Δημήτρης Μαριόλης*
Προς τον κόκκινο Δεκέμβρη του ΄44
Η κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας», με τη συμμετοχή έξι μελών του ΕΑΜ, τον Νοέμβριο του ΄44 παίρνει αντιλαϊκά μέτρα «οικονομικής σταθεροποίησης» συναντώντας την αντίσταση των εργαζομένων. Έχοντας δώσει τα παραγωγικά υπουργεία σε στελέχη του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, αλλά όχι την ευθύνη χάραξης οικονομικής πολιτικής, οι Βρετανοί και ο Γ. Παπανδρέου φορτώνουν στην Αριστερά τα αντεργατικά μέτρα. Την ίδια προετοιμάζουν το κτύπημα του κινήματος της αντίστασης, σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής πάλης. Κι όπως έγραφε ο Γ. Σεφέρης (Πολιτικό Ημερολόγιο A΄, εγγραφή 30 Αυγ. 1944): Παραπάνω είναι τα σύννεφα της ρητορείας του Παπανδρέου. Και παραπάνω ο Δίας με το πούρο που κάνει δώρα ή απειλεί με αστραπόβροντα.
Χρονολόγιο
1944, 26 Σεπτεμβρίου – Συμφωνία της Καζέρτας
1944, 12 Οκτωβρίου – Απελευθέρωση της Αθήνας
1944, 18 Οκτωβρίου – Άφιξη της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» στην Αθήνα
1944, 1 Νοεμβρίου –Μέτρα δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής από τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος
1944, 17 Νοεμβρίου – Άρθρο Μπαρτζιώτα στον Ριζοσπάστη όπου δηλώνεται η διαφωνία του ΚΚΕ με τη νομισματική πολιτική
1944, 1 Δεκεμβρίου – Κυβερνητικό τελεσίγραφο για παράδοση των όπλων των ανταρτών
Τον Σεπτέμβριο του 1944 η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση μεταφέρεται από το Κάιρο στη νότια Ιταλία, στην πόλη Κάβα ντε Τιρένι, αναμένοντας καρτερικά τους Βρετανούς να σχηματίσουν το Υπουργικό Συμβούλιο. Η συγκεκριμένη πόλη βρίσκεται ανάμεσα στην Καζέρτα, όπου υπογράφτηκε η ομώνυμη, καταστροφική για το εαμικό κίνημα συνθήκη και στο λιμάνι του Σαλέρνο, από όπου αποχώρησε το πλοίο με την κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» για την Ελλάδα. Πρωθυπουργός και υπουργός Στρατιωτικών και Εξωτερικών ταυτόχρονα, ο Γεώργιος Παπανδρέου, με τους εαμικούς υπουργούς να στερούνται κάθε έρεισμα στα υπουργεία Εσωτερικών και Στρατιωτικών και να αναλαμβάνουν τα δύσκολα υπουργεία Οικονομικών (Α. Σβώλος με υφυπουργό τον Α. Αγγελόπουλο), Εθνικής Οικονομίας (Η. Τσιριμώκος), Δημοσίων Έργων (Ν. Ασκούτσης), Γεωργίας (Γ. Ζέβγος) και Εργασίας (Μ. Πορφυρογένης). Συνολικά δηλαδή συμμετείχαν στην 25μελή κυβέρνηση μόλις έξι μέλη του ΕΑΜ. Οι δύο τελευταίοι αποτελούσαν κορυφαία στελέχη του ΚΚΕ, ο Ζέβγος μέλος της γραμματείας του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ και ο Πορφυρογένης μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, ο δεύτερος μάλιστα φροντίζει να νομιμοποιήσει τη μετονομασία του ΕΕΑΜ (Εργατικό ΕΑΜ) σε ΓΣΕΕ.
