Κατερίνα Φραγκουλοπούλου
Η μουσική παράσταση Ματαρόα στον ορίζοντα στην Εναλλακτική Σκηνή της Λυρικής συνδέει τον επαναστατικό αγώνα της Αντίστασης και του Δεκέμβρη του ΄44 με τα σημερινά αδιέξοδα της γενιάς της κρίσης, χωρίς να κρύβει τις αντιφάσεις και τα ρήγματα των διαφορετικών εποχών. Συμφιλίωση, συμβιβασμός ή νέο ξεκίνημα;
Το ιστορικό γεγονός: Το 1945, το Ματαρόα, ένα νεοζηλανδέζικο πλοίο, μετέφερε Εβραίους πρόσφυγες στην Παλαιστίνη και (με πρωτοβουλία του διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών) Έλληνες καλλιτέχνες και επιστήμονες με τελικό προορισμό το Παρίσι και στόχο να γλιτώσουν τις πολιτικές διώξεις κατά τη διάρκεια της Λευκής Τρομοκρατίας.
Το καλλιτεχνικό γεγονός: Βρισκόμαστε σε μία προβλήτα λιμανιού. Η θάλασσα αποτελείται από διάφανα νάιλον σημαιάκια. Μία ομάδα νέων ανθρώπων περιμένει ένα πλοίο που αργεί να έρθει. Ανάμεσά τους «αυτός ο κύριος», η φιγούρα ενός μεγαλύτερου ανθρώπου που δεν εντάσσεται οργανικά σ΄ αυτούς. Έξω από την ομάδα «μία κυρία στο λιμάνι», μία στεγνή και σοβαρή γυναίκα που αφηγείται, δίνει εντολές, καθησυχάζει και τουλάχιστον μία φορά γίνεται γοργόνα για να παρασύρει. Στα μισά της αναμονής εμφανίζεται ο «άλλος κύριος», επιβάτης του πρώτου ταξιδιού και ιστορικό πρόσωπο (ο Μάνος Ζαχαρίας, επικεφαλής του σπουδαστικού λόχου Λόρδος Μπάιρον της ΕΠΟΝ, σκηνοθέτης και κινηματογραφιστής και ο ίδιος). Η παρουσία του πυροδοτεί συζητήσεις για το παρελθόν και το μέλλον. Το τέλος κρύβει μελαγχολία και αισιοδοξία. Αισιοδοξία, γιατί οι νέοι άνθρωποι τελικά φεύγουν. Δεν ξέρουμε που πάνε, ούτε είναι ξεκάθαρος ο στόχος τους. Μελαγχολία, γιατί στο λιμάνι απομένουν οι δύο «κύριοι», «αυτός» που φοβήθηκε και έμεινε σπίτι του, με τις τύψεις και την ενοχή του δωσιλογισμού του πατέρα του και ο «άλλος», που πολέμησε για την επανάσταση, δημιούργησε, έζησε τη ζωή του με το «όπλο παρά πόδα». Συμφιλιώνονται και απομένουν μόνοι, καθισμένοι μέσα στη θάλασσα από πλαστικά σημαιάκια.
