Μιχάλης Παπαμακάριος
Η κλιμάκωση των αγώνων πάει μαζί με αντικαπιταλιστικούς στόχους, όπως η ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων και τα δημόσια αγαθά
Η άνοιξη ήρθε νωρίτερα αυτή τη χρονιά. Μετά την ιστορική Παρασκευή της 28ης του Φλεβάρη ζούμε στιγμές κοινωνικής και πολιτικής ανάτασης. Στις συγκεντρώσεις συμμετείχε πάνω από το 10% του πληθυσμού της χώρας, γεγονός πρωτοφανές για την ιστορία της. Οι χαμηλές προσδοκίες, το αίσθημα της ανημπόριας και η απογοήτευση, που κυριαρχούσαν μέχρι πρότινος σε μεγάλα κομμάτια των εργαζομένων και αριστερών ανθρώπων, ξεπεράστηκαν σε μια στιγμή από το παλλαϊκό τσουνάμι σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Η ελπίδα ξαναγυρνά στη σκέψη και τις καρδιές των λαϊκών ανθρώπων και ειδικά της νεολαίας. Ο φόβος άλλαξε στρατόπεδο και αν νομίζουν οι πραιτοριανοί της κυβέρνησης ότι θα ανακόψουν με την καταστολή το ποτάμι της λαϊκής οργής είναι γελασμένοι.
Το πάνδημο αίτημα της παραδειγματικής τιμωρίας των ενόχων για το έγκλημα των Τεμπών οπωσδήποτε έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη κινητοποίηση του λαού. Συνδέθηκε όμως με τα ευρύτερα εργατικά, λαϊκά και νεολαιίστικα αιτήματα, που όλο το προηγούμενο διάστημα δυσκολεύονταν να εμφανιστούν μαζικά. Σημαντικό ρόλο στη κίνηση του κόσμου έπαιξαν αξιακά και ηθικά ζητήματα (αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη, απαξίωση της νεολαίας, ύβρις των νεκρών). Πάνω απ’ όλα εκφράστηκε η συσσωρευμένη οργή για τις συνθήκες ζωής της κοινωνικής πλειονότητας.
Είμαστε πλέον σε νέα φάση με τον λαό και τη νεολαία να αναζητά δρόμους παρέμβασης. Αυτό έδειξαν και οι μαζικές συγκεντρώσεις της προηγούμενης Τετάρτης και Παρασκευής. Τίποτα και για κανέναν που θέλει να αναφέρεται στο εργατικό κίνημα και την αριστερά δεν μπορεί να είναι όπως πριν. Όλοι θα αναγκαστούν είτε να συντονιστούν με τη λαϊκή κίνηση και να την ανυψώσουν κινηματικά, πολιτικά και οργανωτικά είτε να ξεπεραστούν από αυτή, είτε σε τελική ανάλυση να την απογοητεύσουν και να τη στείλουν πίσω στις ατομικές «λύσεις».
Πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της, καταδίκη της συναινετικής αντιπολίτευσης
Για να συμβεί το πρώτο και όχι τα δεύτερα η αντικαπιταλιστική και σύγχρονα κομμουνιστική αριστερά οφείλει να ανεβάσει την ποιότητα και την ένταση της πολιτικής και ιδεολογικής παρέμβασης της. Γιατί ενώ είναι σαφές ότι τα συλλαλητήρια πάλλονταν από αντικυβερνητική διάθεση, απαξίωση της συναινετικής αντιπολίτευσης και κριτικής σε «ιερούς» αστικούς θεσμούς, όπως το δικαστικό σύστημα, το προς τα που θα κινηθεί πολιτικά και αξιακά το βέλος της κίνησης του κόσμου αποτελεί κρίσιμο διακύβευμα. Όλα τα ρεύματα παλιά και νέα παρεμβαίνουν σε αυτό. Είναι παρούσα η λογική της «πάλης κατά της διαφθοράς», η αναζήτηση «έντιμων» πολιτικών και μιας «προσωπικότητας» που θα βγάλει τη χώρα από το αδιέξοδο μαζί με εθνικό – πατριωτικές αντιλήψεις (προδότες πολιτικοί και αστυνομικοί) που θρέφουν πολιτικά το τέρας της ακροδεξιάς. Όπως υπάρχουν και οι λογικές της «αξιοκρατίας» του «σοβαρού» «ευρωπαϊκού» κράτους και του «πραγματικού εκσυγχρονισμού», τις οποίες τόσο ο Μητσοτάκης όσο και η συναινετική αντιπολίτευση προσπαθούν να αξιοποιήσουν ή και να καλλιεργήσουν παραπέρα.