Η σιδερένια οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι εαμίτες υπουργοί και το πολιτικό κόστος που επωμίστηκαν τις αμέσως επόμενες εβδομάδες ερμηνεύει την ανάθεση αυτών των υπουργείων στο ΕΑΜ. Για παράδειγμα, η διαχείριση του υπουργείου Εργασίας από στέλεχος του ΚΚΕ και ταυτόχρονα η ευθύνη της οργάνωσης του εργατικού κινήματος σε συνθήκες έντονης πόλωσης της ταξικής πάλης διαμορφώνουν μια σύνθετη και αντιφατική συνθήκη, που είχε σαν αποτέλεσμα να χρεωθεί το ΕΑΜ την επιβολή από τους Βρετανούς της πολιτικής λιτότητας.
Ο λαός που πανηγυρίζει στις 12 Οκτωβρίου 1944 στην Αθήνα δεν γνωρίζει ότι οι Τσόρτσιλ και Στάλιν μόλις έχουν ολοκληρώσει μια διαπραγμάτευση για τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη, η οποία θα εφαρμοστεί πολύ σύντομα στους ίδιους δρόμους όπου κυριαρχεί διάχυτος ο ενθουσιασμός και η αισιοδοξία της Απελευθέρωσης. Ενδεικτική για όσα θεωρεί ότι αποκόμισε το Λονδίνο από αυτή τη διαπραγμάτευση, είναι η επιστολή του Τσόρτσιλ προς τον Ίντεν: «Αφού έχουμε πληρώσει στη Ρωσία το τίμημα για να έχουμε ελευθερία δράσεως στην Ελλάδα, δεν πρέπει να διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε βρετανικές δυνάμεις για να υποστηρίξουμε τη βασιλική ελληνική κυβέρνηση Παπανδρέου[…] Περιμένω ανοιχτή σύγκρουση με το ΕΑΜ και δεν πρέπει να τη φοβόμαστε». Σε αυτόν ακριβώς το στόχο ευθυγραμμίστηκαν η νέα αστική τάξη και τα κοινωνικά μεσοστρώματα που αναδύθηκαν από την κόλαση της κατοχής και αισθάνονταν μια ιδιαίτερη ταξική ανασφάλεια, ειδικά για τα κατοχικά υπερκέρδη που είχαν συσσωρεύσει, ως επί το πλείστον, με αθέμιτα μέσα. Τα συμφέροντα αυτών των κοινωνικών τάξεων, καθώς και του δυναμικού των ταγμάτων ασφαλείας, μπορούσαν να υπηρετηθούν μόνο με ανηλεή κοινωνικό πόλεμο που θα έφτανε αδίστακτα πέρα από τα όρια μιας πολιτικής κρατικής καταστολής και διώξεων.
Το οικονομικό και κοινωνικό κόστος της κατοχής ήταν τεράστιο για την Ελλάδα. Η πείνα, η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και ο υπερπληθωρισμός πήραν τεράστιες, μη διαχειρίσιμες διαστάσεις. Με τον παραγωγικό ιστό διαλυμένο, το δίκτυο μεταφορών κατεστραμμένο, τον πόλεμο να συνεχίζεται, χωρίς την ξένη βοήθεια η Αθήνα βρισκόταν μπροστά στον κίνδυνο να βιώσει έναν ακόμα χειμώνα αντίστοιχο με εκείνο του ’41 – ’42. Το πρωταρχικό αίτημα της ξένης βοήθειας αφορούσε ακριβώς αυτό το θεμελιώδες καθήκον της λαϊκής επιβίωσης. Πρόκειται για ένα τοπίο όπου η ελπίδα και η αισιοδοξία συνυπήρχαν με μια βαθιά, αγεφύρωτη κοινωνική και ταξική πόλωση.
Τα υπουργεία Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας παραχωρήθηκαν στο ΕΑΜ· αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι στο ΕΑΜ παραχωρήθηκε και η δυνατότητα άσκησης οικονομικής πολιτικής. Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος τοποθετείται ο, εκλεκτός του Παπανδρέου, Ξενοφών Ζολώτας, ο οποίος προτείνει ένα πακέτο μέτρων δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής όπως, η αύξηση των τιμών των ειδών πρώτης ανάγκης, ο περιορισμός των αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και του μισθού τους, η επικέντρωση στους έμμεσους φόρους, η κατάργηση των δελτίων των απόρων, η κατάρτιση ισοσκελισμένου προϋπολογισμού και η έκδοση νέας δραχμής. Σε γενικές γραμμές αυτές είναι οι κατευθυντήριες που ακολούθησε η κυβέρνηση. Σταδιακά αλλά αποφασιστικά, αξιοποιώντας τον αρκετά αποτελεσματικό εκβιασμό «αν δεν ακολουθήσετε ακριβώς την πολιτική που σας λέμε, θα μπλοκάρουμε την παροχή βοήθειας και θα πεθάνετε της πείνας», οι Βρετανοί έθεταν τις βάσεις του μεταπολεμικού καθεστώτος επιτροπείας.
