Ο ανθρωπισμός δεν μπορεί να είναι μόνο διακηρυκτικός, ηθικολογικός, συχνά υποκριτικός, «θεωρησιακός» όπως λέει, αλλά «μαχόμενος» (σελ. 154), απαιτείται η ενσωμάτωσή του στην κοινωνία.
Ο μαχόμενος ανθρωπισμός αναμετριέται με την ιστορία, απαιτεί επαναστάσεις, θυσίες και μάλιστα θυσίες ανθρώπων. Πως συμβιβάζεται η απόλυτη αξία της ανθρώπινης ζωής με την ανάγκη για θυσίες; Ο Μπιτσάκης απαντάει: «Η αντίφαση δεν λύνεται θεωρητικά. Θα λυθεί στο πεδίο της πολιτικής πράξης. Και οι θυσίες της επαναστατικής πράξης μπορούν να δικαιωθούν, μόνο με την προϋπόθεση ότι θα δημιουργήσουν τους όρους για μια κοινωνία η οποία δεν θα χρειάζεται “ήρωες και μάρτυρες“» (σελ. 109). Οι επαναστάτες αγωνίζονται για να μειώσουν στο ελάχιστο τις «ωδίνες του τοκετού» της νέας κοινωνίας. Συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι «μια επαναστατική εξουσία που θα έχει ως στρατηγικό στόχο την οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας, πρέπει μία από τις πρώτες πράξεις που θα ψηφίσει, να είναι η κατάργηση της θανατικής ποινής», υπενθυμίζοντας τη διατήρησή της στη Σοβιετική Ένωση και στην Κίνα.
Ο Μπιτσάκης δεν εξαφανίζει το άτομο καθώς «η κοινωνική φύση του ανθρώπου δεν αντιφάσκει με την ύπαρξη μιας διαλεκτικά αυτόνομης προσωπικής περιοχής» (σελ. 135). Ποτέ το άτομο δεν ταυτίζεται με το κοινωνικό σύνολο όση κοινωνική συνείδηση κι αν διαθέτει. Η ευτυχία και η δυστυχία, η πληρότητα και η αίσθηση του κενού, η συνείδηση της εφήμερης και εύθραυστης ύπαρξης, τα αναπόφευκτο του θανάτου είναι προσωπικές καταστάσεις παρά το αντικειμενικό τους υπόβαθρο. Όλα αυτά ανασύρουν το πρόβλημα του νοήματος της ζωής. Παρότι αυτό το πρόβλημα έχει αναδειχθεί κυρίως από τις θρησκείες και τις φιλοσοφίες της υπέρβασης, ο συγγραφέας δεν το υποτιμάει: «Το ερώτημα για το νόημα της ζωής είναι αναπόφευκτο και θεμιτό». Εξάλλου, η αίσθηση του κενού, η απομονωμένη και απειλούμενη ύπαρξη, η αίσθηση της ματαιότητας και του αδιέξοδου -παρότι βιώνονται προσωπικά- είναι κοινωνικά αποτελέσματα της κοινωνίας στην οποία κυριαρχεί η ανταλλακτική αξία και το χρήμα. Οι φιλοσοφίες της ύπαρξης αποσπούν τα νόμιμα ερωτήματα του νοήματος της ζωής και της ανθρώπινης ελευθερίας από την κοινωνική δράση υψώνοντας στη σφαίρα του αιώνιου τον αστικό ατομισμό. Ο Ευτύχης Μπιτσάκης καταλήγει στο βιβλίο του: «Βρεθήκαμε στον κόσμο, καρπός της αναγκαιότητας και του τυχαίου. Σε μας εναπόκειται να δώσουμε νόημα στη ζωή, δημιουργώντας τις συνθήκες που θα κάνουν άχρηστη την καταφυγή στην υπέρβαση και την αναζήτηση νοήματος στον χώρο της ανυπαρξίας».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 5-6 Απριλίου 2025