Ταυτόχρονα επανέρχονται οι προτάσεις φιλολαϊκών λύσεων εντός της ΕΕ και της συνέχειας του αστικού κράτους με διάφορες σοσιαλδημοκρατικές παραλλαγές από το ΠΑΣΟΚ, το ΣΥΡΙΖΑ, τη ΝΕΑΡ, το ΜέΡΑ25 και τους συμμάχους του.
Η μάχη θα δοθεί όχι σε κάποιο ήρεμο διεθνές περιβάλλον. Το αντίθετο, θα γίνει εν μέσω των επιδράσεων της προεδρίας Τραμπ, των πολύ σοβαρών εξελίξεων στην Ουκρανία και στην ΕΕ με τη στροφή στη πολεμική οικονομία.
Πέρα από την ανάγκη για κλιμάκωση του αγώνα με νέο απεργιακό σταθμό και αντίστοιχες συγκεντρώσεις σαν της 28ης του Φλεβάρη και την αντιμετώπιση της κρατικής καταστολής, χρειάζεται να προταχθούν από την αντικαπιταλιστική αριστερά τα μεγάλα ζητήματα-κρίκοι που θα κρίνουν τη πορεία της αντιπαράθεσης.
To πρώτο θέμα είναι το άνοιγμα της συζήτησης για τα δημόσια αγαθά και τις υπηρεσίες που έχουν ή προγραμματίζεται να ιδιωτικοποιηθούν, για την ανάγκη του να είναι δημόσια και καθολικά προσβάσιμα από την λαϊκή πλειονότητα και όχι αντικείμενο εκμετάλλευσης από το κεφάλαιο. Κορυφαίο θέμα αποτελεί το άμεσο πέρασμα στο δημόσιο χωρίς αποζημίωση του σιδηρόδρομου και η εκδίωξη της Hellenic Train. Tο ΚΚΕ που διαφωνεί με τον στόχο αυτό μιλώντας για την εμπορευματική λειτουργία του κράτους, υποτιμά τη δυναμική της δημιουργίας ρήξεων και της επιβολής κατακτήσεων από το εργατικό κίνημα, στο όνομα των κινδύνων ενσωμάτωσης. Αυτοί είναι υπαρκτοί αλλά αντιμετωπίζονται από την ισχυροποίηση του κινήματος και της κομμουνιστικής αριστεράς και δεν μπορούν να μπαίνουν στο συρτάρι μέχρι «να αλλάξει ο συσχετισμός»· γιατί πώς θα αλλάξει αυτός αν όχι μέσα από τους αγώνες για ρήγματα στην κυρίαρχη πολιτική στο σήμερα; Με τη λογική του ΚΚΕ η σχέση τακτικής-στρατηγικής καταργείται και αναπαράγεται ένα TINA από τα αριστερά.
Σημαντική διαπάλη γίνεται για το θέμα της Δικαιοσύνης, δηλαδή του αστικού δικαστικού συστήματος, για το οποίο το έγκλημα των Τεμπών ήρθε να αναδείξει με μαζικό τρόπο το πόσο εξαρτημένο είναι από τις κυβερνήσεις και τα μεγάλα συμφέροντα. Πραγματική δικαιοσύνη για το λαό μπορεί σήμερα να «επιβληθεί» από το λαϊκό κίνημα που θα επιδράσει καθοριστικά και στην νομική έκβαση της υπόθεσης (τα λαϊκά δικαστήρια που φοβάται ο Μητσοτάκης). Ουσιαστικά πραγματική δικαιοσύνη μπορεί να υπάρξει μόνο σε μια κοινωνία απελευθερωμένη από τα καπιταλιστικά δεσμά.
Αλλά το πιο καθοριστικό ζήτημα είναι η πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης και της πολιτικής της και η καταδίκη της συναινετικής αντιπολίτευσης. Η πάλη αυτή ωριμάζει μέσα σε κομμάτια του λαού, μπορεί να γίνει πράξη από το οργανωμένο κίνημα λαού και νεολαίας, να γίνει από τα κάτω και τα αριστερά. Έτσι θα μπει φραγμός στην επίθεση του κεφαλαίου και θα αναγκαστεί να λειτουργεί υπό την «ομηρία» του κινήματος ο όποιος επόμενος διαχειριστής, θα μπορεί με άλλη αυτοπεποίθηση το κίνημα να διεκδικήσει και να επιβάλλει κατακτήσεις υπέρ του λαού. Όποιος σήμερα στέκεται εχθρικά σε αυτό τον στόχο βρίσκεται στη λάθος πλευρά της ιστορίας.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν στο φύλλο 8-9 Μαρτίου