Οι εργαζόμενοι έβλεπαν ότι τα ημερομίσθια ήταν χαμηλότερα και από τα κατοχικά
Η δημιουργία της νέας δραχμής η οποία ισούταν με 50 δισ. παλαιές δραχμές, σήμαινε ότι, οι προπολεμικές καταθέσεις των μικροκαταθετών ουσιαστικά εξανεμίστηκαν. Έτσι, στους φτωχούς μικροκαταθέτες, σχηματίστηκε η πεποίθηση ότι, ο εαμικός υπουργός είχε την κύρια ευθύνη, αφού ήταν αυτός που έβαλε την καταστροφική υπογραφή. Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με τον εκβιασμό των Βρετανών για τον ορισμό πολύ χαμηλών ημερομισθίων και μισθών, καθώς και το απροκάλυπτο μποϊκοτάζ των Ελλήνων βιομηχάνων, με την άρνησή τους να ανοίξουν τα εργοστάσια, διογκώνοντας έτσι την ανεργία, έφερε την αντίδραση της οργανωμένης εργατικής τάξης αλλά και τις διαμαρτυρίες στο εσωτερικό του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Οι εργαζόμενοι έβλεπαν ότι τα ημερομίσθια καθορίζονταν σε επίπεδα χαμηλότερα και από τα κατοχικά κι αυτό γινόταν με συνευθύνη των υπουργών του ΕΑΜ. Όλο το διάστημα του Νοεμβρίου, οργανώνονται συνεχώς κινητοποιήσεις που προβάλλουν αιτήματα αύξησης των μισθών και της επισιτιστικής βοήθειας, αλλά κλιμακώνονται έτσι ώστε να μην δημιουργούν πολιτικό πρόβλημα.
Το ΕΑΜ, παρά τις αντιφάσεις και τις ταλαντεύσεις του, παρά τις συμφωνίες που υπέγραψε, ήταν προσανατολισμένο σε μία νέα κοινωνική τάξη πραγμάτων, την οποία και διεκδίκησε, συσπειρώνοντας γύρω του τη λαϊκή εργαζόμενη πλειοψηφία και εκπροσωπώντας τα ταξικά της συμφέροντα στις σύνθετες και δύσκολες μεταπολεμικές συνθήκες. Δηλαδή, στην περίοδο όπου η πολιτική γραμμή των λαϊκών μετώπων, αποτελεσματική στο διάστημα της κατοχής, αναμετριόνταν με τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της καθώς η στρατηγική της αντίπαλης πλευράς ήταν σαφέστατα η ανάκτηση και διασφάλιση της αστικής εξουσίας.
Για να επιβάλλει τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις που επιθυμούσε το Λονδίνο, η εξουδετέρωση του ΕΑΜ αποτελούσε μονόδρομο. Γι΄ αυτό, σταδιακά, σε όλο το διάστημα των 47 πρώτων ημερών της απελευθέρωσης, οι Βρετανοί σε συνεργασία με το αντιεαμικό μπλοκ, συγκέντρωσαν στην πρωτεύουσα τις απαραίτητες στρατιωτικές δυνάμεις, διέσωσαν και εξόπλισαν τμήματα των ταγμάτων ασφαλείας και την κατάλληλη στιγμή, ο Σκόμπι διέταξε τον μονομερή αφοπλισμό του ΕΛΑΣ. Τον λόγο είχαν πλέον οι ξιφολόγχες.
*Συγγραφέας του βιβλίου Η αδύνατη ταξική ανακωχή