Σε κάθε μάχη υπάρχουν τρεις επιλογές: πολεμιστής, συμβιβασμένος ή προδότης
Η ιδέα του Θοδωρή Αμπαζή, όπως υλοποιήθηκε από τον ίδιο και τους συνεργάτες του, Έλσα Αδριανού στα κείμενα και Νίκο Κυπουργό στη μουσική, δρα πολυεπίπεδα. Πρώτα αναφέρεται στο ασφυκτικό περιβάλλον στο οποίο καλούνται οι νέοι να χτίσουν τη ζωή τους. Αφήνει αιχμές για την Ευρώπη, που δεν έχει πια τη δυναμική που διαφαινόταν μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κι ακόμα και σε επίπεδο ιδεών και πολιτικής αδυνατεί να δώσει οποιαδήποτε προοπτική. Επισείει μπροστά στους ταξιδιώτες το ενδεχόμενο ενός νέου πολέμου. Ύστερα, ακτινογραφεί τους ίδιους τους ταξιδιώτες. Μερικές φορές λειτουργούν ομοιόμορφα, όπως προδιαγράφει το σύστημα. Άλλες φορές, διαφοροποιούνται. Μερικοί ονειρεύονται έναν καλύτερο κόσμο. Μερικοί επιδεικνύουν ατομισμό. Μερικοί δείχνουν ενδιαφέρον, όταν ο Μανώλης Μαυροματάκης (ο «άλλος κύριος») διηγείται την ιστορία του πρώτου ταξιδιού και βάζει στη σκηνή τον Δεκέμβρη του ‘44. Μερικοί γελούν και ειρωνεύονται όταν, σε αυτό το πλαίσιο, ακούγεται το αντάρτικο τραγούδι Ήρωες, άπαρτα βουνά. Υπογραμμίζει την έλλειψη οράματος, γνώσης και συλλογικότητας. Έτσι, ανοίγει το επόμενο επίπεδο, που αφορά την Αριστερά, τη θέση της στην κοινωνία και τη σχέση της με τη νεολαία. Το έργο ανοίγει ένα διάλογο με την ιστορία, τις πληγές που άφησε ο Δεκέμβρης στο σώμα της Αριστεράς και της κοινωνίας. Υπάρχει μία φράση που επαναλαμβάνεται «τρεις είναι πάντοτε οι επιλογές: πολεμιστής, συμβιβασμένος ή προδότης» και η πρόθεση του «άλλου κυρίου» να επιστρέφει και να αναβαπτίζεται στην κοινωνία. Και φτάνουμε στο τελευταίο επίπεδο της ιστορίας. Τι αντιπροσωπεύουν οι πλαστικές σημαίες, ιδανικά που έγιναν διάφανα γιατί κανείς δεν πιστεύει σε αυτά ή το άπιαστο καπιταλιστικό όνειρο; Γιατί οι δύο μεγαλύτεροι άντρες έμειναν μόνοι στο τέλος; Τα νέα παιδιά έφυγαν για κάτι καλύτερο ή τους γύρισαν την πλάτη; Η συμφιλίωσή τους είναι κάτι που πρέπει να γίνει ή δηλώνει παραίτηση και συμβιβασμό;
Η παράσταση έχει αναφορές σε εμβληματικά έργα του θεάτρου και του κινηματογράφου. Η ατέρμονη αναμονή στο λιμάνι παραπέμπει στον Γκοντό του Μπέκετ, ο χορός σε ρυθμούς δυτικής μουσικής είναι αναφορά στον Θίασο του Αγγελόπουλου. Τα κοστούμια, σχεδόν ομοιόμορφα, σε αποχρώσεις του γκρι, παραπέμπουν σε μία δυστοπία. Ο σκηνοθέτης στήνει εξαιρετικά ταμπλό-βιβάν. Η μουσική είναι ο 13ος ηθοποιός της παράστασης. Οι ηθοποιοί ερμηνεύουν, χορεύουν, παίζουν μουσική και τραγουδούν, αναδεικνύονται σε «πολυεργαλεία». Είναι μια πολύ αξιόλογη δουλειά, τόσο από άποψη περιεχομένου όσο και μορφής. Δυστυχώς, ο αριθμός των παραστάσεων είναι περιορισμένος. Ελπίζω να επαναληφθεί.
Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Μέχρι 12/1/25
Σύλληψη, σκηνοθεσία: Θοδωρής Αμπαζής
Μουσική: Νίκος Κυπουργός, Θοδωρής Αμπαζής
Κείμενο: Έλσα Ανδριανού
Σκηνικό, κοστούμια: Κέννυ ΜακΛέλλαν
Κίνηση: Σταυρούλα Σιάμου
Σχεδιασμός φωτισμών: Νίκος Βλασόπουλος
Συνεργάτιδα σκηνοθέτρια: Ελεάνα Τσίχλη
Έρευνα, δραματουργική συνεργασία: Ελίτα Κουνάδη
Αυτός ο κύριος: Δημήτρης Ξανθόπουλος
Εκείνος ο κύριος: Μανώλης Μαυροματάκης
Μια γυναίκα στο λιμάνι: Αγγελική Στελλάτου
Γιάννης Εγγλέζος, Ηλέκτρα Καρτάνου, Ελίτα Κουνάδη, Μάριος Κρητικόπουλος, Λένα Μποζάκη, Βασίλης Παπαδόπουλος, Στέφανος Πίττας, Περικλής Σιούντας, Αντιγόνη Φρυδά